Αφιέρωμα στο Μάνο Καπουνιάρη
του Μανώλη Μπασιά
Την Τρίτη 21.1.2020 έφυγε από κοντά μας ο σεβαστός και σ' όλους μας αγαπητός συνάδελφος και μαχητής της ζωής, Μάνος Καπουνιάρης.
Γεννήθηκε στο Κίτρος Πιερίας το 1930. Οι γονείς του ήταν γεωργοί.
Ζώντας εκεί στο βουνό και στο δάσος και κάτω από τον ουρανό, σχημάτισε ένα χαρακτήρα λευκό, ολοκάθαρο και κρυστάλλινο σαν τα χιόνια του βουνού, σαν το φως του ουρανού και σαν τα γάργαρα νερά του ποταμού.
Λίγο μετά την αποχώρηση των δυνάμεων κατοχής, και συγκεκριμένα την ημέρα του Πάσχα στις 6.5.1945, παίζοντας στα χωράφια του χωριού του, βρήκε μια εγκαταλελειμμένη γερμανική νάρκη. Καθώς την περιεργαζόταν, εκπυρσοκρότησε και τον τύφλωσε εντελώς. Ήταν και αυτός ένας από τις πολλές περιπτώσεις των τυφλών συναδέλφων που χτύπησαν από χειροβομβίδες των κατακτητών. Γιατί εκείνοι, αν και έφυγαν τότε, τα φονικά όπλα τους παρέμειναν και εξακολουθούσαν για πολλά χρόνια να σκορπούν τον όλεθρο και τη συμφορά. Ο πόλεμος τους δεν κράτησε μόνο 4 χρόνια, όσο αυτοί ήταν εδώ, αλλά πολύ περισσότερο. Γι’ αυτό όλοι όσοι χτύπησαν, που είναι πάρα πολλοί, είναι κατά το νόμο ανάπηροι πολέμου αμάχου πληθυσμού. Δυστυχώς ενώ τόσα πολλά λέγονται τελευταία, κανείς δεν μιλάει για τις τραγικές αυτές περιπτώσεις!
Λίγους μήνες μετά, το φθινόπωρο, ήλθε στον Οίκο Τυφλών Καλλιθέας, όπου έμεινε τρία χρόνια, έμαθε τη γραφή BRAILLE, παρακολούθησε ξανά τις δύο τελευταίες τάξεις του δημοτικού σχολείου καθώς επίσης και μαθήματα βυζαντινής και ευρωπαϊκής μουσικής στους δασκάλους Δημήτριο Χρυσαφίδη και Σταύρο Πέτσαλη και βιολί στο δάσκαλο Αντώνη Ζαχόπουλο. Εκεί το ίδιο διάστημα ήταν και ο Γιάννης Ρίζος, με τον οποίο συνδέθηκε με μεγάλη φιλία. Από τότε οι βίοι τους ήταν σχεδόν παράλληλοι. Το 1949, όπως γινότανε τότε, ένας σύμβουλος του σωματείου τους κάλεσε και τους είπε ότι πρέπει να φύγουν από το ίδρυμα του Οίκου τυφλών, αφού αυτό δεν μπορούσε, πια, να τους προσφέρει κάτι άλλο. Τους έδωσε και ένα μικρό χρηματικό ποσό, ίσα-ίσα για να πληρώσουν τα εισιτήριά τους. Η απόφαση αυτή ήταν πολύ σκληρή για τα παιδιά αυτά, που δεν είχαν πού να μείνουν τότε και, αφού για ένα διάστημα πήγαν στο τότε ίδρυμα των Σεπολίων, που παρακολούθησαν μαθήματα πτηνοτροφίας, κατέληξαν αναγκαστικά στα χωριά τους.
Αυτός ήταν ο κυριότερος λόγος, που προκάλεσε αργότερα την εξέγερση των τυφλών του 1976, που ζήτησαν δικαιολογημένα την απαραίτητη κρατική μέριμνα, με σύνθημα <δουλειά, παιδεία και όχι επαιτεία>.
