ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ: ΕΙΔΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ για τα ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ
ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΑΝΑΠΗΡΙΕΣ 2023 Μέρος 21ο
Πρόσβαση σε φαρμακευτική αγωγή χρονίως πασχόντων
Ο Συνήγορος του Πολίτη δέχεται αναφορές πολιτών με χρόνιες
παθήσεις που αντιμετωπίζουν προβλήματα κατά την πρόσβασή τους στη φαρμακευτική
αγωγή που χρειάζονται. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι δυσκολίες οφείλονται
σε καθυστερήσεις στην εισαγωγή των απαιτούμενων σκευασμάτων, την ευθύνη της
οποίας έχει το Ι.Φ.Ε.Τ., και στην περίπτωση εξειδικευμένης φαρμακευτικής
αγωγής, σε ελλείψεις στην αγορά. Σε συγκεκριμένη περίπτωση, η συνταγογράφηση
είχε γίνει από τον Ιούνιο 2022, και κατά τον Νοέμβριο του ίδιου έτους
αντιμετωπίζονταν ακόμα προβλήματα για την προμήθεια του σκευάσματος (Φ.Υ.
327178, 328116 και 326690). Επιπλέον δυσκολίες ως προς την πρόσβαση στην
απαραίτητη φαρμακευτική αγωγή αναφέρονται από πολίτες που κατοικούν εκτός
μεγάλων αστικών κέντρων (Φ.Υ. 328250).
Οργανωτικές δυσλειτουργίες, ιδίως καθυστερήσεις, αναφέρονται
και στη λειτουργία φαρμακείων του Ε.Ο.Π.Υ.Υ. στην περιφέρεια για τη χορήγηση
φαρμάκων υψηλού κόστους (Φ.Υ. 347417).
Πρόσβαση ατόμων με αναπηρία με αυξημένη ευαλωτότητα (πολίτες
τρίτης χώρας) σε υπηρεσίες υγείας
Οι πολλαπλές ευαλωτότητες συνδυαστικά, όπως είναι εύλογο,
δυσχεραίνουν σημαντικά, όχι μόνο τη δυνατότητα αυτόνομης διαβίωσης του ατόμου,
αλλά και την ίδια την πρόσβαση στην απαιτούμενη ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και
ψυχοκοινωνική αποκατάσταση. Ο Συνήγορος παρακολούθησε κατά το τρέχον έτος τις
ακόλουθες, χαρακτηριστικές υποθέσεις, όπου ο τρόπος ανταπόκρισης των αρμοδίων
φορέων της πολιτείας στη συνθετότητα των προβλημάτων (προέλευση από αλλοδαπή
χώρα, σοβαρές ασθένειες ή/και αναπηρία, συνδρομή ψυχικής πάθησης, αδυναμία
εκμάθησης ελληνικής γλώσσας, μετεφηβική ηλικία) ανέδειξε την κρισιμότητα ως
προς την παροχή έγκαιρης και αποτελεσματικής προστασίας για τα δικαιώματα των
ατόμων με αναπηρίες με προέλευση από τρίτες χώρες.
Η πρώτη περίπτωση αφορούσε σε πολίτη τρίτης χώρας,
διαμένοντα στο Κέντρο Υποδοχής και Ταυτοποίησης (Κ.Υ.Τ.) Λέσβου, με ιδιαίτερα
επιβαρυμένη κατάσταση ψυχικής υγείας (Φ.Υ. 318608). Ο ωφελούμενος λάμβανε
φαρμακευτική αγωγή και παρακολουθούταν τακτικά από ψυχίατρο και ψυχολόγο
οργανώσεων που δραστηριοποιούνταν στο Κ.Υ.Τ. Λέσβου, στις αντίστοιχες, δε,
γνωματεύσεις είχε καταγραφεί ότι πρόκειται για πρόσωπο που πάσχει από ψυχωσικές
διαταραχές, και κρινόταν ως άτομο μειωμένης λειτουργικότητας που χρήζει
φροντίδας και στήριξης τρίτου, προκειμένου να αντεπεξέλθει στις ανάγκες της
καθημερινότητάς του.
