Έγκυρη και έγκαιρη πληροφόρηση επί αναπηρικών πάσης φύσεως θεμάτων.
Δευτέρα 31 Αυγούστου 2020
Του νέου νόμου 4714 Άρθρο 115 Αύξηση του ποσοστού της προσωρινής σύνταξης σε αιτήσεις που έχουν υποβληθεί χειρόγραφα Άρθρο 116 Ρυθμίσεις για την προσωρινή σύνταξη σε περίπτωση ηλεκτρονικής υποβολής Άρθρο 117 Προκαταβολή εφάπαξ παροχής Άρθρο 119 Καταβολή εξόδων κηδείας ασφαλισμένων τ. ΟΓΑ Άρθρο 120 Παράταση καταβολής αναπηρικών παροχών
Νέου νόμου 4714 Άρθρο 115 Αύξηση του ποσοστού της προσωρινής σύνταξης σε αιτήσεις που έχουν υποβληθεί χειρόγραφα Άρθρο 116 Ρυθμίσεις για την προσωρινή σύνταξη σε περίπτωση ηλεκτρονικής υποβολής Άρθρο 117 Προκαταβολή εφάπαξ παροχής Άρθρο 119 Καταβολή εξόδων κηδείας ασφαλισμένων τ. ΟΓΑ Άρθρο 120 Παράταση καταβολής αναπηρικών παροχών
Για καλύτερη κατανόηση προτάσσω την αιτιολογική έκθεση των άρθρων
Μανώλης Μπασιάς
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Επί του άρθρου 115
Με την προτεινόμενη διάταξη ορίζεται ότι το ποσοστό της προσωρινής σύνταξης αυξάνεται από ποσοστό 50% σε ποσοστό 70% για τους τους αυτοτελώς απασχολούμενους, ελεύθερους επαγγελματίες και ασφαλισμένους στον τ. Ο. ΓΑ, και σε ποσοστό 80% για τους μισθωτούς. Ειδικότερα, με την περ. α) της παρ. 1 της προτεινόμενης ρύθμισης προβλέπεται ότι για τους μισθωτούς, το ποσό της προσωρινής σύνταξης υπολογίζεται ως το 80% του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου κατά τους δώδεκα (12) μήνες ασφάλισης που προηγούνται της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης.
Με την περ. β) της παρ. 1 της προτεινόμενης ρύθμισης προβλέπεται ότι για τους αυτοτελώς απασχολούμενους, ελεύθερους επαγγελματίες και ασφαλισμένους στον τ. Ο.Γ.Α., όπως αυτοί ορίζονται στα άρθρα 39 και 40 του ν. 4387/2016 (Α' 85} καταβάλλεται αντίστοιχα ποσοστό 70% του μέσου μηνιαίου εισοδήματος των δώδεκα (12) τελευταίων μηνών ασφάλισης που προηγούνται της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης.
Κατ' αυτόν τον τρόπο, επιτυγχάνεται η αύξηση του ποσοστού της κύριας σύνταξης και η περαιτέρω ενίσχυση του εισοδήματος των συνταξιούχων και μάλιστα αναδρομικά. Η προτεινόμενη διάταξη τίθεται σε εφαρμογή από την ημερομηνία της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης για τους ασφαλισμένους που υπέβαλαν αίτηση για χορήγηση προσωρινής σύνταξης, κατ' εφαρμογή του άρθρου 29 του ν. 4387/2016, σύμφωνα με το οποίο οι ασφαλισμένοι που υπέβαλαν αίτηση συνταξιοδότησης με ηλεκτρονικό τρόπο δικαιούνταν ως ποσοστό προκαταβολής το 50% της κύριας σύνταξης. Με την προτεινόμενη ρύθμιση, θεσπίζεται η αναδρομική επέκταση της αύξησης του ποσοστού της προκαταβολής της σύνταξης και η καταβολή αναδρομικών στις ήδη χορηγηθείσες προσωρινές συντάξεις, οι οποίες κατατέθηκαν με χειρόγραφο τρόπο. Η αναγκαιότητα της προτεινόμενης ρύθμισης έγκειται στην διασφάλιση ποσού προσωρινής σύνταξης που θα επιτρέπει στους συνταξιούχους να διαβιούν με αξιοπρέπεια, με τρόπο που δεν αποκλίνει ουσιωδώς από το
ποσό της οριστική σύνταξης, αλλά και ούτε από το ποσό της προσωρινής σύνταξης που καταβάλλεται στις αιτήσεις που υποβάλλονται με ηλεκτρονικό τρόπο.
Περαιτέρω, με την παρ. 2 ορίζεται ότι για τους μισθωτούς και τους ασφαλισμένους στον τ. Ο.Γ.Α η προσωρινή σύνταξη δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού της εθνικής σύνταξης που αντιστοιχεί σε είκοσι (20) έτη ασφάλισης και να υπερβαίνει το ποσό που ισούται με το διπλάσιο αυτής, στο ύψος που διαμορφώνεται κάθε φορά.
Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους και τους ελεύθερους επαγγελματίες, η προσωρινή σύνταξη δεν μπορεί να είναι μικρότερη από την εκάστοτε εθνική σύνταξη που αντιστοιχεί σε είκοσι (20) έτη ασφάλισης και μεγαλύτερη από το ποσό που ισούται με το ύψος της εθνικής σύνταξης πολλαπλασιαζόμενο επί δυόμισι φορές, στο ύψος που διαμορφώνεται κάθε φορά. Τέλος, για την περαιτέρω ενίσχυση του εισοδήματος των συνταξιούχων καταργείται η προϋπόθεση της υποχρέωσης διακοπής της εργασίας, κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης και, επομένως, οι συνταξιούχοι δικαιούνται τη λήψη προσωρινής σύνταξης με την αντίστοιχη περικοπή του 30% της προσωρινής, ακόμα και εάν συνεχίζουν την εργασία τους/ αυτοαπασχόλησή τους. Η παρούσα ρύθμιση συμβάλλει στην ενίσχυση του εισοδήματος των συνταξιούχων και στην εξασφάλιση ενός αξιοπρεπούς επιπέδου διαβίωσης.