Στο χωριό του ο Μάνος μόνη συντροφιά του είχε την κλασσική μουσική που έπαιζε με το βιολί του, την αδιάλειπτη, όπως ο ίδιος έλεγε, προσευχή και την ελπίδα πως ο Θεός θα πραγματοποιούσε τα όνειρά του, έστω κι αν αυτά τού φαινόταν πολύ δύσκολα. Και το θαύμα δεν άργησε να γίνει. και ιδού πώς: Το καλοκαίρι του 1953 μια καλή και μορφωμένη κοπέλα που καταγόταν από αυστηρή Αθηναϊκή οικογένεια, ήρθε με την οικογένειά της για διακοπές στο χωριό του Μάνου. Εκεί οι δύο νέοι που είχαν την ίδια ηλικία, τα ίδια ιδανικά και την ίδια πίστη στο θεό, γνωρίσθηκαν και αλληλοεκτιμήθηκαν. Η κοπέλα ονομαζότανε Σοφία Κρητικού και ήταν κατηχήτρια με ζήλο ιεραποστολικό. Εκείνη τον παρακάλεσε να της μάθει την γραφή BRAILLE για να μπορούν να αλληλογραφούν όταν θα έφευγε. Έτσι ξεκίνησε μια μεγάλη αγνή φιλία. Του έστελνε διαρκώς επιστολές στη γραφή BRAILLE καθώς επίσης και ανάγλυφους χάρτες των δρόμων της Αθήνας για να μπορέσει να μάθει να κυκλοφορεί.
Σε ένα χρόνο ο Μάνος με την παρακίνηση της Σοφίας εγκαταστάθηκε στην Αθήνα πληρώνοντας τα έξοδά του με την αναπηρική σύνταξη που είχε. Το βράδυ πήγαινε σε νυχτερινό γυμνάσιο και την ημέρα παρακολουθούσε μαθήματα μουσικής: κλασικής και κυρίως βυζαντινής, στους δασκάλους Δημήτριο Χρυσαφίδη και μοναχό Δοσίθεο Παρασκευαϊδη, με τον οποίο συνδέθηκε πνευματικά και συνεργάστηκε πολύ στενά στη βυζαντινή γραφή. Επίσης παρακολούθησε τα μαθήματα της σχολής τηλεφωνητών του Φάρου Τυφλών της Ελλάδος. Τέλος από το μουσικοδιδάσκαλο Θεόδωρο Χατζηθεοδώρου, έλαβε μαζί με το Γιάννη Ρίζο, το πτυχίο του Ιεροψάλτου από το Ελληνικό Ωδείο, που λειτουργούσε τότε στην οδό Φειδίου. Επειδή δεν είχαν αρκετά χρήματα, εξασφάλισαν την πληρωμή των διδάκτρων τους από τους συναδέλφους Δημήτριο Περή και Νικόλαο Αναστασάκη.
Τα βιβλία των τυφλών για πολλά χρόνια τα έγραφαν τότε η Μαρία Κωνσταντοπούλου και ο Παναγιώτης Στυλιανόπουλος (που ήταν καθηλωμένος σε αναπηρικό αμαξίδιο, και νοσηλευόταν στο Άσυλο Ανιάτων). Να είναι αιωνία τους η μνήμη για την σημαντική προσφορά τους. Εδώ πρέπει να αναφέρω ότι ο Παναγιώτης Στυλιανόπουλος είχε πέσει από οικοδομή και είχε μείνει ανάπηρος των κάτω άκρων. Έμενε στο άσυλο ανιάτων που βρίσκεται στην περιοχή Πατησίων και εκεί ασχολείτο με έργο κοινωνικό, γράφοντας με τα χέρια του, που δούλευαν, βιβλία για τυφλούς μαθητές και φοιτητές σε ένα μικρό τυπογραφείο, που είχε στήσει μέσα στο ίδρυμα.
Τότε γράφτηκαν τα πρώτα βιβλία των τυφλών για μαθητές γυμνασίου και φοιτητές, αφού το κράτος δεν είχε καμιά φροντίδα για την υπόθεση αυτή.
Κάθε Πέμπτη απόγευμα πηγαίναμε στην οδό Δαμάρεως 50 στο Παγκράτι. Εκεί παίρναμε τα βιβλία, που μας είχαν γράψει ο Παναγιώτης Στυλιανόπουλος, η Μαρία Κωνσταντοπούλου, η Ανθούλα Λαμπροπούλου και άλλες εθελόντριες που μας έραβαν και μας έντυναν, ο Πατήρ Δοσίθεος, η Κατερίνα Κολόκα και άλλοι. Ήταν ένα εργοτάξιο παραγωγής βιβλίων για τυφλούς. Με αυτά τα βιβλία σπουδάσαμε οι παλαιότεροι.
Από το 1960 ο Μάνος εργάσθηκε ως πρώτος τηλεφωνητής στο Λαϊκό Νοσοκομείο. Αργότερα στο νοσοκομείο αυτό διορίστηκαν και άλλοι συνάδελφοι.
