Λουδοβίκος Μπράιγ
Ένα ατύχημα στο κατάστημα του πατέρα του, ενός εξαίρετου δερματοποιού, με ένα σουβλί, στη γαλλική πόλη Coupvray άφησε τον Louis Braille ( Λουί Μπράιγ, 1809-1852) τυφλό σε ηλικία τεσσάρων ετών. Αν και ο μικρός τότε Μπράιγ τραυματίστηκε μόνο στο ένα μάτι, το πληγωμένο βλέφαρο μολύνθηκε με αποτέλεσμα να τυφλωθεί εντελώς.
Την εποχή που τυφλώθηκε ο Λουί Μπράιγ υπήρχε ήδη ένα σύστημα ανάγνωσης για τυφλούς, το οποίο όμως αποτελούνταν από ανάγλυφα γράμματα της αλφαβήτου, πάνω σε μία επιφάνεια. Η προσπάθεια του κάθε τυφλού αναγνώστη να καταλάβει με την αφή, ποιο γράμμα ήταν, έκανε την διαδικασία ανάγνωσης τρομερά αργή, καθώς, το σχήμα των γραμμάτων είναι αρκετά σύνθετο. Αυτό οδήγησε στο να είναι ελάχιστοι εκείνοι που είχαν την δυνατότητα να διαβάζουν, όντας τυφλοί.
Παρά το τραγικό ατύχημα, οι γονείς του ήταν αποφασισμένοι να μορφώσουν το παιδί για να γίνει ανεξάρτητο και να μην έχει τη μοίρα των άλλων τυφλών της γαλλικής επαρχίας, που ζητιάνευαν για να ζήσουν. Ο πατέρας του κάρφωνε καρφιά σε ξυλοπίνακες σε σχήμα γραμμάτων για να βοηθήσει τον μικρό να μάθει γράμματα, αν και έγινε γρήγορα σαφές ότι η ομολογουμένως έξυπνη ιδέα δεν είχε πρακτικό αντίκρισμα.
Ο Μπράιγ παρακολούθησε αρχικά μαθήματα κατ΄οίκον από τον αβά της περιοχής, ο οποίος κατάλαβε ότι είχε να κάνει με ένα τετραπέρατο παιδί. Ξεκίνησε να φοιτά στο Δημοτικό του χωριού, δεχόμενος μάλιστα τη βοήθεια των συμμαθητών του για να ανταπεξέλθει στις ασύλληπτες δυσκολίες. Ήταν όμως υποχρεωμένος να αποστηθίζει ότι άκουγε από τους δασκάλους του και παρά το γεγονός ότι τα έπαιρνε τα γράμματα, δεν σημείωνε την αρμόζουσα πρόοδο. Τότε, το 1818, ο αβάς έμαθε για ένα ειδικό σχολείο στο Παρίσι αφιερωμένο στην εκπαίδευση των τυφλών παιδιών και κανόνισε να σταλεί εκεί ο εννιάχρονος Μπράιγ.
Το 1821, στο Εθνικό Ινστιτούτο για τους τυφλούς νέους στο Παρίσι, που φοιτούσε ο νεαρός Braille, ο καθηγητής του, Dr. Alexandre Francois-Rene Pignier, κάλεσε τον Charles Barbier να μιλήσει στην τάξη για ένα νέο σύστημα «νυχτερινής γραφής» όπως το αποκαλούσε. Το είχε επινοήσει μετά από απαίτηση του Ναπολέοντα, για ένα σύστημα επικοινωνίας που θα χρησιμοποιούσαν οι στρατιώτες, ακόμα και μέσα στη νύχτα χωρίς να κάνουν κάποιο θόρυβο.
Δυστυχώς, το σύστημα του Μπαρμπιέ ήταν υπερβολικά σύνθετο για να το χρησιμοποιήσουν οι στρατιώτες, αλλά και δύσχρηστο. Βασιζόταν σε ένα πλέγμα από 6x6 ακίδες, με τις οποίες ο Μπαρμπιέ αναπαριστούσε διάφορα γράμματα και φθόγγους. Αρχής εξ αρχής, για να το χρησιμοποιήσει κανείς, θα έπρεπε να έχει πολύ μεγάλα δάχτυλα. Ο νεαρός τότε Μπράιγ όμως, είδε το σύστημα του Μπαρμπιέ σαν μία καλή ευκαιρία να πειραματιστεί.