Το άρθρο 115 του νόμου 4714 έχει ως εξής:
Άρθρο 115
Αύξηση του ποσοστού της προσωρινής σύνταξης σε αιτήσεις που έχουν υποβληθεί χειρόγραφα
Οι παρ. 1,2, 4, 7 και 8 του άρθρου 29 του ν. 4387/2016 (Α' 85) τροποποιούνται, προστίθενται παρ. 10,11 και 12 και το άρθρο 29 του ν. 4387/2016διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 29 Προσωρινή σύνταξη
1.Οι ασφαλισμένοι οι οποίοι έχουν υποβάλει στον ε-Ε.Φ.Κ.Α. από τις 13.5.2016 έντυπη αίτηση συνταξιοδότησης λόγω γήρατος, δικαιούνται προσωρινή σύνταξη μέχρι την έκδοση της οριστικής απόφασης συνταξιοδότησης, το ύψος της οποίας υπολογίζεται ως εξής:
α) Για τους μισθωτούς το 80% του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου κατά τους δώδεκα (12) μήνες ασφάλισης που προηγούνται της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης. Ο μέσος αυτός όρος υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών, οποτεδήποτε και αν καταβλήθηκαν, διά του δώδεκα (12).
β) Γ ια τους αυτοτελώς απασχολούμενους, τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους ασφαλισμένους στον Ο.Γ.Α., όπως αυτοί ορίζονται στα άρθρα 39 και 40, το 70% του μέσου μηνιαίου εισοδήματος των δώδεκα (12) τελευταίων μηνών ασφάλισης που προηγούνται της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης. Ως μέσο μηνιαίο εισόδημα νοείται αυτό το οποίο προκύπτει από το πηλίκο του συνόλου των τρεχουσών εισφορών κύριας ασφάλισης που καταβλήθηκαν κατά τους μήνες αυτούς, διαιρούμενου δια του 20% και διά του δώδεκα (12).
γ) Στην περίπτωση χορήγησης σύνταξης σε όσους έχουν υποβάλλει αίτηση συνταξιοδότησης και έχουν ήδη αναλάβει ή αναλαμβάνουν από τη δημοσίευση του νόμου εργασία και δικαιούνται σύνταξη, καταβάλλεται προσωρινή σύνταξη από τη δημοσίευση του παρόντος και εφεξής μειωμένη κατά ποσοστό 30% για όσο χρονικό διάστημα απασχολούνται ή διατηρούν την ιδιότητα ή τη δραστηριότητά τους αυτή.
δ) Η μείωση της περ. γ) εφαρμόζεται και επί των ποσών που προκύπτουν από τις παρ. 2 και 3.
2.Για τους μισθωτούς και τους ασφαλισμένους στον τ. Ο.Γ.Α. η προσωρινή σύνταξη δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού της εθνικής σύνταξης που αντιστοιχεί σε είκοσι (20) έτη ασφάλισης και να υπερβαίνει το ποσό που ισούται με το διπλάσιο αυτής, στο ύψος που διαμορφώνεται κάθε φορά. Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους και τους ελεύθερους επαγγελματίες, η προσωρινή σύνταξη δεν μπορεί να είναι μικρότερη από την εκάστοτε εθνική σύνταξη που αντιστοιχεί σε είκοσι (20) έτη ασφάλισης και μεγαλύτερη από το ποσό που ισούται με το ύψος της εθνικής σύνταξης πολλαπλασιαζόμενο επί δυόμισι φορές, στο ύψος που διαμορφώνεται κάθε φορά.
3.Τα ανωτέρω ισχύουν στις περιπτώσεις αίτησης για πλήρη σύνταξη λόγω γήρατος. Σε περιπτώσεις αίτησης για μειωμένη σύνταξη λόγω γήρατος το ποσό της προσωρινής σύνταξης μειώνεται κατά ποσοστό 1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται από τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας που προβλέπεται για την πλήρη σύνταξη.
4.Σε περίπτωση υποβολής αίτησης σύνταξης λόγω αναπηρίας, το ποσό της προσωρινής σύνταξης, στο ύψος που διαμορφώνεται κατά τα ανωτέρω, μειώνεται αντίστοιχα κατά τα ποσοστά που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 27. Σε περίπτωση υποβολής αίτησης συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, η προσωρινή σύνταξη, όπως διαμορφώνεται με τις ανωτέρω διατάξεις, χορηγείται στους δικαιούχους σε ποσοστό 70%. Το ποσοστό αυτό επιμερίζεται μεταξύ των δικαιοδόχων, σύμφωνα με τα ποσοστά επιμερισμού της σύνταξης.
5.Το ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται στον ασφαλισμένο με την προσωρινή σύνταξη συμψηφίζεται με το ποσό της σύνταξης που προκύπτει μετά την έκδοση της οριστικής πράξης απονομής της σύνταξης.
6.Στην περίπτωση ασφαλισμένου με διαδοχικό χρόνο ασφάλισης στους εντασσόμενους στον Ε.Φ.Κ.Α. φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς, η αίτηση για προσωρινή σύνταξη υποβάλλεται και εξετάζεται από τον Ε.Φ.Κ.Α., σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον παρόντα νόμο για την επαγγελματική δραστηριότητα στην οποία υπαγόταν ο ασφαλισμένος κατά την τελευταία χρονική περίοδο πριν από την αίτησή του. Αν για τον υπολογισμό του ποσού της προσωρινής σύνταξης, ο απαιτούμενος χρόνος ασφάλισης της παρ. 1 δεν επαρκεί, λόγω αλλαγής επαγγελματικής δραστηριότητας του ασφαλισμένου, λαμβάνεται υπόψη και διαδοχικά διανυθείς χρόνος ασφάλισης και καταβάλλεται ποσό προσωρινής σύνταξης, όπως προβλέπεται στο παρόν.
Το ανωτέρω ισχύει και στις περιπτώσεις διαδοχικά ασφαλισμένων που έχουν οφειλή μέχρι του ποσού που προβλέπεται από τις σχετικές διατάξεις.
7.Η διάταξη για την έκδοση της προσωρινής σύνταξης δεν εφαρμόζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) Όταν ο ασφαλισμένος με δήλωσή του δεν επιθυμεί την έκδοση προσωρινής σύνταξης.
β) Όταν δεν πληρούνται οι νόμιμες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης.
γ) Όταν για τη συνταξιοδότηση πρέπει να εφαρμοστούν οι Κανονισμοί 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας και 987/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 883/2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας, καθώς και οι διμερείς συμβάσεις κοινωνικής ασφάλειας, εκτός των περιπτώσεων που θεμελιώνεται αυτοτελές συνταξιοδοτικό δικαίωμα μόνο με τον χρόνο ασφάλισης σε ελληνικό ασφαλιστικό φορέα.
δ) Όταν δεν έχουν κατατεθεί τα απαραίτητα δικαιολογητικά.
ε) Όταν λαμβάνεται ταυτόχρονα και άλλη κύρια σύνταξη για την ίδια αιτία.