Εδώ θέλω λίγο να σταθώ για να τονίσω την προσφορά του τμήματος τηλεφωνητών του Λαϊκού νοσοκομείου στις ιατρικές εξετάσεις των τυφλών, μέσω της κοινωνικής υπηρεσίας του Φάρου Τυφλών. Όταν κάποιος τυφλός ήθελε να κάνει εξετάσεις, απευθυνόταν αρχικά στο Μάνο Καπουνιάρη και αργότερα στο Γιάννη Πόραβο και κατόπιν και στους άλλους συναδέλφους του τμήματος τηλεφωνητών και κατόρθωνε την άμεση και χωρίς καθυστέρηση εξέτασή του από τους γιατρούς του νοσοκομείου.
Τον Αύγουστο του 1961 στη Χρυσοσπηλιώτισσα, έγινε ο γάμος του Μάνου με τη Σοφία, η οποία τόν στήριξε σα στύλος, και χωρίς τη βοήθεια της οποίας, όπως ο ίδιος πάλι έλεγε, δε θα μπορούσε να πετύχει τίποτα απ' όσα πέτυχε. Το γάμο τους ευλόγησε ο τότε προϊστάμενος του Ναού πατήρ Τιμόθεος Παπουτσάκης, μετέπειτα αρχιεπίσκοπος Κρήτης. Ο γάμος και η ζωή του Μάνου και της Σοφίας έγινε θεατρικό έργο από την θεατρική συγγραφέα Ξανθούλα Παπουτσή, το οποίο βραβεύτηκε στην Έκθεση λογοτεχνικού βιβλίου στην Κηφισιά. Το ίδιο έργο έχει παρουσιαστεί με επιτυχία σε θέατρα των Αθηνών, από το Ορθόδοξο πνευματικό κέντρο "Απόστολος Τιμόθεος" και οι εισπράξεις δόθηκαν για φιλανθρωπικούς σκοπούς.
Ο Μάνος και η Σοφία απέκτησαν δύο παιδιά, το Χρήστο και τη Γιούλη (Παναγιώτα) και είχαν τρία εγγόνια, που τα καμάρωναν και για την πρόοδο των οποίων ήταν υπερήφανοι. Μεγάλη χαρά είχαν, που έβλεπαν παιδιά και εγγονάκια <ως νεόφυτα ελαιών κύκλω της τραπέζης αυτών>.
Ο Μάνος, συμμετείχε επίσης σε ορθόδοξες συντροφιές, που κάνουν εξωτερική ιεραποστολή σε διάφορα μέρη του κόσμου. Επίσης, επικοινωνούσε τηλεφωνικώς με πολλούς ανάπηρους ανθρώπους δίνοντας δύναμη και ειρήνη απ' αυτήν που ξεχείλιζε από την ψυχή του.
Ο Μάνος και η Σοφία ήταν ιδρυτικά μέλη του Συλλόγου Συμπαραστάσεων κρατουμένων "Ονήσιμος" και συμμετείχαν ενεργά στην οικονομική ενίσχυση και την ψυχαγωγία των κρατουμένων. Για πολλά χρόνια ολόκληρη ομάδα πήγαιναν στις φυλακές και έπαιζαν κάλαντα ή τραγούδια και διασκέδαζαν τους κρατουμένους.
Ο Μάνος έπαιζε βιολί, ο Γιάννης Ρίζος ή η Ευγενία Ράπτου έπαιζαν ακορντεόν και η υπόλοιπη ομάδα τραγουδούσε.
Υπηρέτησε ως ιεροψάλτης τους Ιερούς Ναούς, αρχικά των αγίων Αναργύρων του Λαϊκού νοσοκομείου, και αργότερα της αγίας Αικατερίνης του Ερυθρού Σταυρού, όπου διακόνησε για δεκάδες χρόνια. Ήταν ένα αηδόνι του Θεού. Εργαζόταν στο νοσοκομείο όλες τις άλλες μέρες της εβδομάδος, και την Κυριακή έψαλλε και υμνούσε το Θεό στην Εκκλησία του νοσοκομείου. Τις έξι μέρες της εβδομάδος έστελνε τους αρρώστους στους σωματικούς γιατρούς, την Κυριακή και άλλες γιορτές με την κατανυκτική και γλυκειά φωνή του τους έστελνε, όπως ο ίδιος έλεγε, στον Ιατρό ψυχών τε και σωμάτων. Προσέφερε ανεκτίμητη βοήθεια, σωματική τις καθημερινές και πνευματική τις Κυριακές.
