Το άρθρο 47 του νόμου 4674 με θέμα Ρυθμίσεις θεμάτων αδειών του
άρθρου 50 του Υπαλληλικού Κώδικα (ΥΚ), ή του άρθρο 57 του Κώδικα Κατάστασης
Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (ΚΚΔΚΥ) και στις διατάξεις των νόμων
2527/1997 και 2880/2001 όσον αφορά το μειωμένο ωράριο λόγω αναπηρίας
Για καλύτερη κατανόηση προτάσσω την αιτιολογική έκθεση και
ακολούθως προσθέτω το κείμενο του άρθρου.
Σε επόμενες αναρτήσεις θα ανεβάσω και τις άλλες ενδιαφέρουσες
για αναπήρους διατάξεις του νόμου αυτού.
Μανώλης Μπασιάς
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΣΤΟ ΝΕΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ
«ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΙΑΚΗ ΠΡΟΟΠΤΙΚΗ ΤΩΝ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ
ΡΥΘΜΙΣΗ ΖΗΤΗΜΑΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ
ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ»
Επί του άρθρου 47
Με την παράγραφο 1 προτείνονται τροποποιήσεις στο άρθρο 50
του Υπαλληλικού Κώδικα (ΥΚ), στο άρθρο 57 του Κώδικα Κατάστασης Δημοτικών και
Κοινοτικών Υπαλλήλων (ΚΚΔΚΥ) και στις διατάξεις των νόμων 2527/1997 και
2880/2001 όσον αφορά το μειωμένο ωράριο λόγω αναπηρίας, διαμορφώνονται οι
σχετικές ρυθμίσεις με τρόπο ώστε, αφενός, η ενάσκηση των προβλεπόμενων
δικαιωμάτων να προβλέπεται με σαφήνεια στο κείμενο του νόμου και, αφετέρου, οι
υπάλληλοι που έχουν πράγματι ανάγκη διευκόλυνσης είτε γιατί έχουν οι ίδιοι πρόβλημα
αναπηρίας είτε γιατί έχουν την άμεση φροντίδα ατόμων με αναπηρία ή προβλήματα
υγείας να διευκολύνονται ουσιαστικά.
Ειδικότερα, με την προτεινόμενη τροποποίηση της παραγράφου 2
του άρθρου 50 του ΥΚ και του άρθρου 57 του ΚΚΔΚΥ προβλέπεται, για πρώτη φορά, η
δυνατότητα χορήγησης αυξημένου αριθμού ημερών ειδικής άδειας (32 ημέρες) είτε
σε περίπτωση που ο υπάλληλος δικαιούται την ειδική άδεια για περισσότερα από
ένα πρόσωπα είτε σε περίπτωση που, για το ίδιο πρόσωπο, δικαιούχοι της άδειας
είναι περισσότεροι του ενός υπάλληλοι.
Επίσης, με την προτεινόμενη τροποποίηση της παραγράφου 3 του
άρθρου 50 του ΥΚ και του άρθρου 57 του ΚΚΔΚΥ προβλέπεται, για πρώτη φορά, η
δυνατότητα προσαύξησης της κανονικής άδειας για τους υπαλλήλους που έχουν τέκνα
με ποσοστό αναπηρίας άνω του 50% και δεν υπάγονται στην παράγραφο 2 των ως άνω
άρθρων, ενώ προβλέπεται και σε αυτή την περίπτωση προσαύξηση σε περίπτωση που
οι προϋποθέσεις συντρέχουν για περισσότερα πρόσωπα ή υπάρχουν περισσότεροι
συνδικαιούχοι.
Τέλος, με την προτεινόμενη τροποποίηση της παραγράφου 4 του
άρθρου 50 του ΥΚ και της αντίστοιχης παραγράφου του άρθρου 57 του ΚΚΔΚΥ
προβλέπεται, επίσης για πρώτη φορά, η δυνατότητα χορήγησης των εν λόγω ειδικών
αδειών και σε δικαστικούς συμπαραστάτες προσώπων που πληρούν τις προϋποθέσεις
των διατάξεων είτε η καθημερινή φροντίδα των προσώπων αυτών παρέχεται από
αρμόδια ιδρύματα και φορείς κοινωνικής πρόνοιας είτε όχι, με πρόβλεψη, ωστόσο,
για χορήγηση μειωμένου αριθμού ημερών άδειας στην πρώτη περίπτωση.
Με την παράγραφο 2 προβλέπεται μεν η δυνατότητα χορήγησης
άδειας στους δότες αιμοπεταλίων, προβλέπεται δε ανώτατο ετήσιο όριο χορήγησης
της άδειας αυτής, προκειμένου να αποτραπούν φαινόμενα κατάχρησης του εν λόγω
δικαιώματος.
Με την παράγραφο 3, στο πλαίσιο ενίσχυσης της πρόληψης αλλά
και της παροχής σχετικών διευκολύνσεων όσον αφορά ζητήματα υγείας, προβλέπεται
η χορήγηση μίας ημέρας άδειας με αποδοχές στις γυναίκες υπαλλήλους, προκειμένου
να υποβάλλονται σε ετήσιο γυναικολογικό έλεγχο.
