Παρασκευή 9 Δεκεμβρίου 2022

Απόφαση του τριμελούς διοικητικού Πρωτοδικείου, που δικαιώνει τους τυφλούς επιστήμονς, στο ζήτημα της περικοπής των επιδομάτων.


Μετά τη νομοθετική δικαίωση των τυφλών επιστημόνων στο ζήτημα των επιδομάτων, έρχεται για δεύτερη φορά και η δικαστική δικαίωση.

Είχε προηγηθεί η πολύ σημαντική γνωμοδότηση του Συνηγόρου του Πολίτη.

Ακολουθεί ολόκληρη η δικαστική απόφαση.

Εύχομαι και ελπίζω να διορθωθεί και η πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Πιστεύω ότι, αν διατηρήσουμε την αγωνιστικότητά μας, και αυτό και άλλα πολλά θα γίνουν.

    Μανώλης Μπασιάς 



Αριθμός απόφασης Α15955/2022 

 ΠΡ 6028/2021 

ΤΟ

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΑΣ

Τμήμα 4ο Τριμελές

Σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε
  δημόσια στο ακροατήριό του στις 6 Οκτωβρίου 2022 με δικαστές τους: Χρήστο Παπαναστασόπουλο, Πρόεδρο Πρωτοδικών Δ.Δ., Παναγιώτα Σαρδέλη, Πρωτοδίκη Δ.Δ. και Λουκά Σωτηρίου (εισηγητή), Πάρεδρο Δ.Δ., και γραμματέα την Κωνσταντίνα Ζιάκα, δικαστική υπάλληλο,

γ ι α
 να δικάσει την προσφυγή, με ημερομηνία κατάθεσης 9.11.2021,

τ ω ν:
 1) Μαρίας Κατρή του Παναγιώτη, κατοίκου Αργυρούπολης Αττικής, οδός Στεφ. Σαράφη, αριθμ. 40Β, 2) Βασιλείου Κριτσιμά του Λάμπρου, κατοίκου Ηλιούπολης Αττικής, οδός Σαλαμίνος, αριθμ. 13, 3) Εμμανουήλ Μπασιά του Κωνσταντίνου, κατοίκου Αργυρούπολης Αττικής, οδός Πόντου, αριθμ. 66, 4) Σπυρίδωνα Μπινιώρη του Παναγιώτη, κατοίκου Παλαιού Φαλήρου Αττικής, οδός Ρήγα Φεραίου, αριθμ. 24 και 5) Παρασκευής Τσαβαλιά του Παναγιώτη, κατοίκου Αθηνών, οδός Λ. Κατσώνη, αριθμ. 24, οι οποίοι παραστάθηκαν με την πληρεξούσια δικηγόρο τους Παναγιώτα Τέρπου.

κ α τ ά του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου (ν.π.δ.δ.), με την επωνυμία «Οργανισμός Προνοιακών Επιδομάτων & Κοινωνικής Αλληλεγγύης» (Ο.Π.Ε.Κ.Α.), νομίμως εκπροσωπουμένου, το οποίο παραστάθηκε με την, κατ’ άρθρο 133 παρ.2 του Κ.Δ.Δ., δήλωση της Δικαστικής Πληρεξουσίας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους (Ν.Σ.Κ.), Κανέλλας Τζεφεράκου

Κατά την δημόσια συνεδρίαση, ο διάδικος που παραστάθηκε ανέπτυξε τους ισχυρισμούς του και ζήτησε όσα αναφέρονται στα πρακτικά.

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη.

Η κρίση του Δικαστηρίου είναι η εξής:

1. Επειδή, με την κρινόμενη προσφυγή, ζητείται η ακύρωση των 4293/8.9.2021, 4294/8.9.2021, 4291/8.9.2021, 4290/8.9.2021 και 4292/8.9.2021 αποφάσεων του κατά το άρθρο 40 του Π.Δ.78/1998 (Α’72) οργάνου του Ο.Π.Ε.Κ.Α. με τις οποίες έγιναν δεκτές, αντιστοίχως, οι 323/18.5.21, 263/16.3.21, 325/18.5.21,
 326/18.5.21 και 324/18.5.21 αιτήσεις του Διοικητή του καθ΄ου περί επανεξέτασης, κατά αντιστοιχία, των 3654/ΚΥ/2021, 3652/ΚΥ/2020, 3648/ΚΥ/2021, 3655/ΚΥ/2021 και 3467/ΚΥ/2021 αποφάσεων του αυτού ως άνω οργάνου. Με τις τελευταίες αυτές αποφάσεις έγιναν δεκτές ενδικοφανείς προσφυγές των προσφευγόντων και ακυρώθηκαν, αντιστοίχως, οι 251/5.5.2020, 255/5.5.2020, 266/5.5.2020, 267/5.5.2020 και 291/5.5.2020 αποφάσεις του Αναπληρωτή Προϊσταμένου του Τμήματος Χορήγησης Αναπηρικών Επιδομάτων, της Διεύθυνσης Αναπηρικών Επιδομάτων και Οικονομικών Ενισχύσεων του καθ’ ού, με τις οποίες αποφασίστηκε η διόρθωση του καταβαλλομένου, σ’ αυτούς, επιδόματος τυφλότητας, από 697 σε 362 ευρώ μηνιαίως, από την 1.2.2020, για το λόγο ότι οι τελευταίοι λαμβάνουν σύνταξη από φορέα κοινωνικής ασφάλισης, κατά τις διατάξεις του άρθρου 1 του Ν. 612/1977.

 2. Επειδή, περαιτέρω, συντρέχει, εν προκειμένω, παραδεκτώς, αντικειμενική σώρευση περισσότερων ένδικων βοηθημάτων στο ίδιο εισαγωγικό της δίκης δικόγραφο, κατ΄ άρθρο 124 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (Κ.Δ.Δ., κυρωθείς με το άρθρο Πρώτο του ν. 2717/1999, Α΄ 97), καθότι: α) οι προσφεύγοντες είναι ομόδικοι, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 115 του ως άνω Κ.Δ.Δ., όπως αυτή αντικαταστάθηκε από το άρθρο 22 παρ. 1 του ν. 3226/2004 (Α΄ 24), εφόσον προβάλλουν κοινούς λόγους, που στηρίζονται στην ίδια νομική και σε όμοια κατά τα ουσιώδη στοιχεία πραγματική βάση και β) οι προσβαλλόμενες αποφάσεις είναι συναφείς, αφού αυτές στηρίζονται στην ίδια νομική και στην ίδια κατά τα ουσιώδη στοιχεία πραγματική βάση, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 122 παρ. 2 περ. α΄ του ως άνω Κ.Δ.Δ. Εξάλλου, για την άσκηση της υπό κρίση προσφυγής, καθείς των προσφευγόντων κατέβαλε το νόμιμο παράβολο (σχετ. τα 43725907795201100040, 43725921395201100035, 43725931795201100054, 43725949595201100066, 43735959895201100091 ηλεκτρονικά παράβολα της Γ.Γ.Π.Σ. και οι σχετικές αποδείξεις πληρωμής τούτων), η δε κρινόμενη προσφυγή ασκείται εμπροθέσμως, καθόσον, από τα στοιχεία της δικογραφίας, δεν προκύπτει κοινοποίηση ή γνώση, από τους προσφεύγοντες, των προσβαλλομένων αποφάσεων, σε χρόνο προγενέστερο των 60 ημερών από την κατάθεση της προσφυγής. Κατόπιν τούτων και δεδομένου ότι ασκείται και κατά τα λοιπά παραδεκτώς, η κρινόμενη προσφυγή είναι περαιτέρω εξεταστέα στην ουσία της.

