Αφιέρωμα στον Γιώργο Σιδέρη, τον άνθρωπο του γλεντιού και της χαράς
Της Κωστούλας Μπαλάσκα
Ήταν το 8ο παιδί από τα 14 μιας αγροτικής οικογένειας του Γιάννη και της Σταμάτως Σιδέρη. Γεννήθηκε στο συνοικισμό Λιάπικα Ματσουκίου στο Αγρίνιο στις 13 Μάη 1951. Τελείωσε το δημοτικό σχολείο του χωριού του και μέχρι τα 20 του χρόνια ασχολήθηκε με την αγροτική ζωή. Συγχρόνως τραγουδούσε στους γάμους και τα πανηγύρια με συγκροτήματα της περιοχής του, γιατί είχε καλή φωνή και αγαπούσε πολύ το τραγούδι. Αφού εκπλήρωσε τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις, άρχισε να χάνει σταδιακά την όρασή του, κι ύστερα από διάφορα χειρουργεία στα οποία υποβλήθηκε την έχασε ολοσχερώς στα 24 του χρόνια.
Με τη βοήθεια και τη συμπαράσταση του Π. Κουρουμπλή, που ήταν συγχωριανός και φίλος του, ήρθε στην Αθήνα. Αρχικά έμενε στον τότε οίκο τυφλών και φοίτησε στην τότε σχολή τηλεφωνητών του Φάρου Τυφλών της Ελλάδος. Κατόπιν έμειναν μαζί με τον Κουρουμπλή, σε σπίτι που είχαν ενοικιάσει. Τον έμαθε να χρησιμοποιεί το μπαστούνι και να κυκλοφορεί μόνος του για να νιώθει ανεξάρτητος. Εύκολο για να μπει σε μια υπηρεσία ως τηλεφωνητής δεν ήταν. Τότε υπήρχαν τρεις επιχειρήσεις εμφάνισης φιλμ και κατόρθωσε να προσληφθεί ως εμφανιστής σε μια από αυτές. Εκεί δούλευαν κι άλλοι συνάδελφοι και ο ίδιος του, καθότι πολύ δραστήριο άτομο, βοήθησε κι άλλους να προσληφθούν.
Την Άνοιξη του ’81, πρωτοστάτησε σε μια απεργία των εργαζομένων κι απολύθηκε, διότι δεν δέχτηκε να δοθεί μόνο σε αυτόν αύξηση, όπως του προτάθηκε από την εταιρεία, γιατί όπως ήταν το δίκαιο και το σωστό, θεωρούσε ότι την αύξηση που διεκδικούσαν έπρεπε να την πάρουν όλοι. Έμεινε ένα χρόνο άνεργος και το ’82 προσλήφθηκε ως τηλεφωνητής στο Τζάνειο Νοσοκομείο. Εκεί εξακολουθούσε να συνδικαλίζεται και εκλέχθηκε στο ΔΣ του σωματείου των εργαζομένων. Το ’84 προσλήφθηκε στη ΔΕΗ και το ’89 από αγάπη στον τόπο του, ζήτησε και πήρε μετάθεση στη ΔΕΗ Αγρινίου. Συμμετείχε στον αγώνα των τυφλών που έγινε 2 του Μάη του 1976.
Την πρωτοχρονιά του ’79 παραβρέθηκε με τον Κουρουμπλή σε μία γιορτή όπου γνωρίστηκε με την Ερασμία Μπαλάσκα, με την οποία και παντρεύτηκε στις 2 Ιουνίου της ίδιας χρονιάς. Το ’94 μπήκε στη Νομαρχιακή Επιτροπή Επιθεώρησης Εργασίας για τις προσλήψεις των αναπήρων. Το 2000 εκλέχτηκε δημοτικός σύμβουλος στο Δήμο Στράτου με την παράταξη Δημοτική Πρωτοπορία. Ο Γιώργος Σιδέρης στάθηκε αλληλέγγυος για πολύ κόσμο. Στο σπίτι του βρήκαν παρηγοριά και ζεστασιά πάρα πολλοί άνθρωποι. Τον τελευταίο χρόνο που ήταν βαριά άρρωστος, δεν περνούσε σχεδόν κανένας να τον δει. Ο άνθρωπος αυτός που ήταν πρώτος στα γλέντια που γίνονταν στα σπίτια στις ταβέρνες και τα πανηγύρια, το 2012 άρχισε να παρουσιάζει πολύ σοβαρά προβλήματα υγείας. Πέρασε πολύ δύσκολα χρόνια. Μέσα σε 2 μήνες έπαθε 11 πνευμονικά οιδήματα. Από αυτά υποχρεώθηκε να υποβληθεί σε εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς. Αγαπούσε πολύ τη ζωή και πάλεψε και ταλαιπωρήθηκε πολύ για να ζήσει. Τον τελευταίο χρόνο της ζωής του δεν άντεχε να ακούει ούτε τα αγαπημένα του τραγούδια. Στις 29 Οκτωβρίου 2018 πολύ ήσυχα έφυγε από τη ζωή για να ξεκουραστεί στην αιωνιότητα. Όλοι όσοι τον γνωρίσαμε και τον αγαπούσαμε, προπάντων η γυναίκα του που στάθηκε ακλόνητος βράχος δίπλα του, θα τον θυμόμαστε πάντα με αγάπη. Αιώνια ας είναι η μνήμη του, ο Θεός να αναπαύσει την ψυχούλα του.
