Τετάρτη 10 Απριλίου 2019

Δημοσιεύθηκε η κ.υ.α. 39100/2019 σχετικά με τον προσδιορισμό της συνεισφοράς του Δημοσίου στο πλαίσιο του άρθρου 76 ν. 4605/2019 (προστασία πρώτης κατοικίας).

Δημοσιεύθηκε η κ.υ.α. 39100/2019 σχετικά με τον προσδιορισμό της συνεισφοράς του Δημοσίου στο πλαίσιο του άρθρου 76 ν. 4605/2019 (προστασία πρώτης κατοικίας).

[09.04.2019]
Δημοσιεύθηκε η κ.υ.α. 39100/2019 σχετικά με τον προσδιορισμό της συνεισφοράς του Δημοσίου στο πλαίσιο του άρθρου 76 ν. 4605/2019 (προστασία πρώτης κατοικίας).
Το Δημόσιο συνεισφέρει στις μηνιαίες καταβολές που έχουν προσδιοριστεί κατ’ εφαρμογή του άρθρου 75 ν. 4605/2019 «Εναρμόνιση της ελληνικής νομοθεσίας με την Οδηγία (ΕΕ) 2016/943 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 8ης Ιουνίου 2016 σχετικά με την προστασία της τεχνογνωσίας και των επιχειρηματικών πληροφοριών που δεν έχουν αποκαλυφθεί (εμπορικό απόρρητο) από την παράνομη απόκτηση, χρήση και αποκάλυψή τους (EEL 157 της 15.06.2016). Μέτρα για την επιτάχυνση του έργου του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης και άλλες διατάξεις» και έχουν γίνει αποδεκτές από τον οφειλέτη στο πλαίσιο υπαγωγής του στο νόμο αυτό, προκειμένου για την προστασία της κύριας κατοικίας του.
Η συνεισφορά του Δημοσίου που καταβάλλεται σε ειδικό δεσμευμένο και ακατάσχετο λογαριασμό με δικαιούχο τον οφειλέτη, ορίζεται ως ακολούθως:
α. Για μονοπρόσωπο νοικοκυριό με ετήσιο οικογενειακό εισόδημα:
αα) από 0 € έως 3.125,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 50% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
ββ) από 3.125,01 € έως 6.250,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 40% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
γγ) από 6.250,01 € έως 9.375,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 30% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
δδ) από 9.375,01 € έως 12.500,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 20% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
β. Για μονογονεϊκή οικογένεια με ένα εξαρτώμενο μέλος και με ετήσιο οικογενειακό εισόδημα:
αα) από 0 € έως 4.375,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 50% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
ββ) από 4.375,01 € έως 8.750,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 40% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
γγ) από 8.750,01 € έως 13.125,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 30% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
δδ) από 13.125,01 € έως 17.500,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 20% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
γ. Για μονογονεϊκή οικογένεια με δύο εξαρτώμενα μέλη και με ετήσιο οικογενειακό εισόδημα:
αα) από 0 € έως 5.625,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 50% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
ββ) από 5.625,01 € έως 11.250,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 40% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
γγ) από 11.250,01 € έως 16.875,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 30% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
δδ) από 16.875,01 € έως 22.500,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 20% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
δ. Για μονογονεϊκή οικογένεια με τρία ή περισσότερα εξαρτώμενα μέλη και με ετήσιο οικογενειακό εισόδημα:
αα) από 0 € έως 6.875,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 50% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
ββ) από 6.875,01 € έως 13.750,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 40% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
γγ) από 13.750,01 € έως 20.625,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 30% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
δδ) από 20.625,01 € έως 27.500,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 20% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
ε. Για πολυπρόσωπο νοικοκυριό χωρίς εξαρτώμενα μέλη και με ετήσιο οικογενειακό εισόδημα:
αα) από 0 € έως 5.250,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 50% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
ββ) από 5.250,01 € έως 10.500,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 40% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
γγ) από 10.500,01 € έως 15.750 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 30% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
δδ) από 15.750,01 € έως 21.000,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 20% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
στ. Για πολυπρόσωπο νοικοκυριό με ένα εξαρτώμενο μέλος και με ετήσιο οικογενειακό εισόδημα:
αα) από 0 € έως 6.500,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 50% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
ββ) από 6.500,01 € έως 13.000,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 40% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
γγ) από 13.000,01 € έως 19.500,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 30% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
δδ) από 19.500,01 € έως 26.000,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 20% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
ζ. Για πολυπρόσωπο νοικοκυριό με δύο εξαρτώμενα μέλη και με ετήσιο οικογενειακό εισόδημα:
αα) από 0 € έως 7.750,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 50% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
ββ) από 7.750,01 € έως 15.550,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 40% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
γγ) από 15.550,01 € έως 23.250,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 30% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
δδ) από 23.250,01 € έως 31.000,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 20% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
η. Για πολυπρόσωπο νοικοκυριό με τρία ή περισσότερα εξαρτώμενα μέλη και με ετήσιο οικογενειακό εισόδημα:
αα) από 0 € έως 9.000,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 50% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
ββ) από 9.000,01 € έως 18.000,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 40% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
γγ) από 18.000,01 € έως 27.000,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 30% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
δδ) από 27.000,01 € έως 36.000,00 €, ισούται με το 30% της μηνιαίας δόσης για επιχειρηματικά δάνεια και στο 20% σε κάθε άλλη περίπτωση δανείου.