3. Επειδή, το άρθρο 6 του Α.Ν. 421/1937 («Περί διαθέσεως εσόδων τινων υπέρ της Κοινωνικής Προνοίας.» - Α’2) ορίζει ότι: «Αι κατά τα προηγούμενα άρθρα πιστώσεις διατίθενται διά τους σκοπούς της Κοινωνικής Προνοίας διά κοινών αποφάσεων του Υπουργού Κρατικής Υγιεινής και Αντιλήψεως και του Υπουργού των Οικονομικών.». Κατ’ εξουσιοδότηση της ανωτέρω διάταξης, εκδόθηκε η με αριθμ. Δ3β/οικ. 1545/1973 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών («Περί οικονομικής ενισχύσεως εστερημένων της οράσεως δικηγόρων πρός αντιμετώπισιν ειδικών αναγκών κατά την άσκησιν της δικηγορίας των.» - Β’671), η οποία, στο άρθρο 1 ορίζει ότι: «1. Της διά της παρούσης χορηγουμένης οικονομικής ενισχύσεως, δικαιούνται οι τυφλοί οίτινες έχουν τάς προϋποθέσεις των εδαφίων α’ και β’ του άρθρου 1 του Ν. 1904/1951 ασκούντες δικηγορίαν.», στο άρθρο 3 ότι: «3… 4. Η ανωτέρω οικονομική ενίσχυσις, χορηγείται εις έκαστον των ασκούντων το λειτούργημα της δικηγορίας ως βιοποριστικόν των επάγγελμα τυφλόν δικηγόρον, προς αντιμετώπισιν των κατά τήν άσκησίν των δημιουργουμένων εκ της τυφλότητος προσθέτων εξόδων.», στο άρθρο 5 ότι: «6… α… β… 1)… 2)… 3)… γ)… Βάσει των ανωτέρω υπό στοιχεία α γ δικαιολογητικών, εκδίδεται απόφασις των οικείων Νομαρχών ή Αναπληρωτών Νομαρχών Διαμερισμάτων Νομού Αττικής αναγνωρίσεως δικαιώματος και εγκρίσεως παροχής οικονομικής ενισχύσεως.» και στο άρθρο 7 ότι: «8… 9. Οι αναγνωριζόμενοι ως δικαιούχοι απολήψεως του χορηγουμένου διά της παρούσης επιδόματος, δεν δικαιούνται της παρεχομένης μηνιαίας οικονομικής ενισχύσεως εκ δραχμών πεντακοσίων (500), βάσει των διατάξεων του Ν. 1904/1951 και των κατ’ εξουσιοδότησιν τούτων εκδοθεισών αποφάσεων ημών “περί προστασίας και αποκαταστάσεως τυφλών”.». Κατ’ εξουσιοδότηση, ομοίως, της ανωτέρω διάταξης του άρθρου 6 του Α.Ν. 421/1937 εκδόθηκε, και η με αριθμ. Γ4β/1570/1977 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών («Περί επεκτάσεως προγράμματος οικονομικής ενισχύσεως τυφλών δικηγόρων και σ' άλλους τυφλούς επιστήμονες.» - Β’ 672), η οποία ορίζει ότι: «1. Εγκρίνουμε την χορήγηση μηνιαίας οικονομικής ενισχύσεως από την πρώτη Μαρτίου 1977 βάσει των πιό κάτω καθοριζομένων προϋποθέσεων και όρων στους τυφλούς επιστήμονες της Χώρας εξαιρέσει των τυφλών δικηγόρων και ασκουμένων δικηγόρων. (…) 2. Τη χορηγούμενη οικονομική ενίσχυση δικαιούνται οι κάτοχοι πτυχίου Ανώτατης Σχολής της ημεδαπής ή ισότιμου της αλλοδαπής. (…) 5. Η πιό πάνω οικονομική ενίσχυση χορηγείται στον καθένα τυφλό επιστήμονα για την αντιμετώπιση των προσθέτων εξόδων που δημιουργούνται από την τυφλότητα κατά την άσκηση της ειδικής γνώσης ως βιοποριστικού επαγγέλματος. (…) 8. Βάσει των πιό πάνω με στοιχεία α-δ δικαιολογητικών και της εκθέσεως της κοινωνικής λειτουργού εκδίδεται απόφαση του αρμόδιου Νομάρχη ή αναπληρωτού Νομάρχη Διαμερίσματος Νομού Αττικής για την αναγνώριση του δικαιώματος και την έγκριση της παροχής οικονομικής ενισχύσεως. (…) 11. Η οικονομική ενίσχυση που εγκρίνεται με αυτή την απόφαση, δεν χορηγείται στους ασκούντες ασυμβίβαστα έργα προς την ειδική γνώση τους καθώς και στους τυφλούς δικηγόρους και ασκουμένους δικηγόρους και λαβαίνουν το ίδιο ποσό, βάσει των υπ' αριθ. Δ3β/Οικ. 1545/73 (Φ.Ε.Κ. 671/1973 τ.Β') και Δ3β/Οικ.1731/74 (ΦΕΚ 646/74 τ.Β') αποφάσεών μας. (…) 12. Αυτοί που αναγνωρίζονται ως δικαιούχοι του επιδόματος που καθορίζεται με αυτήν εδώ την απόφαση, δεν δικαιούνται παράλληλα και του άλλου επιδόματος των πεντακοσίων δραχμών που δίδεται στους τυφλούς βάσει των διατάξεων του Νόμου 1904/51 και των σχετικών αποφάσεών μας "περί προστασίας και αποκαταστάσεως τυφλών", που εκδόθηκαν κατ' εξουσιοδότηση του Νόμου αυτού.».
 

