Παρασκευή 10 Φεβρουαρίου 2023

Επιστολή της Ε.Σ.Α.μεΑ. με θέμα: “Η Ε.Σ.Α.μεΑ. καταθέτει τις προτάσεις – παρατηρήσεις της στο σχέδιο νόμου με θέμα: “Αρχή της ίσης μεταχείρισης ανεξαρτήτως αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης, επικαιροποίηση της ορολογίας του Αστικού Κώδικα, του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, του Ποινικού Κώδικα, του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, του Κώδικα Συμβολαιογράφων και του ν.4478/2017, για την εναρμόνισή της με τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία που κυρώθηκε με τον ν.4074/2012 και λοιπές διατάξεις για τη διευκόλυνση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη των ατόμων με αναπηρία”

Επιστολή της Ε.Σ.Α.μεΑ. με θέμα: “Η Ε.Σ.Α.μεΑ. καταθέτει τις προτάσεις – παρατηρήσεις της στο σχέδιο νόμου με θέμα: “Αρχή της ίσης μεταχείρισης ανεξαρτήτως αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης, επικαιροποίηση της ορολογίας του Αστικού Κώδικα, του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, του Ποινικού Κώδικα, του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, του Κώδικα Συμβολαιογράφων και του ν.4478/2017, για την εναρμόνισή της με τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία που κυρώθηκε με τον ν.4074/2012 και λοιπές διατάξεις για τη διευκόλυνση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη των ατόμων με αναπηρία”

Πληροφορίες: Αντωνία Παυλή

Αθήνα:  10.02.2023

Αρ. Πρωτ.: 189

ΠΡΟΣ: Πρόεδρο και Μέλη Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης της Βουλής των Ελλήνων

ΚΟΙΝ: «Πίνακας Αποδεκτών»

ΘΕΜΑ:  «Η Ε.Σ.Α.μεΑ. καταθέτει τις προτάσεις – παρατηρήσεις της στο σχέδιο νόμου με θέμα: “Αρχή της ίσης μεταχείρισης ανεξαρτήτως αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης, επικαιροποίηση της ορολογίας του Αστικού Κώδικα, του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, του Ποινικού Κώδικα, του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, του Κώδικα Συμβολαιογράφων και του ν.4478/2017, για την εναρμόνισή της με τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία που κυρώθηκε με τον ν.4074/2012 και λοιπές διατάξεις για τη διευκόλυνση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη των ατόμων με αναπηρία”»

Κύριε Πρόεδρε,

Κυρίες και Κύριοι Μέλη,

Η Εθνική Συνομοσπονδία Ατόμων με Αναπηρία (Ε.Σ.Α.μεΑ.) αποτελεί τον τριτοβάθμιο κοινωνικό και συνδικαλιστικό φορέα των ατόμων με αναπηρία και των οικογενειών τους στη χώρα, επίσημα αναγνωρισμένο Κοινωνικό Εταίρο της ελληνικής Πολιτείας σε ζητήματα αναπηρίας.

Με το παρόν έγγραφό μας και με αφορμή το σχέδιο νόμου «Αρχή της ίσης μεταχείρισης ανεξαρτήτως αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης, επικαιροποίηση της ορολογίας του Αστικού Κώδικα, του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, του Ποινικού Κώδικα, του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, του Κώδικα Συμβολαιογράφων και του ν.4478/2017, για την εναρμόνισή της με τη Σύμβαση για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία που κυρώθηκε με τον ν.4074/2012 και λοιπές διατάξεις για τη διευκόλυνση της πρόσβασης στη δικαιοσύνη των ατόμων με αναπηρία», που έχει κατατεθεί στη Βουλή για συζήτηση και ψήφιση, σας καταθέτουμε τις προτάσεις μας και ζητάμε να κληθεί εκπρόσωπος της Ε.Σ.Α.μεΑ κατά τη συζήτησή του στην Επιτροπή, προκειμένου να σας αναπτύξουμε πιο διεξοδικά τις θέσεις της Συνομοσπονδίας.

Η Ε.Σ.Α.μεΑ. θεωρεί ότι αυτό το σχέδιο νόμου κινείται σε θετική κατεύθυνση και ουσιαστικά βγάζει το Υπουργείο Δικαιοσύνης από τη θεσμική του ακινησία για τα ζητήματα των ατόμων με αναπηρία και τα δικαιώματά τους. Ιδιαίτερα δε κρίνουμε θετικές τις διατάξεις που έχουν συμπεριληφθεί στο εν λόγω νομοσχέδιο και αφορούν:

α) στη συμπερίληψη διάταξης που αφορά στην επέκταση της αρχής της μη διάκρισης λόγω αναπηρίας ή χρόνιας πάθησης σε όλους τους τομείς της ζωής (δηλαδή και πέραν του τομέα της εργασίας/απασχόλησης), μετά από τη συνάντηση που είχε η Ε.Σ.Α.μεΑ. με τον Υφυπουργό Δικαιοσύνης τον Ιανουάριο του 2023,

β) την πρωτοβουλία για την αναθεώρηση της ορολογίας των Κωδίκων, η οποία αφορά στα άτομα με αναπηρία,

γ) στον ορισμό του υπεύθυνου στο δικαστήριο για ζητήματα πρόσβασης στο οποίο θα μπορούν να απευθύνονται τα άτομα με αναπηρία προκειμένου να διευκολυνθεί η ενημέρωση και εξυπηρέτηση τους (Άρθρο 22),

δ) στη παροχή νομικής βοήθειας στα άτομα με αναπηρία (με ποσοστό αναπηρίας άνω του 67%) χωρίς εισοδηματικά κριτήρια (Άρθρα 23-24) και

ε) στη συμβουλευτική βοήθεια από τους εισαγγελείς και τους εισαγγελείς-επόπτες των καταστημάτων κράτησης κ.λπ. προς τους πολίτες με αναπηρία για τη δυνατότητα ένταξης τους στο σύστημα νομικής βοήθειας (Άρθρο 25), διατάξεις οι οποίες  συμβάλλουν σημαντικά στην άσκηση του δικαιώματος των ατόμων με αναπηρία πρόσβασης στη δικαιοσύνη.

