Σάββατο 6 Ιανουαρίου 2018

Πρώτο μέρος του νέου νόμου 4509 ΜΕΤΡΑ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΑΤΟΜΩΝ ΠΟΥ ΑΠΑΛΛΑΣΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΝΗ ΛΟΓΩ ΨΥΧΙΚΗΣ Ή ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΗΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗΣ


Πρώτο μέρος του νέου νόμου 4509
ΜΕΤΡΑ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΑΤΟΜΩΝ ΠΟΥ ΑΠΑΛΛΑΣΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΝΗ ΛΟΓΩ ΨΥΧΙΚΗΣ Ή ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΗΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗΣ
Για καλύτερη κατανόηση αναρτώ πρώτα την εισηγητική έκθεση του πρώτου μέρους και κατόπιν τα αντίστοιχα άρθρα αυτού.

ΕΙΣΗΓΗΤΙΚΕΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ
Αριθμός: 4509 Έτος: 2017
Τέθηκε σε ισχύ: 22.12.2017
Τίτλος
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ στο σχέδιο νόμου «Μέτρα θεραπείας ατόμων που απαλλάσσονται από την ποινή λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής και άλλες διατάξεις»

ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΜΕΤΡΑ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΑΤΟΜΩΝ ΠΟΥ ΑΠΑΛΛΑΣΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΝΗ ΛΟΓΩ ΨΥΧΙΚΗΣ Ή ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΗΣ
ΔΙΑΤΑΡΑΧΗΣ
Α. Γενικά
Με το προτεινόμενο σχέδιο νόμου επιχειρείται σημαντική αλλαγή στο ισχύον θεσμικό πλαίσιο των άρθρων 38 έως 41 και 69 έως 70 του Ποινικού Κώδικα. Η αναθεώρηση των συγκεκριμένων διατάξεων, συνοδευόμενη από τις αναγκαίες αλλαγές στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και από τη διαμόρφωση ειδικών κανόνων εκτέλεσης των προβλεπόμενων μέτρων, όπως απαιτεί το άρθρο 56 του Ποινικού Κώδικα, κρίνεται επιβεβλημένη, διότι η ισχύουσα νομοθεσία βασίζεται σε αντιλήψεις των αρχών του προηγούμενου αιώνα, όταν τα μόνα μέτρα για δράστες αξιόποινων πράξεων με ψυχικές ή διανοητικές διαταραχές που απέκλειαν ή μείωναν ουσιωδώς τον καταλογισμό τους ήταν ο εγκλεισμός στα άσυλα για αόριστο χρονικό διάστημα, με βασικό στόχο την αντιμετώπιση της επικινδυνότητας και την προφύλαξη της κοινωνίας. Σημείο αναφοράς για τις προβλεπόμενες αλλαγές αποτέλεσαν οι εξελίξεις στη διεθνή και ευρωπαϊκή έννομη τάξη μετά το 1950, που δεσμεύουν τον Έλληνα νομοθέτη και επιβάλλουν τη συμμόρφωσή του σε θεμελιώδη κείμενα προάσπισης των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Ενδεικτικά αναφέρονται οι εγγυήσεις που παρέχονται από την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου του Συμβουλίου της Ευρώπης, από τη Σύμβαση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία και από το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Επίσης, σημείο αναφοράς υπήρξαν οι νέες επιστημονικές ψυχιατρικές και άλλες διεπιστημονικές προσεγγίσεις που οδήγησαν από την κλειστή ασυλική περίθαλψη στην κοινοτική φροντίδα ψυχικής υγείας. Ειδικότερες παρατηρήσεις για το ισχύον καθεστώς της «θεραπευτικής φύλαξης» του άρθρου 69 ΠΚ είχαν διατυπώσει κατά καιρούς η Εθνική Επιτροπή των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ο Συνήγορος του Πολίτη, καθώς και η Ελληνική Ψυχιατρική Εταιρεία. Οι επισημάνσεις αυτές στο μεγαλύτερο μέρος τους ενσωματώνονται στο παρόν σχέδιο νόμου. Τα προτεινόμενα μέτρα έχουν ως βασικό άξονα την εξασφάλιση θεραπείας. Ο παρωχημένος μακροχρόνιος εγκλεισμός σε ασυλικές μονάδες καταργείται και στη θέση του θεσπίζονται σύγχρονα μέτρα, που στοχεύουν πρωτίστως στη