στ) Όταν είναι απαραίτητη η προηγούμενη αναγνώριση χρόνων ασφάλισης για θεμελίωση συνταξιοδοτικών προϋποθέσεων. Στην περίπτωση αυτή, ο λόγος θεωρείται ότι εκλείπει εφόσον, μετά από την υποβολή σχετικής αίτησης εκ μέρους του ενδιαφερομένου, εκδοθεί η απόφαση αναγνώρισης χρόνου ασφάλισης, ακόμα και αν η εξαγορά του χρόνου αυτού γίνει τμηματικά με παρακράτηση του σχετικού ποσού από τη σύνταξη του δικαιούχου.
ζ) Όταν υπάρχουν οφειλές από ασφαλιστικές εισφορές ποσού που υπερβαίνει τα προβλεπόμενα από τις σχετικές διατάξεις ποσά.
η) Όταν παρέχεται εργασία για την οποία προβλέπεται αναστολή καταβολής της σύνταξης σύμφωνα με το άρθρο 20 του ν. 4387/2016.
Εάν μεταγενέστερα εκλείψουν οι λόγοι των περ. ζ) και η), η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται από την πρώτη του επόμενου μήνα της υποβολής της σχετικής νέας αίτησης του ενδιαφερομένου.
8.Για την έγκριση ή την απόρριψη του αιτήματος χορήγησης προσωρινής σύνταξης εκδίδεται απόφαση του αρμόδιου ασφαλιστικού οργάνου, εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης των δικαιολογητικών ή από την ημερομηνία οριστικοποίησης της κρίσης των υγειονομικών επιτροπών, αν η χορήγηση της σύνταξης συναρτάται με την εκτίμηση του βαθμού αναπηρίας του ασφαλισμένου.
Η απόφαση του προηγούμενου εδαφίου δεν υπόκειται σε προσφυγή.
9.Η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται κατ' απόλυτη προτεραιότητα στους δικαιούχους που είναι άτομα με αναπηρία, με χρόνιες παθήσεις και στους γονείς και νόμιμους κηδεμόνες που προστατεύουν άτομα με αναπηρία ή για όσους συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του ν. 612/1977είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές και ισχύουν κάθε φορά, ή με βάση τις διατάξεις που αναφέρονται στα πρόσωπα του τετάρτου εδαφίου της περ. α' της παρ. 1 των άρθρων 1 και 26 του π.δ. 169/2007 (Α' 210) είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές, όπως ισχύουν κάθε φορά.
10.Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται και σε περιπτώσεις ασφαλισμένων που έχουν υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης από τη 13η.5.2016 και εφεξής και τους έχει ήδη χορηγηθεί προσωρινή σύνταξη, εφόσον δεν έχει χορηγηθεί οριστική, καθώς και σε απασχολούμενους συνταξιούχους που δεν δικαιούνταν προσωρινή σύνταξη πριν από την έναρξη εφαρμογής του παρόντος.
Η καταβολή της διαφοράς από την εφαρμογή των διατάξεων των περ. α) και β) της παρ. 1, καθώς και των παρ. 3 και παρ. 4, καταβάλλεται αναδρομικά στους δικαιούχους.
11.Εάν, μετά από τον έλεγχο των δικαιολογητικών για την έκδοση της οριστικής απόφασης απονομής της σύνταξης, διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης ή ότι τα στοιχεία που αναφέρονται στην αίτηση και στην υπεύθυνη δήλωση του ασφαλισμένου είναι ανακριβή, τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά συντάξεων αναζητούνται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις περί επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών.
12.Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζονται η διαδικασία, ο τρόπος και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την καταβολή της διαφοράς στις ήδη χορηγηθείσες προσωρινές συντάξεις για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση συνταξιοδότησης, η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος στις εκκρεμείς κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος αιτήσεις χορήγησης προσωρινής σύνταξης, καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο ζήτημα για την εφαρμογή του παρόντος.».
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Επί του άρθρου 116
Στην παρ. 1 του άρθρου 29 Α του ν. 4387/2016 προβλέπεται το δικαίωμα χορήγησης προσωρινής σύνταξης στους ασφαλισμένους που υποβάλλουν ηλεκτρονικά αίτηση συνταξιοδότησης στον Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-ΕφΚΑ), η οποία υπολογίζεται σε ποσοστό 80 % επί της οριστικής σύνταξης γήρατος, όπως διαμορφώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4387/2016. Η προσωρινή σύνταξη γήρατος χορηγείται από την πρώτη του επόμενου της ημερομηνίας κατάθεσης της αίτησης συνταξιοδότησης μήνα, μέχρι το τέλος του μήνα έκδοσης της οριστικής απόφασης.
Με την τροποποίηση της περ. α} της παρ. 2 του άρθρου 29 Α του ν. 4387/2016 ορίζεται ρητά ότι επιτρέπεται η χορήγηση προσωρινής σύνταξης στους δικαιούχους ακόμα και εάν δεν έχει διακοπεί η εργασία ή αυτοαπασχόλησή τους κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης ή αναληφθεί μεταγενέστερα. Στην περίπτωση αυτή καταβάλλεται στους δικαιούχους προσωρινή σύνταξη από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και εφεξής μειωμένη κατά ποσοστό 30% για όσο χρονικό διάστημα απασχολούνται ή διατηρούν την ιδιότητα ή τη δραστηριότητά τους αυτή. Σκοπός της προτεινόμενης διάταξης είναι η ενίσχυση του εισοδήματος των συνταξιούχων, έως ότου εκδοθεί η οριστική απόφαση απονομής της κύριας σύνταξης, δίνοντας τους τη δυνατότητα να λαμβάνουν προσωρινή σύνταξη, παρά τη συνέχιση της απασχόλησής τους. Με την παρ. 7 της προτεινόμενης διάταξης τίθενται εξαιρέσεις από τον γενικό κανόνα του άρθρου 29 Α του ν. 4387/2016 και απαριθμούνται οι περιπτώσεις στις οποίες δεν προβλέπεται η χορήγηση της προσωρινής σύνταξης ως εξής:
α) Όταν η αίτηση συνταξιοδότησης δεν υποβάλλεται ηλεκτρονικά.
β) Όταν για τη συνταξιοδότηση πρέπει να εφαρμοστούν οι Κανονισμοί 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, τΠς 29Πς Απριλίου 2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας και 987/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, τΠς 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας, καθώς και οι διμερείς συμβάσεις
κοινωνικής ασφάλειας, εκτός των περιπτώσεων που θεμελιώνεται αυτοτελές συνταξιοδοτικό δικαίωμα μόνο με τον χρόνο ασφάλισης σε ελληνικό ασφαλιστικό φορέα. V) Όταν χορηγείται ήδη προσωρινή ή οριστική σύνταξη για την ίδια αιτία.