Επινόησε ένα πολύ πιο απλοποιημένο και σαφές σύστημα, που χρησιμοποιούσε 2 6άδες ακίδων, παράλληλα τοποθετημένες μεταξύ τους. Αυτό επιτρέπει 64 διαφορετικούς συνδυασμούς, περιλαμβάνοντας αναπαραστάσεις των γραμμάτων και των σημείων στίξης, ενώ μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και για άλλες γλώσσες, πέραν της Γαλλικής. Η εκπαιδευτική μέθοδος ήταν μια επαναστατική διαδικασία ανάγλυφης εκτύπωσης βιβλίων, γράμματα με εξογκώματα δηλαδή για να μπορούν να τα ψηλαφίζουν τα τυφλά παιδιά. Η τεχνική του δούλευε και οι μαθητές διδάσκονταν πια ανάγνωση, γραφή, αλλά και μουσική και κάποια πρακτική τέχνη.
Ο καθηγητής του Braille στο Ινστιτούτο, ενθουσιάστηκε με την επινόηση του 16χρονου και παρότρυνε όλους τους μαθητές να χρησιμοποιηθεί παράλληλα η νέα μέθοδος Μπράιγ. Δυστυχώς όμως, οι Γαλλικές αρχές δεν συμμερίστηκαν τον ενθουσιασμό του καθώς, όταν ο ίδιος παρουσίασε ολόκληρη τη Γαλλική Ιστορία, γραμμένη με την μέθοδο Μπράιγ, απολύθηκε. Ο ίδιος ο Braille έγινε καθηγητής στο ινστιτούτο, δίδασκε τη μέθοδό του στους μαθητές, η επίσημη μέθοδος όμως, παρέμενε η ανάγλυφη αποτύπωση των γραμμάτων.
Το 1833, σε ηλικία 24 ετών, ο Μπράιγ έγινε δάσκαλος. Μετά το 1835 μάλιστα ο ίδιος θα λειτουργούσε ως σύμβουλος εκπαίδευσης σε τυφλά παιδιά, εγκαταλείποντας πια τις σχολικές αίθουσες. Με τον νέο του μισθό, αγόρασε ένα πιάνο, δάνειζε χρήματα σε τυφλούς, χάριζε μεγάλα ποσά σε τυφλούς ζητιάνους των Παρισίων και πλήρωνε φυσικά συγγραφείς για να εκδίδουν βιβλία στον Κώδικα Μπράιγ!
Ο ίδιος κλήθηκε να παρουσιάσει την μέθοδό του και στην Διεθνή Έκθεση του Παρισιού, το 1834, καθιστώντας την μέθοδο Μπράιγ ακόμα πιο δημοφιλή.
Το 1829, το Ινστιτούτο δημοσίευσε το βιβλίο του Μπράιγ για τη νέα μέθοδο γραφής και ανάγνωσης «Method of Writing Words, Music and Plain Songs by Means of Dots for Use by the Blind and Arranged for Them». Εκεί ο Λουί εξηγούσε λεπτομερώς πώς δούλευε το σύστημά του και πώς μπορούσες να χρησιμοποιήσεις τον κώδικα των τελείων για να φτιάξεις γράμματα, λέξεις, στίξη, μουσικά σήματα και αριθμητικά σύμβολα. Το βιβλίο ήταν γραμμένο με ανάγλυφη τυπογραφία, είχε ωστόσο πολλά παραδείγματα του συστήματος με τις 6 τελείες.
