Τετάρτη 1 Ιανουαρίου 2025

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ: ΕΙΔΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ για τα ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΑΝΑΠΗΡΙΕΣ 2023 Μέρος 2ο Ά ΜΕΡΟΣ Νέα πεδία και αρμοδιότητα της Αρχής

ΣΥΝΗΓΟΡΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ: ΕΙΔΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ για τα ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΤΟΜΩΝ ΜΕ ΑΝΑΠΗΡΙΕΣ 2023 Μέρος 2ο

Ά ΜΕΡΟΣ

Νέα πεδία και αρμοδιότητα της Αρχής

Επέκταση της απαγόρευσης των διακρίσεων λόγω αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης

Η αναπηρία αποτελεί το πεδίο στο οποίο συναντώνται οι αρμοδιότητες της Αρχής, ως ανεξάρτητου εθνικού φορέα, αφενός για την παρακολούθηση της εφαρμογής της προστατευτικής νομοθεσίας, σε συνέχεια διεθνών και ευρωπαϊκών δεσμεύσεων της χώρας, και αφετέρου για διαμεσολάβηση, όταν συντρέχει παραβίασή της. Εκτός από την αποστολή του, ως πλαίσιο Προαγωγής της Σύμβασης για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία (άρ. 72 του ν. 4488/2017), ο Συνήγορος του Πολίτη είναι και ο αρμόδιος φορέας για την παρακολούθηση και εφαρμογή της αρχής της Ίσης Μεταχείρισης, ανεξαρτήτως αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης.

Η αρμοδιότητα του Συνηγόρου του Πολίτη, ως φορέα παρακολούθησης και προ-ώθησης της αρχής της ίσης μεταχείρισης, αφορά κυρίως στην απασχόληση και εργασία στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα (άρ. 3 παρ. 1 ν. 4443/2016), ενώ για τους τομείς της κοινωνικής προστασίας, της φορολογίας, της εκπαίδευσης και της παροχής αγαθών και υπηρεσιών που διατίθενται συναλλακτικά στο κοινό, είχε, μέχρι πρόσφατα, αρμοδιότητα παρέμβασης μόνο για ορισμένα πεδία διάκρισης (φυλή, χρώμα, εθνική ή εθνοτική καταγωγή, γενεαλογικές καταβολές). Με το άρθρο 3 του ν. 5023/2023, δυνάμει του οποίου τροποποιήθηκε το άρθρο 3 παρ. 2 του ν. 4443/2016, η αρμοδιότητα αυτή επεκτείνεται και διαμορφώνεται ως εξής:

«2. Με την επιφύλαξη των παρ. 3, 4, 6 του παρόντος, καθώς και του άρθρου 4, η αρχή της ίσης μεταχείρισης ανεξαρτήτως φυλής, χρώματος, εθνικής ή εθνοτικής καταγωγής, γενεαλογικών καταβολών, αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης εφαρμόζεται σε όλα τα πρόσωπα, στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, και όσον αφορά:

α) την κοινωνική προστασία, συμπεριλαμβανομένης της κοινωνικής ασφάλισης και της υγειονομικής περίθαλψης,

β) τις κοινωνικές παροχές και τις φορολογικές διευκολύνσεις ή πλεονεκτήματα,

γ) την εκπαίδευση,

δ) την πρόσβαση στη διάθεση και την παροχή αγαθών και υπηρεσιών που διατίθενται (συναλλακτικά) στο κοινό, συμπεριλαμβανομένης της στέγης».

Με την τροποποίηση, δηλαδή, που επήλθε με το άρθρο 3 του ν. 5023/2023 στο άρθρο 3 § 2 του ν. 4443/2016, το πεδίο εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης ανεξαρτήτως αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης επεκτάθηκε, και πλέον δεν περιορίζεται μόνο στο πεδίο της εργασίας και της απασχόλησης στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Από το κείμενο της διάταξης, καθίσταται εμφανές ότι η νέα ρύθμιση αποτελεί αποτέλεσμα επιλογής του εθνικού νομοθέτη, που όμως, όπως προκύπτει από την αιτιολογική έκθεσή της, συσχετίζεται με τη Σύμβαση του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία (κυρωθείσα με τον ν. 4074/2012) και εμφανίζεται ως εγγύηση κατά των διακρίσεων που αντιμετωπίζουν τα άτομα με αναπηρία.