δ) Όταν είναι απαραίτητη η αναγνώριση χρόνων ασφάλισης για θεμελίωση του δικαιώματος συνταξιοδότησης.
ε) Όταν υπάρχουν οφειλές από ασφαλιστικές εισφορές, το ποσό των οποίων υπερβαίνει τα προβλεπόμενα από τις σχετικές διατάξεις ποσά. Αν μεταγενέστερα εκλείψει ο λόγος αυτός, η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται από την ημερομηνία που ορίζεται στην παράγραφο 1 του παρόντος.
στ) Όταν παρέχεται εργασία για την οποία προβλέπεται αναστολή καταβολής της σύνταξης σύμφωνα με το άρθρο 20 του ν. 4387/2016.
Επίσης, αποσαφηνίζεται ότι σε περίπτωση που μεταγενέστερα εκλείψουν οι λόγοι των περ. ε) και στ), η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται από την πρώτη του επόμενου μήνα υποβολής σχετικής νέας αίτησης του ενδιαφερομένου.
Προσέτι, διευκρινίζεται στην παρούσα ρύθμιση της παρ. 8 ότι εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 29 του ν. 4387/2016, όπως έχουν τροποποιηθεί και ισχύουν, για τους ασφαλισμένους οι οποίοι κατέθεσαν στον e- Ε.Φ.Κ.Α. έντυπη αίτηση συνταξιοδότησης.
Τέλος, με την παρ. 9 του άρθρου 29 Α του ν. 4387/2016 παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων για την έκδοση απόφασης με την οποία θα καθορίζονται η διαδικασία χορήγησης προσωρινής σύνταξης στους ασφαλισμένους που δεν δικαιούνταν προσωρινή σύνταξη πριν την εφαρμογή του τρίτου εδαφίου της περ. α) της παρ. 2 του παρόντος, η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος στις εκκρεμείς κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος αιτήσεις χορήγησης προσωρινής σύνταξης, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.
Το άρθρο 116 του νόμου 4714 έχει ως εξής:
Άρθρο 116
Ρυθμίσεις για την προσωρινή σύνταξη σε περίπτωση ηλεκτρονικής υποβολής
Οι παρ. 1,2α, 7 και 8 του άρθρου 29Α του ν. 4387/2016 (Α' 85) τροποποιούνται και προστίθεται παρ. 9. Το άρθρο 29Α του ν. 4387/2016διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 29Α
Προσωρινή σύνταξη για αιτήσεις που υποβάλλονται ηλεκτρονικά
1.Οι ασφαλισμένοι οι οποίοι υποβάλλουν ηλεκτρονικά στον Ε.Φ.Κ.Α. αίτηση συνταξιοδότησης, δικαιούνται προσωρινή σύνταξη από την πρώτη του επόμενου της ημερομηνίας κατάθεσης της αίτησης συνταξιοδότησης μήνα, μέχρι το τέλος του μήνα έκδοσης της οριστικής απόφασης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις επόμενες παραγράφους.
2.α) Η προσωρινή σύνταξη λόγω γήρατος υπολογίζεται στο 80% του ποσού της οριστικής σύνταξης, όπως διαμορφώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4387/2016 (Α' 85). Στην περίπτωση χορήγησης μειωμένης σύνταξης λόγω γήρατος, το ποσό που υπολογίζεται κατά το προηγούμενο εδάφιο μειώνεται αντίστοιχα προς το ποσοστό μείωσης που προβλέπεται από τις οικείες διατάξεις για κάθε μήνα που υπολείπεται της συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας για τη χορήγηση πλήρους σύνταξης. Στην περίπτωση χορήγησης σύνταξης σε όσους έχουν υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης και οποίοι έχουν ήδη αναλάβει ή αναλαμβάνουν από της δημοσιεύσεως του νόμου εργασία και δικαιούνται σύνταξη, καταβάλλεται προσωρινή σύνταξη από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και εφεξής μειωμένη κατά ποσοστό 30% για όσο χρονικό διάστημα απασχολούνται ή διατηρούν την ιδιότητα ή τη δραστηριότητά τους αυτή.
β) Οι ασφαλισμένοι που υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας δικαιούνται προσωρινή σύνταξη, η οποία διαμορφώνεται σύμφωνα με την περ. α' της παρούσας παραγράφου σε συνδυασμό με το πρώτο εδάφιο της περ. α) της παρ. 2 του άρθρου 27 και την παρ. 2 του άρθρου 31 του ν. 4387/2016.
γ) Σε περίπτωση υποβολής αίτησης συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, η προσωρινή σύνταξη, όπως διαμορφώνεται με τις ανωτέρω διατάξεις, χορηγείται σε ποσοστό 80% εφόσον συμμετέχουν στην απονομή και τα τέκνα και χορηγείται στους δικαιοδόχους σύμφωνα με το άρθρο 12 του ν. 4387/2016. Το ποσοστό αυτό επιμερίζεται μεταξύ των δικαιοδόχων, σύμφωνα με τα ποσοστά επιμερισμού της σύνταξης. Σε διαφορετική περίπτωση, η προσωρινή σύνταξη ανέρχεται σε ποσοστό 70%. Το ποσό που θα προκύψει σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί στην εθνική σύνταξη που χορηγείται για δεκαπέντε (15) έτη ασφάλισης, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 7 του ν. 4387/2016.
3.Για την έγκριση ή την απόρριψη του αιτήματος χορήγησης προσωρινής σύνταξης εκδίδεται απόφαση του αρμόδιου ασφαλιστικού οργάνου, εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης των δικαιολογητικών της παραγράφου 4 ή και από την ημερομηνία οριστικοποίησης της κρίσης των υγειονομικών επιτροπών, αν η χορήγηση της σύνταξης συναρτάται με την εκτίμηση του βαθμού αναπηρίας του ασφαλισμένου. Η απόφαση του προηγούμενου εδαφίου δεν υπόκειται σε προσφυγή,
4.Η προσωρινή σύνταξη χορηγείται εφόσον ο αιτών:
α) έχει συμπληρώσει στην ηλεκτρονική αίτηση συνταξιοδότησης όλα τα πεδία που είναι απαραίτητα για τον υπολογισμό της σύνταξης σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4387/2016,
β) έχει συνυποβάλει υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 (Α' 75) ειδικά ως προς την ακρίβεια του χρόνου ασφάλισης και των αποδοχών ή του εισοδήματος που δηλώνει στην αίτηση συνταξιοδότησης, καθώς και ότι πληροί τόσο τις προϋποθέσεις χορήγησης της προσωρινής σύνταξης του άρθρου αυτού όσο και τις προϋποθέσεις χορήγησης της οριστικής σύνταξης.