4. Επειδή, περαιτέρω, στο άρθρο 3 του Ν.958/1979 («Περί αντικαταστάσεως των άρθρων 1, 2 και 5 του Ν 1904/1951 "περί προστασίας και αποκαταστάσεως των τυφλών"» - Α’191) ορίζεται ότι: «Το άρθρον 5 του Ν. 1904/1951 αντικαθίσταται ως ακολούθως: "Αρθρον 5. Περίθαλψις. 1. Εις τους τυφλούς παρέχεται ανάλογος περίθαλψις, δυναμένη να χορηγήται υπό την μορφήν χρηματικού βοηθήματος, εφ’ όσον δεν λαμβάνουν οικονομικήν ενίσχυσιν, λόγω της τυφλότητός των, εκ του δημοσίου ταμείου ή εξ ετέρας οιασδήποτε πηγής της ημεδαπής ή αλλοδαπής μεγαλυτέραν του διά του παρόντος προβλεπομένου χρηματικού βοηθήματος καί εφ’ όσον στερούνται των πρός αντιμετώπισιν των βασικών βιοτικών των αναγκών απαραιτήτων μέσων, μεταξύ των οποίων η ιατρική περίθαλψις καί περιποίησις. 2. Διά τήν επίτευξιν του σκοπού της προηγουμένης παραγράφου του παρόντος άρθρου, εγγράφεται εις τόν κρατικόν προϋπολογισμόν, (νομαρχιακόν προϋπολογισμόν ή τοιούτον του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών), η αναγκαιούσα πίστωσις καί διατίθεται κατά τάς κειμένας διατάξεις. 3. Δι’ αποφάσεων του Υπουργού Κοινωνικών Υπηρεσιών και του Υπουργού Οικονομικών καθορίζεται τό είδος της περιθάλψεως, τό ύψος και ο τρόπος καταβολής του χρηματικού βοηθήματος, η διαδικασία πληρωμής του βοηθήματος, ως καί πάσα ετέρα λεπτομέρεια αποβαίνουσα έπ’ ωφελεία των τυφλών".». Κατ’ εξουσιοδότηση της τελευταίας αυτής διάταξης, εκδόθηκε η με αριθμ. 1480/1981 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών («Περί καθορισμού όρων, προϋποθέσεων κλπ. παροχής στους τυφλούς του προβλεπομένου από το Ν. 958/79 χρηματικού βοηθήματος.» -
B’457), με την οποία εγκρίθηκε η εξακολούθηση της εφαρμογής του προγράμματος παροχής μηνιαίου χρηματικού βοηθήματος στους τυφλούς της Χώρας από τις Διευθύνσεις και τα Τμήματα Κοινωνικής Πρόνοιας των Νομαρχιών και των Διαμερισμάτων της Νομαρχίας Αττικής, καθορίστηκαν δε οι όροι και οι προϋποθέσεις καταβολής του επιδόματος αυτού. Ειδικότερα, η 1480/1981 απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών, στο άρθρο 1, όπως αυτό αντικαταστάθηκε, αρχικώς, από το άρθρο 2 της με αριθμ. Γ4/Φ. 421/οικ. 1130/1984 απόφασης των Υπουργών Υγείας και Πρόνοιας και Οικονομικών (Β’289), και, στη συνέχεια, από το άρθρο 2 της με αριθμ. Γ4/Φ.421/οικ. 1143/1985 απόφασης των ιδίων ως άνω Υπουργών (Β’228), ορίζει ότι: «1. Το επίδομα τυφλότητας που χορηγεί το Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας δικαιούνται οι παρακάτω κατηγορίες τυφλών, εφόσον είναι οικονομικά αδύνατοι κατά την έννοια του (εδ. ΙΙ του άρθρου αυτού). α) Οι στερημένοι της οράσεως κατά την έννοια του άρθρου 1 του Ν. 958/79 των οποίων η οπτική οξύτητα δε βελτιώνεται με οποιοδήποτε τρόπο (θεραπεία, εγχείρηση, φακούς κ.λ.π.). β)… γ)… δ)… ε) Διαφυλασσομένων των λοιπών προϋποθέσεων του Ν. 958/79, τα πρόσωπα που παίρνουν σύνταξη ή άλλου είδους ασφαλιστική παροχή για την τυφλότητα από το Δημόσιο ή από ασφαλιστικό φορέα εκτός και αν παίρνουν από τις ανωτέρω πηγές ή από οποιοδήποτε άλλο φορέα της ημεδαπής ή της αλλοδαπής οικονομική ενίσχυση για την τυφλότητα ίση ή μεγαλύτερη από το χρηματικό βοήθημα του Ν. 958/79, αν όμως παίρνουν μικρότερη καταβάλεται σ’ αυτούς η διαφορά. στ)… II. Οικονομικά αδύνατοι Στους τυφλούς που πληρούν τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στην προηγούμενη παράγραφο χορηγείται επίδομα τυφλότητας μόνον εφόσον κριθούν οικονομικά αδύνατοι. 1. Κριτήρια οικονομικής αδυναμίας ορίζουμε τα εξής:…» και στο άρθρο 2 ότι: «1… 2. Βάσει της ανωτέρω εκθέσεως, των δικαιολογητικών α έως γ της προηγούμενης παραγράφου του άρθρου αυτού και της γραπτής εισηγήσεως της οικείας Διευθύνσεως ή του οικείου Τμήματος Κοινωνικής Πρόνοιας, διαφυλασσομένων και των λοιπών προϋποθέσεων που αναφέρονται στο προηγούμενο άρθρο της αποφάσεως αυτής, θα εκδίδεται απόφαση του Νομάρχη περί εγκρίσεως ή απορρίψεως του δικαιώματος παροχής χρηματικού βοηθήματος, η οποία θα είναι επαρκώς δικαιολογημένη και στις δύο περιπτώσεις…». Εξάλλου, διά της με αριθμ. Γ4β/Φ 32/οικ. 591/1989 απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Β’174), η οποία εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότηση των διατάξεων του ως άνω Α.Ν.421/1937, καταργήθηκαν τα κριτήρια οικονομικής αδυναμίας για την χορήγηση προνοιακών επιδομάτων σε άτομα με ειδικές ανάγκες.

5. Επειδή, επιπροσθέτως, στο άρθρο 32 του Ν.2646/1998 (Α’236) ορίζεται ότι: «1… 2. Τα επιδόματα που καταβάλλονται σε άτομα με ειδικές ανάγκες αναπροσαρμόζονται εκάστοτε με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας και Πρόνοιας, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Με την απόφαση αυτή καθορίζεται και το ποσοστό αναπροσαρμογής κατά κατηγορία δικαιούχων, καθώς και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου. Η χορήγηση με την ίδια απόφαση αυξήσεων στα παραπάνω επιδόματα μπορεί να ανατρέχει στην 1η Ιανουαρίου του έτους έκδοσής της.». Κατ’ εξουσιοδότηση της ανωτέρω διάταξης και των διατάξεων του προαναφερθέντος Α.Ν.421/1937, εκδόθηκε η με αριθμ. Π3α/Φ.18/Γ.Π.οικ. 63731/2008 απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (Β’931), με την οποία αυξήθηκαν, για τα έτη 2008, 2009, 2010 και 2011, τα ποσά των (μηνιαίων) Προνοιακών Επιδομάτων που καταβάλλονται στις διάφορες κατηγορίες Ατόμων με Αναπηρίες, και διαμορφώθηκαν, όσον αφορά στους τυφλούς, για το έτος 2011, σε 362 ευρώ για την κατηγορία των συνταξιούχων και σε 697 ευρώ για την κατηγορία των δικηγόρων που αποδεδειγμένα ασκούν δικηγορία.