Εδώ θα παρεμβάλλω ένα κείμενο από περιοδικό της Αστυνομίας του 2001, που αναφέρεται στη βράβευσή του από την Αρχιεπισκοπή Αθηνών: "Ο Μάνος Καπουνιάρης είναι ιεροψάλτης εδώ και πολλά χρόνια στον ιερό ναό Αγίας Αικατερίνης μέσα στον Ερυθρό Σταυρό και τον μισθό που παίρνει τον χρησιμοποιεί για να αντιγράφει διάφορες ομιλίες ή συνεντεύξεις ή ύμνους σε κασέτες που τίς πολλαπλασιάζει και τις στέλνει παντού για να στηρίξει ηθικά και πνευματικά τους συνανθρώπους μας. Τα θέματα που συνήθως επιλέγει αφορούν την οικογένεια, το παιδί, τις σχέσεις των συζύγων, το <Πιστεύω> του ανθρώπου, γιατί χωρίς την πίστη στο Θεό, όπως λέει ο ίδιος, δε θα μπορούσε να φτάσει εδώ που έφτασε. Έχει στείλει σ' όλο τον κόσμο, πάνω από 3.000-4.000 κασέτες και πάρα πολλά cds, με θέματα που βοηθούν τον άνθρωπο να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του. Είχε καταστήσει το σπίτι του μονάδα παραγωγής κασετών και cds χρησιμοποιώντας σύγχρονα μηχανήματα παραγωγής. Είχε επίσης οργανώσει ανθρώπους για το πακετάρισμα και την ταχυδρόμηση των πιο πάνω αντιγράφων.
Το 2001 το Κέντρο Στήριξης Οικογένειας της Αρχιεπισκοπής Αθηνών, τίμησε πρόσωπα καί οργανώσεις, πού με την εθελοντική τους προσφορά κάνουν τη ζωή μας πιο ανθρώπινη καί τίς ανθρώπινες σχέσεις μας πιο σωστές. 'Η βράβευση έγινε από τον ίδιο τον αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο, Επειδή ο ίδιος πίστευε πως οι πράξεις εθελοντισμού καί προσφοράς στο συνάνθρωπο πρέπει ιδιαίτερα να τονίζονται, να γίνονται γνωστές, ώστε να αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση και από άλλους στην ευδαιμονιστική και υπερκαταναλωτική κοινωνία μας".
Σε ποιο χώρο πέρασε ο Μάνος και δεν προσέφερε; Στο Φάρο Τυφλών τής Ελλάδος, στον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Τυφλών, στο Σύλλογο Βυζαντινής Εκκλησιαστικής Μουσικής Τυφλών Ιεροψαλτών "Η Νέα Παρασημαντική", στην Ορθόδοξη Πορεία, από όπου κι' αν πέρασε προσέφερε ειρήνη και βοήθεια ουσιαστική. Είχε ένα σπάνιο στις μέρες μας προσόν, το ναι του να ήταν ναι και το όχι του όχι και ήξερες με ποιον άνθρωπο είχες να κάνεις και η συνεργασία μαζί του ήταν πάντα γόνιμη και καρποφόρα..
Ήταν για μένα μεγάλη τιμή, που τον είχα εδώ και πολλά χρόνια στενό συνεργάτη στο Σύλλογο Βυζαντινής Εκκλησιαστικής Μουσικής Τυφλών Ιεροψαλτών "Η Νέα Παρασημαντική" στην προσπάθειά μας για παραγωγή των βυζαντινών και άλλων μουσικών βιβλίων σε γραφή Μπράιγ, για να καλύψουμε τις ανάγκες των τυφλών ιεροψαλτών και εν γένει των τυφλών μουσικών, γιατί η μουσική είναι ένα πεδίο, στο οποίο οι τυφλοί μπορούν ευχερώς να διακριθούν, αρκεί να έχουν την απαραίτητη στήριξη.
Ο Μάνος και η οικογένεια του υπήρξαν, στην ψυχρή και αδιάφορη εποχή μας, ζωντανά παραδείγματα προς μίμηση.
Αποβλέποντας στη γεμάτη προσφορά ζωή του, θυμάμαι το ευαγγελικό χωρίο, <ο θερισμός είναι πολύς και οι εργάται ολίγοι>.
Τελειώνοντας ένα εύχομαι: Να στείλει ο Θεός στην αδιάφορη και γεμάτη ανάγκες και πόνο κοινωνία μας και άλλους εργάτες, που πολλή παρηγορία θα προσφέρουν, όπως ήταν ο αγαπητός σε όλους μας Μάνος Καπουνιάρης και η γεμάτη αγάπη σύζυγός του Σοφία.