Ασφαλισμένος με διαδοχικό χρόνο ασφάλισης, πλέον των ανωτέρω, οφείλει να δηλώσει αναλυτικά τα Ταμεία, στα οποία ασφαλίστηκε διαδοχικά, τον χρόνο ασφάλισης ανά ενταχθέν Ταμείο και συνολικά, τις αντίστοιχες αποδοχές/εισόδημα, τον τυχόν χρόνο παράλληλης ασφάλισής του, το Ταμείο στο οποίο έχει τυχόν οφειλές, καθώς και το αντίστοιχο ποσό, σύμφωνα με την υπουργική απόφαση Φ.1500/οικ.9696/195/8.8.2014 (Β' 2441).
Ασφαλισμένος για τον οποίο είναι απαραίτητος ο έλεγχος καταβολής των εισφορών, θα πρέπει να καταθέσει επιπλέον υπηρεσιακό σημείωμα του αρμόδιου τμήματος εισφορών σχετικά με τις τυχόν οφειλόμενες εισφορές κατά τον μήνα κατάθεσης της αίτησης συνταξιοδότησης.
5.Το ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται στον ασφαλισμένο σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους συμψηφίζεται με το ποσό της σύνταξης που καθορίζεται στην οριστική απόφαση απονομής της σύνταξης.
6.Εάν, μετά τον έλεγχο των δικαιολογητικών για την έκδοση της οριστικής απόφασης απονομής της σύνταξης, διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης ή ότι τα στοιχεία που αναφέρονται στην αίτηση και στην υπεύθυνη δήλωση του ασφαλισμένου είναι ανακριβή, τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά συντάξεων αναζητούνται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις περί επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών.
7.Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:
α) Όταν η αίτηση συνταξιοδότησης δεν υποβάλλεται ηλεκτρονικά.
β) Όταν για τη συνταξιοδότηση πρέπει να εφαρμοστούν οι Κανονισμοί 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας και 987/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας, καθώς και οι διμερείς συμβάσεις κοινωνικής ασφάλειας, εκτός των περιπτώσεων που θεμελιώνεται αυτοτελές συνταξιοδοτικό δικαίωμα μόνο με τον χρόνο ασφάλισης σε ελληνικό ασφαλιστικό φορέα.
γ) Όταν χορηγείται ήδη προσωρινή ή οριστική σύνταξη για την ίδια αιτία.
δ) Όταν είναι απαραίτητη η αναγνώριση χρόνων ασφάλισης για θεμελίωση του δικαιώματος συνταξιοδότησης. Εφόσον, όμως, μετά από την υποβολή σχετικής αίτησης εκ μέρους του ενδιαφερομένου, εκδοθεί η απόφαση αναγνώρισης χρόνου ασφάλισης, ακόμα και αν η εξαγορά του χρόνου αυτού γίνει τμηματικά με παρακράτηση του σχετικού ποσού από τη σύνταξη του δικαιούχου, είναι επιτρεπτό να χορηγηθεί προσωρινή σύνταξη από την αρχική αίτηση, όχι όμως πριν από την ημερομηνία που ορίζεται στην παρ. 1.
ε) Όταν υπάρχουν οφειλές από ασφαλιστικές εισφορές, το ποσό των οποίων υπερβαίνει τα προβλεπόμενα από τις σχετικές διατάξεις ποσά. Αν μεταγενέστερα εκλείψει ο λόγος αυτός, η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται από την ημερομηνία που ορίζεται στην παρ. 1.
στ) Όταν παρέχεται εργασία για την οποία προβλέπεται αναστολή καταβολής της σύνταξης σύμφωνα με το άρθρο 20 του ν. 4387/2016.
Εάν μεταγενέστερα εκλείψουν οι λόγοι των περ. ε) και στ), η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται από την πρώτη του επόμενου μήνα υποβολής σχετικής νέας αίτησης του ενδιαφερομένου.
8.Για τους ασφαλισμένους οι οποίοι κατέθεσαν στον Θ-Ε.Φ.Κ.Α. έντυπη αίτηση συνταξιοδότησης ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 29 του ν. 4387/2016όπως έχουν τροποποιηθεί.
9.Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζονται η διαδικασία χορήγησης προσωρινής σύνταξης στους ασφαλισμένους που δεν δικαιούνταν προσωρινή σύνταξη πριν την εφαρμογή του τρίτου εδαφίου της περ. α) της παρ. 2, η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος στις εκκρεμείς κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος αιτήσεις χορήγησης προσωρινής σύνταξης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.».
ΕΙΣΗΓΗΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Επί του άρθρου 117
Με την παρ. 1 του προτεινόμενου άρθρου τροποποιείται η περ. α) της παρ. 3 του άρθρου 35 του ν. 4387/2016 και προβλέπεται όη στην περίπτωση διαδοχικής ασφάλισης σε πρώην ταμεία, κλάδους, τομείς και λογαριασμούς του κλάδου εφάπαξ παροχών του e-ΕΦΚΑ χορηγείται η εφάπαξ παροχή του τελευταίου ταμείου, κλάδου, τομέα και λογαριασμού και όταν βεβαιωθεί ο χρόνος διαδοχικής ασφάλισης, εκδίδεται απόφαση χορήγησης της συμπληρωματικής εφάπαξ παροχής. Περαιτέρω, αποσαφηνίζεται ότι η παρούσα ρύθμιση καταλαμβάνει και τις εκκρεμείς αιτήσεις. Κατ' αυτόν τον τρόπο επιταχύνεται η διαδικασία απονομής της εφάπαξ παροχής στην περίπτωση διαδοχικής ασφάλισης σε πρώην ταμεία, κλάδους, τομείς και λογαριασμούς του κλάδου εφάπαξ παροχών του e-ΕΦΚΑ.
Με την παρ. 2 του προτεινόμενου άρθρου τροποποιείται η περ. δ) της παρ. 3 του άρθρου 35 του ν. 4387/2016 και θεσπίζεται η δυνατότητα προκαταβολής μέρους της δικαιούμενης εφάπαξ παροχής στους δικαιούχους ασφαλισμένους. Δικαιούχοι της προκαταβολής είναι οι άμεσα ασφαλισμένοι, οι οποίοι έλαβαν κύρια σύνταξη λόγω γήρατος ή λόγω οριστικής αναπηρίας. Ειδικότερα, με την προτεινόμενη ρύθμιση προβλέπεται ότι απαραίτητες προϋποθέσεις για τη χορήγηση της προκαταβολής της εφάπαξ παροχής είναι: α) η πάροδος τριών μηνών από την υποβολή αίτησης για χορήγηση της εφάπαξ παροχής, β) η έκδοση οριστικής απόφασης κύριας σύνταξης γήρατος ή αναπηρίας, γ) η πραγματοποίηση ελάχιστου χρόνου ασφάλισης είκοσι (20) ετών αυτοτελώς σε έναν
πρώην Φορέα Απονομής Εφάπαξ. Επίσης ορίζεται ότι η υποχρέωση πραγματοποίησης ελάχιστου χρόνου ασφάλισης είκοσι (20} ετών αυτοτελώς σε έναν πρώην Φορέα Απονομής Εφάπαξ δεν ισχύει για τους ασφαλισμένους των πρώην Ταμείων Προνοίας Αξιωματικών Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΑΕΝ) και Πρόνοιας Κατωτέρων Πληρωμάτων Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΚΠΕΝ).