Ο χτυπημένος από φυματίωση Μπράιγ συνέχισε να τελειοποιεί τον κώδικά του εισάγοντας συνεχώς τροποποιήσεις και αλλαγές. Το 1837 κυκλοφόρησε τη δεύτερη και αναθεωρημένη έκδοση του βιβλίου του, με ίδιο τίτλο, ενώ το 1838 κατέληξε σε ένα τρίτο πόνημα, αυτή τη φορά ένα εγχειρίδιο αριθμητικής για τυφλούς. Στο «Little Synopsis of Arithmetic for Beginners» περιγράφει πώς μπορεί ένας τυφλός να μάθει μαθηματικά αλλά και πώς μπορεί κάποιος να συντάξει ένα εγχειρίδιο χρησιμοποιώντας τον επαναστατικό κώδικά του. Το 1837, το Institute for Blind Youth κυκλοφόρησε το πρώτο βιβλίο αποκλειστικά γραμμένο σε Κώδικα Μπράιγ, μια συνοπτική ιστορία της Γαλλίας.
Η κακή του υγεία τον ανάγκασε να παραιτηθεί από τα εκπαιδευτικά του καθήκοντα το 1850, αν και παρέμεινε στη σχολή παραδίδοντας πια αποκλειστικά μαθήματα πιάνου. Ο μεγάλος παιδαγωγός των τυφλών άφησε την τελευταία του πνοή στις 6 Ιανουαρίου 1852, δύο μέρες πριν από τα 43α γενέθλιά του.
Δεν θα προλάβαινε δυστυχώς να δει την εξάπλωση του κώδικά του στα μήκη και τα πλάτη της Γης.Το Εθνικό Ινστιτούτο για τους Τυφλούς Νέους, υιοθέτησε επίσημα τη μέθοδό του, μόλις το 1854, δύο χρόνια μετά τον θάνατο του Braille και 8 χρόνια μετά την πρώτη επίσημη υιοθέτησή της, από ανάλογη σχολή στην Ολλανδία. Η μέθοδος Μπράιγ, υιοθετήθηκε από το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου, στα τέλη του 19ουαιώνα. Και ο ίδιος ο Braille, πρόσφερε την ευκαιρία σε όλους εκείνους που δεν έχουν την δυνατότητα να δουν, να μπορούν να διαβάζουν, είτε τα νέα, είτε τα διαμάντια της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Ένα ατύχημα στο κατάστημα του πατέρα του, ενός εξαίρετου δερματοποιού, με ένα σουβλί, στη γαλλική πόλη Coupvray άφησε τον Louis Braille ( Λουί Μπράιγ, 1809-1852) τυφλό σε ηλικία τεσσάρων ετών. Αν και ο μικρός τότε Μπράιγ τραυματίστηκε μόνο στο ένα μάτι, το πληγωμένο βλέφαρο μολύνθηκε με αποτέλεσμα να τυφλωθεί εντελώς.
Την εποχή που τυφλώθηκε ο Λουί Μπράιγ υπήρχε ήδη ένα σύστημα ανάγνωσης για τυφλούς, το οποίο όμως αποτελούνταν από ανάγλυφα γράμματα της αλφαβήτου, πάνω σε μία επιφάνεια. Η προσπάθεια του κάθε τυφλού αναγνώστη να καταλάβει με την αφή, ποιο γράμμα ήταν, έκανε την διαδικασία ανάγνωσης τρομερά αργή, καθώς, το σχήμα των γραμμάτων είναι αρκετά σύνθετο. Αυτό οδήγησε στο να είναι ελάχιστοι εκείνοι που είχαν την δυνατότητα να διαβάζουν, όντας τυφλοί.
Παρά το τραγικό ατύχημα, οι γονείς του ήταν αποφασισμένοι να μορφώσουν το παιδί για να γίνει ανεξάρτητο και να μην έχει τη μοίρα των άλλων τυφλών της γαλλικής επαρχίας, που ζητιάνευαν για να ζήσουν. Ο πατέρας του κάρφωνε καρφιά σε ξυλοπίνακες σε σχήμα γραμμάτων για να βοηθήσει τον μικρό να μάθει γράμματα, αν και έγινε γρήγορα σαφές ότι η ομολογουμένως έξυπνη ιδέα δεν είχε πρακτικό αντίκρισμα.