Σε ό,τι αφορά στην αρμοδιότητα της Αρχής, η προστιθέμενη αξία της ρύθμισης του ν. 5023/2023 αφορά κυρίως στη δυνατότητα διερεύνησης παραβίασης της αρχής της ίσης μεταχείρισης λόγω αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης στον τομέα της παροχής αγαθών και υπηρεσιών που διατίθενται συναλλακτικά στο κοινό, συμπεριλαμβανομένης της στέγης. Δεδομένου ότι τα πεδία της κοινωνικής προστασίας (συμπεριλαμβανομένης της κοινωνικής ασφάλισης και της υγειονομικής περίθαλψης) και της φορολογίας ανήκουν στον δημόσιο τομέα, αυτά εμπίπτουν στη γενική αρμοδιότητα της Αρχής, υπό την ιδιότητά της ως φορέα ελέγχου της νομιμότητας και διαμεσολάβησης, σύμφωνα με τον ν. 3094/2003. Το ίδιο ισχύει, ως επί το πλείστον, και για το πεδίο της εκπαίδευσης, για το οποίο η παρέμβαση του Συνηγόρου εμπλουτίζεται με τις ειδικότερες νομοθετικές προβλέψεις, υπό την ιδιότητά του ως Συνηγόρου του Παιδιού. Συνεπώς, το νέο πεδίο αφορά κυρίως στην προστασία των ατόμων με αναπηρία από διακρίσεις, ως καταναλωτών αγαθών και υπηρεσιών, και αποτελεί πρόκληση, και για την Αρχή, η προαγωγή και η διαμεσολάβηση για την ίση μεταχείριση και την αποφυγή διακρίσεων σε βάρος των ατόμων με αναπηρία, σε τομείς του ιδιωτικού δικαίου, πέραν της εργασίας και απασχόλησης.

Οι πρώτες υποθέσεις που έχει δεχθεί η Αρχή, στο πλαίσιο της νέας της αρμοδιότητας, αφορούν καταρχήν στην παροχή υπηρεσιών από τον τραπεζικό τομέα και εστιάζουν σε ζητήματα διευκόλυνσης και εξυπηρέτησης των ατόμων με αναπηρία. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν αναφορές, με αντικείμενο το αίτημα προτεραιότητας στην αυτοπρόσωπη εξυπηρέτηση κατά τις τραπεζικές συναλλαγές. Στις υποθέσεις που τέθηκαν υπόψη της (Φ.Υ. 330060, 332896, 333814 και 335714) καταγράφονται διαφορετικές τραπεζικές πρακτικές και παράπονα στη διαχείριση πελατών που επικαλέστηκαν την αναπηρία τους, κατά τη διεκπεραίωση των υποθέσεών τους. Η Αρχή, σε παρέμβασή της, τόσο προς συγκεκριμένο τραπεζικό φορέα όσο και προς την Ένωση Ελληνικών Τραπεζών, επισήμανε τα εξής:

Στο άρθρο 5 της Σύμβασης με τίτλο «Ισότητα και Μη Διάκριση» προβλέπεται ότι όλα τα συμβαλλόμενα κράτη αναγνωρίζουν ότι όλα τα άτομα είναι ίσα ενώπιον και σύμφωνα με το νόμο και δικαιούνται, χωρίς οποιαδήποτε διάκριση, ίση προστασία και ίσα οφέλη από τον νόμο, απαγορεύουν όλες τις διακρίσεις βάσει της αναπηρίας, και εγγυώνται στα άτομα με αναπηρίες ίση και αποτελεσματική νομική προστασία κατά των διακρίσεων για οποιονδήποτε λόγο. Προκειμένου να προαγάγουν την ισότητα και να εξαλείψουν τις διακρίσεις, τα Συμβαλλόμενα Κράτη λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα, προκειμένου να διασφαλίζουν ότι παρέχεται εύλογη προσαρμογή . Τα συγκεκριμένα μέτρα, τα οποία είναι απαραίτητα, προ- κειμένου να επιταχυνθεί ή να επιτευχθεί μία πραγματική ισότητα των ατόμων με αναπηρίες, δεν θεωρούνται διακρίσεις, σύμφωνα με τους όρους της Σύμβασης. Οι δεσμεύσεις αυτές που αναλαμβάνουν τα συμβαλλόμενα κράτη δεν αφορούν μόνο στη σφαίρα δράσης του δημοσίου τομέα, αλλά και τον ιδιωτικό τομέα .

Παράλληλα, σύμφωνα με το άρθρο 9 της Σύμβασης με τίτλο «Προσβασιμότητα», τα συμβαλλόμενα κράτη λαμβάνουν κατάλληλα μέτρα, προκειμένου να διασφαλίζουν στα άτομα με αναπηρίες την πρόσβαση, σε ίση βάση με τους άλλους, στο φυσικό περιβάλλον, τα μέσα μεταφοράς, την πληροφορία, τις επικοινωνίες και σε άλλες εγκαταστάσεις και υπηρεσίες που είναι ανοικτές ή παρέχονται στο κοινό. Με τον ν. 4488/2017, και ειδικότερα τα άρθρα 59 – 74 (Μέρος Δ’, Κατευθυντήριες  – οργανωτικές διατάξεις υλοποίησης της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρίες), θεσπίστηκε ένα γενικό πλαίσιο ρυθμίσεων, κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της Σύμβασης, με σκοπό την άρση των εμποδίων που δυσχεραίνουν την πλήρη και ισότιμη συμμετοχή των ατόμων με αναπηρία στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας.