Η χορήγηση της Συνεισφοράς Δημοσίου πραγματοποιείται εφόσον ο Οφειλέτης πληροί σωρευτικά τις ακόλουθες  προϋποθέσεις:
α) κρίθηκε επιλέξιμος για υπαγωγή στο 4605/2019.
β) αποδέχθηκε τη συναινετική ρύθμιση που πρότειναν οι πιστωτές για όλες τις οφειλές που είναι επιδεκτικές ρύθμισης κατά τις παραγράφους 2 έως 6 του άρθρου 69 ν. 4605/2019 και το συμφωνηθέν σχέδιο ρύθμισης είναι σύμφωνο με το άρθρο 75 του νόμου αυτού ή επέτυχε τη δικαστική ρύθμιση των οφειλών του σύμφωνα με το άρθρο 77 του ν. 4605/2019
γ) η συναινετική ρύθμιση που αποδέχθηκε είναι σύμφωνη με το άρθρο 75 παρ. 1 του ν. 4605/2019.
δ) πληροί τα ανωτέρω αναφερόμενα εισοδηματικά κριτήρια.
Η διάρκεια της Συνεισφοράς Δημοσίου εκτείνεται σε όλη τη διάρκεια της επιτευχθείσας ρύθμισης, εφόσον ο δικαιούχος εξακολουθεί να πληροί τις προϋποθέσεις σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο άρθρο αυτό.
Η διαδικασία καταβολής Συνεισφοράς Δημοσίου αποτελείται από τα κάτωθι στάδια:
1. Υποβολή Αίτησης:
Α) Διαδικασία Συναινετικής Ρύθμισης μέσω της Ηλεκτρονικής Πλατφόρμας Προστασίας Κύριας Κατοικίας:
Η αίτηση του άρθρου 72 ν. 4605/2019 επέχει θέση αίτησης και για τη Συνεισφορά Δημοσίου. Με την υποβολή της αίτησης το Δημόσιο αποκτά πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα και τα έγγραφα που ανταλλάσσονται μεταξύ του Οφειλέτη και των Πιστωτών στο πλαίσιο της διαδικασίας. Με την πρόταση ρύθμισης των Πιστωτών την οποία καλείται να αποδεχθεί ο Οφειλέτης, ενημερώνεται μέσω της Ηλεκτρονικής Πλατφόρμας Προστασίας Κύριας Κατοικίας για το ποσό της Συνεισφοράς Δημοσίου που δυνητικά του αναλογεί, σύμφωνα με το δηλωθέν ετήσιο οικογενειακό εισόδημα που έχει ανακτηθεί από τη βάση δεδομένων φορολογικής διοίκησης. Με την αποδοχή της πρότασης ρύθμισης από τον οφειλέτη, η Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους εγκρίνει εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών το ποσό της Συνεισφοράς Δημοσίου, με βάση τα αναφερόμενα στοιχεία στην αίτηση και προωθεί μέσω της Ηλεκτρονικής Πλατφόρμας Προστασίας Κύριας Κατοικίας την εγκεκριμένη αίτηση στην Ηλεκτρονική Πλατφόρμα της ΗΔΙΚΑ, η οποία τηρεί Μητρώο δικαιούχων Συνεισφοράς Δημοσίου. Κατόπιν, η ΗΔΙΚΑ προβαίνει σε προώθηση της αίτησης στο όργανο πληρωμής της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου με ταυτόχρονη ενημέρωση των συστημάτων αυτού προκειμένου να ξεκινήσουν οι καταβολές σύμφωνα με την παράγραφο αυτή.