Κρίνουμε σημαντικό να αναφέρουμε ότι στην κατάρτισή του, συνεισέφερε ουσιαστικά και πρακτικά η Ε.Σ.Α.μεΑ. με τη συμμετοχή της στην ομάδα εργασίας και στη δημόσια διαβούλευση, καθώς επίσης και με τη διεκδίκησή της να δοθεί επιτέλους λύση στο ζήτημα της επέκτασης της ίσης μεταχείρισης για τα άτομα με αναπηρία. Όπως ήδη αναφέραμε, αυτό το σχέδιο νόμου ανοίγει ουσιαστικά τον κύκλο των παρεμβάσεων και αλλαγών που πρέπει να συμβούν στους κώδικες της χώρας, καθώς επίσης και στο σύνολο του συστήματος της δικαιοσύνης της χώρας. Γι’ αυτό και η Ε.Σ.Α.μεΑ. θα συνεχίσει την προσπάθειά της για περαιτέρω μεταρρύθμιση την επόμενη περίοδο. Θα ήταν δίκαιο δε, στην ανακοίνωση του Υπουργείου Δικαιοσύνης, να αναγνωρίζεται και η συνεισφορά της Συνομοσπονδίας στην κατάρτιση του παρόντος σχεδίου νόμου.

Προκειμένου να βοηθήσουμε στη βαθύτερη κατανόηση των θεσμικών αλλαγών που πρέπει να γίνουν, καταθέτουμε συγκεκριμένες προτάσεις για τη συμπλήρωση και τροποποίηση των διατάξεων του παρόντος σχεδίου νόμου.

Λαμβάνοντας υπόψη:

• Τα άρθρα 5 «Ισότητα και Μη-διάκριση», 9 «Προσβασιμότητα», 12 «Ισότητα Ενώπιον του Νόμου» και 13 «Πρόσβαση στη Δικαιοσύνη» της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες (ν. 4074/2012)

• Τις προβλέψεις της εθνικής νομοθεσίας και συγκεκριμένα την παράγραφο 1 του άρθρου 61 του ν. 4488/2017 σύμφωνα με την οποία:

«Κάθε φυσικό πρόσωπο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου υποχρεούται να διασφαλίζει την ισότιμη άσκηση των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία στο πεδίο των αρμοδιοτήτων ή δραστηριοτήτων του, λαμβάνοντας κάθε πρόσφορο μέτρο και απέχοντας από οποιαδήποτε ενέργεια ή πρακτική που ενδέχεται να θίγει την άσκηση των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία. Ιδίως υποχρεούται: α) να αφαιρεί υφιστάμενα εμπόδια κάθε είδους, β) να τηρεί τις αρχές καθολικού σχεδιασμού σε κάθε τομέα της αρμοδιότητάς του ή της δραστηριοποίησής του, προκειμένου να διασφαλίζει για τα άτομα με αναπηρία την προσβασιμότητα των υποδομών, των υπηρεσιών ή των αγαθών που προσφέρει, γ) να παρέχει, όπου απαιτείται σε συγκεκριμένη περίπτωση, εύλογες προσαρμογές υπό τη μορφή εξατομικευμένων και κατάλληλων τροποποιήσεων, ρυθμίσεων και ενδεδειγμένων μέτρων, χωρίς την επιβολή δυσανάλογου ή αδικαιολόγητου βάρους, δ) να απέχει από πρακτικές, κριτήρια, συνήθειες και συμπεριφορές που συνεπάγονται διακρίσεις σε βάρος των ατόμων με αναπηρία, ε) να προάγει με θετικά μέτρα την ισότιμη συμμετοχή και άσκηση των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία στον τομέα της αρμοδιότητας ή δραστηριότητάς του» και την παράγραφο 2 του άρθρου 65 του ν. 4488/2017:

«2. Η ελληνική νοηματική γλώσσα αναγνωρίζεται ως ισότιμη με την ελληνική γλώσσα. Το κράτος λαμβάνει μέτρα για την προώθησή της, καθώς και για την κάλυψη όλων των αναγκών επικοινωνίας των κωφών και βαρήκοων πολιτών» στην οποία γίνεται σαφής αναφορά στους όρους «κωφός» και «βαρήκοος».

• Τις τελικές παρατηρήσεις και συστάσεις της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες στην αρχική έκθεση της Ελλάδας (2015) και συγκεκριμένα τη σύσταση (6γ): «να εξαλείψει από τη νομοθεσία του την υποτιμητική γλώσσα που αναφέρεται στα άτομα με αναπηρία» ,

• Τις Οδηγίες Συμπεριληπτικής Γλώσσας για την Αναπηρία (Disability-inclusive language guidelines) που δημοσιεύσαν τα Ηνωμένα Έθνη το 2019 στο πλαίσιο εφαρμογής της Στρατηγικής για την ένταξη των ατόμων με αναπηρία (Disability Inclusion Strategy),

η Ε.Σ.Α.μεΑ. προτείνει κατ’ άρθρο τις παρακάτω τροποποιήσεις/συμπληρώσεις:

Α. Το Άρθρο 4 να τροποποιηθεί ως ακολούθως:

«Άρθρο 4: Ευθύνη μη ομιλούντος κωφού οφειλέτη – Τροποποίηση άρθρου 331 ΑΚ

Στο άρθρο 331 του Αστικού Κώδικα [π.δ. 456/1984, (Α’ 164)] η λέξη «κωφάλαλος» αντικαθίσταται από τις λέξεις «μη ομιλών κωφός» και το άρθρο 331 διαμορφώνεται ως εξής:  «Άρθρο 331 Αν ο οφειλέτης είναι ανήλικος κάτω των δεκατεσσάρων ετών ή δεν έχει συνείδηση των πράξεών του ή βρίσκεται σε ψυχική ή διανοητική διαταραχή που περιορίζει αποφασιστικά τη λειτουργία της κρίσης και της βούλησής του, ή τέλος είναι μη ομιλών κωφός εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 915 έως 918».