Παρά τα ανωτέρω, ο ψυχικά πάσχων δεν είχε αξιολογηθεί ως
ευάλωτος από το αρμόδιο κλιμάκιο Ιατρικού Ελέγχου και Ψυχοκοινωνικής
Υποστήριξης του Κ.Υ.Τ., και, κατ’ επέκταση, δεν ήταν εφικτό να τύχει των
κατάλληλων, για τη περίπτωσή του, συνθηκών πρώτης υποδοχής και στέγασης ή να
παραπεμφθεί σε κατάλληλη δομή φιλοξενίας για την παροχή εξειδικευμένης
ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και ψυχοκοινωνικής φροντίδας. Η απουσία, δε,
πιστοποιημένης εκτίμησης ως προς την κατάσταση της υγείας του και, συνεπώς, την
αναγνώριση της ευαλωτότητάς του από το αρμόδιο κλιμάκιο, αποτελούσε κρίσιμο
στοιχείο, και ενόψει της υποβολής μεταγενέστερου αιτήματος χορήγησης ασύλου.
Στην προγραμματισθείσα επανεκτίμηση της ευαλωτότητας του
αναφερόμενου από το αρμόδιο κλιμάκιο Ε.Ο.Δ.Υ. του Κ.Υ.Τ., κρίθηκε ότι «η
ψυχολογική εκτίμηση από το ψυχοκοινωνικό κλιμάκιο του Ε.Ο.Δ.Υ. κατέστη
αδύνατη», ενώ ταυτόχρονα υποστηρίχθηκε ότι «από τα επισυναπτόμενα έγγραφα δεν
προκύπτει ευαλωτότητα, καθώς η θεράπουσα ιατρός του ωφελούμενου δίνει κωδικό
ICD10 F23 (οξείες και παροδικές ψυχωσικές διαταραχές), το οποίο δεν δίνει
αναπηρία πάνω από 50%, σύμφωνα με τον Ενιαίο Πίνακα Προσδιορισμού Ποσοστού
Αναπηρίας ΚΕ.Π.Α., Φ.Ε.Κ. 6282/29.12.2021». Τέλος, κατά την κρίση του κλιμακίου
«σύμφωνα με το άρθρο 39 ν. 4636/2019, ως ευάλωτοι ορίζονται όσοι εμπίπτουν σε
κατηγορίες του ΚΕ.Π.Α. με πάνω από 50%, οπότε και ο ωφελούμενος δεν κρίθηκε
ευάλωτος».
Η αρνητική αξιολόγηση ως προς την ευαλωτότητα του ψυχικά
πάσχοντος επαναλήφθηκε και σε νέα επανεκτίμηση από το κλιμάκιο του Ε.Ο.Δ.Υ. του
Κ.Υ.Τ. Λέσβου. Με βάση όμως το επικαιροποιημένο πιστοποιητικό ψυχικής υγείας
του ασθενούς, που βασίστηκε στο γεγονός ότι τα συμπτώματα επέμεναν για μεγάλο
χρονικό διάστημα, η διάγνωσή του είχε μεταβληθεί σε μη οργανική ψυχωσική
διαταραχή (ICD- 10 F28), η οποία περιλαμβάνεται ρητά στην υπ’ αριθμ.
80100/101202/09.12.2021 Κ.ΥΑ (Β’ 6282, Ενιαίος Πίνακας Προσδιορισμού Ποσοστού
Αναπηρίας Ε.Π.Π.Π.Α.).