Αθήνα, 11 Μαρτίου 2020
Μανώλης Μπασιάς
του Μανώλη Μπασιά
Την Τρίτη 21.1.2020 έφυγε από κοντά μας ο σεβαστός και σ' όλους μας αγαπητός συνάδελφος και μαχητής της ζωής, Μάνος Καπουνιάρης.
Γεννήθηκε στο Κίτρος Πιερίας το 1930. Οι γονείς του ήταν γεωργοί.
Ζώντας εκεί στο βουνό και στο δάσος και κάτω από τον ουρανό, σχημάτισε ένα χαρακτήρα λευκό, ολοκάθαρο και κρυστάλλινο σαν τα χιόνια του βουνού, σαν το φως του ουρανού και σαν τα γάργαρα νερά του ποταμού.
Λίγο μετά την αποχώρηση των δυνάμεων κατοχής, και συγκεκριμένα την ημέρα του Πάσχα στις 6.5.1945, παίζοντας στα χωράφια του χωριού του, βρήκε μια εγκαταλελειμμένη γερμανική νάρκη. Καθώς την περιεργαζόταν, εκπυρσοκρότησε και τον τύφλωσε εντελώς. Ήταν και αυτός ένας από τις πολλές περιπτώσεις των τυφλών συναδέλφων που χτύπησαν από χειροβομβίδες των κατακτητών. Γιατί εκείνοι, αν και έφυγαν τότε, τα φονικά όπλα τους παρέμειναν και εξακολουθούσαν για πολλά χρόνια να σκορπούν τον όλεθρο και τη συμφορά. Ο πόλεμος τους δεν κράτησε μόνο 4 χρόνια, όσο αυτοί ήταν εδώ, αλλά πολύ περισσότερο. Γι’ αυτό όλοι όσοι χτύπησαν, που είναι πάρα πολλοί, είναι κατά το νόμο ανάπηροι πολέμου αμάχου πληθυσμού. Δυστυχώς ενώ τόσα πολλά λέγονται τελευταία, κανείς δεν μιλάει για τις τραγικές αυτές περιπτώσεις!
Λίγους μήνες μετά, το φθινόπωρο, ήλθε στον Οίκο Τυφλών Καλλιθέας, όπου έμεινε τρία χρόνια, έμαθε τη γραφή BRAILLE, παρακολούθησε ξανά τις δύο τελευταίες τάξεις του δημοτικού σχολείου καθώς επίσης και μαθήματα βυζαντινής και ευρωπαϊκής μουσικής στους δασκάλους Δημήτριο Χρυσαφίδη και Σταύρο Πέτσαλη και βιολί στο δάσκαλο Αντώνη Ζαχόπουλο. Εκεί το ίδιο διάστημα ήταν και ο Γιάννης Ρίζος, με τον οποίο συνδέθηκε με μεγάλη φιλία. Από τότε οι βίοι τους ήταν σχεδόν παράλληλοι. Το 1949, όπως γινότανε τότε, ένας σύμβουλος του σωματείου τους κάλεσε και τους είπε ότι πρέπει να φύγουν από το ίδρυμα του Οίκου τυφλών, αφού αυτό δεν μπορούσε, πια, να τους προσφέρει κάτι άλλο. Τους έδωσε και ένα μικρό χρηματικό ποσό, ίσα-ίσα για να πληρώσουν τα εισιτήριά τους. Η απόφαση αυτή ήταν πολύ σκληρή για τα παιδιά αυτά, που δεν είχαν πού να μείνουν τότε και, αφού για ένα διάστημα πήγαν στο τότε ίδρυμα των Σεπολίων, που παρακολούθησαν μαθήματα πτηνοτροφίας, κατέληξαν αναγκαστικά στα χωριά τους.
Αυτός ήταν ο κυριότερος λόγος, που προκάλεσε αργότερα την εξέγερση των τυφλών του 1976, που ζήτησαν δικαιολογημένα την απαραίτητη κρατική μέριμνα, με σύνθημα <δουλειά, παιδεία και όχι επαιτεία>.