Αιτιολόγηση:  Στο εν λόγω άρθρο η αντικατάσταση του όρου «κωφάλαλος» από τον όρο «μη ομιλών κωφός» είναι εσφαλμένη, αφενός γιατί οι μόνοι όροι που αποδέχεται η κοινότητα των κωφών, η Σύμβαση των ΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, και ο ν. 4488/2017 (βλ. παρ. 2 άρθρου 65) είναι αυτές του «κωφού» και του «βαρήκοου», αφετέρου γιατί το περιεχόμενο της διάταξης, και συγκεκριμένα το σημείο του εδάφιου που κάνει αναφορά στον «κωφάλαλο», στην ουσία αναπαράγει αναχρονιστικές αντιλήψεις και προσβλητικές στάσεις απέναντι στα άτομα με αναπηρία ακοής. Δεδομένου ότι η διάταξη επικεντρώνεται σε ζητήματα που αφορούν την ικανότητα κρίσης και βούλησης του ατόμου, το άρθρο υποδηλώνει ότι το άτομο με αναπηρία ακοής στερείται ικανότητας κρίσης και βούλησης. Πρόκειται λοιπόν για διάταξη που διακρίνει τα άτομα με αναπηρία ακοής και ως εκ τούτου έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη δικαιωματική προσέγγιση της αναπηρίας, όπως αυτή κατοχυρώνεται στη Σύμβαση των ΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες. Για τον ίδιο ακριβώς λόγο ούτε η αντικατάσταση του όρου «κωφάλαλος» από τον όρο «κωφός» είναι ορθή.

Ως εκ τούτου, προτείνεται η απαλοιφή της αναφοράς στα άτομα με αναπηρία ακοής από το συγκεκριμένο άρθρο, δηλαδή το σημείο «ή, τέλος, είναι μη ομιλών κωφός».

Β. Το Άρθρο 5 να τροποποιηθεί ως ακολούθως:

«Άρθρο 5: Ικανότητα καταλογισμού μη ομιλούντος κωφού σε αδικοπραξία – Τροποποίηση άρθρου 917 ΑΚ

Στο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 917 ΑΚ η λέξη «κωφαλάλους» αντικαθίσταται από τις λέξεις «μη ομιλούντες κωφούς» και το άρθρο 917 διαμορφώνεται ως εξής: «Άρθρο 917: Όποιος έχει συμπληρώσει το δέκατο, όχι όμως το δέκατο τέταρτο έτος της ηλικίας του ευθύνεται για τη ζημία που προξένησε, εκτός αν ενέργησε χωρίς διάκριση. Το ίδιο ισχύει και για τους ομιλούντες κωφούς».

Αιτιολόγηση:  Και στο άρθρο αυτό η αντικατάσταση του όρου «κωφάλαλος» από τον όρο «μη ομιλών κωφός» είναι εσφαλμένη διότι: α) οι μόνοι όροι που αποδέχεται η κοινότητα των κωφών, η Σύμβαση των ΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, και ο ν. 4488/2017 (βλ. παρ. 2 άρθρου 65) είναι αυτές του «κωφού» και του «βαρήκοου», και β) το περιεχόμενο της διάταξης, συγκεκριμένα το σημείο του εδάφιου που κάνει αναφορά στον «κωφάλαλο», στην ουσία αναπαράγει αναχρονιστικές αντιλήψεις και προσβλητικές στάσεις απέναντι στα άτομα με αναπηρία ακοής. Δεδομένου ότι η διάταξη επικεντρώνεται σε ζητήματα που αφορούν την ικανότητα καταλογισμού του ατόμου, το άρθρο υποδηλώνει ότι το άτομο με αναπηρία ακοής στερείται ικανότητας αντίληψης και κρίσης. Πρόκειται, λοιπόν, για μια ακόμη διάταξη που διακρίνει τα άτομα με αναπηρία ακοής και ως εκ τούτου έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τη δικαιωματική προσέγγιση της αναπηρίας, όπως αυτή κατοχυρώνεται στη Σύμβαση των ΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες. Για τον ίδιο ακριβώς λόγο ούτε η αντικατάσταση του όρου «κωφάλαλος» από τον όρο «κωφός» είναι ορθή.

Ως εκ τούτου, προτείνεται η απαλοιφή της αναφοράς στα άτομα με αναπηρία ακοής από το συγκεκριμένο άρθρο, δηλαδή την απαλοιφή του σημείου «Το ίδιο ισχύει και για τους μη ομιλούντες κωφούς».

Γ. Το Άρθρο 9 να τροποποιηθεί/συμπληρωθεί ως ακολούθως:

«Άρθρο 9: Διαθέτης με σοβαρή αναπηρία λόγου ή κωφός – Τροποποίηση άρθρου 1745 ΑΚ. Στο άρθρο 1745 ΑΚ επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στον τίτλο, οι λέξεις «άλαλος ή κωφάλαλος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «με σοβαρή αναπηρία λόγου ή κωφός», β) στο πρώτο εδάφιο, οι λέξεις «είναι άλαλος ή κωφάλαλος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «έχει σοβαρή αναπηρία λόγου ή είναι κωφός» και το άρθρο 1745 διαμορφώνεται ως εξής: «Άρθρο 1745: Διαθέτης με σοβαρή αναπηρία λόγου ή κωφός. Όποιος κατά την πεποίθηση του συμβολαιογράφου έχει σοβαρή αναπηρία λόγου ή είναι κωφός ή από άλλο λόγο εμποδίζεται να μιλάει, μπορεί να συντάξει μυστική διαθήκη. Για το σκοπό αυτό πρέπει να γράψει επάνω στο έγγραφο που εγχειρίζεται ή επάνω στο περικάλυμμα που το περιέχει, ιδιοχείρως τη δήλωση ότι το έγγραφο είναι η διαθήκη του, και αν το έγγραφο συντάχθηκε από άλλον, και ότι το διάβασε ο διαθέτης. Αυτή η δήλωση πρέπει να γραφεί από το διαθέτη ενώπιον του συμβολαιογράφου και των λοιπών προσώπων που συμπράττουν και να βεβαιωθεί αυτό στην πράξη».

Αιτιολόγηση: Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μόνοι όροι που αποδέχεται η κοινότητα των κωφών, η Σύμβαση των ΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, και ο ν. 4488/2017 (βλ. παρ. 2 άρθρου 65) είναι αυτές του «κωφού» και του «βαρήκοου», προτείνεται στο εν λόγω άρθρο ο όρος «κωφάλαλος» να αντικατασταθεί από τον όρο «κωφός» και όχι από τον όρο «μη ομιλών κωφός». Επίσης, προτείνεται να αντικατασταθεί η λέξη ‘γράφηκε’ από τη λέξη ‘συντάχθηκε’ «αν το έγγραφο συντάχθηκε από άλλον».