Επιπροσθέτως, με την προτεινόμενη διάταξη προβλέπεται ότι αρμόδια για την έκδοση της προσωρινής απόφασης προκαταβολής είναι η Διεύθυνση του Κλάδου Εφάπαξ Παροχών του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.φ.Κ.Α.) και ότι για την εκτέλεση της απόφασης τηρούνται οι προβλεπόμενες από τον νόμο διαδικασίες ελέγχου και παρακράτησης τυχόν οφειλών προς τον e-Ε.φ.Κ.Α., τη Φορολογική Διοίκηση, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου και τους λοιπούς φορείς του Δημοσίου.
Προσέτι, ορίζεται ότι το ποσό της προκαταβολής θα αντιστοιχεί σε ποσοστό επί του ποσού της εφάπαξ παροχής ανά πρώην φορέα Απονομής Εφάπαξ. Το ποσοστό και το ποσό ανά πρώΠν Φορέα Απονομής Εφάπαξ θα επικαιροποίείται με συνυπολογισμό των νεότερων διαθέσιμων στοιχείων. Ειδικότερα, προβλέπεται ότι σε περίπτωση προκαταβολής ποσού μεγαλύτερου από εκείνο της οριστικής απόφασης απονομής εφάπαξ παροχής, το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό αποσβέννυται με μηνιαία παρακράτηση από το ποσό της κύριας και επικουρικής σύνταξης του δικαιούχου. Ειδικά, στην περίπτωση αυτή παρακρατείται έως και το ένα τέταρτο (1/4} του ποσού της κύριας σύνταξης σε συνδυασμό και με τα προβλεπόμενα περί παρακράτησης για κάθε πρώην Φορέα Απονομής Κύριας Σύνταξης. Όσον αφορά την παρακράτηση από το ποσό της επικουρικής σύνταξης του δικαιούχου εφαρμόζεται το άρθρο 46 του ν. 4670/2020 (Α'43) και ορίζεται ότι τα ποσά που παρακρατούνται αποδίδονται στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών.
Προσέτι, με την εξουσιοδοτική διάταξη προβλέπεται η έκδοση υπουργικής απόφασης, η οποία θα ορίζει το ποσοστό και το ποσό της προκαταβολής της εφάπαξ παροχής που χορηγείται ανά πρώην Φορέα Απονομής Εφάπαξ, τις εκκρεμείς αιτήσεις απονομής εφάπαξ που περιλαμβάνονται στη ρύθμιση, τη διαδικασία απονομής της προκαταβολής, συμπεριλαμβανομένου του σχετικού εντύπου απονομής της εφάπαξ παροχής, τη διαδικασία επικαιροποίησης του ποσοστού και του ποσού ανά πρώην φορέα απονομής εφάπαξ, καθώς και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή της παρούσας.
Με την παρ. 2 της προτεινόμενης διάταξης σκοπείται η ενίσχυση του εισοδήματος των συνταξιούχων.
Τέλος, με την παρ. 3 της προτεινόμενης ρύθμισης προστίθεται εδάφιο στο τέλος του προτελευταίου εδαφίου της υποπερ. αα) της περ. α} της παρ. 4 του άρθρου 35 του ν. 4387/2016. Ειδικότερα, προβλέπεται ότι, όταν η διακοπή της ασφάλισης στα ταμεία πρώην Ταμείο Πρόνοιας Αξιωματικών Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΑΕΝ) και πρώην Ταμείο Πρόνοιας Κατώτερων Πληρωμάτων Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΚΠΕΝ} έχει επέλθει πριν από το έτος 1994 και δεν είναι δυνατή η ανεύρεση των συντάξιμων αποδοχών της περιόδου αυτής ο υπολογισμός του ποσού της εφάπαξ παροχής γίνεται με βάσει τις καταστατικές τους διατάξεις. Ο υπολογισμός του τμήματος της εφάπαξ παροχής των ασφαλισμένων του πρώην ΤΠΑΕΝ και του πρώην ΤΠΚΠΕΝ πραγματοποιείται και απονέμεται αυτοτελώς. Κατ' αυτόν τον τρόπο, επιταχύνεται η διαδικασία απονομής εφάπαξ παροχής στις περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης, μέρος της οποίας είχε διανυθεί στα πρώην ΤΠΑΕΝ και πρώην
ΤΠΚΠΕΝ.
Το άρθρο 117 του νόμου 4714 έχει ως εξής:
Άρθρο 117
Προκαταβολή εφάπαξ παροχής
1.Η περ. α) της παρ. 3 του άρθρου 35 του ν. 4387/2016 (Α' 85) αντικαθίσταται ως εξής:
«α) Η εφάπαξ παροχή απονέμεται εφόσον ο ασφαλισμένος έλαβε κύρια σύνταξη λόγω γήρατος ή οριστικής αναπηρίας. Στην περίπτωση διαδοχικής ασφάλισης σε πρώην ταμεία, κλάδους, τομείς και λογαριασμούς του κλάδου εφάπαξ παροχών του e-ΕΦΚΑ χορηγείται η εφάπαξ παροχή του τελευταίου ταμείου, κλάδου, τομέα και λογαριασμού και όταν βεβαιωθεί ο χρόνος διαδοχικής ασφάλισης, εκδίδεται απόφαση χορήγησης της συμπληρωματικής εφάπαξ παροχής.
Αν ο ασφαλισμένος λαμβάνει σύνταξη από ταμείο που χορηγεί προσυνταξιοδοτική παροχή, απονέμεται η εφάπαξ παροχή, εφόσον ο ασφαλισμένος έλαβε προσυνταξιοδοτική παροχή.
Οι καταστατικές διατάξεις των ταμείων, τομέων, κλάδων ή λογαριασμών του άρθρου 75, από τις οποίες προβλεπόταν ως προϋπόθεση για τη χορήγηση εφάπαξ παροχής η προηγούμενη συνταξιοδότηση από φορέα επικουρικής ασφάλισης καταργούνται.