Στο χωριό του ο Μάνος μόνη συντροφιά του είχε την κλασσική μουσική που έπαιζε με το βιολί του, την αδιάλειπτη, όπως ο ίδιος έλεγε, προσευχή και την ελπίδα πως ο Θεός θα πραγματοποιούσε τα όνειρά του, έστω κι αν αυτά τού φαινόταν πολύ δύσκολα. Και το θαύμα δεν άργησε να γίνει. και ιδού πώς: Το καλοκαίρι του 1953 μια καλή και μορφωμένη κοπέλα που καταγόταν από αυστηρή Αθηναϊκή οικογένεια, ήρθε με την οικογένειά της για διακοπές στο χωριό του Μάνου. Εκεί οι δύο νέοι που είχαν την ίδια ηλικία, τα ίδια ιδανικά και την ίδια πίστη στο θεό, γνωρίσθηκαν και αλληλοεκτιμήθηκαν. Η κοπέλα ονομαζότανε Σοφία Κρητικού και ήταν κατηχήτρια με ζήλο ιεραποστολικό. Εκείνη τον παρακάλεσε να της μάθει την γραφή BRAILLE για να μπορούν να αλληλογραφούν όταν θα έφευγε. Έτσι ξεκίνησε μια μεγάλη αγνή φιλία. Του έστελνε διαρκώς επιστολές στη γραφή BRAILLE καθώς επίσης και ανάγλυφους χάρτες των δρόμων της Αθήνας για να μπορέσει να μάθει να κυκλοφορεί.
Σε ένα χρόνο ο Μάνος με την παρακίνηση της Σοφίας εγκαταστάθηκε στην Αθήνα πληρώνοντας τα έξοδά του με την αναπηρική σύνταξη που είχε. Το βράδυ πήγαινε σε νυχτερινό γυμνάσιο και την ημέρα παρακολουθούσε μαθήματα μουσικής: κλασικής και κυρίως βυζαντινής, στους δασκάλους Δημήτριο Χρυσαφίδη και μοναχό Δοσίθεο Παρασκευαϊδη, με τον οποίο συνδέθηκε πνευματικά και συνεργάστηκε πολύ στενά στη βυζαντινή γραφή. Επίσης παρακολούθησε τα μαθήματα της σχολής τηλεφωνητών του Φάρου Τυφλών της Ελλάδος. Τέλος από το μουσικοδιδάσκαλο Θεόδωρο Χατζηθεοδώρου, έλαβε μαζί με το Γιάννη Ρίζο, το πτυχίο του Ιεροψάλτου από το Ελληνικό Ωδείο, που λειτουργούσε τότε στην οδό Φειδίου. Επειδή δεν είχαν αρκετά χρήματα, εξασφάλισαν την πληρωμή των διδάκτρων τους από τους συναδέλφους Δημήτριο Περή και Νικόλαο Αναστασάκη.
Τα βιβλία των τυφλών για πολλά χρόνια τα έγραφαν τότε η Μαρία Κωνσταντοπούλου και ο Παναγιώτης Στυλιανόπουλος (που ήταν καθηλωμένος σε αναπηρικό αμαξίδιο, και νοσηλευόταν στο Άσυλο Ανιάτων). Να είναι αιωνία τους η μνήμη για την σημαντική προσφορά τους. Εδώ πρέπει να αναφέρω ότι ο Παναγιώτης Στυλιανόπουλος είχε πέσει από οικοδομή και είχε μείνει ανάπηρος των κάτω άκρων. Έμενε στο άσυλο ανιάτων που βρίσκεται στην περιοχή Πατησίων και εκεί ασχολείτο με έργο κοινωνικό, γράφοντας με τα χέρια του, που δούλευαν, βιβλία για τυφλούς μαθητές και φοιτητές σε ένα μικρό τυπογραφείο, που είχε στήσει μέσα στο ίδρυμα.
Τότε γράφτηκαν τα πρώτα βιβλία των τυφλών για μαθητές γυμνασίου και φοιτητές, αφού το κράτος δεν είχε καμιά φροντίδα για την υπόθεση αυτή.
Κάθε Πέμπτη απόγευμα πηγαίναμε στην οδό Δαμάρεως 50 στο Παγκράτι. Εκεί παίρναμε τα βιβλία, που μας είχαν γράψει ο Παναγιώτης Στυλιανόπουλος, η Μαρία Κωνσταντοπούλου, η Ανθούλα Λαμπροπούλου και άλλες εθελόντριες που μας έραβαν και μας έντυναν, ο Πατήρ Δοσίθεος, η Κατερίνα Κολόκα και άλλοι. Ήταν ένα εργοτάξιο παραγωγής βιβλίων για τυφλούς. Με αυτά τα βιβλία σπουδάσαμε οι παλαιότεροι.
Από το 1960 ο Μάνος εργάσθηκε ως πρώτος τηλεφωνητής στο Λαϊκό Νοσοκομείο. Αργότερα στο νοσοκομείο αυτό διορίστηκαν και άλλοι συνάδελφοι.