Ο Συνήγορος του Πολίτη, σε έγγραφό του προς τον Διοικητή και
το Κλιμάκιο του Ε.Ο.Δ.Υ. του Κ.Υ.Τ. Λέσβου, επεσήμανε ότι, σύμφωνα με το ισχύον
νομοθετικό πλαίσιο, δεν υφίστατο οποιαδήποτε σύνδεση της ευαλωτότητας με
κατηγορίες ΚΕ.Π.Α. ή με ποσοστό αναπηρίας άνω του 50%. Αντίθετα, τόσο στον νόμο
4636/2019, όσο και στον ισχύοντα πλέον ν. 4939/2022, απαριθμούνται αρκετές
κατηγορίες προσώπων που θεωρούνται ευάλωτοι, μεταξύ των οποίων τα άτομα με
αναπηρία, τα άτομα με σοβαρές ασθένειες και τα άτομα με ψυχική ή νοητική
αναπηρία. Ο Συνήγορος τόνισε ακόμη ότι προκύπτει με σαφήνεια από τη νομοθεσία
πως η απαρίθμηση των σχετικών κατηγοριών προσώπων που χρήζουν ειδικών συνθηκών
υποδοχής είναι ενδεικτική, αφήνοντας περιθώριο στη Διοίκηση να κρίνει και άλλες
περιπτώσεις προσώπων ως ευάλωτων. Η ενδεικτική απαρίθμηση είναι, άλλωστε,
συμβατή και με τη διατύπωση του άρθρου 21 της Οδηγίας 2013/33/ΕΕ, υπό το φως
της οποίας θα πρέπει να γίνεται η εφαρμογή της εθνικής νομοθεσίας . Στην
περίπτωση, ωστόσο, του ωφελούμενου, δεν ήταν καν απαραίτητη η προσφυγή σε αυτή
τη δυνατότητα που παρέχει η νομοθεσία στη Διοίκηση, καθώς ο ίδιος υπαγόταν ρητά
στα ευάλωτα πρόσωπα βάσει των απαριθμούμενων κατηγοριών.
Τέλος, με βάση την πληροφόρηση που έλαβε ο Συνήγορος, κατά
την οποία η διαδικασία εκτίμησης της ευαλωτότητας του αναφερόμενου πολίτη
τρίτης χώρας διενεργήθηκε από ιατρό του κλιμακίου του Ε.Ο.Δ.Υ. με ειδικότητα
ουρολόγου, η Αρχή ζήτησε να ενημερωθεί ως προς την τηρούμενη διαδικασία στο
Κ.Υ.Τ. για την εκτίμηση της ευαλωτότητας στις περιπτώσεις προσώπων με ψυχικές
διαταραχές, αν υπάρχει τυποποιημένη διαδικασία υπαγωγής των περιπτώσεων ψυχικής
διαταραχής σε κατηγορία ευάλωτων του νόμου και ποιες κατηγορίες επαγγελματιών
υγείας και με ποιες ειδικότητες, εμπλέκονται στην εκτίμηση της ευαλωτότητας.
Σε συνέχεια του εγγράφου του Συνηγόρου του Πολίτη, η Κεντρική
Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης προέβη σε διευκρίνιση προς τις Περιφερειακές
Υπηρεσίες της, επισημαίνοντας ότι, στις διατάξεις της νομοθεσίας για την
υποδοχή και τον ορισμό ευάλωτων προσώπων, δεν υπάρχει σύνδεση της ευαλωτότητας
με κατηγορίες ΚΕ.Π.Α.:
«(…) και, ως εκ τούτου, τα προβλεπόμενα στον Ενιαίο Πίνακα
Προσδιορισμού Ποσοστού Αναπηρίας ΚΕ.Π.Α (ΦΕΚΒ’ 6282/29.12.2021) δεν είναι σε
καμία περίπτωση δεσμευτικά όσον αφορά στην τελική εισήγηση ταυτοποίησης
ευαλωτότητας».
Προς ενίσχυση των ανωτέρω, η ρητή σύνδεση ευαλωτότητας με
ποσοστά ΚΕ.Π.Α., που υπήρχε στον, εσωτερικής διανομής, κατευθυντήριο πίνακα,
καταργήθηκε.