Επίσης, προβλέπεται η δυνατότητα χορήγησης ειδικής άδειας σε
υπαλλήλους που έχουν σύζυγο ή ανήλικο τέκνο που πάσχει από κακοήθεις νεοπλασίες
(λευχαιμίες, λεμφώματα, συμπαγείς όγκους) και ακολουθούν θεραπείες με χημικούς
ή ανοσοτροποποιητικούς παράγοντες ή ακτινοθεραπεία. Η ειδική άδεια χορηγείται
υπό την προϋπόθεση ότι έχουν προηγουμένως εξαντληθεί οι άλλες κατά περίπτωση
δικαιούμενες άδειες και καλύπτει την ημέρα της θεραπείας και την επόμενη αυτής.
Με την παράγραφο 4, για λόγους που ανάγονται στην υποχρέωση
προστασίας της οικογένειας και αναγνώρισης των ιδιαιτεροτήτων του θεσμού της
υιοθεσίας και αναδοχής, προτείνεται ρύθμιση για τους δημοσίους υπαλλήλους που
υιοθετούν ή αναδέχονται τέκνο ηλικίας μέχρι τεσσάρων (4) ετών.
Ειδικότερα, προβλέπεται η δυνατότητα χορήγησης του συνόλου
της άδειας των εννέα (9) μηνών μέχρι το τέκνο να συμπληρώσει την ηλικία των
τεσσάρων (4) ετών, επιπλέον της άδειας της παραγράφου 9 του ίδιου άρθρου, όπως
προστέθηκε με το άρθρο 34 του ν. 4590/2019. Σε περίπτωση, δε, που μέχρι τη
συμπλήρωση των τεσσάρων (4) ετών απομένει διάστημα μικρότερο των εννέα (9)
μηνών, χορηγείται άδεια για το διάστημα που υπολείπεται. Κρίσιμος χρόνος για τη
χορήγηση της διευκόλυνσης είναι η ημερομηνία ολοκλήρωσης της υιοθεσίας ή της
αναδοχής και όχι η ημερομηνία γέννησης του τέκνου. Επισημαίνεται ότι μέχρι
σήμερα, με βάση τα οριζόμενα στην υπ' αρ. 64/2008 γνωμοδότηση του Νομικού
Συμβουλίου του Κράτους και την υπ' αρ. ΔΙΔΑΔ/Φ.51/590/οικ. 14346/29-5-2008
εγκύκλιο, οι υπάλληλοι που υιοθετούν τέκνο ηλικίας μέχρι τεσσάρων (4) ετών,
δικαιούνται να λάβουν αναλογία της συνεχόμενης άδειας ανατροφής τέκνου τόσης
διάρκειας όσο είναι, με βάση το ισχύον μειωμένο ωράριο, το άθροισμα των ωρών,
οι οποίες απομένουν από την ημερομηνία ολοκλήρωσης της υιοθεσίας ή της
αναδοχής, μέχρι τη συμπλήρωση του 4ου έτους της ηλικίας του τέκνου τους, πέραν
του οποίου η συνέχιση της άδειας δεν είναι επιτρεπτή.
Επίσης, προβλέπεται, πρώτον, ότι η ήδη υφιστάμενη
διευκόλυνση της παράτασης του μειωμένου ωραρίου για δύο ακόμα χρόνια χορηγείται
σε περίπτωση γέννησης τέταρτου καθώς και κάθε επόμενου τέκνου και, δεύτερον,
ότι η διευκόλυνση αυτή χορηγείται ανεξάρτητα από τη διευκόλυνση που έχει
προηγουμένως επιλέξει ο/η υπάλληλος (μειωμένο ωράριο ή συνεχόμενη άδεια).
Με την παράγραφο 5 επέρχονται νομοτεχνικές βελτιώσεις και
ειδικότερα προσδιορίζεται ότι οι διατάξεις του πρώτου εδαφίου της παρ. 3 του
άρθρου 53 αφορούν στα θέματα που ρυθμίζονται με όλες τις διατάξεις του εν λόγω
άρθρου και όχι αποκλειστικά στις ρυθμίσεις της παρ. 2 του άρθρου 53, όπως
προβλεπόταν, ενώ επιπροσθέτως συνδέονται με άμεσο τρόπο με τα εκάστοτε
προβλεπόμενα στις διατάξεις αυτές ηλικιακά όρια του τέκνου.
Με την παράγραφο 6 προβλέπεται ότι σε περίπτωση υπαίτιας
διακοπής της φοίτησης υπαλλήλου, στον οποίο έχει χορηγηθεί άδεια υπηρεσιακής
εκπαίδευσης, ή άπρακτης παρέλευσης της προθεσμίας προσκόμισης του τίτλου
σπουδών, ο χρόνος της άδειας υπηρεσιακής εκπαίδευσης δεν υπολογίζεται ως χρόνος
πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας προκειμένου, έτσι, να αποτραπούν φαινόμενα
κατάχρησης της διευκόλυνσης που χορηγείται για την υπηρεσιακή εκπαίδευση των
υπαλλήλων.