Εκκρεμείς αιτήσεις χορήγησης της εφάπαξ παροχής, κρίνονται ως προς τις προϋποθέσεις απονομής βάσει των διατάξεων της παρούσας.».
2.Η περ. δ) της παρ. 3 του άρθρου 35 του ν. 4387/2016αντικαθίσταται ως εξής:
«δ) Οι άμεσα ασφαλισμένοι της περ. α) της παρ. 3 δύνανται να λάβουν μέρος της εφάπαξ παροχής που δικαιούνται ως προκαταβολή, έναντι της συνολικής εφάπαξ παροχής.
Προϋποθέσεις χορήγησης της προκαταβολής είναι:
α) η πάροδος τριών (3) μηνών από την υποβολή αίτησης χορήγησης εφάπαξ παροχής,
β) η έκδοση οριστικής απόφασης κύριας σύνταξης γήρατος ή αναπηρίας,
γ) η πραγματοποίηση ελάχιστου χρόνου ασφάλισης είκοσι (20) ετών αυτοτελώς σε έναν πρώην φορέα Απονομής Εφάπαξ.
Η περ. γ) του ανωτέρω εδαφίου δεν ισχύει για τους ασφαλισμένους του πρώην Ταμείου Πρόνοιας Αξιωματικών Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΑΕΝ) και του πρώην Ταμείου Πρόνοιας Κατωτέρων Πληρωμάτων Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΚΠΕΝ).
Το ύψος της προκαταβολής προκύπτει ως ποσοστό επί ποσού της εφάπαξ παροχής ανά πρώην Φορέα Απονομής Εφάπαξ. Το ποσοστό και το ποσό ανά πρώην Φορέα Απονομής Εφάπαξ επικαιροποιούνται με συνυπολογισμό των νεώτερων διαθέσιμων στοιχείων.
Η έκδοση της προσωρινής απόφασης χορήγησης του ανωτέρω ποσού πραγματοποιείται από την αρμόδια Διεύθυνση του Κλάδου Εφάπαξ Παροχών του e-Ε.Φ.Κ.Α. Για την εκτέλεση της απόφασης τηρούνται οι προβλεπόμενες από τον νόμο διαδικασίες ελέγχου και παρακράτησης τυχόν οφειλών προς τον Θ-Ε.Φ.Κ.Α., τη Φορολογική Διοίκηση, τα Ν.Π.Δ.Δ. και λοιπούς Φορείς του Δημοσίου.
Στην περίπτωση προκαταβολής ποσού μεγαλύτερου από εκείνο της οριστικής απόφασης απονομής εφάπαξ παροχής, το αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό αποσβέννυται με μηνιαία παρακράτηση από το ποσό της κύριας σύνταξης σύμφωνα με τα ισχύοντα περί παρακράτησης σε κάθε πρώην Φορέα Απονομής Κύριας Σύνταξης και από το ποσό της επικουρικής σύνταξης σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 46 του ν. 4670/2020. Τα ποσά που παρακρατούνται αποδίδονται στον Κλάδο Εφάπαξ Παροχών. Σε περίπτωση μη εξόφλησης του αχρεωστήτως καταβληθέντος ποσού εφαρμόζονται οι διατάξεις του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ).
Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζονται το ποσοστό και το ποσό της προκαταβολής της εφάπαξ παροχής που χορηγείται ανά πρώην Φορέα Απονομής Εφάπαξ, οι εκκρεμείς αιτήσεις απονομής εφάπαξ, που περιλαμβάνονται στη ρύθμιση, η διαδικασία απονομής της προκαταβολής, συμπεριλαμβανομένου του σχετικού εντύπου απονομής της εφάπαξ παροχής, η διαδικασία επικαιροποίησης του ποσοστού και του ποσού ανά πρώην Φορέα Απονομής Εφάπαξ, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσας διάταξης.».
3.Στο τέλος του προτελευταίου εδαφίου της υποπερ. αα) της περ. α) της παρ. 4 του άρθρου 35 του ν. 4387/2016προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Όταν η διακοπή της ασφάλισης στα ταμεία πρώην Ταμείο Πρόνοιας Αξιωματικών Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΑΕΝ) και πρώην Ταμείο Πρόνοιας Κατώτερων Πληρωμάτων Εμπορικού Ναυτικού (ΤΠΚΠΕΝ) έχει επέλθει πριν από το έτος 1994 και δεν είναι δυνατή η ανεύρεση των συντάξιμων αποδοχών της περιόδου αυτής, ο υπολογισμός του ποσού της εφάπαξ παροχής γίνεται με βάσει τις καταστατικές τους διατάξεις. Ο υπολογισμός του τμήματος της εφάπαξ παροχής των ασφαλισμένων του πρώην ΤΠΑΕΝ και του πρώην ΤΠΚΠΕΝ πραγματοποιείται και απονέμεται αυτοτελώς.».
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Επί του άρθρου 119
Με την παρ. 1 της προτεινόμενης διάταξης ορίζεται ότι καταβάλλεται στον επιζώντα σύζυγο ή, ελλείψει αυτού, στον επιμεληθέντα της κηδείας, εφάπαξ ποσό ύψους 800 ευρώ, εφόσον έχουν κατατεθεί από την ημερομηνία 1.1.2015 έως τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, τα απαραίτητα δικαιολογητικά (αίτηση, βεβαίωση οικογενειακής κατάστασης του θανόντος ή της θανούσας, απόσπασμα ληξιαρχικής πράξης θανάτου, τιμολόγιο του γραφείου τελετών), χωρίς την απαίτηση της προσκόμισης των παραστατικών πληρωμής των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν με εντολή και για λογαριασμό του πελάτη.
Ειδικότερα, με την παρ. 2 της προτεινόμενης διάταξης προβλέπεται ότι στα τρέχοντα αιτήματα εξόδων κηδείας ασφαλισμένων του e-ΕΦΚΑ, καθώς και στις υπάρχουσες εκκρεμότητες
διεκπεραίωσης παλαιότερων αιτημάτων, δεν θα λαμβάνονται υπόψη τυχόν ασφαλιστικές οφειλές του θανόντος. Με την προτεινόμενη ρύθμιση σκοπείται η επίλυση μιας παθογένειας του συστήματος καταβολής των εξόδων κηδείας, η οποία ταλαιπώρησε τους ασφαλισμένους του πρώην ΟΓΑ τα τελευταία έτη.