Β) Διαδικασία Δικαστικής Ρύθμισης:
Εάν λάβει χώρα ρύθμιση των οφειλών του οφειλέτη μέσω δικαστικής απόφασης, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στο άρθρο 77 του ν. 4605/2019, ο οφειλέτης, πρέπει να μεταφορτώσει τη δικαστική απόφαση, ανά πιστωτή και ανά ρυθμιζόμενη οφειλή στην Ηλεκτρονική Πλατφόρμα Προστασίας Κύριας Κατοικίας, σύμφωνα με την παράγραφο 10 του άρθρου 77 ν. 4605/2019 και να εισάγει σε αυτήν τα στοιχεία της μηνιαίας δόσης που όρισε η δικαστική απόφαση. Η αίτηση του οφειλέτη, στη βάση της οποίας εξεδόθη η δικαστική απόφαση, επέχει θέση αίτησης και για τη Συνεισφορά Δημοσίου. Κατόπιν της εισαγωγής των στοιχείων μηνιαίας δόσης που όρισε η απόφαση του δικαστηρίου, καθώς και των λοιπών διαθέσιμων στοιχείων εισοδήματος, η Ηλεκτρονική Πλατφόρμα Προστασίας Κύριας Κατοικίας υπολογίζει το ποσό Συνεισφοράς Δημοσίου. Στη συνέχεια, η Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους εγκρίνει εντός προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερολογιακών ημερών το ποσό της Συνεισφοράς Δημοσίου, με βάση τα αναφερόμενα στοιχεία στην αίτηση, και προωθεί μέσω της Ηλεκτρονικής Πλατφόρμας Προστασίας Κύριας Κατοικίας την εγκεκριμένη αίτηση στην Ηλεκτρονική Πλατφόρμα της ΗΔΙΚΑ, η οποία τηρεί Μητρώο δικαιούχων Συνεισφοράς Δημοσίου. Κατόπιν, η ΗΔΙΚΑ προβαίνει σε προώθηση της αίτησης στο όργανο πληρωμής της παραγράφου 2 του παρόντος άρθρου με ταυτόχρονη ενημέρωση των συστημάτων αυτού προκειμένου να ξεκινήσουν οι καταβολές σύμφωνα με την παράγραφο αυτή. Σε περίπτωση που μεταξύ της αίτησης του οφειλέτη και της μεταφόρτωσης της δικαστικής απόφασης ρύθμισης έχει μεσολαβήσει χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του ενός έτους, ο οφειλέτης θα πρέπει να ζητήσει από την Ηλεκτρονική Πλατφόρμα Προστασίας Κύριας Κατοικίας την εκ νέου ανάκτηση των δεδομένων αναφορικά με το διαθέσιμο οικογενειακό εισόδημα από τη φορολογική διοίκηση.
Με την αποδοχή της πρότασης ρύθμισης ή τη μεταφόρτωση της δικαστικής απόφασης και την έγκριση της Συνεισφοράς Δημοσίου, δηλώνονται σε αυτή ένας ή περισσότεροι ειδικοί δεσμευμένοι και ακατάσχετοι λογαριασμοί εξυπηρέτησης ανά ρυθμιζόμενη οφειλή (με τη μορφή ΙΒΑΝ) που τηρούνται στους πιστωτές των οποίων οι απαιτήσεις ρυθμίστηκαν με την πρόταση ή τη δικαστική απόφαση ρύθμισης προκειμένου για την καταβολή της Συνεισφοράς Δημοσίου, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του παρόντος άρθρου.