Ο Συνήγορος επεσήμανε, ωστόσο, με νέο έγγραφό του προς την
Υπηρεσία Υποδοχής και Ταυτοποίησης και το Κλιμάκιο του Ε.Ο.Δ.Υ. Κ.Ε.Δ. Λέσβου,
ότι είναι ιδιαίτερα κρίσιμο η διαδικασία αξιολόγησης της ευαλωτότητας σε
περιπτώσεις προσώπων με ψυχικές διαταραχές να λαμβάνει χώρα κατά τρόπο
συνεκτικό και από επαγγελματία κατάλληλης ειδικότητας και εξειδικευμένης
κατάρτισης. Συναφώς, επανέφερε το ερώτημα ποια είναι τα στάδια της διαδικασίας
που ακολουθείται, δεδομένου ότι στην προκειμένη περίπτωση το Κλιμάκιο του
Ε.Ο.Δ.Υ., αφού υιοθέτησε την πρόταση της Αρχής για νέα επανεκτίμηση της
ευαλωτότητας, έκρινε αρχικά τον ψυχικά πάσχοντα ως ευάλωτο, με βάση την
εκτίμηση και εισήγηση της ψυχολόγου του Κλιμακίου, ενώ εν συνεχεία
πραγματοποίησε νέα συνεδρία, η οποία είχε αντίθετη κατάληξη, δηλαδή την κρίση
περί μη ευαλωτότητας του πάσχοντος, με εισήγηση, αυτή τη φορά, του ιατρού του
Κλιμακίου.
Η δεύτερη περίπτωση που χειρίστηκε ο Συνήγορος αφορούσε στη
μεταφορά εξαιρετικά ευάλωτων προσώπων στο Κ.Υ.Τ. Λέσβου, τα οποία ισχυρίστηκαν
ότι η δομή αυτή δεν αποτελούσε κατάλληλο περιβάλλον διαβίωσης, δεδομένης της
κατάστασης της ψυχικής και σωματικής τους υγείας (Φ.Υ. 326822). Ο ένας εξ αυτών
ήταν άτομο με σοβαρές ιατρικές παθήσεις, έχοντας διαγνωστεί με φυματίωση του
αναπνευστικού και πολυνευροπάθεια. Αρχικά, κατά την εκτίμηση από το αρμόδιο
κλιμάκιο του Ε.Ο.Δ.Υ., δεν του αναγνωρίστηκε καμία ευαλωτότητα. Λίγους μήνες
μετά, κι αφού είχε απωλέσει πλέον την αίσθηση των κάτω
άκρων, με αποτέλεσμα την αδυναμία στάσης και βάδισης, ακολούθησαν
επανειλημμένες νοσηλείες του στο Γενικό Νοσοκομείο Μυτιλήνης για την
αντιμετώπιση υποξείας πολυνευροπάθειας. Ο Ε.Ο.Δ.Υ. κλήθηκε να επαναξιολογήσει
την κατάσταση της υγείας του, οπότε και αναγνωρίστηκε ότι ανήκει στην κατηγορία
των ευάλωτων ατόμων. Η μόνη επιλογή, ωστόσο, μετακίνησης που του προτάθηκε ήταν
η μεταφορά και στέγαση σε δομή φιλοξενίας στην ενδοχώρα (Κ.Υ.Τ. Κορίνθου),
δηλαδή σε μη κατάλληλο περιβάλλον διαμονής, με ανύπαρκτη πρόσβαση, εντός της
δομής, σε απαραίτητες εξειδικευμένες υπηρεσίες υγείας και αποκατάστασης.
