Ο Αντρέα Μποτσέλι στην «Κ»: Προσπαθώ να αφήσω έναν κόσμο
καλύτερο
«Αν ο Θεός τραγουδούσε, πώς θα έμοιαζε η φωνή του;» Αυτή η
ερώτηση του Γιώργου Μουστάκα, καλλιτεχνικού διευθυντή του Sani Festival, σήμανε
την έναρξη της συναυλίας του Αντρέα Μποτσέλι στο Sani Resort το βράδυ του
προηγούμενου Σαββάτου, με την οποία το φεστιβάλ έκλεισε τους εορτασμούς 30
χρόνων καλλιτεχνικής ύπαρξης
Ο Αντρέα Μποτσέλι στην «Κ»: Προσπαθώ να αφήσω έναν κόσμο
καλύτερο
«Ο καθένας γεννιέται με ένα ταλέντο, ένα χάρισμα, τον καρπό
ενός σχεδίου του ουρανού. Εξαρτάται από τη συνείδησή μας να το καλλιεργήσουμε
και να το τιμήσουμε ή αντίστροφα να το διασκορπίσουμε», πιστεύει ο Αντρέα
Μποτσέλι. Φωτ. STEFANO
MARINARI
Ηλιάνα Μάγρα
29.08.2022
• 13:18
«Αν ο Θεός
τραγουδούσε, πώς θα έμοιαζε η φωνή του;» Αυτή η ερώτηση του Γιώργου Μουστάκα,
καλλιτεχνικού διευθυντή του Sani Festival, σήμανε την έναρξη της συναυλίας του
Αντρέα Μποτσέλι στο Sani Resort το βράδυ του προηγούμενου Σαββάτου, με την
οποία το φεστιβάλ έκλεισε τους εορτασμούς 30 χρόνων καλλιτεχνικής ύπαρξης.
Βιολιά, βιόλες, βιολοντσέλα, κοντραμπάσα, φλάουτα, όμποε, τρομπέτες, τρομπόνια,
ένα πιάνο και μία άρπα, μεταξύ των άλλων οργάνων της Κρατικής Ορχήστρας
Θεσσαλονίκης, ήταν ήδη στη θέση τους όσο ο κ. Μουστάκας απευθυνόταν στους
περίπου 2.000 θεατές, στη σκηνή, μπροστά από τον φωτισμένο Πύργο της Σάνης,
στον λόφο όπου θεωρείται από ιστορικούς ότι βρισκόταν η αρχαία Σάνη.
Και μετά, ο Αντρέα Μποτσέλι τραγούδησε. Τραγούδησε και δεν
ακουγόταν τίποτε άλλο, κανένας ψίθυρος, καμία ομιλία, ούτε καν το θρόισμα των
φύλλων σε ένα βράδυ καλοκαιρινής, υγρής άπνοιας, τίποτα πέρα από τη μουσική της
ορχήστρας και τη φωνή που η Σελίν Ντιόν πρώτη παρομοίασε με του Θεού, αν
Εκείνος τραγουδούσε, και που το Σάββατο αντιληφθήκαμε όλοι το γιατί.
Η συναυλία, η οποία διήρκεσε μιάμιση ώρα χωρίς διάλειμμα και
στην οποία, πέραν της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης με εξάρχοντα βιολιστή τον
Αντώνη Σουσάμογλου, συμμετείχαν οι υψίφωνες Κριστίνα Πασαρόιου και Αλίκη
Χρυσοχού, η καλλιτέχνις Αθηνά Ανδρεάδη, ο φλαουτίστας Αντρέα Γκριμινέλι, η
χορεύτρια Αντζέλικα Γκισμοντό και ο διευθυντής της ορχήστρας, ο μαέστρος Κάρλο
Μπερνίνι, ο οποίος περιοδεύει μαζί με τον Αντρέα Μποτσέλι εδώ και δεκαετίες,
έκλεισε με την άρια «Nessun Dorma» από την όπερα «Τουραντότ» του Τζάκομο
Πουτσίνι. Κοίταξα δίπλα μου τη 10χρονη ανιψιά μου που παρακολουθούσε τη σκηνή
αποσβολωμένη – δεν ήταν η μόνη. Το κοινό έμοιαζε υπνωτισμένο από το μεγαλείο
της φωνής του Μποτσέλι, «ξυπνώντας» σύσσωμο λίγο πριν από το 3ο λεπτό της
άριας, όταν ο τενόρος ολοκλήρωνε το τρίτο «Vincerο», ξεσπώντας σε εκκωφαντικά
χειροκροτήματα. Ο Μποτσέλι έσκυψε το κεφάλι και, στο άκουσμα της δικής του
«νίκης», χαμογέλασε πλατιά. Κι εγώ συνειδητοποίησα πως εκεί, στον λόφο του Sani
Resort, όπου έχω περάσει τόσα καλοκαίρια της ζωής μου, ακούγοντας τώρα τη θεϊκή
φωνή του Αντρέα Μποτσέλι σε μία από τις πιο συγκλονιστικές άριες που έχουν
γραφτεί, τα μάτια μου είχαν γεμίσει δάκρυα… γεμάτα μουσική.