2. Επεξεργασία της αίτησης και καταβολή της Συνεισφοράς Δημοσίου
Η εγκριτική απόφαση της Συνεισφοράς Δημοσίου προωθείται ηλεκτρονικά στην Ηλεκτρονική Πλατφόρμα της ΗΔΙΚΑ, η οποία τηρεί Μητρώο δικαιούχων Συνεισφοράς Δημοσίου. Κατόπιν, η ΗΔΙΚΑ προβαίνει σε προώθηση της αίτησης στην αρμόδια Οικονομική Διεύθυνση του Οργανισμού Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΟΠΕΚΑ) με ταυτόχρονη ενημέρωση των συστημάτων αυτού, η οποία και προβαίνει αρμοδίως στην πληρωμή των ποσών στους ορισθέντες λογαριασμούς με διακριτό κωδικό πίστωσης. Η Συνεισφορά Δημοσίου καταβάλλεται στους δεσμευμένους και ακατάσχετους λογαριασμούς εξυπηρέτησης των ρυθμιζόμενων οφειλών που περιλαμβάνονται στην πρόταση ρύθμισης, και η οποία δεν κατάσχεται ούτε συμψηφίζεται. Η καταβολή της Συνεισφοράς Δημοσίου γίνεται σε μηνιαία βάση, ήτοι θα πιστώνεται στον ειδικό λογαριασμό του οφειλέτη από την 1η έως την 15η ημερολογιακή ημέρα εκάστου μηνός, αρχής γεννώμενης τον επόμενο μήνα της έγκρισης από την Ειδική Γραμματεία Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους. Καθυστέρηση του Δημοσίου να καταβάλλει την εγκριθείσα συνεισφορά μπορεί να οδηγήσει σε έκπτωση του αιτούντα κατά το άρθρο 80 του ν. 4605/2019, μόνο εφόσον το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση υπερβαίνει αθροιστικά την αξία εννέα μηνιαίων δόσεων συνεισφοράς και ο πιστωτής έχει ενημερώσει τον Οφειλέτη ως προς την υπερημερία του Δημοσίου το αργότερο έως τον έκτο μήνα υπερημερίας. Σε κάθε περίπτωση, και προκειμένου για την παρακολούθηση των καταβολών, οι πιστωτές οφείλουν να αποστέλλουν σε μηνιαία βάση στην Ηλεκτρονική Πλατφόρμα Προστασίας Κύριας Κατοικίας κατάσταση δικαιούχων και καταβληθέντων ποσών, ώστε να διαπιστώνονται οι καταβολές για τον προηγούμενο ημερολογιακό μήνα.
Δείτε ολόκληρη την 39100/05-04-2019

Για καλύτερη κατανόηση παραθέτω τα άρθρα 75 και 76 του νέου νόμου 4605.
Άρθρο 75
Όροι προστασίας της κύριας κατοικίας
   1. Για την προστασία της κύριας κατοικίας του, ο αιτών καταβάλλει το εκατόν είκοσι τοις εκατό (120%) της αξίας αυτής σε μηνιαίες ισόποσες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, με επιτόκιο ίσο με το Euribor τριμήνου προσαυξημένο κατά δύο τοις εκατό (2%). Αν το εκατόν είκοσι τοις εκατό (120%) της αξίας της κύριας κατοικίας υπερβαίνει το σύνολο των οφειλών που περιλαμβάνονται στην αίτηση, τότε καταβάλλεται το σύνολο των οφειλών σε αντίστοιχες τοκοχρεωλυτικές δόσεις.
   2. Το ποσό της παραγράφου 1 καταβάλλεται σε χρονικό διάστημα εικοσιπέντε (25) ετών, το οποίο όμως δεν πρέπει να υπερβαίνει το 80ο έτος της ηλικίας του αιτούντος, εκτός εάν συμβληθεί εγγυητής, αποδοχής των πιστωτών, ευθυνόμενος ως αυτοφειλέτης.
   3. Αν ρυθμίζονται περισσότεροι από ένας πιστωτές, τότε η μηνιαία δόση, που προκύπτει κατά τις παραγράφους 1 και 2, επιμερίζεται μεταξύ των ρυθμιζόμενων πιστωτών, ανάλογα με το ποσοστό συμμετοχής τους σε πλειστηρίασμα που θα προέκυπτε, αν η κύρια κατοικία πλειστηριαζόταν χωρίς έξοδα εκτέλεσης και χωρίς κατάταξη λοιπών πιστωτών, που δεν αναφέρονται στην αίτηση. Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου: α) η προσημείωση υποθήκης εξομοιώνεται με την υποθήκη και κατατάσσεται με βάση τη χρονική της προτεραιότητα, β) αν απαίτηση πιστωτή με ειδικό προνόμιο δεν ικανοποιείται στο σύνολό της ως τέτοια, τότε για το απομένον τμήμα της συμμετέχει στην υποθετική κατάταξη, κατά περίπτωση ως απαίτηση με γενικό προνόμιο ή ως μη προνομιούχος απαίτηση.
Άρθρο 76
Συνεισφορά Δημοσίου
   1. Το Δημόσιο συνεισφέρει στις μηνιαίες καταβολές που προσδιορίζονται κατ' εφαρμογή του άρθρου 75. Η συνεισφορά του προηγούμενου εδαφίου καταβάλλεται σε ειδικό ακατάσχετο λογαριασμό με δικαιούχο τον οφειλέτη. Η συνεισφορά του Δημοσίου δεν κατάσχεται ούτε συμψηφίζεται. Για την έγκριση και καταβολή της συνεισφοράς δεν απαιτείται φορολογική ή ασφαλιστική ενημερότητα του οφειλέτη.