Το παραπάνω πλαίσιο παρέχει γενικές κατευθύνσεις για τη διαμόρφωση των συνθηκών που θα επιτρέπουν την ισότιμη συμμετοχή των ατόμων με αναπηρία, και η πρόσβασή τους σε αγαθά και υπηρεσίες συνιστά μια εκ των παραμέτρων για τη συμμετοχή αυτή. Προφανώς, υπάρχει ευρεία διακριτική ευχέρεια για την επιλογή των κατάλληλων εργαλείων και μέτρων που θα συντείνουν προς την επίτευξη αυτού του στόχου, υποχρέωση που απορρέει από τις δεσμεύσεις της Σύμβασης.

Το ζήτημα της εξυπηρέτησης των ατόμων με αναπηρία στις τραπεζικές υπηρεσίες εντάσσεται στη συλλογιστική αυτή, ως μέρος της πρόσβασης σε αγαθά και υπηρεσίες και της αντίστοιχης υποχρέωσης για λήψη μέτρων εύλογων προσαρμογών που θα διευκολύνουν την πρόσβαση αυτή. Συναφείς κανόνες και μέτρα καλής πρακτικής θα έπρεπε, ως εκ τούτου, να αποτυπώνονται στους Κώδικες Δεοντολογίας που υιοθετούν τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, στο πλαίσιο της εύρυθμης λειτουργίας των τραπεζικών συναλλαγών και της εξυπηρέτησης των πελατών τους. Πρόβλεψη, όμως, για την εξυπηρέτηση των ατόμων με αναπηρία δεν φαίνεται να υπάρχει στον Κώδικα Τραπεζικής Δεοντολογίας (έκδοσης 1997) που είναι αναρτημένος στην Ιστοσελίδα της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών. Αντίστοιχα, από την ιστοσελίδα της Τράπεζας κατά της οποίας έγινε η αναφορά και τις πληροφορίες που περιέχει, δεν φαίνεται να λαμβάνεται υπόψη η αναπηρία ως παράμετρος στην ισότιμη παροχή τραπεζικών υπηρεσιών, παρά μόνον ως ειδική συνθήκη για την κατηγορία των δανειοληπτών. Η διαμόρφωση, όμως, ελάχιστων προτύπων για την προσβασιμότητα στις τραπεζικές υπηρεσίες των ατόμων με (οπτική ή άλλη) αναπηρία, έχει κριθεί, από την αρμόδια επιτροπή του Ο.Η.Ε. για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία, ως αναγκαίο μέτρο για την πρόληψη διακρίσεων λόγω αναπηρίας. Επιπλέον, με την υπ’ αρ. 16966/2023 Κ.Υ.Α., με αντικείμενο το ψηφιακό μητρώο ατόμων με αναπηρία και το υποσύστημα κάρτας αναπηρίας, ορίζεται ρητά ότι μια από τις βασικές λειτουργίες για τους κατόχους της κάρτας αναπηρίας, δηλαδή τα άτομα με αναπηρία, είναι η κατά προτεραιότητα εξυπηρέτησή τους.

Κατόπιν αυτών, η Αρχή ζήτησε ενημέρωση για τις διαδικασίες εξυπηρέτησης πελατών με αναπηρία, καθώς και τυχόν καλές πρακτικές ή μέτρα που έχουν υιοθετηθεί και εφαρμόζονται κατά την αυτοπρόσωπη εξυπηρέτηση και την παροχή ηλεκτρονικών ή εξ αποστάσεως υπηρεσιών στα άτομα με αναπηρία, και πρότεινε την αναθεώρηση – επικαιροποίηση του Κώδικα Τραπεζικής Δεοντολογίας, κατά τρόπο που να συνάδει με το σύγχρονο νομικό πλαίσιο για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία και τη διασφάλιση ισότιμης πρόσβασης στις τραπεζικές υπηρεσίες.

Τόσο η Ένωση Ελληνικών Τραπεζών, όσο και η εν λόγω τράπεζα, ανταποκρίθηκαν στην παρέμβαση της Αρχής και απέστειλαν αναλυτική ενημέρωση ως προς τις τηρούμενες πρακτικές σχετικά με την εξυπηρέτηση των ατόμων με αναπηρία, δεσμευόμενες για τη συνεχή βελτίωση των παρεχόμενων τραπεζικών υπηρεσιών. Τη δέσμευση αυτή προτίθεται να παρακολουθήσει συστηματικά η Αρχή.