6. Επειδή, τέλος, ο Ν.4520/2018 (Α’30), στο άρθρο 1 ορίζει ότι: «1. Ο Οργανισμός Γεωργικών Ασφαλίσεων (ΟΓΑ), από την έναρξη ισχύος του παρόντος, μετονομάζεται σε Οργανισμό Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (ΟΠΕΚΑ) και συνιστά ενιαίο φορέα υλοποίησης πολιτικών που αναπτύσσονται στο πλαίσιο του Εθνικού Συστήματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης του ν. 4387/2016 (Α΄85). 2. Ο ΟΠΕΚΑ είναι Ν.Π.Δ.Δ., τελεί υπό την εποπτεία του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και έχει την έδρα του στην Αθήνα. 3. Ο ΟΠΕΚΑ καθίσταται οιονεί καθολικός διάδοχος του ΟΓΑ ως προς το σύνολο των αρμοδιοτήτων του, όπως αυτές ισχύουν κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος.», στο άρθρο 2 ότι: «1. Στο πλαίσιο του Εθνικού Συστήματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης, σκοπός του ΟΠΕΚΑ είναι: α) Η χορήγηση χρηματοδοτούμενων από τον Κρατικό Προϋπολογισμό προνοιακών παροχών, επιδομάτων, οικονομικών ενισχύσεων, κοινωνικών υπηρεσιών, για την οικονομική στήριξη και κοινωνική ένταξη οικογενειών και ευπαθών ομάδων του πληθυσμού, β)…» και στο άρθρο 4, όπως αυτό ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, όριζε ότι: «1. Ο ΟΠΕΚΑ χορηγεί και διαχειρίζεται τα εξής: α)… β)… γ)… δ)… ε) τις ακόλουθες προνοιακές παροχές σε χρήμα σε άτομα με αναπηρία: αα)… ββ)… γγ)… δδ)… εε)… στστ)… ζζ)… ηη) οικονομική ενίσχυση ατόμων με αναπηρία όρασης [άρθρα 1 και 2 του ν. 1904/195 (Α΄212), ν.δ. 57/1973, ν.δ. 162/1973, ν. 958/1979 (Α΄191), άρθρο 22 του ν. 2646/1998, άρθρο 8 του ν. 4331/2015 (Α΄69)], θθ)… 2. Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, που εκδίδεται μέχρι 30.10.2018, ύστερα από εισήγηση του Διοικητικού Συμβουλίου (Δ.Σ.) του ΟΠΕΚΑ, καταρτίζεται ο «Κανονισμός Παροχών και Υπηρεσιών του ΟΠΕΚΑ» με τον οποίο καθορίζονται: α) το είδος των χορηγούμενων από τον ΟΠΕΚΑ προνοιακών παροχών και υπηρεσιών και τα σημεία επαφής και ενημέρωσης των ενδιαφερομένων, β) οι όροι, οι προϋποθέσεις και τα κριτήρια επιλεξιμότητας και ένταξης των ενδιαφερομένων στα σχετικά προγράμματα, γ) η βάση, ο τρόπος υπολογισμού, το ύψος του ποσού, ο χρόνος έναρξης καταβολής, καθώς επίσης οι όροι και οι προϋποθέσεις αναστολής, τροποποίησης, διακοπής και επαναχορήγησης των πάσης φύσης παροχών, δ) ο τύπος, η μορφή και το περιεχόμενο των αιτήσεων-υπεύθυνων δηλώσεων (ανά παροχή ή και ενιαία) και τα απαιτούμενα κατά περίπτωση δικαιολογητικά, ε) η διαδικασία υποβολής των αιτήσεων-υπεύθυνων δηλώσεων, τα αρμόδια όργανα παραλαβής τους, το είδος και το εύρος των διοικητικών ελέγχων, όπως ηλεκτρονικές διασταυρώσεις και δειγματοληπτικοί έλεγχοι, στ) τα αρμόδια όργανα απονομής των παροχών, ζ) ο τρόπος ανάκτησης των αχρεωστήτως καταβληθέντων ποσών παροχών, η) τα θέματα που αφορούν τις ενδικοφανείς προσφυγές και το αρμόδιο Όργανο εξέτασής τους και κάθε άλλο συναφές με τις παροχές που χορηγεί ο ΟΠΕΚΑ ζήτημα. 3. Μέχρι την έκδοση του Κανονισμού της παραγράφου 2 τα ζητήματα των περιπτώσεων α΄ έως η΄ της παραγράφου 1, καθορίζονται, ανά παροχή - υπηρεσία ή ομάδα παροχών - υπηρεσιών, με απόφαση του Υπουργού Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης. 4. Οι αρμόδιες υπηρεσίες του ΟΠΕΚΑ υποχρεούνται να διασταυρώνουν ηλεκτρονικά, μέσω εξουσιοδοτημένων - διαπιστευμένων από τον Διοικητή υπαλλήλων αυτού, τα δηλωθέντα στοιχεία από τους αιτούντες οποιαδήποτε παροχή που απονέμει ο ΟΠΕΚΑ με τις διαθέσιμες ηλεκτρονικές βάσεις δεδομένων της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), του πληροφοριακού συστήματος «Μητρώο Πολιτών» του Υπουργείου Εσωτερικών, των Μητρώων του Εθνικού Συστήματος Πληρωμών Συντάξεων, των πληροφοριακών συστημάτων της Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Κοινωνικής Ασφάλισης Α.Ε. (Η.ΔΙ.Κ.Α.), του Οργανισμού Απασχόλησης Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.), της Ελληνικής Αστυνομίας, των Κέντρων Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.), του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (Ε.Φ.Κ.Α.), καθώς και κάθε άλλης δημόσιας αρχής, φορέα ή Υπουργείου, που επίσης υποχρεούνται να διασφαλίζουν τη συνεχή και απρόσκοπτη, πλήρη και σε πραγματικό χρόνο, πρόσβαση του ΟΠΕΚΑ στα απολύτως αναγκαία στοιχεία και δεδομένα των αιτούντων, με την τήρηση των διατάξεων της κείμενης νομοθεσίας περί προστασίας των προσωπικών δεδομένων. 5…». Κατ’ εξουσιοδότηση της τελευταίας αυτής διάταξης, εκδόθηκε η με αριθμ. Δ12α/Γ.Π.οικ.68856/2202/2018 απόφαση των Υπουργών Εσωτερικών, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών (Β’5855), η οποία εξακολουθεί ισχύουσα, καθότι δεν έχει ακόμη εκδοθεί ο «Κανονισμός Παροχών και Υπηρεσιών του Ο.Π.Ε.Κ.Α.», και η οποία στο άρθρο 1 ορίζει ότι: «Από την 1.1.2019 ανατίθεται στον Οργανισμό Προνοιακών Επιδομάτων και Κοινωνικής Αλληλεγγύης (εφεξής ΟΠΕΚΑ) η αρμοδιότητα χορήγησης: α. των αναφερόμενων στην περ. ε΄ της παρ. 1 του άρθρου 4 του ν. 4520/2018 (Α΄ 30) προνοιακών παροχών σε χρήμα σε άτομα με αναπηρία, β…», στο άρθρο 2, όπως αυτό αντικαταστάθηκε, από την έναρξη ισχύος του, με το άρθρο 1 της με αριθμ. Δ12α/Γ.Π.οικ.24381/589/2019 απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Οικονομικών (Β’2139) ότι: «1. Οι προνοιακές παροχές του άρθρου 1 καταβάλλονται, από τα οριζόμενα με τις διατάξεις του ν. 4520/2018, όργανα του ΟΠΕΚΑ, σύμφωνα με τα κριτήρια, τους όρους, τις προϋποθέσεις χορήγησης, τα δικαιολογητικά καθώς και τα καταβαλλόμενα χρηματικά ποσά, που προβλέπονται από το ισχύον οικείο νομοθετικό και κανονιστικό πλαίσιο, συμπληρωματικά δε και με τις διατάξεις της παρούσας. 2…» και στο άρθρο 4 ότι: «Α.1… Γ. 1. Για θέματα που δεν ρυθμίζονται με την παρούσα απόφαση, όπως, η διενέργεια ελέγχων για το σύννομο των παροχών,… έχουν εφαρμογή οι σχετικές διατάξεις του ν. 4520/2018, οι οποίες θα εξειδικευτούν με τον Κανονισμό Παροχών και Υπηρεσιών του ΟΠΕΚΑ της παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 4520/2018. 2…».