   2. Η αίτηση του άρθρου 72 επέχει θέση αίτησης και για τη συνεισφορά του Δημοσίου. Με την υποβολή της αίτησης το Δημόσιο αποκτά πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα και τα έγγραφα που ανταλλάσσονται μεταξύ του αιτούντος και των πιστωτών στο πλαίσιο της διαδικασίας, καθώς και σε κάθε στοιχείο σχετικό με τη δίκη του άρθρου 77.
   3. Για να συνεισφέρει το Δημόσιο, πρέπει να ρυθμιστούν, συναινετικά ή δικαστικά, όλες οι οφειλές που είναι επιδεκτικές ρύθμισης κατά τις παραγράφους 2 έως 6 του άρθρου 68 και το συμφωνηθέν σχέδιο ρύθμισης να είναι σύμφωνο με το άρθρο 75.
   4. Η συνεισφορά του Δημοσίου διαρκεί για όσο χρόνο διαρκεί η ρύθμιση. Οι προϋποθέσεις και το ποσό της συνεισφοράς του Δημοσίου επανεξετάζονται αυτεπαγγέλτως κάθε έτος. Ο δικαιούχος μπορεί μετά την παρέλευση ενός (1) έτους από τον αρχικό προσδιορισμό ή την τελευταία αναπροσαρμογή της συνεισφοράς να ζητήσει μεταρρύθμιση του ποσοστού συνεισφοράς, αν εξαιτίας μεταβολής των εισοδημάτων του, των εύλογων δαπανών διαβίωσης ή του επιτοκίου αναφοράς, προκύπτει αδυναμία του να καταβάλει τη δική του συνεισφορά. Ως προς το περιεχόμενο και τον τρόπο υποβολής της αίτησης του προηγούμενου εδαφίου εφαρμόζεται αναλόγως το άρθρο 72. Μέχρι την αποδοχή της αίτησης για αναπροσαρμογή της συνεισφοράς ο οφειλέτης οφείλει να συνεχίζει να καταβάλλει το ποσό που τον βαρύνει σύμφωνα με την προηγούμενη απόφαση περί συνεισφοράς. Η αναπροσαρμογή της συνεισφοράς δεν επηρεάζει τη μηνιαία δόση που λαμβάνουν οι πιστωτές κατά το άρθρο 75.
   5. Η συνεισφορά του Δημοσίου διακόπτεται, αν ο δικαιούχος καθυστερήσει την καταβολή του ποσού που βαρύνει τον ίδιο, με αποτέλεσμα να θεμελιώνονται τα κατά το άρθρο 80 δικαιώματα του πιστωτή, ακόμα κι αν αυτά δεν ασκηθούν. Αν ο δικαιούχος δεν καταβάλει εγκαίρως το ποσό που βαρύνει τον ίδιο, ο θιγόμενος πιστωτής υποχρεούται να ενημερώσει, εγγράφως ή μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, το αργότερο μέσα σε έναν (1) μήνα από τη θεμελίωση των δικαιωμάτων του άρθρου 80, το όργανο που είναι αρμόδιο να αποφασίζει για τη συνεισφορά του Δημοσίου. Αν ο πιστωτής παραλείψει την ενημέρωση του προηγούμενου εδαφίου και ασκηθούν από τον πιστωτή τα δικαιώματα του άρθρου 80, τότε ο πιστωτής υποχρεούται να επιστρέψει στο Δημόσιο με τον νόμιμο τόκο της παρ. 1 του άρθρου 53 του ν. 4174/2013 (Α' 170) τα ποσά που αυτό κατέβαλε από το χρόνο κατά τον οποίο ο πιστωτής όφειλε να είχε ενημερώσει το Δημόσιο.
   6. Καθυστέρηση του Δημοσίου να καταβάλει την εγκριθείσα συνεισφορά μπορεί να οδηγήσει σε έκπτωση του αιτούντα κατά το άρθρο 80, μόνο εφόσον το συνολικό ύψος του ποσού σε καθυστέρηση υπερβαίνει αθροιστικά την αξία εννέα (9) μηνιαίων δόσεων συνεισφοράς και ο πιστωτής έχει ενημερώσει τον οφειλέτη ως προς την υπερημερία του Δημοσίου το αργότερο έως τον έκτο μήνα υπερημερίας.
   7. Με την επιφύλαξη της παραγράφου 5, αν ο οφειλέτης εκπέσει κατά το άρθρο 80 ως προς οποιονδήποτε πιστωτή, το Ελληνικό Δημόσιο αναζητά από τον οφειλέτη όλα τα ποσά που κατέβαλε κατά το παρόν άρθρο.