Δ. Το Άρθρο 10 να τροποποιηθεί/συμπληρωθεί ως ακολούθως:

«Άρθρο 10. Συνεννόηση με κωφούς, βαρήκοους ή πρόσωπα με σοβαρή αναπηρία λόγου – Τροποποίηση άρθρου 253 ΚΠολΔ

Στο άρθρο 253 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας [π.δ. 503/1985, (Α’ 182), ΚΠολΔ] επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στην παρ. 1: αα) στο πρώτο εδάφιο, οι λέξεις «κουφός, άλαλος ή κωφάλαλος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «κωφός, βαρήκοος, ή πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία λόγου» και οι λέξεις «τον κουφό» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τον βαρήκοο», αβ) στο δεύτερο εδάφιο, οι λέξεις «τον άλαλο» αντικαθίστανται από τις λέξεις «το πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία λόγου», αγ) στο τρίτο εδάφιο, η λέξη «κωφάλαλο» αντικαθίσταται από τις λέξεις «κωφό», β) στην παρ. 2, οι λέξεις «κουφός, ο άλαλος ή ο κωφάλαλος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «κωφός, βαρήκοος, ή το πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία λόγου» και το άρθρο 253 διαμορφώνεται ως εξής: «Άρθρο 253. Συνεννόηση με κωφούς, βαρήκοους, ή πρόσωπα με σοβαρή αναπηρία λόγου 1. Αν μάρτυρας ή πραγματογνώμονας ή κάποιος από τους διαδίκους ή τους νόμιμους αντιπροσώπους τους που παρίστανται στη συζήτηση ή την επιχείρηση διαδικαστικής πράξης είναι κωφός, βαρήκοος, ή πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία λόγου, η συνεννόηση μαζί του γίνεται ως εξής: Οι ερωτήσεις και οι τυχόν παρατηρήσεις υποβάλλονται προς τον βαρήκοο εγγράφως και οι απαντήσεις δίνονται προφορικά. Προς το πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία λόγου οι ερωτήσεις και οι παρατηρήσεις υποβάλλονται προφορικά και αυτός απαντά εγγράφως. Προς τον κωφό οι ερωτήσεις και οι παρατηρήσεις υποβάλλονται εγγράφως και εγγράφως επίσης απαντά αυτός. Οι γραπτές ερωτήσεις, παρατηρήσεις και απαντήσεις καταχωρίζονται στα πρακτικά ή στην έκθεση. 2. Αν ο κωφός, βαρήκοος, ή το πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία λόγου δεν γνωρίζει να διαβάζει και να γράφει, ο δικαστής διορίζει έναν ή δύο διερμηνείς, που εκλέγονται κατά προτίμηση ανάμεσα στα πρόσωπα που είναι συνηθισμένα να συνεννοούνται μαζί του.».

Αιτιολόγηση: Οι μόνοι όροι που αποδέχεται η κοινότητα των κωφών, η Σύμβαση των ΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, και ο ν. 4488/2017 (βλ. παρ. 2 άρθρου 65) είναι αυτές του «κωφού» και «βαρήκοου». Ως εκ τούτου, στο εν λόγω άρθρο προτείνεται να αντικατασταθεί ο όρος «κωφάλαλος» από τον όρο «κωφός» και ο όρος «κουφός» από τον όρο «βαρήκοος» αντίστοιχα και όχι από τους όρους «κωφούς ομιλούντες ή μη».

Επίσης, προτείνεται να αντικατασταθεί το ρήμα «[…] ξέρει να διαβάζει και να γράφει» από το ρήμα «[…] γνωρίζει να διαβάζει και να γράφει».

Ε. Το Άρθρο 11 να τροποποιηθεί/συμπληρωθεί ως ακολούθως:

«Άρθρο 11: Όρκιση ως μάρτυρα προσώπου με σοβαρή αναπηρία στα άνω άκρα ή λόγου και κωφού ή βαρήκοου προσώπου – Τροποποίηση παρ. 5 και 6 άρθρου 408 ΚΠολΔ

Στο άρθρο 408 ΚΠολΔ επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στην παρ. 5 οι λέξεις «δεν έχει χέρια» αντικαθίστανται από τις λέξεις «είναι πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία στα άνω άκρα», β) στην παρ. 6 οι λέξεις «Κουφοί, άλαλοι και κωφάλαλοι» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Κωφοί, βαρήκοοι, ή πρόσωπα με σοβαρή αναπηρία λόγου» και το άρθρο 408 διαμορφώνεται ως εξής:  «Άρθρο 408: 1. Πριν εξεταστεί ο μάρτυρας οφείλει να ορκισθεί. Προς τούτο ερωτάται, αν προτιμά να δώσει θρησκευτικό ή πολιτικό όρκο. 2. Ο τύπος του χριστιανικού όρκου είναι: “Ορκίζομαι ενώπιον του Θεού να πω ευσυνείδητα όλη την αλήθεια και μόνο την αλήθεια, χωρίς να προσθέσω ούτε να κρύψω τίποτε”. Αν ο μάρτυρας πιστεύει σε γνωστή θρησκεία ή δόγμα, που ορίζει άλλο τύπο όρκου, δίνει τον όρκο σύμφωνα με αυτόν τον τύπο. 3. Ο πολιτικός όρκος δίνεται ως διαβεβαίωση με τον εξής τύπο: “Δηλώνω στην τιμή και στη συνείδησή μου πως θα πω όλη την αλήθεια και μόνο την αλήθεια, χωρίς να προσθέσω ούτε να κρύψω τίποτε”. 4. Οι κληρικοί κάθε Θρησκεύματος ορκίζονται διαβεβαιώνοντας στην ιερωσύνη τους. 5. Αν ο μάρτυρας είναι πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία στα άνω άκρα, επαναλαμβάνει τον όρκο που διαβάζει ο δικαστής. 6. Κωφοί, βαρήκοοι, ή πρόσωπα με σοβαρή αναπηρία λόγου ορκίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 253.».

Αιτιολόγηση: Λαμβάνοντας υπόψη ότι οι μόνοι όροι που αποδέχεται η κοινότητα των κωφών είναι αυτές του «κωφού» και του «βαρήκοου», στο εν λόγω άρθρο προτείνεται να αντικατασταθεί ο όρος «κωφάλαλος» από τον όρο «κωφός» και ο όρος «κουφός» από τον όρο «βαρήκοος» αντίστοιχα και όχι από τους όρους «κωφούς ομιλούντες ή μη».