«Κάθε φορά που κάνω μουσική, ελπίζω να μπαίνω στις καρδιές
όσων με ακούν και να τους μεταφέρω θετικά συναισθήματα», δήλωσε ο Αντρέα
Μποτσέλι στην «Κ» λίγες ώρες πριν από την έναρξη της συναυλίας. «Οταν αυτό
συμβεί, είμαι χαρούμενος γιατί έχω επιτύχει τον στόχο μου», συμπλήρωσε. Την
τελευταία φορά που ο Αντρέα Μποτσέλι τραγούδησε στην Ελλάδα, συγκεκριμένα στο
Ηρώδειο τον Ιούνιο του 2019, ο κόσμος ήταν διαφορετικός. Ο ίδιος μίλησε στην
«Κ» για την πανδημία, εξαιτίας της οποίας σταμάτησε για ένα διάστημα να
περιοδεύει, για τη μουσική και για τη σύνδεσή του με την Ελλάδα.
– Πώς σας επηρέασε η πανδημία; Με ποιους τρόπους σάς άλλαξε;
– Ο αντίκτυπος της πανδημίας ήταν ισχυρός: ήταν μια άνευ
προηγουμένου και παγκόσμια έκτακτη ανάγκη, που προκάλεσε ανησυχία και
ταλαιπωρία. Δεν με άλλαξε όμως. Πιστεύω ότι υπενθύμισε οδυνηρά σε όλους ότι ο
κόσμος είναι μια μεγάλη οικογένεια στην οποία όλα είναι αλληλένδετα. Επομένως,
το καλό που κάνεις πάντα γυρνάει σε σένα πολλαπλασιασμένο, και το ίδιο ισχύει
για το αντίθετό του. Ελπίζω ότι θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε αυτό το μάθημα
και να ξεκινήσουμε ξανά από τον αλτρουισμό, που είναι επίσης φάρμακο για τον
εαυτό μας, γιατί μας αποσπά από το να βάζουμε πάντα τα προβλήματα και τις
αγωνίες μας στο κέντρο του σύμπαντος.
Η πανδημία υπενθύμισε οδυνηρά σε όλους ότι ο κόσμος είναι
μια μεγάλη οικογένεια στην οποία όλα είναι αλληλένδετα: το καλό που κάνεις
πάντα γυρνάει σε σένα πολλαπλασιασμένο, και το αντίθετο.
– Τι σας έλειψε περισσότερο και πώς είναι να περιοδεύετε
ξανά;
– Με βάρυνε πολύ το γεγονός ότι επιβλήθηκε ένα είδος κατ’
οίκον κάθειρξης… Σε συνδυασμό με τις ανησυχίες για τη σοβαρή κοινωνική και
υγειονομική πληγή, με θορύβησε το γεγονός ότι αυτή η παγκόσμια καταιγίδα,
ενσταλάζοντας την τοξίνη του τρόμου, περιόρισε τη θεμελιώδη αξία του ανθρώπου,
την ελευθερία. Ηταν ο ανεξέλεγκτος φόβος –ο φόβος που, αξίζει να το επαναλαμβάνουμε
πάντα, παραμένει το μόνο πράγμα που πρέπει να φοβόμαστε πραγματικά– που έκανε
αυτό το αναφαίρετο δικαίωμα της ελευθερίας να παραχωρηθεί με μεγάλη ευκολία.
Οσον αφορά την επανέναρξη των συναυλιών, η χαρά συνεχίζει να είναι μεγάλη.
Επιτέλους μπορώ να ξαναβρώ το ζωντανό κοινό μου, όπως κάνω εδώ και πολλά
χρόνια, χωρίς να κουράζομαι ποτέ, χωρίς να γίνει ποτέ ρουτίνα. Η επιστροφή στο
τραγούδι σε ανοιχτούς χώρους ισοδυναμεί με το να αγκαλιάζουμε ξανά πολλούς
φίλους με τους οποίους δεν έχουμε καταφέρει να βρεθούμε εδώ και καιρό.