Ο Μπράιγ παρακολούθησε αρχικά μαθήματα κατ΄οίκον από τον αβά της περιοχής, ο οποίος κατάλαβε ότι είχε να κάνει με ένα τετραπέρατο παιδί. Ξεκίνησε να φοιτά στο Δημοτικό του χωριού, δεχόμενος μάλιστα τη βοήθεια των συμμαθητών του για να ανταπεξέλθει στις ασύλληπτες δυσκολίες. Ήταν όμως υποχρεωμένος να αποστηθίζει ότι άκουγε από τους δασκάλους του και παρά το γεγονός ότι τα έπαιρνε τα γράμματα, δεν σημείωνε την αρμόζουσα πρόοδο. Τότε, το 1818, ο αβάς έμαθε για ένα ειδικό σχολείο στο Παρίσι αφιερωμένο στην εκπαίδευση των τυφλών παιδιών και κανόνισε να σταλεί εκεί ο εννιάχρονος Μπράιγ.
Το 1821, στο Εθνικό Ινστιτούτο για τους τυφλούς νέους στο Παρίσι, που φοιτούσε ο νεαρός Braille, ο καθηγητής του, Dr. Alexandre Francois-Rene Pignier, κάλεσε τον Charles Barbier να μιλήσει στην τάξη για ένα νέο σύστημα «νυχτερινής γραφής» όπως το αποκαλούσε. Το είχε επινοήσει μετά από απαίτηση του Ναπολέοντα, για ένα σύστημα επικοινωνίας που θα χρησιμοποιούσαν οι στρατιώτες, ακόμα και μέσα στη νύχτα χωρίς να κάνουν κάποιο θόρυβο.
Δυστυχώς, το σύστημα του Μπαρμπιέ ήταν υπερβολικά σύνθετο για να το χρησιμοποιήσουν οι στρατιώτες, αλλά και δύσχρηστο. Βασιζόταν σε ένα πλέγμα από 6x6 ακίδες, με τις οποίες ο Μπαρμπιέ αναπαριστούσε διάφορα γράμματα και φθόγγους. Αρχής εξ αρχής, για να το χρησιμοποιήσει κανείς, θα έπρεπε να έχει πολύ μεγάλα δάχτυλα. Ο νεαρός τότε Μπράιγ όμως, είδε το σύστημα του Μπαρμπιέ σαν μία καλή ευκαιρία να πειραματιστεί.
Επινόησε ένα πολύ πιο απλοποιημένο και σαφές σύστημα, που χρησιμοποιούσε 2 6άδες ακίδων, παράλληλα τοποθετημένες μεταξύ τους. Αυτό επιτρέπει 64 διαφορετικούς συνδυασμούς, περιλαμβάνοντας αναπαραστάσεις των γραμμάτων και των σημείων στίξης, ενώ μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και για άλλες γλώσσες, πέραν της Γαλλικής. Η εκπαιδευτική μέθοδος ήταν μια επαναστατική διαδικασία ανάγλυφης εκτύπωσης βιβλίων, γράμματα με εξογκώματα δηλαδή για να μπορούν να τα ψηλαφίζουν τα τυφλά παιδιά. Η τεχνική του δούλευε και οι μαθητές διδάσκονταν πια ανάγνωση, γραφή, αλλά και μουσική και κάποια πρακτική τέχνη.
Ο καθηγητής του Braille στο Ινστιτούτο, ενθουσιάστηκε με την επινόηση του 16χρονου και παρότρυνε όλους τους μαθητές να χρησιμοποιηθεί παράλληλα η νέα μέθοδος Μπράιγ. Δυστυχώς όμως, οι Γαλλικές αρχές δεν συμμερίστηκαν τον ενθουσιασμό του καθώς, όταν ο ίδιος παρουσίασε ολόκληρη τη Γαλλική Ιστορία, γραμμένη με την μέθοδο Μπράιγ, απολύθηκε. Ο ίδιος ο Braille έγινε καθηγητής στο ινστιτούτο, δίδασκε τη μέθοδό του στους μαθητές, η επίσημη μέθοδος όμως, παρέμενε η ανάγλυφη αποτύπωση των γραμμάτων.