7. Επειδή, στην προκείμενη περίπτωση, από τα στοιχεία της δικογραφίας, προκύπτουν τα εξής: Οι προσφεύγοντες, παρουσιάζουν τύφλωση και στους δυο οφθαλμούς (πρακτικά τυφλοί), η πρώτη από 22.11.2013, ο δεύτερος από 23.10.2014, ο τρίτος από 26.4.2013, ο τέταρτος από 11.1.2011 και η πέμπτη από 21.6.2012 (βλ. αντιστοίχως τις από 5.5.2014, 16.1.2016, 2.4.2014, 26.9.2013 και 2.10.2012 γνωστοποιήσεις αποτελέσματος πιστοποίησης αναπηρίας της Προϊσταμένης της Διεύθυνσης Αναπηρίας και Ιατρικής της Εργασίας του Ι.Κ.Α.-Ε.Τ.Α.Μ.). Το σύνολο των προσφευγόντων είναι δικηγόροι που αποδεδειγμένα ασκούν δικηγορία (βλ. το από 20.9.2022 πιστοποιητικό του Δ.Σ.Α. και το από 19.9.2022 αντίγραφο των στοιχείων μητρώου – επιχείρησης της Α.Α.Δ.Ε. για την πρώτη προσφεύγουσα, το από 26.9.2022 πιστοποιητικό του Δ.Σ.Α. και το από 26.9.2022 αντίγραφο των στοιχείων μητρώου – επιχείρησης της Α.Α.Δ.Ε. για τον δεύτερο προσφεύγοντα, το από 24.9.2022 πιστοποιητικό του Δ.Σ.Α. και το από 24.9.2022 αντίγραφο των στοιχείων μητρώου – επιχείρησης της Α.Α.Δ.Ε. για τον τρίτο προσφεύγοντα, την από 3.10.2022 βεβαίωση του Δ.Σ.Α. και το από 3.10.2022 αντίγραφο των στοιχείων μητρώου – επιχείρησης της Α.Α.Δ.Ε. για την πέμπτη προσφεύγουσα), πλην του τέταρτου προσφεύγοντα που είναι επιστήμονας Πανεπιστημιακού επιπέδου που σύμφωνα με το πτυχίο του ασκεί την επιστήμη του ως μέλος ΔΕΠ του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής (βλ. την από 14.7.2020 βεβαίωση της Προϊσταμένης της Δ/νσης Διοικητικού και το από 1.9.2022 πιστοποιητικό υπηρεσιακών μεταβολών του Αναπληρωτή της ως άνω Προϊσταμένης). Οι ως άνω, κατά σειρά πρώτη, δεύτερος, τρίτος και πέμπτη εκ των
 προσφευγόντων, ελάμβαναν το επίδομα τυφλότητας που αναλογεί στους δικηγόρους που αποδεδειγμένα ασκούν δικηγορία, ενώ ο τέταρτος εξ αυτών ελάμβανε το επίδομα τυφλότητας που αναλογεί στους επιστήμονες Πανεπιστημιακού επιπέδου που σύμφωνα με το πτυχίο τους ασκούν την επιστήμη τους. Με την 61147/31.12.2018 πράξη του Διευθυντή Παροχών του Ε.Φ.Κ.Α. χορηγήθηκε στην πρώτη προσφεύγουσα, σύνταξη λόγω γήρατος, βάσει των διατάξεων του Ν. 612/1977 («Περί συνταξιοδοτήσεως λόγω γήρατος των τυφλών των ησφαλισμένων εις ασφαλιστικούς οργανισμούς αρμοδιότητος του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών.» - Α’164), από 22.9.2017. Με την από 7.2.1996 πράξη του Διευθυντή Παροχών του Τομέα Ασφάλισης Νομικών του τ. Ε.Τ.Α.Α. χορηγήθηκε στον δεύτερο προσφεύγοντα, σύνταξη λόγω γήρατος, βάσει των ως άνω διατάξεων, από 5.9.1995. Με την 1627/14.11.2007 απόφαση του Προϊσταμένου του Τμήματος Συντάξεων κύριας Ασφαλίσεως του τ. Τ.Α.Π.-Ο.Τ.Ε., χορηγήθηκε στον τρίτο, κατά σειρά, προσφεύγοντα σύνταξη λόγω γήρατος, βάσει, ομοίως, των ως άνω διατάξεων. Με την 11039/28.5.2014 απόφαση του Διευθυντή του Περιφερειακού Υποκαταστήματος Συντάξεων Αθηνών του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ χορηγήθηκε στον τέταρτο προσφεύγοντα σύνταξη λόγω γήρατος, βάσει των ως άνω διατάξεων, από 31.1.2011. Τέλος, με την 02930/16.12.1991 απόφαση του Διευθυντή της Διεύθυνσης Ασφάλισης Προσωπικού Δ.Ε.Η. χορηγήθηκε στην πέμπτη προσφεύγουσα, σύνταξη λόγω γήρατος, βάσει των ως άνω διατάξεων σε συνδυασμό με τον Ν.4491/1966 (καταστατικές διατάξεις ασφάλισης προσωπικού Δ.Ε.Η.), από 1.12.1991. Έκαστος εκ των προσφευγόντων ελάμβανε παράλληλα με την ως άνω σύνταξή του, βάσει των διατάξεων του Ν. 612/1977, το επίδομα τυφλότητας που προβλεπόταν, είτε για τους δικηγόρους που αποδεδειγμένα ασκούσαν δικηγορία ή για τους επιστήμονες Πανεπιστημιακού επιπέδου που σύμφωνα με το πτυχίο τους ασκούν την επιστήμη τους, κατά τα ανωτέρω. Με τις 251/5.5.2020, 255/5.5.2020, 266/5.5.2020, 267/5.5.2020 και 291/5.5.2020 αποφάσεις του Αναπληρωτή Προϊσταμένου του Τμήματος Χορήγησης Αναπηρικών Επιδομάτων, της Διεύθυνσης Αναπηρικών Επιδομάτων και Οικονομικών Ενισχύσεων του καθ’ ού, οι οποίες αφορούν, κατά σειρά, τους προσφεύγοντες και αφού το ως άνω όργανο έλαβε υπόψη, αφενός μεν ότι, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στην Π3α/Φ.18/Γ.Π.οικ. 63731/2008 απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, το επίδομα τυφλότητας ορίζεται, για τους συνταξιούχους, στα 362 ευρώ μηνιαίως, δίχως περαιτέρω διακρίσεις, αφετέρου δε ότι, όπως προέκυψε κατόπιν ηλεκτρονικών διασταυρώσεων, που πραγματοποιήθηκαν, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 4 παρ. 4 του Ν.4520/2018, κατά την πληρωμή του Φεβρουαρίου 2020, οι προσφεύγοντες ήταν και δικαιούχοι σύνταξης από φορέα κοινωνικής ασφάλισης, αποφάσισε τη διόρθωση του καταβαλλομένου, σ’ αυτούς, επιδόματος τυφλότητας, από 697 σε 362 ευρώ μηνιαίως, από την 1.2.2020. Όπως αναφέρεται στα προοίμια των ως άνω αποφάσεων, για την έκδοση αυτών, ο Αναπληρωτής Προϊστάμενος του Τμήματος Χορήγησης Αναπηρικών Επιδομάτων, της Διεύθυνσης Αναπηρικών Επιδομάτων και Οικονομικών Ενισχύσεων του καθ’ ού έλαβε υπόψη, μεταξύ άλλων, και το με αριθμ. πρωτ. Δ12/Γ.Π.οικ.16067/467/22.4.2020 έγγραφο της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Καταπολέμησης της Φτώχειας, στο οποίο αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι: «Η με αριθμ. Π3α/Φ.18/Γ.Π.οικ. 63731/2008 ΚΥΑ (ΦΕΚ 931 τ.Β') προβλέπει διακριτές κατηγορίες δικαιούχων. Τα άτομα με προβλήματα όρασης, τα οποία είναι συνταξιούχοι εμπίπτουν στην περίπτωση Α.1β της απόφασης (τυφλοί συνταξιούχοι) και λαμβάνουν το ποσό των 362 ευρώ μηνιαίως (…). Όταν στο πρόσωπο του δικαιούχου συντρέχει ταυτόχρονα η ιδιότητα του συνταξιούχου και του δικηγόρου που αποδεδειγμένα ασκεί δικηγορία, τότε ο δικαιούχος εντάσσεται στην πρώτη περίπτωση (Α1β) της απόφασης και λαμβάνει το ποσό των 362 ευρώ μηνιαίως. Και τούτο διότι αν σκοπός των διατάξεων ήταν ο δικαιούχος ενώ είναι συνταξιούχος, να εντάσσεται στην κατηγορία των δικηγόρων που ασκούν δικηγορία, η περίπτωση αυτή θα προβλέπονταν ρητά ως διακριτή κατηγορία. Λαμβάνοντας υπόψη τα ανωτέρω συνάγεται ότι τυφλοί συνταξιούχοι δικηγόροι που εξακολουθούν να ασκούν τη δικηγορία εντάσσονται στην περίπτωση Α1β των συνταξιούχων της υπ’ αρ. Π3α/Φ.18/Γ.Π.οικ. 63731/2008 (ΦΕΚ 931) και λαμβάνουν μηνιαίως το ποσό των 362 ευρώ.». Κατά των ως άνω 251/5.5.2020, 255/5.5.2020, 266/5.5.2020, 267/5.5.2020 και 291/5.5.2020 αποφάσεων, οι προσφεύγοντες άσκησαν, αντιστοίχως, τις 91/24.8.2020, 65/24.8.2020, 66/24.8.2020, 90/24.8.2020 και 88/24.8.2020 ενδικοφανείς προσφυγές, οι οποίες έγιναν, κατά αντιστοιχία, δεκτές διά των 3654/ΚΥ/2021, 3652/ΚΥ/2020, 3648/ΚΥ/2021, 3655/ΚΥ/2021 και 3467/ΚΥ/2021 αποφάσεων του, κατά το άρθρο 40 του Π.Δ.78/1998, οργάνου. Κατά των τελευταίων αυτών, αποφάσεων ο Διοικητής του Ο.Π.Ε.Κ.Α, άσκησε, ενώπιον του αρμόδιου, κατά το άρθρο 40 του Π.Δ. 78/1998, οργάνου του Ο.Π.Ε.Κ.Α, αντιστοίχως, τις 323/18.5.21, 263/16.3.21, 325/18.5.21, 326/18.5.21 και 324/18.5.21 αιτήσεις επανεξέτασης, σύμφωνα με το άρθρο 45 του Καταστατικού του ως άνω Οργανισμού. Στη συνέχεια, το αρμόδιο όργανο που επιλήφθηκε των υποθέσεων, με τις ήδη προσβαλλόμενες αποφάσεις του, οι οποίες έκαναν δεκτές τις ως άνω αιτήσεις επανεξέτασης, ανακάλεσε τις, κατά σειρά, 3654/ΚΥ/2021, 3652/ΚΥ/2020, 3648/ΚΥ/2021, 3655/ΚΥ/2021 και 3467/ΚΥ/2021 αποφάσεις και επικύρωσε, αντιστοίχως, τις 251/5.5.2020, 255/5.5.2020, 266/5.5.2020, 267/5.5.2020 και 291/5.5.2020 αποφάσεις του Αναπληρωτή Προϊσταμένου του Τμήματος Χορήγησης Αναπηρικών Επιδομάτων, της Διεύθυνσης Αναπηρικών Επιδομάτων και Οικονομικών Ενισχύσεων του καθ’ ού. Όπως αναφέρεται στο σύνολο των προσβαλλόμενων αποφάσεων του, κατά το άρθρο 40 του Π.Δ.78/1998 οργάνου, η διόρθωση του καταβαλλομένου, στους προσφεύγοντες, επιδόματος τυφλότητας, από 697 σε 362 ευρώ μηνιαίως, από την 1.2.2020, έλαβε χώρα νομίμως, καθώς τα άτομα με τυφλότητα, τα οποία έχουν τη διττή ιδιότητα τόσο του συνταξιούχου, όσο και του δικηγόρου που αποδεδειγμένως ασκεί δικηγορία ή αντιστοίχως του επιστήμονα Πανεπιστημιακού επιπέδου που σύμφωνα με το πτυχίο του ασκεί την επιστήμη του, δικαιούνται το επίδομα των 362 το οποίο ορίσθηκε ως καταβλητέο για κάθε ανεξαιρέτως πρόσωπο με τυφλότητα που λαμβάνει παραλλήλως σύνταξη.