Εδώ θέλω λίγο να σταθώ για να τονίσω την προσφορά του τμήματος τηλεφωνητών του Λαϊκού νοσοκομείου στις ιατρικές εξετάσεις των τυφλών, μέσω της κοινωνικής υπηρεσίας του Φάρου Τυφλών. Όταν κάποιος τυφλός ήθελε να κάνει εξετάσεις, απευθυνόταν αρχικά στο Μάνο Καπουνιάρη και αργότερα στο Γιάννη Πόραβο και κατόπιν και στους άλλους συναδέλφους του τμήματος τηλεφωνητών και κατόρθωνε την άμεση και χωρίς καθυστέρηση εξέτασή του από τους γιατρούς του νοσοκομείου.
Τον Αύγουστο του 1961 στη Χρυσοσπηλιώτισσα, έγινε ο γάμος του Μάνου με τη Σοφία, η οποία τόν στήριξε σα στύλος, και χωρίς τη βοήθεια της οποίας, όπως ο ίδιος πάλι έλεγε, δε θα μπορούσε να πετύχει τίποτα απ' όσα πέτυχε. Το γάμο τους ευλόγησε ο τότε προϊστάμενος του Ναού πατήρ Τιμόθεος Παπουτσάκης, μετέπειτα αρχιεπίσκοπος Κρήτης. Ο γάμος και η ζωή του Μάνου και της Σοφίας έγινε θεατρικό έργο από την θεατρική συγγραφέα Ξανθούλα Παπουτσή, το οποίο βραβεύτηκε στην Έκθεση λογοτεχνικού βιβλίου στην Κηφισιά. Το ίδιο έργο έχει παρουσιαστεί με επιτυχία σε θέατρα των Αθηνών, από το Ορθόδοξο πνευματικό κέντρο "Απόστολος Τιμόθεος" και οι εισπράξεις δόθηκαν για φιλανθρωπικούς σκοπούς.
Ο Μάνος και η Σοφία απέκτησαν δύο παιδιά, το Χρήστο και τη Γιούλη (Παναγιώτα) και είχαν τρία εγγόνια, που τα καμάρωναν και για την πρόοδο των οποίων ήταν υπερήφανοι. Μεγάλη χαρά είχαν, που έβλεπαν παιδιά και εγγονάκια <ως νεόφυτα ελαιών κύκλω της τραπέζης αυτών>.
Ο Μάνος, συμμετείχε επίσης σε ορθόδοξες συντροφιές, που κάνουν εξωτερική ιεραποστολή σε διάφορα μέρη του κόσμου. Επίσης, επικοινωνούσε τηλεφωνικώς με πολλούς ανάπηρους ανθρώπους δίνοντας δύναμη και ειρήνη απ' αυτήν που ξεχείλιζε από την ψυχή του.
Ο Μάνος και η Σοφία ήταν ιδρυτικά μέλη του Συλλόγου Συμπαραστάσεων κρατουμένων "Ονήσιμος" και συμμετείχαν ενεργά στην οικονομική ενίσχυση και την ψυχαγωγία των κρατουμένων. Για πολλά χρόνια ολόκληρη ομάδα πήγαιναν στις φυλακές και έπαιζαν κάλαντα ή τραγούδια και διασκέδαζαν τους κρατουμένους.
Ο Μάνος έπαιζε βιολί, ο Γιάννης Ρίζος ή η Ευγενία Ράπτου έπαιζαν ακορντεόν και η υπόλοιπη ομάδα τραγουδούσε.
Υπηρέτησε ως ιεροψάλτης τους Ιερούς Ναούς, αρχικά των αγίων Αναργύρων του Λαϊκού νοσοκομείου, και αργότερα της αγίας Αικατερίνης του Ερυθρού Σταυρού, όπου διακόνησε για δεκάδες χρόνια. Ήταν ένα αηδόνι του Θεού. Εργαζόταν στο νοσοκομείο όλες τις άλλες μέρες της εβδομάδος, και την Κυριακή έψαλλε και υμνούσε το Θεό στην Εκκλησία του νοσοκομείου. Τις έξι μέρες της εβδομάδος έστελνε τους αρρώστους στους σωματικούς γιατρούς, την Κυριακή και άλλες γιορτές με την κατανυκτική και γλυκειά φωνή του τους έστελνε, όπως ο ίδιος έλεγε, στον Ιατρό ψυχών τε και σωμάτων. Προσέφερε ανεκτίμητη βοήθεια, σωματική τις καθημερινές και πνευματική τις Κυριακές.