Το 1833, σε ηλικία 24 ετών, ο Μπράιγ έγινε δάσκαλος. Μετά το 1835 μάλιστα ο ίδιος θα λειτουργούσε ως σύμβουλος εκπαίδευσης σε τυφλά παιδιά, εγκαταλείποντας πια τις σχολικές αίθουσες. Με τον νέο του μισθό, αγόρασε ένα πιάνο, δάνειζε χρήματα σε τυφλούς, χάριζε μεγάλα ποσά σε τυφλούς ζητιάνους των Παρισίων και πλήρωνε φυσικά συγγραφείς για να εκδίδουν βιβλία στον Κώδικα Μπράιγ!
Ο ίδιος κλήθηκε να παρουσιάσει την μέθοδό του και στην Διεθνή Έκθεση του Παρισιού, το 1834, καθιστώντας την μέθοδο Μπράιγ ακόμα πιο δημοφιλή.
Το 1829, το Ινστιτούτο δημοσίευσε το βιβλίο του Μπράιγ για τη νέα μέθοδο γραφής και ανάγνωσης «Method of Writing Words, Music and Plain Songs by Means of Dots for Use by the Blind and Arranged for Them». Εκεί ο Λουί εξηγούσε λεπτομερώς πώς δούλευε το σύστημά του και πώς μπορούσες να χρησιμοποιήσεις τον κώδικα των τελείων για να φτιάξεις γράμματα, λέξεις, στίξη, μουσικά σήματα και αριθμητικά σύμβολα. Το βιβλίο ήταν γραμμένο με ανάγλυφη τυπογραφία, είχε ωστόσο πολλά παραδείγματα του συστήματος με τις 6 τελείες.
Ο χτυπημένος από φυματίωση Μπράιγ συνέχισε να τελειοποιεί τον κώδικά του εισάγοντας συνεχώς τροποποιήσεις και αλλαγές. Το 1837 κυκλοφόρησε τη δεύτερη και αναθεωρημένη έκδοση του βιβλίου του, με ίδιο τίτλο, ενώ το 1838 κατέληξε σε ένα τρίτο πόνημα, αυτή τη φορά ένα εγχειρίδιο αριθμητικής για τυφλούς. Στο «Little Synopsis of Arithmetic for Beginners» περιγράφει πώς μπορεί ένας τυφλός να μάθει μαθηματικά αλλά και πώς μπορεί κάποιος να συντάξει ένα εγχειρίδιο χρησιμοποιώντας τον επαναστατικό κώδικά του. Το 1837, το Institute for Blind Youth κυκλοφόρησε το πρώτο βιβλίο αποκλειστικά γραμμένο σε Κώδικα Μπράιγ, μια συνοπτική ιστορία της Γαλλίας.
Η κακή του υγεία τον ανάγκασε να παραιτηθεί από τα εκπαιδευτικά του καθήκοντα το 1850, αν και παρέμεινε στη σχολή παραδίδοντας πια αποκλειστικά μαθήματα πιάνου. Ο μεγάλος παιδαγωγός των τυφλών άφησε την τελευταία του πνοή στις 6 Ιανουαρίου 1852, δύο μέρες πριν από τα 43α γενέθλιά του.
Δεν θα προλάβαινε δυστυχώς να δει την εξάπλωση του κώδικά του στα μήκη και τα πλάτη της Γης.Το Εθνικό Ινστιτούτο για τους Τυφλούς Νέους, υιοθέτησε επίσημα τη μέθοδό του, μόλις το 1854, δύο χρόνια μετά τον θάνατο του Braille και 8 χρόνια μετά την πρώτη επίσημη υιοθέτησή της, από ανάλογη σχολή στην Ολλανδία. Η μέθοδος Μπράιγ, υιοθετήθηκε από το μεγαλύτερο μέρος του κόσμου, στα τέλη του 19ουαιώνα. Και ο ίδιος ο Braille, πρόσφερε την ευκαιρία σε όλους εκείνους που δεν έχουν την δυνατότητα να δουν, να μπορούν να διαβάζουν, είτε τα νέα, είτε τα διαμάντια της παγκόσμιας λογοτεχνίας.