Στο πλαίσιο της ισότιμης μεταχείρισης των υπαλλήλων
ανεξαρτήτως της σχέσης εργασίας τους ή του φορέα απασχόλησής τους, με την
παράγραφο 7 προβλέπεται οι άδειες λόγω
αναπηρίας καθώς και η αιμοδοτική άδεια και' αναλογία προς τη
διάρκεια της σύμβασης, αμφότερες όπως διαμορφώνονται με τις διατάξεις του
παρόντος, να χορηγούνται στους υπαλλήλους του Δημοσίου με σχέση ιδιωτικού
δικαίου ορισμένου χρόνου (ΙΔΟΧ). Επίσης, στους εν λόγω υπαλλήλους χορηγούνται
οι άδειες παρακολούθησης της σχολικής επίδοσης των τέκνων τους και η άδεια λόγω
ασθένειας των τέκνων, κατ' αναλογία των οριζομένων στον Υπαλληλικό Κώδικα για
τους μονίμους υπαλλήλους και με βάση τη διάρκεια της σύμβασης τους.
Με την παρ. 8 προβλέπονται αντίστοιχες με αυτές της
προηγούμενης παραγράφου ρυθμίσεις για τους υπαλλήλους ΙΔΟΧ των ΟΤΑ α' βαθμού.
Με την περίπτωση α' της παραγράφου 9 τροποποιούνται οι
προβλέψεις περί χορήγησης μειωμένου ωραρίου λόγω αναπηρίας τέκνων ή συζύγου σε
ό,τι αφορά, πρώτον, το ηλικιακό όριο των τέκνων που πάσχουν από σακχαρώδη
διαβήτη ινσουλινοεξαρτώμενο ή τύπου 1 με ποσοστό αναπηρίας 50% και άνω, το
οποίο πλέον προσδιορίζεται στο 18° αντί του 15ου έτους, και, δεύτερον, -στον
υπάλληλο σύζυγο, ο οποίος πέραν της συντήρησης του συζύγου του, επιβαρύνεται
επιπλέον και με τη φροντίδα του.
Επίσης, με την περ. β' προβλέπεται πλέον ρητά ότι σε
περίπτωση που για κάθε υπάλληλο, στις σχετικές ρυθμίσεις περί μειωμένου
ωραρίου, υπάγονται περισσότερα από ένα πρόσωπα, το ωράριο δεν μειώνεται
αθροιστικά, ενώ σε περίπτωση που για το ίδιο πρόσωπο δικαιούχοιτης διευκόλυνσης
είναι περισσότεροι του ενός υπάλληλοι, καθορίζεται ποιος, τελικά, υπάλληλος θα
κάνει χρήση του μειωμένου ωραρίου, με δήλωση των συνδικαιούχων υπαλλήλων.
Επιπροσθέτως, προσδιορίζεται ότι, για τις ανάγκες εφαρμογής
της ρύθμισης, ως τέκνα νοούνται τα ανήλικα ή τα ενήλικα τέκνα που δεν
εργάζονται λόγω της αναπηρίας, εφόσον η καθημερινή φροντίδα των προσώπων αυτών
δεν παρέχεται από αρμόδια ιδρύματα και φορείς κοινωνικής πρόνοιας.
Τέλος, δεδομένου ότι η διευκόλυνση χορήγησης μειωμένου
ωραρίου συνέχεται με την υποχρέωση καθημερινής φροντίδας του συμπαραστατούμενού
προσώπου, με την παρ. 10 προβλέπεται ρητά ότι η διευκόλυνση αυτή παρέχεται σε
δικαστικούς συμπαραστάτες, εφόσον η καθημερινή φροντίδα των προσώπων αυτών δεν
παρέχεται από αρμόδια ιδρύματα και φορείς κοινωνικής πρόνοιας.
Τό άρθρο 47 του Νόμου 4674
Άρθρο 47
Ρυθμίσεις θεμάτων αδειών
1.α) Οι παράγραφοι 2, 3 και 4 του άρθρου 50 του ν. 3528/2007
αντικαθίστανται ως εξής:
«2. Υπάλληλοι που πάσχουν ή έχουν σύζυγο ή τέκνο που πάσχει
από νόσημα, το οποίο απαιτεί τακτικές μεταγγίσεις αίματος ή χρήζει περιοδικής
νοσηλείας, δικαιούνται ειδική άδεια με αποδοχές έως είκοσι δύο (22) εργάσιμες
ημέρες τον χρόνο. Η ειδική άδεια του προηγούμενου εδαφίου χορηγείται και σε
υπαλλήλους που έχουν τέκνα που πάσχουν από βαριά νοητική στέρηση ή σύνδρομο
Down ή Διάχυτη Αναπτυξιακή Διαταραχή (Δ.Α.Δ.), εφόσον αυτά είναι ανήλικα ή
ενήλικα που δεν εργάζονται λόγω των παθήσεων αυτών. Σε περίπτωση που ο
υπάλληλος δικαιούται την ειδική άδεια για περισσότερα από ένα πάσχοντα πρόσωπα
σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας, η ειδική άδεια με αποδοχές προσαυξάνεται
κατ' ανώτατο όριο σε τριάντα δύο (32) εργάσιμες ημέρες τον χρόνο. Σε περίπτωση
που για το ίδιο πάσχον πρόσωπο δικαιούχοι της άδειας είναι περισσότεροι του
ενός υπάλληλοι, η ειδική άδεια με αποδοχές προσαυξάνεται κατ' ανώτατο όριο σε
τριάντα δύο (32) εργάσιμες ημέρες τον χρόνο για το σύνολο των δικαιούχων
υπαλλήλων αθροιστικά. Με δήλωση των συνδικαιούχων υπαλλήλων καθορίζεται ο
αριθμός των ημερών που θα λάβει κάθε δικαιούχος υπάλληλος από το σύνολο των
τριάντα δύο (32) εργασίμων ημερών τον χρόνο που δικαιούνται για το ίδιο πάσχον
πρόσωπο αθροιστικά.