– Τον Απρίλιο του 2020 πραγματοποιήσατε μια συναυλία από το
άδειο Duomo, την οποία παρακολούθησαν εκατομμύρια κόσμου. Ποιο είναι το νόημα
της μουσικής για εσάς και με ποιους τρόπους μπορεί να μας βοηθήσει να
ξεπεράσουμε τις δυσκολίες;
– Σε εκείνη την περίπτωση δεν ήταν συναυλία: ήθελα απλώς να
δανείσω τη φωνή μου στην άσκηση λατρείας. Η πρόθεσή μου ήταν να υψώσω μια
προσευχή, για εμένα, για την οικογένειά μου και για όλο τον κόσμο. Χάρηκα που ο
κόσμος ανταποκρίθηκε με ενθουσιασμό, επιβεβαιώνοντας τη δίψα του για
πνευματικότητα. Οπως μας υπενθυμίζει ο Αγιος Αυγουστίνος, η μουσική μπορεί να
διπλασιάσει την προσευχή και το κοινό ιερό ρεπερτόριο μπορεί να βάλει
μεγαλύτερα φτερά στις προσευχές μας. Η μουσική είναι ένα δώρο από τον ουρανό
που έχει σχεδιαστεί για να προάγει το πνεύμα: εκπαιδεύει την ομορφιά και μπορεί
να εκφράσει την ειρήνη και την αδελφοσύνη. Η μουσική είναι θεραπευτική, μπορεί
να μας βοηθήσει να ξεπεράσουμε τις δυσκολίες και να αυξήσουμε τη θετικότητα και
την εμπιστοσύνη προς τους συνανθρώπους μας.
– Πότε και πώς συνειδητοποιήσατε ότι η μουσική ήταν η κλίση
σας;
– Πιστεύω ότι ο καθένας μας γεννιέται με ένα ταλέντο, με ένα
χάρισμα, τον καρπό ενός σχεδίου του ουρανού που στη συνέχεια εξαρτάται από τη
συνείδησή μας, την ελεύθερη βούλησή μας, να καλλιεργήσουμε και να τιμήσουμε ή,
αντιστρόφως, να διασκορπίσουμε. Δεν προσδιορίζω μια ακριβή στιγμή κατά την
οποία αποφάσισα να αφοσιωθώ ολοκληρωτικά στη μουσική, ακριβώς επειδή από τότε
που θυμάμαι τον εαυτό μου την έχω βιώσει ως κάτι γραμμένο στα χρωμοσώματά μου,
ως φάρμακο, ως εργαλείο για να περάσω τη ζωή. Στη συνέχεια, βέβαια, υπήρξαν
μερικά σημαντικά στάδια, κατά τα οποία κατάλαβα, για παράδειγμα, την προτίμησή
μου για την όπερα, στα οποία παρατήρησα ότι κατέχω ένα ευχάριστο και εύκολα
αναγνωρίσιμο φωνητικό όργανο, στο οποίο ένιωσα τη δυνατότητα να κάνω επάγγελμά
μου το μεγαλύτερο πάθος μου.
Ο Αντρέα Μποτσέλι στην «Κ»: Προσπαθώ να αφήσω έναν κόσμο
καλύτερο-1
Ο Αντρέα Μποτσέλι με την Αθηνά Ανδρεάδη. Οταν τελείωσε η
άρια Nessun Dorma, με την οποία έκλεισε η συναυλία, το κοινό σηκώθηκε όρθιο
χειροκροτώντας ενθουσιασμένο. Φωτ. LUCA ROSSETTI
Μια επιλογή του Sani Festival που ενθουσίασε το κοινό
Η ιδέα να κλείσει το Sani Festival ο Αντρέα Μποτσέλι ήταν
του Γιώργου Μουστάκα, μια ιδέα που ο καλλιτεχνικός διευθυντής του φεστιβάλ
δηλώνει στην «Κ» ότι ενθουσίασε τον πρόεδρο του ομίλου Sani/Ikos και εμπνευστή
του Sani Festival, Σταύρο Ανδρεάδη. «Θέλαμε η επετειακή διοργάνωση να έχει
λάμψη, χωρίς να κάνουμε εκπτώσεις στο περιεχόμενο, και ο Μποτσέλι ήταν η Νο 1
επιλογή μας», αναφέρει ο κ. Μουστάκας. «Ταίριαζε πάρα πολύ στο φεστιβάλ»,
εξηγεί, «ακουμπούσε στο DNA του».