8. Επειδή, ήδη με την κρινόμενη προσφυγή, όπως αυτή αναπτύσσεται με το παραδεκτώς κατατεθειμένο υπόμνημα, οι προσφεύγοντες προβάλλουν ότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις είναι ακυρωτέες, καθότι, κατά την κείμενη νομοθεσία, οι ίδιοι, ως δικηγόροι που αποδεδειγμένα ασκούν δικηγορία ή ως επιστήμονες πανεπιστημιακού επιπέδου που σύμφωνα με το πτυχίο τους ασκούν την επιστήμη τους, δικαιούνται επίδομα τυφλότητας, ύψους 697 και όχι 362 ευρώ. Ειδικότερα, οι προσφεύγοντες ισχυρίζονται, μεταξύ άλλων, ότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις αντιστρατεύονται τον σκοπό θέσπισης του επιδόματος τυφλότητας για τους εργαζόμενους με τις ως άνω ιδιότητες (δικηγόροι που αποδεδειγμένα ασκούν δικηγορία ή επιστήμονες πανεπιστημιακού επιπέδου που σύμφωνα με το πτυχίο τους ασκούν την επιστήμη τους), ο οποίος συνίσταται στην οικονομική ενίσχυση αυτών, προκειμένου να συνεχίσουν να ασκούν το λειτούργημα του δικηγόρου ή την επιστήμη τους, αντίστοιχα, υποστηρίζουν δε ότι άπασες οι σχετικές περί χορήγησης-αύξησης του επιδόματος τυφλότητας υπουργικές αποφάσεις περιείχαν ειδική πρόβλεψη για τους τυφλούς εργαζόμενους με τις ως άνω ιδιότητες, ενώ, σε κανένα σημείο των αποφάσεων αυτών, δεν υφίστατο διάκριση μεταξύ των τυφλών συνταξιούχων που παραλλήλως εργάζονται με τις εν λόγω ιδιότητες και των μη συνταξιούχων τυφλών εργαζομένων που κατέχουν τις εν λόγω ιδιότητες, ούτε, άλλωστε, αναφερόταν ότι οι τυφλοί συνταξιούχοι που παραλλήλως εργάζονται με τις εν λόγω ιδιότητες και οι τυφλοί συνταξιούχοι που δεν εργάζονται, δικαιούνταν το ίδιο ποσό επιδόματος τυφλότητας. Προς επίρρωση των ανωτέρω, οι προσφεύγοντες επικαλούνται τη διάταξη του άρθρου 24 του Ν.1968/1991 (Α’150), με την οποία θεσπίζεται η δυνατότητα των τυφλών δικηγόρων να διατηρήσουν τη δικηγορική ιδιότητα και μετά τη συνταξιοδότησή τους, σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν.612/1977, καθώς και τη διάταξη του άρθρου 20 του Ν.4387/2016 (Α’85) που ορίζει ότι η ανάληψη εργασίας δεν επιφέρει μείωση του ποσού της σύνταξης των συνταξιούχων, βάσει των διατάξεων του Ν.612/1977, διατείνονται δε, ότι, σε κάθε περίπτωση, το Δ12/Γ.Π.οικ.16067/467/22.4.2020 έγγραφο της Γενικής Γραμματείας Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Καταπολέμησης της Φτώχειας, κατ’ επίκληση του οποίου εκδόθηκαν οι 251/5.5.2020, 255/5.5.2020, 266/5.5.2020, 267/5.5.2020 και 291/5.5.2020 διορθωτικές αποφάσεις, στερείται δεσμευτικότητας, καθότι εκδόθηκε άνευ νομοθετικής εξουσιοδότησης και δεν έτυχε δημοσιότητας. Περαιτέρω, ισχυρίζονται ότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις είναι πλημμελώς αιτιολογημένες και παραβιάζουν τα άρθρα 21 παρ. 6, 22 παρ.1 και 25 του Συντάγματος καθώς και είναι αντίθετες με τις αρχές της νομιμότητας, της χρηστής διοίκησης, της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης και της εύνοιας υπέρ του ασφαλισμένου. Τέλος, προβάλλουν ότι οι προσβαλλόμενες αποφάσεις εξεδόθησαν κατά παράβαση του άρθρου 7 παρ. 1 περ. ιβ’ του Ν. 4520/2018, καθώς, ο Διοικητής του Ο.Π.Ε.Κ.Α. απαραδέκτως άσκησε τις ως άνω αιτήσεις επανεξέτασης κατά των αποφάσεων που εκδόθηκαν μετά την άσκηση των ενδικοφανών προσφυγών των προσφευγόντων ενώπιον του οργάνου του άρθρου 40 του Π.Δ. 78/1998. Από την πλευρά του, ο καθ’ ου Οργανισμός, με την από 12.7.2022 έκθεση απόψεών του, ζητεί την απόρριψη της ένδικης προσφυγής, υποστηρίζοντας ότι νομίμως εκδόθηκαν οι προσβαλλόμενες αποφάσεις, διότι, ελλείψει διαφορετικής ρύθμισης από τον νομοθέτη, κατά την ορθή ερμηνεία των διατάξεων που ρυθμίζουν την υπό κρίση υπόθεση και ειδικότερα της 1480/1981 απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών, όπως τροποποιήθηκε με την κοινή υπουργική απόφαση 1130/1984, θεσπίστηκε διακριτή κατηγορία προνοιακού επιδόματος τυφλότητας για τα πρόσωπα με αναπηρία όρασης τα οποία λαμβάνουν ταυτόχρονα και σύνταξη με σκοπό την ενιαία αντιμετώπιση από το προνοιακό σύστημα προστασίας των συνταξιούχων τυφλών, ανεξαρτήτως από την τυχόν ταυτόχρονη ύπαρξη ή κτήση ή διατήρηση και άλλης ιδιότητας.