3.Υπάλληλοι που δεν υπάγονται στην παράγραφο 2 και έχουν
ποσοστό αναπηρίας πενήντα τοις εκατό (50%) και άνω, ή ανήλικα ή ενήλικα τέκνα,
τα οποία δεν εργάζονται λόγω της αναπηρίας αυτής, με ποσοστό αναπηρίας πενήντα
τοις εκατό (50%) και άνω, δικαιούνται ειδική άδεια έξι (6) εργάσιμων ημερών με
αποδοχές κάθε χρόνο, επιπλέον της κανονικής. Σε περίπτωση που ο υπάλληλος
δικαιούται την ειδική άδεια για περισσότερα από ένα πάσχοντα πρόσωπα, σύμφωνα
με τις διατάξεις της παρούσας, η ειδική άδεια με αποδοχές προσαυξάνεται κατ'
ανώτατο όριο σε δέκα (10) εργάσιμες ημέρες τον χρόνο. Σε περίπτωση που για το
ίδιο πάσχον πρόσωπο δικαιούχοι της άδειας είναι περισσότεροι του ενός
υπάλληλοι, η ειδική άδεια με αποδοχές προσαυξάνεται κατ' ανώτατο όριο σε δέκα
(10) εργάσιμες ημέρες τον χρόνο για το σύνολο των δικαιούχων υπαλλήλων
αθροιστικά. Με δήλωση των συνδικαιούχων υπαλλήλων καθορίζεται ο αριθμός των
ημερών που θα λάβει κάθε δικαιούχος υπάλληλος από το σύνολο των δέκα (10)
εργάσιμων ημερών τον χρόνο που δικαιούνται για το ίδιο πάσχον πρόσωπο
αθροιστικά.
4.Οι άδειες των παραγράφων 2 και 3 χορηγούνται, υπό τις
προϋποθέσεις που ορίζονται σε αυτές, και σε υπαλλήλους που έχουν οριστεί
δικαστικοί συμπαραστάτες και τους έχει ανατεθεί δικαστικώς και η επιμέλεια των
προσώπων αυτών, εφόσον η καθημερινή φροντίδα των προσώπων αυτών δεν παρέχεται
από αρμόδια ιδρύματα και φορείς κοινωνικής πρόνοιας. Σε περίπτωση που η
φροντίδα των προσώπων αυτών παρέχεται από αρμόδια ιδρύματα και φορείς
κοινωνικής πρόνοιας, οι υπάλληλοι του προηγούμενου εδαφίου δικαιούνται, κατά
περίπτωση, το ήμισυ των προβλεπομένων αδειών των παραγράφων 2 και 3, υπό τις
προϋποθέσεις που ορίζονται σε αυτές. Η άδεια της παραγράφου 2 χορηγείται στους
δικαστικούς συμπαραστάτες και σε περίπτωση που οι συμπαραστατούμενοι πάσχουν
από ανοϊκή συνδρομή, εφόσον πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις.»
β) Οι παράγραφοι 2, 3 και 4 του άρθρου 57 του ν. 3584/2007
αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Υπάλληλοι που πάσχουν ή έχουν σύζυγο ή τέκνο που πάσχει
από νόσημα, το οποίο απαιτεί τακτικές μεταγγίσεις αίματος ή χρήζει περιοδικής
νοσηλείας, δικαιούνται ειδική άδεια με αποδοχές έως είκοσι δύο (22) εργάσιμες
ημέρες τον χρόνο. Η ειδική άδεια του προηγούμενου εδαφίου χορηγείται και σε
υπαλλήλους που έχουν τέκνα που πάσχουν από βαριά νοητική στέρηση ή σύνδρομο
Down ή Διάχυτη Αναπτυξιακή Διαταραχή (Δ.Α.Δ.), εφόσον αυτά είναι ανήλικα ή
ενήλικα που δεν εργάζονται λόγω των παθήσεων αυτών. Σε περίπτωση που ο
υπάλληλος δικαιούται την ειδική άδεια για περισσότερα από ένα πάσχοντα πρόσωπα
σύμφωνα με τις διατάξεις της παρούσας, η ειδική άδεια με αποδοχές προσαυξάνεται
κατ' ανώτατο όριο σε τριάντα δύο (32) εργάσιμες ημέρες τον χρόνο. Σε περίπτωση
που για το ίδιο πάσχον πρόσωπο δικαιούχοι της άδειας είναι περισσότεροι του
ενός υπάλληλοι, η ειδική άδεια με αποδοχές προσαυξάνεται κατ' ανώτατο όριο σε
τριάντα δύο (32) εργάσιμες ημέρες τον χρόνο για το σύνολο των δικαιούχων
υπαλλήλων αθροιστικά. Με δήλωση των συνδικαιούχων υπαλλήλων καθορίζεται ο
αριθμός των ημερών που θα λάβει κάθε δικαιούχος υπάλληλος από το σύνολο των
τριάντα δύο (32) εργασίμων ημερών τον χρόνο που δικαιούνται για το ίδιο πάσχον
πρόσωπο αθροιστικά.