ΣΤ. Το Άρθρο 13 να τροποποιηθεί ως ακολούθως:

«Άρθρο 13: Υπολογισμός εκτιόμενης ποινής κρατούμενων με ημιπληγία ή παραπληγία – Τροποποίηση παρ. 4 άρθρου 105Β ΠΚ

Στο δεύτερο εδάφιο της παρ. 4 του άρθρου 105Β ΠΚ οι λέξεις «πάσχουν από» αντικαθίσταται από τη λέξη «με» και το άρθρο 105Β διαμορφώνεται ως εξής: «Άρθρο 105Β: Απόλυση υπό τον όρο της ανάκλησης 1. Όσοι καταδικάστηκαν σε στερητική της ελευθερίας ποινής μπορούν να απολυθούν υπό τον όρο της ανάκλησης, σύμφωνα με τις πιο κάτω διατάξεις, εφόσον έχουν εκτίσει: α) σε περίπτωση φυλάκισης, τα δύο πέμπτα (2/5) αυτής, β) σε περίπτωση πρόσκαιρης κάθειρξης, τα τρία πέμπτα (3/5) αυτής, γ) σε περίπτωση πρόσκαιρης κάθειρξης για τα εγκλήματα του δευτέρου εδαφίου της παρ. 6, τα τέσσερα πέμπτα (4/5) αυτής και δ) σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης τουλάχιστον είκοσι (20) έτη. 2. Για τη χορήγηση της υπό όρο απόλυσης δεν απαιτείται να έχει καταστεί η καταδίκη αμετάκλητη. 3. Στην περίπτωση που συντρέχουν σωρευτικά περισσότερες ποινές, ο καταδικασθείς μπορεί να απολυθεί αν έχει εκτίσει το άθροισμα των τμημάτων των ποινών, που προβλέπεται στην παρ. 1. Σε κάθε περίπτωση ο καταδικασθείς μπορεί να απολυθεί αν έχει εκτίσει είκοσι πέντε (25) έτη και όταν το παραπάνω άθροισμα υπερβαίνει το όριο αυτό. 4. Αν ο καταδικασθείς εργάζεται, κάθε ημέρα εργασίας υπολογίζεται σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της σωφρονιστικής νομοθεσίας. Κάθε ημέρα κράτησης κρατουμένων με ημιπληγία ή παραπληγία, σκλήρυνση κατά πλάκας ή έχουν υποβληθεί σε επέμβαση μεταμόσχευσης καρδιάς, ήπατος, νεφρού ή μυελού των οστών ή είναι φορείς του συνδρόμου επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας ή έχουν κακοήθη νεοπλάσματα ή νεφρική ανεπάρκεια για την οποία γίνεται τακτική αιμοκάθαρση ή φυματίωση κατά τη διάρκεια της θεραπείας της, υπολογίζεται ευεργετικά ως δύο (2) ημέρες εκτιόμενης ποινής. Το ίδιο ισχύει και για: α) κρατουμένους με ποσοστό αναπηρίας πενήντα τοις εκατό (50%) και άνω, που δεν μπορούν να εργαστούν, εφόσον κρίνεται ότι η παραμονή τους στο κατάστημα κράτησης καθίσταται ιδιαίτερα επαχθής λόγω αδυναμίας αυτοεξυπηρέτησης, β) κρατουμένους με ποσοστό αναπηρίας εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και άνω, γ) κρατουμένους στους οποίους απαγορεύεται ύστερα από γνωμάτευση από Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.) η ανάληψη εργασίας ή απασχόλησης που μπορεί βάσιμα να προκαλέσει σοβαρή και μόνιμη βλάβη στην υγεία τους, δ) κρατουμένους οι οποίοι νοσηλεύονται σε θεραπευτικά καταστήματα ή νοσοκομεία εφόσον η νοσηλεία τους έχει διαρκέσει τουλάχιστον τέσσερις (4) μήνες, ε) κρατούμενες μητέρες για όσο διάστημα έχουν μαζί τους τα ανήλικα τέκνα τους, στ) κρατουμένους που συμμετέχουν σε θεραπευτικό πρόγραμμα ψυχικής απεξάρτησης από ναρκωτικά εγκεκριμένου, κατά το άρθρο 51 του ν. 4139/2013 οργανισμού και ζ) κρατουμένους για όσο διάστημα διαρκεί η κράτησή τους σε χώρους αστυνομικών τμημάτων ή αστυνομικών διευθύνσεων. Η διακρίβωση των ασθενειών του δεύτερου εδαφίου, καθώς και της αναπηρίας στις περ. α΄ και β΄ γίνεται με τη διαδικασία της παρ. 2 του άρθρου 105. 5. Για τη χορήγηση της υπό όρο απόλυσης, ως ποινή που εκτίθηκε θεωρείται αυτή που υπολογίστηκε ευεργετικά είτε κατά την προηγούμενη παράγραφο είτε κατά τις ειδικές διατάξεις που προβλέπουν αντίστοιχο υπολογισμό. 6. Προκειμένου για ποινές κάθειρξης δεν μπορεί να χορηγηθεί στον καταδικασθέντα απόλυση υπό όρο, αν δεν έχει παραμείνει στο σωφρονιστικό κατάστημα για χρονικό διάστημα ίσο με τα δύο πέμπτα (2/5) της ποινής που του επιβλήθηκε και, σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης, δεκαέξι (16) έτη. Προκειμένου για ποινές κάθειρξης που επιβλήθηκαν για τα κακουργήματα των άρθρων 22 και 23 του ν. 4139/2013, 134, 187, 187 Α, των περ. γ΄ και δ΄ της παρ. 1 του άρθρου 265, της παρ. 1 του άρθρου 299, των άρθρων 323Α, 324, 380, 385, καθώς και για αυτά του 19ου κεφαλαίου του Ειδικού Μέρους του παρόντος Kώδικα, απόλυση υπό όρο δεν μπορεί να χορηγηθεί στον καταδικασθέντα, αν αυτός δεν έχει παραμείνει στο σωφρονιστικό κατάστημα για χρονικό διάστημα ίσο με τα τρία πέμπτα (3/5) της ποινής που του επιβλήθηκε, και σε περίπτωση ισόβιας κάθειρξης δεκαοχτώ (18) ετών. Το παραπάνω κατά περίπτωση χρονικό διάστημα προσαυξάνεται κατά το ένα τρίτο (1/3) των λοιπών ποινών που τυχόν έχουν επιβληθεί, στην περίπτωση που αυτές συντρέχουν σωρευτικά. Σε κάθε περίπτωση όμως ο καταδικασθείς μπορεί να απολυθεί αν έχει παραμείνει στο κατάστημα είκοσι (20) έτη και αν εκτίει περισσότερες ποινές ισόβιας κάθειρξης, αν έχει παραμείνει είκοσι πέντε (25) έτη».