9. Επειδή, ενόψει των ανωτέρω πραγματικών περιστατικών και των διατάξεων που παρατέθηκαν, λαμβάνοντας υπόψη ότι: α) στην εφαρμοστέα, εν προκειμένω, Π3α/Φ.18/Γ.Π.οικ. 63731/2008 απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, οι τυφλοί συνταξιούχοι, που αποδεδειγμένα ασκούν δικηγορία ή αντιστοίχως, ασκούν την επιστήμη τους, σύμφωνα με το πτυχίο τους, ως επιστήμονες Πανεπιστημιακού επιπέδου, δεν αναφέρονται ως διακριτή κατηγορία δικαιούχων ορισμένου ποσού επιδόματος τυφλότητας, β) κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 3 της 1545/1973 απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών, με την οποία θεσπίστηκε το επίδομα τυφλότητας για τους τυφλούς δικηγόρους, καθώς και στο άρθρο 5 της 1570/1977 απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών, με την οποία θεσπίστηκε το επίδομα τυφλότητας για τους άλλους τυφλούς επιστήμονες, το εν λόγω επίδομα χορηγείται προς αντιμετώπιση των προσθέτων εξόδων που δημιουργούνται, εκ της τυφλότητας, κατά την άσκηση της δικηγορίας ή της επιστήμη τους αντιστοίχως, γ) κατά την 1.2.2020, ημερομηνία, στην οποία ανατρέχει η έναρξη των εννόμων αποτελεσμάτων των 251/5.5.2020, 255/5.5.2020, 266/5.5.2020, 267/5.5.2020 και 291/5.5.2020 διορθωτικών αποφάσεων, αλλά και κατά τον χρόνο έκδοσης των αποφάσεων αυτών (5.5.2020), οι προσφεύγοντες, στο σύνολό τους, ήταν τυφλοί συνταξιούχοι που αποδεδειγμένα ασκούσαν δικηγορία ή την επιστήμη τους αντίστοιχα, και, ως εκ τούτου, υποβάλλονταν, εκ της τυφλότητάς τους, σε πρόσθετα έξοδα, κατά την άσκηση αυτών, δ) οι προσφεύγοντες δεν ελάμβαναν οικονομική ενίσχυση για την τυφλότητα από οποιαδήποτε πηγή, ώστε να τίθεται ζήτημα μη χορήγησης ή περιορισμού του ύψους του ποσού του ενδίκου επιδόματος, βάσει της διάταξης του άρθρου 1 περ.ε’ της 1480/1981 απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Κοινωνικών Υπηρεσιών και ε) είναι αδιάφορο εάν οι προσφεύγοντες εξασφάλιζαν τον βιοπορισμό τους, από τη σύνταξη που ελάμβαναν, δεδομένου ότι, διά της Γ4β/Φ 32/οικ. 591/1989 απόφασης των Υπουργών Οικονομικών και Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, καταργήθηκαν τα κριτήρια οικονομικής αδυναμίας για την χορήγηση προνοιακών επιδομάτων σε άτομα με ειδικές ανάγκες, το Δικαστήριο κρίνει ότι, οι κατά σειρά πρώτη, δεύτερος, τρίτος και πέμπτη εκ των προσφευγόντων είναι κατατακτέοι στην κατηγορία Α6 της προμνησθείσας Κ.Υ.Α. Π3α/Φ.18/Γ.Π.οικ. 63731/2008 και δικαιούνται να λαμβάνουν το επίδομα τυφλότητας που προβλέπεται για τους δικηγόρους που αποδεδειγμένα ασκούν δικηγορία, ενώ ο τέταρτος προσφεύγων είναι κατατακτέος στην κατηγορία Α5 της προαναφερθείσας Κ.Υ.Α. και δικαιούται να λαμβάνει το επίδομα τυφλότητας που προβλέπεται για τους επιστήμονες Πανεπιστημιακού επιπέδου που σύμφωνα με το πτυχίο τους ασκούν την επιστήμη τους, όσα δε αντίθετα προβάλλει το καθ’ ου πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. Κατόπιν τούτων, μη νομίμως εκδόθηκαν οι 251/5.5.2020, 255/5.5.2020, 266/5.5.2020, 267/5.5.2020 και 291/5.5.2020 διορθωτικές αποφάσεις του Αναπληρωτή Προϊσταμένου του Τμήματος Χορήγησης Αναπηρικών Επιδομάτων, της Διεύθυνσης Αναπηρικών Επιδομάτων και Οικονομικών Ενισχύσεων του καθ’ ού, το δε κατά το άρθρο 40 του Π.Δ.78/1998 όργανο, το οποίο, με τις προσβαλλόμενες αποφάσεις του, έκανε δεκτές τις 323/18.5.21, 263/16.3.21, 325/18.5.21, 326/18.5.21 και 324/18.5.21 αιτήσεις επανεξέτασης του Διοικητή του καθ΄ου και επικύρωσε τις ως άνω διορθωτικές αποφάσεις, έσφαλε και οι αποφάσεις του αυτές πρέπει να ακυρωθούν, κατ’ αποδοχή του σχετικού λόγου της προσφυγής, παρελκούσης ως αλυσιτελούς της εξέτασης των λοιπών λόγων της προσφυγής.