3.Υπάλληλοι που δεν υπάγονται στην παράγραφο 2 και έχουν
ποσοστό αναπηρίας πενήντα τοις εκατό (50%) και άνω, ή ανήλικα ή ενήλικα τέκνα,
τα οποία δεν εργάζονται λόγω της αναπηρίας αυτής, με ποσοστό αναπηρίας πενήντα
τοις εκατό (50%) και άνω, δικαιούνται ειδική άδεια έξι (6) εργάσιμων ημερών με
αποδοχές κάθε χρόνο επιπλέον της κανονικής. Σε περίπτωση που ο υπάλληλος
δικαιούται την ειδική άδεια για περισσότερα από ένα πάσχοντα πρόσωπα, σύμφωνα
με τις διατάξεις της παρούσας, η ειδική άδεια με αποδοχές προσαυξάνεται κατ'
ανώτατο όριο σε δέκα (10) εργάσιμες ημέρες τον χρόνο. Σε περίπτωση που για το
ίδιο πάσχον πρόσωπο δικαιούχοι της άδειας είναι περισσότεροι του ενός
υπάλληλοι, η ειδική άδεια με αποδοχές προσαυξάνεται κατ' ανώτατο όριο σε δέκα
(10) εργάσιμες ημέρες τον χρόνο για το σύνολο των δικαιούχων υπαλλήλων
αθροιστικά. Με δήλωση των συνδικαιούχων υπαλλήλων καθορίζεται ο αριθμός των
ημερών που θα λάβει κάθε δικαιούχος υπάλληλος από το σύνολο των δέκα (10)
εργάσιμων ημερών τον χρόνο που δικαιούνται για το ίδιο πάσχον πρόσωπο
αθροιστικά.
4.Οι άδειες των παραγράφων 2 και 3 χορηγούνται, υπό τις
προϋποθέσεις που ορίζονται σε αυτές, και σε υπαλλήλους που έχουν οριστεί
δικαστικοί συμπαραστάτες και τους έχει ανατεθεί δικαστικώς και η επιμέλεια των
προσώπων αυτών, εφόσον η καθημερινή φροντίδα των προσώπων αυτών δεν παρέχεται
από αρμόδια ιδρύματα και φορείς κοινωνικής πρόνοιας. Σε περίπτωση που η
φροντίδα των προσώπων αυτών παρέχεται από αρμόδια ιδρύματα και φορείς
κοινωνικής πρόνοιας, οι υπάλληλοι του προηγούμενου εδαφίου δικαιούνται κατά
περίπτωση το ήμισυ των προβλεπόμενων αδειών των παραγράφων 2 και 3, υπό τις
προϋποθέσεις που ορίζονται σε αυτές. Η άδεια της παραγράφων 2 χορηγείται στους
δικαστικούς συμπαραστάτες και σε περίπτωση που οι συμπαραστατούμενοι πάσχουν
από ανοϊκή συνδρομή, εφόσον πληρούνται και οι λοιπές προϋποθέσεις.»
2.α) Η παράγραφος 5 του άρθρου 50 του ν. 3528/2007
αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Υπάλληλος, ο οποίος ανταποκρίνεται σε πρόσκληση από
υπηρεσία αιμοληψίας για κάλυψη έκτακτης ανάγκης, καθώς και υπάλληλος, ο οποίος
μετέχει σε οργανωμένη ομαδική αιμοληψία ή σε διαδικασία παροχής αιμοπεταλίων,
δικαιούται ειδικής άδειας απουσίας με πλήρεις αποδοχές δύο (2) ημερών για έξι
(6) αιμοληψίες ή παροχές αιμοπεταλίων τον χρόνο κατ' ανώτατο όριο.»
β) Η παράγραφος 5 του άρθρου 57 του ν. 3584/2007)
αντικαθίσταται ως εξής:
«5. Υπάλληλος, ο οποίος ανταποκρίνεται σε πρόσκληση από
υπηρεσία αιμοληψίας για κάλυψη έκτακτης ανάγκης, καθώς και υπάλληλος, ο οποίος
μετέχει σε οργανωμένη ομαδική αιμοληψία ή σε διαδικασία παροχής αιμοπεταλίων,
δικαιούται ειδικής άδειας απουσίας με πλήρεις αποδοχές δύο (2) ημερών για έξι
(6) αιμοληψίες ή παροχές αιμοπεταλίων τον χρόνο κατ' ανώτατο όριο.»
3.α) Στο άρθρο 50 του ν. 3528/2007 προστίθενται παράγραφοι 9
και 10 ως εξής:
«9. Χορηγείται μία (1) ημέρα τον χρόνο με αποδοχές για
ετήσιο γυναικολογικό έλεγχο. Η άδεια χορηγείται έπειτα από βεβαίωση του
θεράποντος ιατρού.
10. Υπάλληλοι που έχουν σύζυγο ή ανήλικο τέκνο που πάσχει
από κακοήθεις νεοπλασίες, όπως λευχαιμίες, λεμφώματα και συμπαγείς όγκους, και
ακολουθεί θεραπείες με χημικούς ή ανοσοτροποποιητικούς παράγοντες ή
ακτινοθεραπεία δικαιούνται ειδικής άδειας, η οποία καλύπτει την ημέρα της
θεραπείας και την επόμενη αυτής. Η άδεια αυτή χορηγείται κατόπιν σχετικής
βεβαίωσης περί πραγματοποίησης της θεραπείας και μετά από την εξάντληση των
δικαιούμενων αδειών κατά περίπτωση των παραγράφων 2 και 3.»
