Δευτέρα 17 Ιουνίου 2019

Το άρθρο 19 του νέου νόμου 4611 Σύνταξη λόγω θανάτου


Το άρθρο 19 του νέου νόμου 4611 Σύνταξη λόγω θανάτου

 

Άρθρο 19 Σύνταξη λόγω θανάτου

ΝΟΜΟΣ 4611 ΦΕΚ Α/73/17.5.2019

Ρύθμιση οφειλών προς τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης, τη Φορολογική Διοίκηση και τους Ο.Τ.Α. α' βαθμού, Συνταξιοδοτικές Ρυθμίσεις Δημοσίου και λοιπές ασφαλιστικές και συνταξιοδοτικές διατάξεις, ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων και άλλες διατάξεις.



Εισηγητική έκθεση του άρθρου 19

 ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β' ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ


Με το άρθρο 12 του νόμου 4387/2016 (Α' 85) ρυθμίστηκαν θέματα σχετικά με την κατά μεταβίβαση σύνταξη, εισάγοντας για πρώτη φορά ενιαίες αρχές και κανόνες για όλους τους ασφαλισμένους, ανεξαρτήτως ασφαλιστικού φορέα προέλευσης. Ιδίως σε ό,τι αφορά στον επιζώντα σύζυγο προβλέφθηκε όριο ηλικίας για τη θεμελίωση δικαιώματος κατά μεταβίβαση σύνταξης, όριο που προβλέπεται στη νομοθεσία των περισσότερων ευρωπαϊκών κρατών.

Παρά την αποδεδειγμένη μείωση του ποσοστού ανεργίας στη χώρα μας, το ποσοστό εξακολουθεί να παραμένει σχετικά υψηλό σε σχέση με τον αντίστοιχο μέσο όρο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως προκύπτει kul από τα επίσημα στοιχεία της EUROSTAT. Στην ελληνική κοινωνία οι επιζώντες σύζυγοι (στην πλειονότητά τους γυναίκες) μένουν κατά κανόνα εκτός αγοράς εργασίας κατά τη διάρκεια του γάμου με αποτέλεσμα να αντιμετωπίζουν μεγάλες δυσκολίες κατά την αναζήτηση εργασίας, ιδίως σε σχετικά μεγάλη ηλικία. Τούτο επιρρωνύεται και από επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, από τα οποία προκύπτει ότι η ανεργία των γυναικών, που αποτελούν την πλειοψηφία των δικαιούχων συντάξεων λόγω θανάτου, βρίσκεται σταθερά περίπου 9 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από αυτή των ανδρών. Αλλά και από επίσημα στοιχεία του ΟΑΕΔ προκύπτει ότι ποσοστό 62,4% των συνολικά εγγεγραμμένων στα μητρώα ανέργων είναι γυναίκες, ενώ από το προαναφερόμενο ποσοστό το 52,2% είναι εγγεγραμμένες για περισσότερους από 12 μήνες. Αποτέλεσμα όλων των ανωτέρω είναι το ότι στην Ελλάδα πολύ μεγάλο ποσοστό των ανωτέρω δικαιούχων της σύνταξης χηρείας επιβιώνουν με μοναδικό εισόδημα την σύνταξη λόγω θανάτου.

Αναγνωρίζοντας, μάλιστα, ο νομοθέτης την εγγενή δυσκολία ανεύρεσης εργασίας των δικαιούχων σύνταξης χηρείας άνω των 55 ετών, στην πλειονότητά τους γυναικών, προέβη σε προσπάθειες απορρόφησης της κατηγορίας αυτής στην αγορά εργασίας μέσω επιχορηγούμενων προγραμμάτων εργασιακής ένταξης. Πράγματι, προκειμένου να δοθούν κίνητρα για την πρόσληψη ατόμων αυτής της κατηγορίας, εκδόθηκε, κατ' εξουσιοδότηση της παρ. 6 του ανωτέρω άρθρου, η υπ' αριθμ. οικ. 20999/336/19.4.2018 (Β' 1357) κοινή υπουργική απόφαση, δυνάμει της οποίας καθορίστηκαν οι όροι και οι προϋποθέσεις αναφορικά με την καταβολή από το Δημόσιο ασφαλιστικών εισφορών των δικαιούχων συντάξεως λόγω θανάτου. Ωστόσο, παρά την παρέλευση ενός περίπου έτους από την έκδοση της προαναφερόμενης ΚΥΑ, στο εν λόγω καθεστώς κάλυψης των ασφαλιστικών εισφορών εντάχθηκε πολύ περιορισμένος αριθμός προσώπων, καθιστώντας το εν λόγω μέτρο στην πράξη αναποτελεσματικό. Ομοίως, τα κίνητρα που δόθηκαν από την Πολιτεία για την ένταξη στην εργασία των γυναικών-αρχηγών μονογονεϊκών οικογενειών μέσω προγραμμάτων κοινωφελούς χαρακτήρα δεν απέφεραν τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα.

Ήδη σήμερα, τα δεδομένα που υφίσταντο κατά την θέσπιση του προαναφερόμενου ηλικιακού ορίου έχουν ουσιωδώς διαφοροποιηθεί, με τον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) να εμφανίζει σημαντικά πλεονάσματα και με το ενιαίο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης να είναι αποδεδειγμένα μακροπρόθεσμα βιώσιμο.