Εδώ θα παρεμβάλλω ένα κείμενο από περιοδικό της Αστυνομίας του 2001, που αναφέρεται στη βράβευσή του από την Αρχιεπισκοπή Αθηνών: "Ο Μάνος Καπουνιάρης είναι ιεροψάλτης εδώ και πολλά χρόνια στον ιερό ναό Αγίας Αικατερίνης μέσα στον Ερυθρό Σταυρό και τον μισθό που παίρνει τον χρησιμοποιεί για να αντιγράφει διάφορες ομιλίες ή συνεντεύξεις ή ύμνους σε κασέτες που τίς πολλαπλασιάζει και τις στέλνει παντού για να στηρίξει ηθικά και πνευματικά τους συνανθρώπους μας. Τα θέματα που συνήθως επιλέγει αφορούν την οικογένεια, το παιδί, τις σχέσεις των συζύγων, το <Πιστεύω> του ανθρώπου, γιατί χωρίς την πίστη στο Θεό, όπως λέει ο ίδιος, δε θα μπορούσε να φτάσει εδώ που έφτασε. Έχει στείλει σ' όλο τον κόσμο, πάνω από 3.000-4.000 κασέτες και πάρα πολλά cds, με θέματα που βοηθούν τον άνθρωπο να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό του. Είχε καταστήσει το σπίτι του μονάδα παραγωγής κασετών και cds χρησιμοποιώντας σύγχρονα μηχανήματα παραγωγής. Είχε επίσης οργανώσει ανθρώπους για το πακετάρισμα και την ταχυδρόμηση των πιο πάνω αντιγράφων.
Το 2001 το Κέντρο Στήριξης Οικογένειας της Αρχιεπισκοπής Αθηνών, τίμησε πρόσωπα καί οργανώσεις, πού με την εθελοντική τους προσφορά κάνουν τη ζωή μας πιο ανθρώπινη καί τίς ανθρώπινες σχέσεις μας πιο σωστές. 'Η βράβευση έγινε από τον ίδιο τον αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο, Επειδή ο ίδιος πίστευε πως οι πράξεις εθελοντισμού καί προσφοράς στο συνάνθρωπο πρέπει ιδιαίτερα να τονίζονται, να γίνονται γνωστές, ώστε να αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση και από άλλους στην ευδαιμονιστική και υπερκαταναλωτική κοινωνία μας".
Σε ποιο χώρο πέρασε ο Μάνος και δεν προσέφερε; Στο Φάρο Τυφλών τής Ελλάδος, στον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Τυφλών, στο Σύλλογο Βυζαντινής Εκκλησιαστικής Μουσικής Τυφλών Ιεροψαλτών "Η Νέα Παρασημαντική", στην Ορθόδοξη Πορεία, από όπου κι' αν πέρασε προσέφερε ειρήνη και βοήθεια ουσιαστική. Είχε ένα σπάνιο στις μέρες μας προσόν, το ναι του να ήταν ναι και το όχι του όχι και ήξερες με ποιον άνθρωπο είχες να κάνεις και η συνεργασία μαζί του ήταν πάντα γόνιμη και καρποφόρα..
Ήταν για μένα μεγάλη τιμή, που τον είχα εδώ και πολλά χρόνια στενό συνεργάτη στο Σύλλογο Βυζαντινής Εκκλησιαστικής Μουσικής Τυφλών Ιεροψαλτών "Η Νέα Παρασημαντική" στην προσπάθειά μας για παραγωγή των βυζαντινών και άλλων μουσικών βιβλίων σε γραφή Μπράιγ, για να καλύψουμε τις ανάγκες των τυφλών ιεροψαλτών και εν γένει των τυφλών μουσικών, γιατί η μουσική είναι ένα πεδίο, στο οποίο οι τυφλοί μπορούν ευχερώς να διακριθούν, αρκεί να έχουν την απαραίτητη στήριξη.
Ο Μάνος και η οικογένεια του υπήρξαν, στην ψυχρή και αδιάφορη εποχή μας, ζωντανά παραδείγματα προς μίμηση.
Αποβλέποντας στη γεμάτη προσφορά ζωή του, θυμάμαι το ευαγγελικό χωρίο, <ο θερισμός είναι πολύς και οι εργάται ολίγοι>.
Τελειώνοντας ένα εύχομαι: Να στείλει ο Θεός στην αδιάφορη και γεμάτη ανάγκες και πόνο κοινωνία μας και άλλους εργάτες, που πολλή παρηγορία θα προσφέρουν, όπως ήταν ο αγαπητός σε όλους μας Μάνος Καπουνιάρης και η γεμάτη αγάπη σύζυγός του Σοφία.
Αθήνα, 11 Μαρτίου 2020
Μανώλης Μπασιάς