«Είναι ένας σπουδαίος καλλιτέχνης του καιρού μας ο Αντρέα
Μποτσέλι», δηλώνει στην «Κ» ο εξάρχων της Κρατικής Ορχήστρας Θεσσαλονίκης,
Αντώνης Σουσάμογλου. «Χαίρομαι πάρα πολύ που η ΚΟΘ συμμετείχε σε ένα τέτοιο
γεγονός, με έναν καλλιτέχνη αυτού του βεληνεκούς». Ο ίδιος τονίζει πως πέραν
του ότι ήταν «χαρά και τιμή» ότι συναντήθηκαν μουσικά με τον Μποτσέλι, έκανε
καλό στην ΚΟΘ και η κοινωνική διάσταση της εκδήλωσης. «Το γεγονός ότι
απευθυνόμαστε σε ένα άλλο κοινό από το συνηθισμένο μας, πιο διεθνές, είναι
σημαντικό. Πάντα η επαφή με ένα άλλο κοινό είναι σπουδαία», σημειώνει,
συμπληρώνοντας πως η «ζύμωση» που προέκυψε μεταξύ κοινού και ορχήστρας κατά τη
διάρκεια της συναυλίας ήταν μαγική.
«Υπάρχουν μερικές συναυλίες που σου μένουν», τόνισε, «η
συγκεκριμένη θα είναι μία από αυτές». Και όσον αφορά τον Αντρέα Μποτσέλι, ποιος
είναι ο επόμενος στόχος; Ο ίδιος δηλώνει πως εδώ και 11 χρόνια προσπαθεί να
αφήσει έναν καλύτερο κόσμο «σε όσους έρχονται έπειτα από εμάς», μέσω του
οργανισμού του, το Ιδρυμα Αντρέα Μποτσέλι. Κι έπειτα, πάντα, είναι η μουσική.
«Η αναζήτηση της ομορφιάς συνεχίζει να καθοδηγεί τις επιλογές μου», δηλώνει. «Η
μεγαλύτερη πρόκληση είναι πάντα να προσπαθώ να φέρω στα σπίτια των ανθρώπων
λίγη γαλήνη», λέει στην «Κ» ο Αντρέα Μποτσέλι, «και λίγη χαρά».
Οταν τελείωσε η άρια Nessun Dorma, το κοινό σηκώθηκε όρθιο,
χειροκροτώντας τον μέχρι να φύγει από τη σκηνή. Λίγα λεπτά αργότερα, ένα από τα
καρτ του Sani Resort, τον κατέβασε από τον λόφο μαζί με τη σύζυγό του, τον
σκύλο τους και κάποιους συνεργάτες. Μέχρι το καρτ να φτάσει στον προορισμό του,
ήξερες ακριβώς σε ποιο σημείο της διαδρομής βρισκόταν – το δήλωναν τα
χειροκροτήματα και τα «μπράβο!», που κάθε λίγα λεπτά σκίαζαν τη βουή του
κόσμου. Την επόμενη μέρα η ανιψιά μου ζήτησε να ακούσει όπερα.
Εχω την Ελλάδα στην καρδιά μου
– Πώς νιώθετε που ήρθατε ξανά στην Ελλάδα;
– Είμαι πολύ χαρούμενος. Εχω πολλούς φίλους εδώ και, για
πολλούς λόγους, νιώθω σαν στο σπίτι μου. Η συγγένειά μας είναι στενή και έχει
γεωγραφική, ιστορική και κυρίως πολιτισμική φύση. Η Ιταλία, χωρίς την τεράστια
πολιτιστική κληρονομιά του έθνους σας, που είναι το λίκνο του δυτικού πο-
λιτισμού, δεν θα ήταν η ίδια. Αυτή η ενσυναίσθηση είναι κάτι
βαθύ και χειροπιαστό και το νιώθω με δέος, ακόμη και στις συναυλίες μου.
– Πώς προέκυψε η πρόσκληση να κλείσετε το Sani Festival και
η αποδοχή της;
– Το Sani Festival αντιπροσωπεύει έναν πολυπολιτιστικό
θεσμό, καταξιωμένο και σημαντικό σε διεθνές επίπεδο. Θεωρώ μεγάλη τιμή και
προνόμιο να είμαι μέρος αυτού του προγράμματος και να κλείσω τις γιορτές για τα
τριάντα χρόνια του φεστιβάλ. Οταν ήρθε η πρόσκληση, την αποδέχτηκα με μεγάλο
ενθουσιασμό. Επίσης γιατί, επαναλαμβάνω, κουβαλάω την Ελλάδα στην καρδιά μου.