Αιτιολόγηση: Στο συγκεκριμένο άρθρο προτείνεται να αντικατασταθεί το «έχουν» από το «με» ακολουθώντας τη λογική του «άτομα με αναπηρία».

Ζ. Το Άρθρο 16 να τροποποιηθεί/συμπληρωθεί ως ακολούθως:

«Άρθρο 16: Όρκος των μαρτύρων με σοβαρή αναπηρία λόγου στο ακροατήριο –Τροποποίηση παρ. 2 άρθρου 219 ΚΠΔ

Στην παρ. 2 του άρθρου 219 ΚΠΔ η λέξη «άλαλος» αντικαθίσταται από τις λέξεις «με σοβαρή αναπηρία λόγου», οι οποίες τίθενται μετά τη λέξη «μάρτυρας», και το άρθρο 219 διαμορφώνεται ως εξής:  «Άρθρο 219.  Όρκος των μαρτύρων στο ακροατήριο 1. Κάθε μάρτυρας οφείλει, πριν εξετασθεί στο ακροατήριο, να δώσει τον ακόλουθο όρκο: «Δηλώνω, επικαλούμενος την τιμή και τη συνείδησή μου, ότι θα πω όλη την αλήθεια και μόνο την αλήθεια, χωρίς να προσθέσω ούτε να αποκρύψω τίποτε». 2. Ο μάρτυρας με σοβαρή αναπηρία λόγου που γνωρίζει να γράφει, ορκίζεται γράφοντας και υπογράφοντας τον άνω όρκο. Αν δεν γνωρίζει να γράφει, δίδει τον όρκο της προηγούμενης παραγράφου, με την βοήθεια διερμηνέα. 3. Οι κληρικοί ή οι ιερωμένοι κάθε δόγματος ή αναγνωρισμένης θρησκείας δεν ορκίζονται. Αντί γι` αυτό δίνουν κατά την παρ. 1 διαβεβαίωση στην ιεροσύνη τους, σύμφωνα με τους κανονισμούς από τους οποίους διέπονται.»

Αιτιολόγηση: Προτείνεται να αντικατασταθεί το ρήμα «ξέρει» από το ρήμα «γνωρίζει».

Η. Το Άρθρο 17 να τροποποιηθεί/συμπληρωθεί ως ακολούθως:

«Άρθρο 17: Μάρτυρες κωφοί, βαρήκοοι, ή με σοβαρή αναπηρία λόγου – Τροποποίηση άρθρου 229 ΚΠΔ.

Στο άρθρο 229 ΚΠΔ επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στον τίτλο οι λέξεις «κουφοί και άλαλοι» αντικαθίστανται από τις λέξεις «κωφοί, βαρήκοοι, ή με σοβαρή αναπηρία λόγου», β) στην παρ. 1: βα) στο πρώτο εδάφιο, οι λέξεις «κουφός ή άλαλος ή κωφάλαλος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «κωφός, βαρήκοος, ή πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία λόγου» και η λέξη «κουφό» αντικαθίσταται από τις λέξεις «βαρήκοο», ββ) στο δεύτερο εδάφιο, οι λέξεις «Στον άλαλο» αντικαθίστανται από τις λέξεις «Στο πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία λόγου», βγ) στο τρίτο εδάφιο, η λέξη «κωφάλαλο» αντικαθίσταται από τις λέξεις «κωφό», βδ) στο τέταρτο εδάφιο, οι λέξεις «τον άλαλο ή από τον κωφάλαλο» αντικαθίστανται από τις λέξεις «το πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία λόγου ή κωφό», γ) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2: γα) οι λέξεις «κουφός ή ο άλαλος ή ο κωφάλαλος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «κωφός, βαρήκοος ή το πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία λόγου» και οι λέξεις «τον κουφό, τον άλαλο ή τον κωφάλαλο» αντικαθίστανται από τις λέξεις «κωφό, βαρήκοο, ή το πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία λόγου» και το άρθρο 229 διαμορφώνεται ως εξής: «Άρθρο 229: Μάρτυρες κωφοί, βαρήκοοι, ή με σοβαρή αναπηρία λόγου. 1. Αν ένας κωφός, βαρήκοος, ή πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία λόγου πρόκειται να εξεταστεί ως μάρτυρας ή ως κατηγορούμενος, η εξέτασή του γίνεται ως εξής: όλες οι ερωτήσεις και οι τυχόν παρατηρήσεις δίνονται στον βαρήκοο, αφού καταγραφούν από τον γραμματέα της ανάκρισης ή του δικαστηρίου, ενώ οι απαντήσεις δίνονται από αυτόν προφορικά. Στο πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία λόγου οι ερωτήσεις και οι παρατηρήσεις δίνονται προφορικά και αυτός απαντά γραπτώς. Στον κωφό οι ερωτήσεις και οι παρατηρήσεις δίνονται γραπτώς και αυτός απαντά με τον ίδιο τρόπο. Στο ακροατήριο οι γραπτές απαντήσεις που δόθηκαν από το πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία λόγου ή από τον κωφό, αφού μονογραφηθούν από τον πρόεδρο και τον γραμματέα, καταγράφονται στα πρακτικά και συνοδεύουν τη δικογραφία. 2. Αν ο κωφός, βαρήκοος ή το πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία λόγου δεν γνωρίζει να διαβάζει ή να γράφει, όποιος διεξάγει την ανάκριση ή διευθύνει την συζήτηση, διορίζει έναν ή δύο διερμηνείς, που, αν είναι δυνατό, επιλέγονται κατά προτίμηση μεταξύ των προσώπων που συνήθισαν να συνεννοούνται με τον κωφό και βαρήκοο, ή το πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία λόγου. Κατά τα άλλα, τηρούνται αν είναι δυνατό, οι διατάξεις του κώδικα που αναφέρονται στους διερμηνείς.».

Αιτιολόγηση: Δεδομένου ότι οι μόνοι όροι που αποδέχεται η κοινότητα των κωφών, η Σύμβαση των ΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, και ο ν. 4488/2017 (βλ. παρ. 2 άρθρου 65) είναι αυτές του «κωφού» και του «βαρήκοου», στο εν λόγω άρθρο προτείνεται να αντικατασταθεί ο όρος «κωφάλαλος» από τον όρο «κωφός» και ο όρος «κουφός» από τον όρο «βαρήκοος» αντίστοιχα και όχι από τους όρους «κωφούς ομιλούντες ή μη».