10. Επειδή, κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, η προσφυγή πρέπει να γίνει δεκτή, να ακυρωθούν οι προσβαλλόμενες αποφάσεις, κατά τα οριζόμενα στο διατακτικό και να αναγνωριστεί ότι οι κατά σειρά πρώτη, δεύτερος, τρίτος και πέμπτη εκ των προσφευγόντων είναι κατατακτέοι στην κατηγορία Α6 της προμνησθείσας Κ.Υ.Α. Π3α/Φ.18/Γ.Π.οικ. 63731/2008 και δικαιούνται να λαμβάνουν το επίδομα τυφλότητας που προβλέπεται για τους δικηγόρους που αποδεδειγμένα ασκούν δικηγορία, ενώ ο τέταρτος προσφεύγων είναι κατατακτέος στην κατηγορία Α5 της προαναφερθείσας Κ.Υ.Α. και δικαιούται να λαμβάνει το επίδομα τυφλότητας που προβλέπεται για τους επιστήμονες Πανεπιστημιακού επιπέδου που σύμφωνα με το πτυχίο τους ασκούν την επιστήμη τους. Τέλος, τα καταβληθέντα παράβολα πρέπει να αποδοθούν στους προσφεύγοντες (άρθρο 277 παρ.9 εδ.α’ του Κ.Δ.Δ.), ενώ, κατ’ εκτίμηση των περιστάσεων, το καθ’ ού πρέπει να απαλλαγεί από τα δικαστικά έξοδα των προσφευγόντων (άρθρο 275 παρ.1 εδ.ε’ του Κ.Δ.Δ.).

ΔΙΑ
 ΤΑΥΤΑ

Δέχεται την προσφυγή.

Ακυρώνει τις με αριθμ. 4293/8.9.2021, 4294/8.9.2021, 4291/8.9.2021, 4290/8.9.2021 και 4292/8.9.2021 αποφάσεις του κατά το άρθρο 40 του Π.Δ.78/1998 οργάνου.

Αποφαίνεται ότι οι κατά σειρά πρώτη, δεύτερος, τρίτος και πέμπτη εκ των προσφευγόντων είναι κατατακτέοι στην κατηγορία Α6 της προμνησθείσας Κ.Υ.Α. Π3α/Φ.18/Γ.Π.οικ. 63731/2008 και δικαιούνται να λαμβάνουν το επίδομα τυφλότητας που προβλέπεται για τους δικηγόρους που αποδεδειγμένα ασκούν δικηγορία, ενώ ο τέταρτος προσφεύγων είναι κατατακτέος στην κατηγορία Α5 της προαναφερθείσας Κ.Υ.Α. και δικαιούται να λαμβάνει το επίδομα τυφλότητας που προβλέπεται για τους επιστήμονες Πανεπιστημιακού επιπέδου που σύμφωνα με το πτυχίο τους ασκούν την επιστήμη τους.

Διατάσσει την απόδοση των καταβληθέντων παραβόλων στους προσφεύγοντες.

Απαλλάσσει το καθ’ ού από τα δικαστικά έξοδα των προσφευγόντων.

Η διάσκεψη του Δικαστηρίου έγινε στην Αθήνα στις 3-11-2022 και η απόφαση δημοσιεύθηκε στο ακροατήριό του κατά τη δημόσια συνεδρίαση της 17-11-2022.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ   Ο ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ

 

  Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