Της Κωστούλας Μπαλάσκα
Ήταν το 8ο παιδί από τα 14 μιας αγροτικής οικογένειας του Γιάννη και της Σταμάτως Σιδέρη. Γεννήθηκε στο συνοικισμό Λιάπικα Ματσουκίου στο Αγρίνιο στις 13 Μάη 1951. Τελείωσε το δημοτικό σχολείο του χωριού του και μέχρι τα 20 του χρόνια ασχολήθηκε με την αγροτική ζωή. Συγχρόνως τραγουδούσε στους γάμους και τα πανηγύρια με συγκροτήματα της περιοχής του, γιατί είχε καλή φωνή και αγαπούσε πολύ το τραγούδι. Αφού εκπλήρωσε τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις, άρχισε να χάνει σταδιακά την όρασή του, κι ύστερα από διάφορα χειρουργεία στα οποία υποβλήθηκε την έχασε ολοσχερώς στα 24 του χρόνια.
Με τη βοήθεια και τη συμπαράσταση του Π. Κουρουμπλή, που ήταν συγχωριανός και φίλος του, ήρθε στην Αθήνα. Αρχικά έμενε στον τότε οίκο τυφλών και φοίτησε στην τότε σχολή τηλεφωνητών του Φάρου Τυφλών της Ελλάδος. Κατόπιν έμειναν μαζί με τον Κουρουμπλή, σε σπίτι που είχαν ενοικιάσει. Τον έμαθε να χρησιμοποιεί το μπαστούνι και να κυκλοφορεί μόνος του για να νιώθει ανεξάρτητος. Εύκολο για να μπει σε μια υπηρεσία ως τηλεφωνητής δεν ήταν. Τότε υπήρχαν τρεις επιχειρήσεις εμφάνισης φιλμ και κατόρθωσε να προσληφθεί ως εμφανιστής σε μια από αυτές. Εκεί δούλευαν κι άλλοι συνάδελφοι και ο ίδιος του, καθότι πολύ δραστήριο άτομο, βοήθησε κι άλλους να προσληφθούν.
Την Άνοιξη του ’81, πρωτοστάτησε σε μια απεργία των εργαζομένων κι απολύθηκε, διότι δεν δέχτηκε να δοθεί μόνο σε αυτόν αύξηση, όπως του προτάθηκε από την εταιρεία, γιατί όπως ήταν το δίκαιο και το σωστό, θεωρούσε ότι την αύξηση που διεκδικούσαν έπρεπε να την πάρουν όλοι. Έμεινε ένα χρόνο άνεργος και το ’82 προσλήφθηκε ως τηλεφωνητής στο Τζάνειο Νοσοκομείο. Εκεί εξακολουθούσε να συνδικαλίζεται και εκλέχθηκε στο ΔΣ του σωματείου των εργαζομένων. Το ’84 προσλήφθηκε στη ΔΕΗ και το ’89 από αγάπη στον τόπο του, ζήτησε και πήρε μετάθεση στη ΔΕΗ Αγρινίου. Συμμετείχε στον αγώνα των τυφλών που έγινε 2 του Μάη του 1976.
Την πρωτοχρονιά του ’79 παραβρέθηκε με τον Κουρουμπλή σε μία γιορτή όπου γνωρίστηκε με την Ερασμία Μπαλάσκα, με την οποία και παντρεύτηκε στις 2 Ιουνίου της ίδιας χρονιάς. Το ’94 μπήκε στη Νομαρχιακή Επιτροπή Επιθεώρησης Εργασίας για τις προσλήψεις των αναπήρων. Το 2000 εκλέχτηκε δημοτικός σύμβουλος στο Δήμο Στράτου με την παράταξη Δημοτική Πρωτοπορία. Ο Γιώργος Σιδέρης στάθηκε αλληλέγγυος για πολύ κόσμο. Στο σπίτι του βρήκαν παρηγοριά και ζεστασιά πάρα πολλοί άνθρωποι. Τον τελευταίο χρόνο που ήταν βαριά άρρωστος, δεν περνούσε σχεδόν κανένας να τον δει. Ο άνθρωπος αυτός που ήταν πρώτος στα γλέντια που γίνονταν στα σπίτια στις ταβέρνες και τα πανηγύρια, το 2012 άρχισε να παρουσιάζει πολύ σοβαρά προβλήματα υγείας. Πέρασε πολύ δύσκολα χρόνια. Μέσα σε 2 μήνες έπαθε 11 πνευμονικά οιδήματα. Από αυτά υποχρεώθηκε να υποβληθεί σε εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς. Αγαπούσε πολύ τη ζωή και πάλεψε και ταλαιπωρήθηκε πολύ για να ζήσει. Τον τελευταίο χρόνο της ζωής του δεν άντεχε να ακούει ούτε τα αγαπημένα του τραγούδια. Στις 29 Οκτωβρίου 2018 πολύ ήσυχα έφυγε από τη ζωή για να ξεκουραστεί στην αιωνιότητα. Όλοι όσοι τον γνωρίσαμε και τον αγαπούσαμε, προπάντων η γυναίκα του που στάθηκε ακλόνητος βράχος δίπλα του, θα τον θυμόμαστε πάντα με αγάπη. Αιώνια ας είναι η μνήμη του, ο Θεός να αναπαύσει την ψυχούλα του.