Για όλους τους ανωτέρω λόγους και δεδομένης της ύπαρξης του απαραίτητου δημοσιονομικού χώρου, προωθείται η κατάργηση της ανωτέρω ηλικιακής προϋπόθεσης για τη λήψη της σύνταξης λόγω θανάτου του/της επιζώντος συζύγου, και δη πριν την παρέλευση τριετίας από την έναρξη ισχύος της επίμαχης διάταξης, προς ικανοποίηση ενός δίκαιου και εύλογου αιτήματος της συγκεκριμένης κατηγορίας προσώπων.

Με την προτεινόμενη ρύθμιση επέρχονται και έτερες πολύ ευνοϊκές μεταβολές στο καθεστώς συνταξιοδότησης των δικαιοδόχων μελών στις περιπτώσεις θανάτου ασφαλισμένου ή συνταξιούχου. Ειδικότερα δε προβλέπεται η αύξηση του ποσοστού της σύνταξης που δικαιούται ο επιζών σύζυγος από 50% σε 70% καθώς επίσης και η αύξηση της ηλικιακής προϋπόθεσης των δικαιοδόχων τέκνων από το 18ο στο 24ο έτος της ηλικίας τους ανεξαρτήτως φοίτησής τους ή μη σε αναγνωρισμένες ανώτερες ή ανώτατες σχολές, ΙΕΚ κλπ.

Επιπροσθέτως, αποσαφηνίζεται ότι μετά την πάροδο της τριετίας, αν ο επιζών σύζυγος εργάζεται ή αυτοαπασχολείται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, καταβάλλεται, ανάλογα με την χρονική διάρκεια της εργασίας ή αυτοπασχόλησης, το 50% της σύνταξης, η οποία δεν μπορεί να υπολείπεται των κατώτατων ορίων που προβλέφθηκαν στην υποπαρ. Β της παρ. 4 με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 4499/2017 (Α' 176).

Περαιτέρω, μειώνεται η ελάχιστη απαιτούμενη διάρκεια γάμου/συμφώνου συμβίωσης μεταξύ θανόντος ασφαλισμένου/συνταξιούχου και επιζώντος συζύγου ή ετέρου μέρους συμφώνου συμβίωσης από τη σύναψή του μέχρι την ημερομηνία θανάτου από τα πέντε (5) στα τρία (3) έτη.

Τέλος, προβλέπεται ότι τα ποσοστά της υποπαρ. Α της παρ. 4 υπολογίζονται επί του ποσού της επανυπολογισθείσας σύνταξης, εφόσον αυτό είναι μεγαλύτερο του καταβαλλόμενου κατά την

-U'

12.5.2016 ποσού, άλλως και εφόσον αυτό είναι μικρότερο του καταβαλλόμενου κατά την 12.5.2016 ποσού, υπολογίζονται επί του καταβαλλόμενου ως άνω (μεγαλύτερου) ποσού.

 

 

Τό άρθρο του νόμου.

Άρθρο 19

Σύνταξη λόγω θανάτου

   1. Οι ηλικιακοί περιορισμοί του πρώτου, δεύτερου και τρίτου εδαφίου της υποπαραγράφου Α' της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 (Α' 85) καταργούνται. Οι συντάξεις λόγω θανάτου συνταξιούχου ή ασφαλισμένου καταβάλλονται στους επιζώντες συζύγους ανεξάρτητα από την ηλικία τους, ακόμα και μετά την παρέλευση τριετίας.

   2. Η περίπτωση α' της υποπαραγράφου Β' της παραγράφου 1 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως εξής:

   «α) Είναι άγαμα και δεν έχουν συμπληρώσει το 24ο έτος της ηλικίας τους».

   3. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 οι λέξεις «πέντε (5) ετών» αντικαθίστανται από τις λέξεις «τριών (3) ετών».

   4. Στην περίπτωση α' της υποπαραγράφου Α' της παραγράφου 4 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 οι λέξεις «ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%)» αντικαθίστανται από τις λέξεις «ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%)».

   5. Η περίπτωση β' της παραγράφου 5 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 αντικαθίσταται ως εξής:

   «β) Μετά την πάροδο της τριετίας, αν ο επιζών εργάζεται ή αυτοαπασχολείται ή λαμβάνει σύνταξη από οποιαδήποτε πηγή, καταβάλλεται, αναλόγως της χρονικής διάρκειας της εργασίας ή αυτοαπασχόλησης, το πενήντα τοις εκατό (50%) της σύνταξης, η οποία δεν μπορεί να υπολείπεται των κατώτατων ορίων των περιπτώσεων α', β' και γ' της υποπαραγράφου Β' της παραγράφου 4.».

   6. Στην παράγραφο 7 του άρθρου 12 του ν. 4387/2016 προστίθενται εδάφια ως εξής:

   «Ειδικότερα, αν το ποσό της σύνταξης, όπως προκύπτει από τον υπολογισμό του σύμφωνα με το άρθρο 14, είναι μεγαλύτερο του καταβαλλόμενου κατά την 12.5.2016 ποσού σύνταξης, τα ποσοστά της υποπαραγράφου Α' της παραγράφου 4 υπολογίζονται επί του μεγαλύτερου ως άνω ποσού. Αν το ποσό της σύνταξης, όπως προκύπτει από τον υπολογισμό του σύμφωνα με το άρθρο 14, είναι μικρότερο του καταβαλλόμενου κατά την 12.5.2016 ποσού, τα ποσοστά της υποπαραγράφου Α' της παραγράφου 4 υπολογίζονται επί του καταβαλλόμενου ως άνω ποσού.».

   7. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται, από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, και σε όσες αποφάσεις συνταξιοδότησης έχουν ήδη εκδοθεί κατ' εφαρμογή του ν. 4387/2016.