β) Στο άρθρο 57 του ν. 3584/2007 προστίθενται παράγραφοι 9
και 10 ως εξής:
«9. Χορηγείται μία (1) ημέρα τον χρόνο με αποδοχές για
ετήσιο γυναικολογικό έλεγχο. Η άδεια χορηγείται έπειτα από βεβαίωση του
θεράποντος ιατρού.
10. Υπάλληλοι που έχουν σύζυγο ή ανήλικο τέκνο που πάσχει
από κακοήθεις νεοπλασίες, όπως λευχαιμίες, λεμφώματα και συμπαγείς όγκους, και
ακολουθεί θεραπείες με χημικούς ή ανοσοτροποποιητικούς παράγοντες ή
ακτινοθεραπεία δικαιούνται ειδικής άδειας, η οποία καλύπτει την ημέρα της
θεραπείας και την επόμενη αυτής. Η άδεια αυτή χορηγείται κατόπιν σχετικής
βεβαίωσης περί πραγματοποίησης της θεραπείας και μετά από την εξάντληση των
δικαιούμενων αδειών κατά περίπτωση των παραγράφων 2 και 3.»
4.α) Η παράγραφος 2 του άρθρου 53 του ν. 3528/2007
αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Ο χρόνος εργασίας του υπάλληλου που είναι γονέας
μειώνεται κατά δύο (2) ώρες ημερησίως, εφόσον έχει τέκνα ηλικίας έως δύο (2)
ετών, και κατά μία (1) ώρα, εφόσον έχει τέκνα ηλικίας από δύο (2) έως τεσσάρων
(4) ετών. Υπάλληλος που είναι γονέας δικαιούται εννέα (9) μήνες άδεια με
αποδοχές για ανατροφή παιδιού, εφόσον δεν κάνει χρήση του μειωμένου ωραρίου που
προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο. Υπάλληλος που υιοθετεί ή αναδέχεται τέκνο
ηλικίας έως τεσσάρων (4) ετών, δικαιούται, κατ' εξαίρεση, τη χορήγηση του
συνόλου της άδειας των εννέα (9) μηνών που προβλέπεται στην παρούσα, εφόσον,
μετά από την άδεια της παραγράφου 9 και μέχρι το τέκνο να συμπληρώσει την
ηλικία των τεσσάρων (4) ετών, αιτηθεί να του χορηγηθεί η συνεχόμενη άδεια
έναντι της διευκόλυνσης του μειωμένου ωραρίου. Εάν μέχρι τη συμπλήρωση των
τεσσάρων (4) ετών απομένει διάστημα μικρότερο των εννέα (9) μηνών, χορηγείται
άδεια για το διάστημα που υπολείπεται.
Για τον γονέα που είναι άγαμος ή χήρος ή διαζευγμένος ή έχει
αναπηρία 67% και άνω, το κατά μία (1) ώρα μειωμένο ωράριο του πρώτου εδαφίου ή
η άδεια του δεύτερου εδαφίου προσαυξάνονται κατά έξι (6) μήνες ή έναν (1) μήνα,
αντίστοιχα.
Ο χρόνος εργασίας γονέα υπαλλήλου μειώνεται κατά μία (1) ώρα
ημερησίως για δύο (2) επιπλέον χρόνια, μετά από την απόκτηση τέταρτου τέκνου,
ανεξαρτήτως της άδειας ή της διευκόλυνσης που έχει επιλεγεί προηγουμένως. Το
ίδιο δικαίωμα θεμελιώνεται και μετά από την απόκτηση κάθε τέκνου μετά το
τέταρτο.
Υπάλληλος που αποκτά δίδυμα, τρίδυμα ή και περισσότερα τέκνα
δικαιούται επιπλέον άδεια ανατροφής έξι (6) μηνών με αποδοχές για κάθε τέκνο
πέραν του ενός.».
β) Η παράγραφος 2 του άρθρου 60 του ν. 3584/2007
αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Ο χρόνος εργασίας του υπαλλήλου που είναι γονέας
μειώνεται κατά δύο (2) ώρες ημερησίως, εφόσον έχει τέκνα ηλικίας έως δύο (2)
ετών, και κατά μία (1) ώρα, εφόσον έχει τέκνα ηλικίας από δύο (2) έως τεσσάρων
(4) ετών. Υπάλληλος που είναι γονέας δικαιούται εννέα (9) μήνες άδεια με
αποδοχές για ανατροφή παιδιού, εφόσον δεν κάνει χρήση του μειωμένου ωραρίου που
προβλέπεται στο προηγούμενο εδάφιο. Υπάλληλος που υιοθετεί ή αναδέχεται τέκνο
ηλικίας έως τεσσάρων (4) ετών, δικαιούται κατ' εξαίρεση τη χορήγηση του συνόλου
της άδειας των εννέα (9) μηνών που προβλέπεται στην παρούσα, εφόσον, μετά από
την άδεια της παραγράφου 9 και μέχρι το τέκνο να συμπληρώσει την ηλικία των
τεσσάρων (4) ετών, αιτηθεί να του χορηγηθεί η συνεχόμενη άδεια έναντι της
διευκόλυνσης του μειωμένου ωραρίου. Εάν μέχρι τη συμπλήρωση των τεσσάρων (4)
ετών απομένει διάστημα μικρότερο των εννέα (9) μηνών, χορηγείται άδεια για το
διάστημα που υπολείπεται.