Ο δεύτερος ήταν επίσης εξαιρετικά ευάλωτο άτομο, ως θύμα
ψυχολογικής βίας και πάσχων από σοβαρές ιατρικές ασθένειες (ηπατίτιδα Β και
διαβήτη), καθώς και ψυχιατρικά προβλήματα, με ανάγκη πρόσβασης σε υπηρεσίες
αποκατάστασης και θεραπείας. Έχρηζε καθημερινής φροντίδας, λόγω αδυναμίας
αυτοεξυπηρέτησης, ενώ υπεβλήθη σε ακρωτηριασμό του αριστερού κάτω άκρου, λόγω
τραύματος από σφαίρα. Σημειωτέον ότι και σε αυτήν την περίπτωση δεν
αναγνωρίστηκε αρχικά καμία ευαλωτότητα. Έξι μήνες μετά, ο Ε.Ο.Δ.Υ. του Κ.Υ.Τ.
Λέσβου εξέδωσε ιατρική βεβαίωση, σύμφωνα με την οποία ο ωφελούμενος χρήζει
καθημερινής φροντίδας από τον αδερφό του, λόγω αδυναμίας αυτοεξυπηρέτησης, ενώ,
μετά από αίτημα επανεκτίμησης, η Κάρτα Υγείας Αλλοδαπού τροποποιήθηκε και
αναγνωρίστηκαν τρεις κατηγορίες ευαλωτότητας (θύματα βασανιστηρίων, βιασμού ή
άλλης μορφής ψυχολογικής, σωματικής ή σεξουαλικής βίας/άτομα με αναπηρία/ άτομα
με σοβαρές ασθένειες).
Εν τέλει, οι δύο ευάλωτοι αλλοδαποί μετακινήθηκαν στην
κλειστή δομή της ενδοχώρας (Ελεγχόμενη Δομή Προσωρινής Φιλοξενίας Αιτούντων
Άσυλο Κορίνθου). Ο Συνήγορος απευθύνθηκε στην Υπηρεσία Υποδοχής και
Ταυτοποίησης, ζητώντας να ενημερωθεί: α) αν οι συνθήκες διαμονής στη
συγκεκριμένη δομή καλύπτουν τις ειδικές ανάγκες των αναφερομένων, λαμβάνοντας
υπόψη την εξαιρετικά ευάλωτη κατάσταση της υγείας τους και τις δυσκολίες
μετακίνησης, β) αν έχει εξασφαλιστεί η παροχή ιατροφαρμακευτικής περίθαλψής
τους, γ) αν υπάρχει πρόβλεψη για πρόσβαση σε ειδική ιατροφαρμακευτική περίθαλψη
(π.χ. ηπατολογικό τμήμα) με τη μεταφορά του ασθενούς στο πλησιέστερο
νοσοκομείο, δ) αν οι αναφερόμενοι παρακολουθούνται τακτικά από αρμόδιο ιατρικό
και ψυχοκοινωνικό κλιμάκιο της δομής, και ε) αν υπάρχει πρόβλεψη μεταφοράς των
αναφερομένων σε δομή πλησιέστερη σε νοσοκομείο της Αθήνας ή/και σε κέντρο
αποκατάστασης.
Ο Συνήγορος υπενθύμισε στο ως άνω έγγραφό του τις
υποχρεώσεις που απορρέουν από την Οδηγία 2013/33/ΕΕ περί διασφάλισης κατάλληλων
και επαρκών συνθηκών υποδοχής σε αιτούντες διεθνούς προστασίας, σύμφωνα με τις
οποίες «η υποδοχή προσώπων με ειδικές ανάγκες υποδοχής θα πρέπει να αποτελεί
πρωταρχικό μέλημα των εθνικών αρχών, ώστε να διασφαλίζεται ότι η υποδοχή τους
έχει σχεδιασθεί ειδικά με σκοπό την κάλυψη των ειδικών αναγκών υποδοχής»
(αιτιολογική σκέψη 14 της Οδηγίας). Εξάλλου, ο Οργανισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης
για το Άσυλο, παρέχοντας κατευθυντήριες οδηγίες26 προς τα κράτη – μέλη σχετικά
με την εφαρμογή της Οδηγίας 2013/33/ΕΕ, έχει υποδείξει ότι θα πρέπει να
διασφαλίζεται αποτελεσματικά η γεωγραφική πρόσβαση στις σχετικές υπηρεσίες (για
παράδειγμα τα άτομα που έχουν κινητικά προβλήματα να μη χρειάζεται να διανύσουν
αποστάσεις με τα πόδια) και να λαμβάνονται υπόψη οι ειδικές ανάγκες όταν
(επανα)παρέχεται στέγαση, με χορήγηση της δυνατότητας μεταφοράς σε άλλο χώρο,
ως αποτέλεσμα της αναγνώρισης των ειδικών αναγκών.