Το άρθρο 119 του νόμου 4714 έχει ως εξής:
Άρθρο 119
Καταβολή εξόδων κηδείας ασφαλισμένων τ. ΟΓΑ
1.Σε περίπτωση θανάτου, ασφαλισμένου του τ. ΟΓΑ καταβάλλεται στον επιζώντα σύζυγο ή, ελλείψει αυτού, στον επιμεληθέντα της κηδείας, εφάπαξ ποσό ύψους 800 ευρώ, εφόσον έχουν κατατεθεί από την 1η.1.2015 έως τη δημοσίευση του παρόντος, τα απαραίτητα δικαιολογητικά (αίτηση, βεβαίωση οικογενειακής κατάστασης του θανόντος ή της θανούσας, απόσπασμα ληξιαρχικής πράξης θανάτου, τιμολόγιο του γραφείου τελετών). Για την πληρωμή δεν είναι απαραίτητη η προσκόμιση των παραστατικών πληρωμής των δαπανών που πραγματοποιήθηκαν με εντολή και για λογαριασμό του πελάτη.
2.Στα τρέχοντα αιτήματα εξόδων κηδείας ασφαλισμένων του e-ΕΦΚΑ, καθώς και στις υπάρχουσες εκκρεμότητες διεκπεραίωσης παλαιότερων αιτημάτων, δεν λαμβάνονται υπόψη ασφαλιστικές οφειλές του θανόντος.
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ
Επί του άρθρου 120
Σύμφωνα με το δέκατο άρθρο της από 13.4.2020 ΠράξΠς Νομοθετικού Περιεχομένου (Α' 84), όπως αυτή κυρώθηκε με το άρθρο 1 του ν. 4690/2020 (Α' 104), η καταβολή των συντάξεων αναπηρίας, των προνοιακών παροχών σε χρήμα σε άτομα με αναπηρία που χορΠνεί ο Οργανισμός Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΟΠΕΚΑ), καθώς και όλων εν γένει των επιδομάτων που χορηγούνται λόγω αναπηρίας παρατείνεται εφόσον έχει υποβληθεί από τους δικαιούχους η σχετική αίτηση παράτασης, λόγω λήξης της ισχύος των σχετικών γνωματεύσεων των υγειονομικών επιτροπών των Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας και παράλληλα διευρύνεται ο αριθμός των δικαιούχων της παράτασης καταβολής των ως άνω συντάξεων και επιδομάτων. Με την προτεινόμενη διάταξη ορίζεται ότι η παράταση καταβολής ισχύει έως και την έκδοση απόφασης περί έγκρισης ή απόρριψης των σχετικών αιτήσεων παράτασης των ενδιαφερομένων, μετά από εξέτασή τους από τις υγειονομικές επιτροπές των Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας, και πάντως όχι πέραν της 31« Οκτωβρίου 2020, ώστε να δοθεί ο απαραίτητος χρόνος στις εν λόγω υγειονομικές επιτροπές να διεκπεραιώσουν τις αιτήσεις, η εξέταση των οποίων αναβλήθηκε.
Το άρθρο 120 του νόμου 4714 έχει ως εξής:
Άρθρο 120
Παράταση καταβολής αναπηρικών παροχών
Η παρ. 4 του άρθρου 6 της από 11.3.2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου (Α' 55), όπως αυτή κυρώθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4682/2020 (Α' 76) τροποποιείται και το άρθρο 6 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 6
Αναβολή συνεδριάσεων υγειονομικών επιτροπών Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας και προσωρινή παράταση αναπηρικών παροχών
1.Οι συνεδριάσεις των υγειονομικών επιτροπών των Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.) για την εξέταση αιτήσεων παράτασης αναπηρικών παροχών σύνταξης αναβάλλονται μέχρι την 31η Μαΐου 2020.
2.Η καταβολή των συντάξεων αναπηρίας και των προνοιακών παροχών σε χρήμα σε άτομα με αναπηρία που χορηγεί ο Οργανισμός Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, καθώς και όλων εν γένει των επιδομάτων που χορηγούνται λόγω αναπηρίας, η πιστοποίηση της οποίας πραγματοποιείται μέσω των υγειονομικών επιτροπών των ΚΕ.Π.Α., παρατείνεται, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις παρ. 3 και 4, εφόσον έχει υποβληθεί από τους δικαιούχους σχετική αίτηση παράτασης, λόγω λήξης της ισχύος των σχετικών γνωματεύσεων των υγειονομικών επιτροπών των ΚΕ.Π.Α.
3.Η παρ. 2 εφαρμόζεται στους δικαιούχους η αίτηση παράτασης των οποίων: α) έχει προσδιοριστεί προς εξέταση σε συνεδρίαση των ανωτέρω υγειονομικών επιτροπών, εφόσον η συνεδρίαση αυτή αναβάλλεται δυνάμει της παρ. 1, β) έχει υποβληθεί, αλλά δεν έχει εισέτι προσδιοριστεί η ημερομηνία συνεδρίασης των υγειονομικών επιτροπών. Η καταβολή των παροχών της παρ. 2 παρατείνεται και σε περίπτωση υποβολής της σχετικής αίτησης παράτασης μετά από την έναρξη ισχύος της παρούσας.
4.Η παράταση καταβολής που προβλέπεται στις παρ. 2 και 3 ισχύει έως την έκδοση απόφασης περί έγκρισης ή απόρριψης των σχετικών αιτήσεων παράτασης των ενδιαφερομένων, μετά από εξέτασή τους από τις υγειονομικές επιτροπές των ΚΕ.Π.Α. και πάντως όχι πέραν της 31ης Οκτωβρίου 2020.
5.Η ασφαλιστική ικανότητα των προσώπων που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος παρατείνεται ισόχρονα.
6.Σε περίπτωση που μετά από την επανεξέταση από τις υγειονομικές επιτροπές των ΚΕ.Π.Α. και σύμφωνα με τις σχετικώς εκδιδόμενες αποφάσεις, οι ενδιαφερόμενοι δεν κρίνονται ως δικαιούχοι των κατά περίπτωση αναπηρικών παροχών, τα ποσά που καταβλήθηκαν σε αυτούς αχρεωστήτως, κατ' εφαρμογή του παρόντος, επιστρέφονται στους αρμόδιους φορείς, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία.
7.Οι διατάξεις του παρόντος δεν κωλύουν τη διακοπή καταβολής παροχών αναπηρίας, ακόμη και κατά τη διάρκεια της παράτασης χορήγησής τους, όταν η διακοπή αυτή πραγματοποιείται για οποιονδήποτε άλλον νόμιμο λόγο, πλην του είδους και του ποσοστού αναπηρίας.
8.Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων δύναται να αναβάλλονται εκ νέου οι συνεδριάσεις των υγειονομικών επιτροπών των Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.) και να παρατείνονται οι ημερομηνίες του παρόντος, λαμβάνοντας υπόψη την πορεία εξέλιξης του κορωνοΐού COVID-19.».