Για τον γονέα που είναι άγαμος ή χήρος ή διαζευγμένος ή έχει
αναπηρία 67% και άνω, το κατά μία (1) ώρα μειωμένο ωράριο του πρώτου εδαφίου ή
η άδεια του δεύτερου εδαφίου προσαυξάνονται κατά έξι (6) μήνες ή έναν (1) μήνα,
αντίστοιχα.
Ο χρόνος εργασίας γονέα υπαλλήλου μειώνεται κατά μία (1) ώρα
ημερησίως για δύο (2) επιπλέον έτη, μετά από την απόκτηση τέταρτου τέκνου,
ανεξαρτήτως της άδειας ή της διευκόλυνσης που έχει επιλεγεί προηγουμένως. Το
ίδιο δικαίωμα θεμελιώνεται και μετά από την απόκτηση κάθε τέκνου μετά το
τέταρτο.
Υπάλληλος που αποκτά δίδυμα, τρίδυμα ή και περισσότερα τέκνα
δικαιούται επιπλέον άδεια ανατροφής έξι (6) μηνών με αποδοχές για κάθε τέκνο
πέραν του ενός.».
5.α) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 53 του ν.
3528/2007 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Αν και οι δύο γονείς είναι υπάλληλοι, με κοινή τους
δήλωση που κατατίθεται στις υπηρεσίες τους, καθορίζεται ποιος από τους δύο θα
κάνει χρήση των διευκολύνσεων του παρόντος, εκτός αν με τη δήλωση αυτή
καθορίσουν χρονικά διαστήματα που ο καθένας θα κάνει χρήση, μέσα στα οριζόμενα
κατά περίπτωση ηλικιακά όρια του τέκνου.».
β) Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 3 του άρθρου 60 του ν.
3584/2007 αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Αν και οι δύο γονείς είναι υπάλληλοι, με κοινή τους
δήλωση που κατατίθεται στις υπηρεσίες τους, καθορίζεται ποιος από τους δύο θα
κάνει χρήση των διευκολύνσεων του παρόντος, εκτός αν με τη δήλωση αυτή
καθορίσουν χρονικά διαστήματα που ο καθένας θα κάνει χρήση, μέσα στα οριζόμενα
κατά περίπτωση ηλικιακά όρια του τέκνου.».
6.Η παράγραφος 3 της υπ' αριθμ. ΔΙΔΑΔ/Φ.53/ 1379/ οικ.4727/19.2.2008
απόφασης του Υπουργού Εσωτερικών (Β' 315) αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Εάν, με υπαιτιότητα του υπαλλήλου, διακοπεί η φοίτηση ή
παρέλθει άπρακτη η εξάμηνη προθεσμία κατάθεσης του τίτλου όπως προβλέπεται στην
προηγούμενη παράγραφο, ο υπάλληλος υποχρεούται να επιστρέψει στην υπηρεσία του
την προσαύξηση των αποδοχών που έλαβε κατά το χρονικό διάστημα της άδειας, με
τους νόμιμους τόκους, και ο χρόνος της άδειας υπηρεσιακής εκπαίδευσης δεν
υπολογίζεται ως χρόνος πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας. Η επιστροφή αποδοχών
ενεργείται με πράξη του αρμόδιου για την εκκαθάριση και πληρωμή των δαπανών
οργάνου, το οποίο οφείλει να ενημερώσει ο Προϊστάμενος της υπηρεσίας προσωπικού
ή της υπηρεσίας που υπηρετεί ο υπάλληλος. Σε περίπτωση άρνησης επιστροφής των
ανωτέρω αποδοχών, η είσπραξη γίνεται με τη διαδικασία είσπραξης δημοσίων
εσόδων. Εάν η διακοπή ή μη κατάθεση του τίτλου σπουδών στην υπηρεσία δεν
οφείλεται σε υπαιτιότητα του υπαλλήλου, όπως ιδίως λόγω ασθένειας, ο υπάλληλος
απαλλάσσεται από την κατά τα ανωτέρω υποχρέωση επιστροφής αποδοχών.».
7.Στο π.δ. 410/1988 (Α' 191) επέρχονται οι εξής τροποποιήσεις:
α) Το άρθρο 21 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 21
Γ ια τους απασχολούμενους με σχέση εργασίας ιδιωτικού
δικαίου ορισμένου χρόνου στο Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ., ΟΤΑ β' βαθμού και στα Ν.Π.Δ.Δ.
αυτών ισχύουν αναλόγως για τους μόνιμους διοικητικούς πολιτικούς υπαλλήλους τα
οριζόμενα στις παραγράφους 2, 3, 4 και 5 του άρθρου 50 του ν. 3528/2007.
Ειδικότερα, οι άδειες των παραγράφων 2, 3 και 4 του άρθρου 50 του ν. 3528/2007
χορηγούνται σε αναλογία με βάση τη διάρκεια της σύμβασης των υπαλλήλων.».
β) Στο τέλος του άρθρου 23 προστίθενται εδάφια ως εξής:
«Ειδικά για τους απασχολούμενους με σχέση εργασίας ιδιωτικού
δικαίου ορισμένου χρόνου στο Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ., ΟΤΑ β' βαθμού και στα Ν.Π.Δ.Δ.