Η Αρχή υπογράμμισε όχι, στον βαθμό που πρόκειται για άτομα
με μακροχρόνιες σωματικές, νοητικές, πνευματικές ή αισθητηριακές βλάβες,
τυγχάνουν εφαρμογής οι προβλέψεις της Σύμβασης των Δικαιωμάτων των Ατόμων με
Αναπηρία, καθώς και οι γενικές υποχρεώσεις που προκύπτουν από τις
Κατευθυντήριες διατάξεις υλοποίησής της, σύμφωνα με τον ν. 4488/2017. Ο Συνήγορος
επεσήμανε ακόμη ότι, προκειμένου να εκδοθούν οι σχετικές κανονιστικές πράξεις
για τη ρύθμιση των ζητημάτων που αφορούν τις συνθήκες υποδοχής των ΑμΕΑ και τις
απαιτούμενες εύλογες προσαρμογές στους χώρους στέγασης, το άρθρο 60 παρ. 5 του
ν. 4939/2022 όρισε ότι: «Σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις μπορούν κατ’
εξαίρεση να θεσπίζονται, με απόφαση του Υπουργού Μετανάστευσης και Ασύλου,
ειδικότεροι όροι, όσον αφορά τις υλικές συνθήκες υποδοχής, διαφορετικές από τις
προβλεπόμενες στο παρόν άρθρο, για εύλογη χρονική περίοδο, η οποία είναι όσο το
δυνατόν συντομότερη, όταν: α) απαιτείται εκτίμηση των ειδικών αναγκών του
αιτούντος άσυλο, σύμφωνα με το άρθρο 62 του παρόντος Κώδικα (…)» (Γενική αρχή
για τα ευάλωτα πρόσωπα και αξιολόγηση των ειδικών αναγκών υποδοχής των ευάλωτων
προσώπων).
Με απαντητικό έγγραφο της αρμόδιας Διεύθυνσης της Υπηρεσίας Υποδοχής και Ταυτοποίησης, βεβαιώθηκε ότι επιλέχθηκε η δομή της Κορίνθου λόγω εγγύτητας στην πόλη της Κορίνθου, όπου και λειτουργεί Κέντρο Υγείας και Γενικό Νοσοκομείο, της καλής συγκοινωνιακής σύνδεσης με την Αθήνα, αλλά και της παρουσίας, εντός της δομής, ιατρικού κλιμακίου του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού . Ο Συνήγορος επανήλθε με νέο έγγραφό του, επισημαίνοντας ότι, εκ των στοιχείων που είχαν περιέλθει σε γνώση της Αρχής (έγγραφο της Ιατρικής Υπηρεσίας του ΓΝ. Κορίνθου) προέκυπτε ότι δεν ήταν δυνατή η παροχή επαρκούς και εξειδικευμένης ιατρικής περίθαλψης και αποκατάστασης σε άτομα που πάσχουν από ηπατίτιδα Β, λόγω έλλειψης αντίστοιχου τμήματος στον Οργανισμό του νοσοκομείου, ότι δεν υπήρχε δυνατότητα για πιστοποίηση και παροχή υπηρεσιών αποκατάστασης σε άτομα με αναπηρία και θύματα σωματικής και ψυχολογικής βίας, ενώ δεν παρέχονταν και υπηρεσίες διερμηνείας.