Επίσης προτείνεται να αντικατασταθεί το ρήμα «ξέρει» από το ρήμα «γνωρίζει».

Θ. Το Άρθρο 18 να τροποποιηθεί ως ακολούθως:

«Άρθρο 18:  Προσωρινή ανικανότητα κωφών ή προσώπων με σοβαρή αναπηρία λόγου για την εκπλήρωση των καθηκόντων του ενόρκου – Τροποποίηση περ. ε) άρθρου 382 ΚΠΔ.

Στην περ. ε) του άρθρου 382 ΚΠΔ οι λέξεις «κουφοί ή άλαλοι» αντικαθίστανται από τις λέξεις «κωφοί ή τα πρόσωπα με σοβαρή αναπηρία λόγου» και το άρθρο 382 διαμορφώνεται ως εξής: «Άρθρο 382. Προσωρινή ανικανότητα. Δεν είναι προσωρινά ικανοί να εκπληρώσουν τα καθήκοντα του ενόρκου:

α) εκείνοι που παραπέμφθηκαν για οποιοδήποτε έγκλημα από δόλο για το οποίο ο νόμος προβλέπει ποινή στερητική της ελευθερίας τουλάχιστον τριών μηνών,

β) εκείνοι που βρίσκονται σε δικαστική συμπαράσταση,

γ) εκείνοι σε βάρος των οποίων εκδόθηκε ένταλμα σύλληψης ή προσωρινής κράτησης ή επιβλήθηκαν περιοριστικοί όροι,

δ) οι ασθενείς διανοητικά,

ε) οι τυφλοί, οι κωφοί ή τα πρόσωπα με σοβαρή αναπηρία λόγου.».

Αιτιολόγηση: Οι περιπτώσεις (δ) και (ε) χρήζουν επανεξέτασης ως προς τη συμβατότητά τους με τη Σύμβαση των ΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με το περιεχόμενο των περιπτώσεων (δ) και (ε), τα άτομα με νοητική αναπηρία, οι τυφλοί, οι κωφοί και τα άτομα με σοβαρή αναπηρία λόγου, στερούνται του δικαιώματος να είναι ένορκοι σε μια δίκη όπως και οι πολίτες χωρίς αναπηρία λόγω της αναπηρίας τους. Συνεπώς, ο αποκλεισμός τους αυτός αποτελεί διάκριση εις βάρος τους. Σύμφωνα με την Επιτροπή των ΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες «τα κράτη που έχουν κυρώσει τη Σύμβαση των ΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες είναι υποχρεωμένα να παρέχουν εύλογες προσαρμογές στα άτομα με αναπηρία προκειμένου να διασφαλίσουν ότι αυτά μπορούν να ασκήσουν και να απολαύσουν τα ίδια δικαιώματα με τα άτομα χωρίς αναπηρία καθώς επίσης και ότι μπορούν να συμμετέχουν πλήρως σε όλες τους τομείς της ζωής».   Τα άτομα με αναπηρία νόησης, όρασης, ακοής, και λόγου μέσα από την παροχή εύλογων προσαρμογών, π.χ. κείμενα σε braille, νοηματική γλώσσα, υποτιτλισμός, κείμενα για όλους ή εύκολα για ανάγνωση (easy-to-read), υποστηριζόμενη λήψη αποφάσεων (βλ. άρθρο 12 της Σύμβασης), κ.λπ. μπορούν να ασκήσουν πλήρως το δικαίωμα να παρίστανται ως ένορκοι. Ως εκ τούτου, οι περιπτώσεις (δ) και (ε) του άρθρου 382 του ΚΠΔ, που αφορά στη στέρηση του δικαιώματος των τυφλών, των κωφών, των ατόμων με σοβαρή αναπηρία λόγου και των ατόμων με νοητική αναπηρία να παρίστανται ή να συμμετέχουν ως ένορκοι σε μια δίκη αποτελεί παραβίαση των δικαιωμάτων τους όπως προβλέπονται στις διατάξεις των Άρθρων: 5 «Ισότητα και μη διάκριση», 9 «Προσβασιμότητα», 12 «Ισότητα Ενώπιον του Νόμου» και 13 «Πρόσβαση στη Δικαιοσύνη» της Σύμβασης. Για το λόγο αυτό προτείνεται η κατάργηση των περιπτώσεων (δ) και (ε).

Ι. Το Άρθρο 19 να τροποποιηθεί ως ακολούθως:

«Άρθρο 19: Συνεννόηση με κωφούς, βαρήκοους, ή πρόσωπα με σοβαρή αναπηρία λόγου – Τροποποίηση άρθρου 137 ΚΔΔ

Στο άρθρο 137 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας [ν. 2717/1999, (Α’ 97)] επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στον τίτλο, η λέξη «κωφαλάλους» αντικαθίσταται από τις λέξεις «κωφούς», β) στο πρώτο εδάφιο της παρ. 2 οι λέξεις «κουφοί, άλαλοι ή κωφάλαλοι» αντικαθίστανται από τις λέξεις «κωφοί, βαρήκοοι, ή πρόσωπα με σοβαρή αναπηρία λόγου» και το άρθρο 137 διαμορφώνεται ως εξής: «Άρθρο 137. Συνεννόηση με αλλόγλωσσους, κωφούς, βαρήκοους, κ.τ.λ. 1. Αν διάδικος, μάρτυρας ή πραγματογνώμονας αγνοεί την ελληνική γλώσσα, προσλαμβάνεται διερμηνέας, ο οποίος ορκίζεται ενώπιον του δικαστηρίου ότι θα αποδώσει ακριβώς όσα θα διαμειφθούν. Οι λόγοι του αποκλεισμού και της απαλλαγής των μαρτύρων ισχύουν και για το διερμηνέα. 2. Αν τα πρόσωπα της παρ. 1 είναι κωφοί, βαρήκοοι, ή πρόσωπα με σοβαρή αναπηρία λόγου η συνεννόηση μαζί τους γίνεται εγγράφως. Τις απαντήσεις τους υπογράφει ο δικαστής που προεδρεύει κατά τη συνεδρίαση και περιλαμβάνονται, μαζί με τις αντίστοιχες ερωτήσεις, στο πρακτικό της συζήτησης. Αν τα πρόσωπα αυτά δεν είναι ικανά να απαντήσουν εγγράφως, προσλαμβάνεται κατάλληλος διερμηνέας, σύμφωνα με την παρ. 1.».