αυτών για τη διευκόλυνση παρακολούθησης της σχολικής επίδοσης των τέκνων τους
και την άδεια λόγω ασθένειας των τέκνων τους, ισχύουν αναλόγως τα αντίστοιχα
οριζόμενα για τους μόνιμους διοικητικούς πολιτικούς υπαλλήλους. Οι άδειες του
προηγούμενου εδαφίου χορηγούνται σε αναλογία με βάση τη διάρκεια της σύμβασης
των υπαλλήλων.».
γ) Το άρθρο 26 αντικαθίσταται ως εξής:
«Άρθρο 26
Γ ια τους απασχολούμενους με σχέση εργασίας ιδιωτικού
δικαίου ορισμένου χρόνου στο Δημόσιο, Ν.Π.Δ.Δ., ΟΤΑ β' βαθμού και στα Ν.Π.Δ.Δ.
αυτών ισχύουν τα οριζόμενα στο άρθρο 60 του ν. 3528/2007 για τους μόνιμους
διοικητικούς πολιτικούς υπαλλήλους σε αναλογία με βάση τη διάρκεια της σύμβασης
των υπαλλήλων.».
8.Η παράγραφος 2 του άρθρου 177 αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Ειδικά για το προσωπικό με σχέση εργασίας ιδιωτικού
δικαίου ορισμένου χρόνου εφαρμόζονται οι παράγραφοι 1,2, 3, 4 και 5 του άρθρου
57, οι παράγραφοι 6 και 8 του άρθρου 60 και το άρθρο 67. Για την εφαρμογή των
παρ. 2, 3 και 4 του άρθρου 57 και των παραγράφων 6 και 8 του άρθρου 60 και 67,
οι άδειες χορηγούνται σε αναλογία με βάση τη διάρκεια της σύμβασης των
υπαλλήλων.
Ο μισθωτός που κατά τις κείμενες διατάξεις έχει διακοπές
εργασίας μπορεί, εφόσον συντρέχουν σοβαροί λόγοι ανάγκης, να λαμβάνει κανονική
άδεια με αποδοχές έως δέκα (10) εργάσιμες ημέρες τον χρόνο. Κατά τα λοιπά,
εφαρμόζονται οι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας.».
9.Στο άρθρο 16 του ν. 2527/1997 (Α' 206) επέρχονται οι εξής
τροποποιήσεις:
α) Η παράγραφος 4 αντικαθίσταται ως εξής:
«4. Η μείωση του ωραρίου εργασίας κατά μία (1) ώρα την
ημέρα, σύμφωνα με το άρθρο 5 του π.δ. 193/1988 (Α' 84), προκειμένου για
τακτικούς υπαλλήλους και υπαλλήλους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου
αορίστου και ορισμένου χρόνου του Δημοσίου, των Ν.Π.Δ.Δ. και ΟΤΑ, που έχουν
παιδιά με πνευματική, ψυχική ή σωματική αναπηρία σε ποσοστό 67% και άνω ή
παιδιά έως 18 ετών που πάσχουν από σακχαρώδη διαβήτη ινσουλινοεξαρτώμενο ή
τύπου 1 με ποσοστό αναπηρίας 50% και άνω ή σύζυγο με αναπηρία 80% και άνω, τον
οποίο συντηρεί και φροντίζει, γίνεται χωρίς ανάλογη περικοπή των αποδοχών τους.
Το ποσοστό αναπηρίας βεβαιούται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα από τις κείμενες
διατάξεις.».
β) Προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής:
«6. Σε περίπτωση που για κάθε υπάλληλο σύμφωνα με τις
παραγράφους 4 και 5 αντιστοιχούν περισσότερα από ένα πάσχοντα πρόσωπα, το
ωράριο δεν μειώνεται αθροιστικά. Σε περίπτωση που για το ίδιο πάσχον πρόσωπο
δικαιούχοι της διευκόλυνσης είναι περισσότεροι του ενός υπάλληλοι, με δήλωση
των συνδικαιούχων υπαλλήλων καθορίζεται ποιος υπάλληλος θα κάνει χρήση του
μειωμένου ωραρίου. Ως τέκνα για την εφαρμογή της παραγράφου 4 νοούνται τα
ανήλικα ή τα ενήλικα τέκνα που δεν εργάζονται λόγω της αναπηρίας, εφόσον η
καθημερινή φροντίδα των προσώπων αυτών δεν παρέχεται από αρμόδια ιδρύματα και
φορείς κοινωνικής πρόνοιας.».
10.Η παράγραφος 3 του άρθρου 8 του ν. 2880/2001 (Α' 9)
αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Η παράγραφος 4 του άρθρου 16 του ν. 2527/1997 (Α' 206)
εφαρμόζεται και για τους υπαλλήλους που έχουν με δικαστική απόφαση την
επιμέλεια ατόμου με ειδικές ανάγκες, καθώς και για ανάδοχους γονείς ατόμου με
ειδικές ανάγκες, για όσο χρόνο διαρκεί η αναδοχή, εφόσον η καθημερινή φροντίδα
των προσώπων αυτών δεν παρέχεται από αρμόδια ιδρύματα και φορείς κοινωνικής
πρόνοιας.».