Αιτιολόγηση: Δεδομένου ότι οι μόνοι όροι που αποδέχεται η κοινότητα των κωφών, η Σύμβαση των ΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, και ο ν. 4488/2017 (βλ. παρ. 2 άρθρου 65) είναι αυτές του «κωφού» και του «βαρήκοου», στο εν λόγω άρθρο προτείνεται να αντικατασταθεί ο όρος «κωφάλαλος» από τον όρο «κωφός» και ο όρος «κουφός» από τον όρο «βαρήκοος» αντίστοιχα και όχι από τους όρους «κωφούς ομιλούντες ή μη».

ΙΑ. Το Άρθρο 20 να τροποποιηθεί ως ακολούθως:

«Άρθρο 20: Διερμηνείς κωφοί, βαρήκοοι, ή πρόσωπα με σοβαρή αναπηρία λόγου – Τροποποίηση παρ. 2 και 3 άρθρου 10 ν. 2830/2000

Στο άρθρο 10 του Κώδικα Συμβολαιογράφων [ν. 2830/2000, (Α’ 96)] επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στην παρ. 2 αα) στο πρώτο εδάφιο, οι λέξεις «κωφός, άλαλος ή κωφάλαλος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «κωφός, βαρήκοος, ή πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία λόγου», αβ) στην περ. α’ η λέξη «κωφό» αντικαθίσταται από τις λέξεις «βαρήκοο», αγ) στην περ. β’ η λέξη «άλαλο» αντικαθίσταται από τις λέξεις «πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία λόγου», αδ) στην περ. γ’ η λέξη «κωφάλαλο» αντικαθίσταται από τις λέξεις «κωφό», αε) στο δεύτερο εδάφιο, οι λέξεις «κωφό ή τον κωφάλαλο» αντικαθίστανται από τις λέξεις «κωφό ή τον βαρήκοο», β) στην παρ. 3 οι λέξεις «κωφός ή ο άλαλος ή ο κωφάλαλος» αντικαθίστανται από τις λέξεις «κωφός, βαρήκοος, ή το πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία λόγου» και το άρθρο 10 διαμορφώνεται ως εξής: «Άρθρο 10 Διερμηνείς 1. Αν κάποιος από τους δικαιοπρακτούντες ή τους αντιπροσώπους τους αγνοεί, κατά την κρίση του συμβολαιογράφου, την ελληνική γλώσσα, προσλαμβάνεται διερμηνέας για μετάφραση γενικά των δηλώσεών του από την ξένη γλώσσα στην ελληνική και το αντίθετο, καθώς και του περιεχομένου του συμβολαίου από την ελληνική στην ξένη γλώσσα. Ο διερμηνέας ορκίζεται ενώπιον του συμβολαιογράφου, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, ότι θα ασκήσει πιστά τα καθήκοντά του. Προκειμένου για γλώσσα που είναι πολύ λίγο γνωστή, μπορεί να προσληφθεί σύμφωνα με τα παραπάνω διερμηνέας του διερμηνέα. 2. Εάν κάποιος από τους δικαιοπρακτούντες ή τους αντιπροσώπους τους είναι κωφός, βαρήκοος, ή πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία λόγου, γνωρίζει όμως ανάγνωση και γραφή, οι δηλώσεις, ερωτήσεις και τυχόν παρατηρήσεις γίνονται: α) γραπτά προς τον βαρήκοο, ο οποίος απαντά προφορικά, β) προφορικά προς το πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία λόγου, ο οποίος απαντά γραπτά, γ) γραπτά προς τον κωφό, ο οποίος απαντά γραπτά. Στις περιπτώσεις αυτές οι γραπτές ερωτήσεις και απαντήσεις επισυνάπτονται στο συμβόλαιο, πριν δε από την υπογραφή του το συμβόλαιο διαβάζεται από τον κωφό και βαρήκοο και γίνεται σχετική αναφορά σε αυτό. 3. Εάν ο κωφός, ο βαρήκοος,  ή το πρόσωπο με σοβαρή αναπηρία λόγου δεν γνωρίζει ανάγνωση ή γραφή ή αδυνατεί για οποιονδήποτε λόγο να υπογράφει, προσλαμβάνεται ως διερμηνέας του πρόσωπο που να μπορεί να συνεννοηθεί μαζί του. 4. Οι κατά τα ανωτέρω διερμηνείς προσυπογράφουν το σχετικό συμβόλαιο. 5. Η μη τήρηση των ανωτέρω διατάξεων επιφέρει ακυρότητα του εγγράφου».

Αιτιολόγηση: Δεδομένου ότι οι μόνοι όροι που αποδέχεται η κοινότητα των κωφών, η Σύμβαση των ΗΕ για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες, και ο ν. 4488/2017 (βλ. παρ. 2 άρθρου 65) είναι αυτές του «κωφού» και του «βαρήκοου», στο εν λόγω άρθρο προτείνεται να αντικατασταθεί ο όρος «κωφάλαλος» από τον όρο «κωφός» και ο όρος «κουφός» από τον όρο «βαρήκοος» αντίστοιχα και όχι από τους όρους «κωφούς ομιλούντες ή μη».

Ευελπιστούμε ότι θα ανταποκριθείτε θετικά στις προαναφερόμενες δίκαιες προτάσεις μας.

Με εκτίμηση

Ο Πρόεδρος

Ι. Βαρδακαστάνης

Ο Γεν. Γραμματέας

Β. Κούτσιανος

Πίνακας Αποδεκτών

– Γραφείο Πρωθυπουργού της χώρας

– Γραφείο Υπουργού Δικαιοσύνης, κ. Κ. Τσιάρα

– Γραφείο Υπουργού Επικρατείας, κ. Γ. Γεραπετρίτη

– Γραφείο Υπουργού Επικρατείας, κ. Χρ. – Γ. Σκέρτσου

– Γραφείο Υφυπουργού Δικαιοσύνης, κ. Γ. Κώτσηρα

– Οργανώσεις Μέλη της Ε.Σ.Α.μεΑ.

Προσβάσιμο αρχείο Microsoft Word (*.docx)

Το παρόν αρχείο ελέγχθηκε με το εργαλείο Microsoft Accessibility Checker και δε βρέθηκαν θέματα προσβασιμότητας. Τα άτομα με αναπηρία δε θα αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην ανάγνωσή του.

Πηγή: Ε.Σ.Α.μεΑ.