θεραπεία, ενώ ταυτόχρονα εξασφαλίζουν την προστασία των θεμελιωδών αγαθών των δραστών, όπως και των τρίτων. Σε αυτό το πλαίσιο, η παραδοσιακή αντίληψη που αντιμετώπιζε τη θεραπευτική φύλαξη μόνο υπό το πρίσμα της ασφάλειας, εμπλουτίζεται με τις σύγχρονες επιστημονικές προσεγγίσεις για την ψυχιατρική περίθαλψη, ως παροχή υπηρεσιών (ψυχικής) υγείας αλλά και κοινωνικής επανένταξης. Η έμφαση δίνεται σήμερα στη διασφάλιση ενός ποιοτικού επιπέδου νοσηλείας και παρακολούθησης που προκρίνεται του στόχου της αποκλειστικής σωφρονιστικής επιτήρησης.
Το σχέδιο νόμου διαιρείται σε τέσσερα μέρη: Το Κεφάλαιο Α (άρθρα 1 έως 3) που αφορά τις τροποποιήσεις διατάξεων του Ποινικού Κώδικα, το Κεφάλαιο Β (άρθρα 4 έως 8) που τροποποιεί διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, το Κεφάλαιο Γ (άρθρα 9 έως 20) που περιλαμβάνει τους Κανόνες εκτέλεσης των μέτρων θεραπείας των άρθρων 69 και 70Α του Ποινικού Κώδικα και το Κεφάλαιο Δ (άρθρο 21) το οποίο περιέχει μεταβατικές και καταργούμενες διατάξεις.
B. Επιμέρους ρυθμίσεις
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ
Με το παρόν (άρθρα 1 έως 3) τροποποιούνται τα άρθρα 69 έως 70 του Ποινικού Κώδικα και προστίθεται νέο άρθρο 70Α. Πιο συγκεκριμένα: Το άρθρο 1 αντικαθιστά τη διάταξη του άρθρου 69 του Ποινικού Κώδικα και ορίζει ρητά πως αρμόδιο για την επιβολή των προβλεπόμενων στο συγκεκριμένο άρθρο μέτρων είναι αποκλειστικά το δικαστήριο. Με τον τρόπο αυτό λύεται οριστικά ένα πρόβλημα που έχει απασχολήσει επανειλημμένα τη θεωρία και τη νομολογία σχετικά με τη δυνατότητα επιβολής των μέτρων από το δικαστικό συμβούλιο και υιοθετείται η δικαιοκρατική θέση ότι μέτρα τόσο επαχθή όσο η υποχρεωτική νοσηλεία για σημαντικό χρονικό διάστημα μπορούν να επιβάλλονται μόνο αφού προηγηθεί η δημόσια διαδικασία ενώπιον ακροατηρίου, σύμφωνα με όσα έχει προτείνει και η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου. Η επιλογή αυτή δε στερεί τον κατηγορούμενο από την αναγκαία θεραπεία μέχρι την κύρια διαδικασία, καθώς έχει ληφθεί η αναγκαία πρόνοια στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ώστε το δικαστικό συμβούλιο να επιβάλλει ως περιοριστικούς όρους τα προβλεπόμενα στο άρθρο 69 Ποινικού Κώδικα μέτρα. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται η παρακολούθηση του κατηγορουμένου για ικανό χρονικό διάστημα ? μέχρις ότου η υπόθεση φθάσει στο ακροατήριο - το οποίο προσφέρει στους ιατρούς που τον παρακολουθούν τη δυνατότητα να προτείνουν στη συνέχεια τα κατάλληλα για το συγκεκριμένο άτομο θεραπευτικά μέτρα. Επιπλέον, σημαντικές αλλαγές στο άρθρο 69 του Ποινικού Κώδικα είναι οι ακόλουθες: α) Καταργείται η αναφορά σε «ακαταλόγιστους εγκληματίες», που είναι δογματικά εσφαλμένη, αφού για να χαρακτηριστεί ως «εγκληματίας» κάποιος πρέπει να έχει καταλογισμό κατά την τέλεση της πράξης, κάτι που στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν ισχύει. Στο κείμενο, λοιπόν, γίνεται λόγος για «άτομα που απαλλάσσονται από την ποινή λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής». Οι όροι «ψυχική ή διανοητική διαταραχή» επιλέγονται ως σύγχρονοι αλλά και προκειμένου να υπάρχει ενότητα στο δίκαιο, καθώς οι ίδιοι ακριβώς όροι χρησιμοποιούνται στον Αστικό Κώδικα (άρθρα 131, 171, 331, 915, 1555, 1666, 1719). Παράλληλα, καταργείται η γενική αναφορά στους κωφαλάλους, ώστε να είναι απολύτως σαφές ότι οποιαδήποτε επιβολή του μέτρου στα συγκεκριμένα πρόσωπα προϋποθέτει τη βεβαίωση της «ψυχικής ή διανοητικής τους διαταραχής» για την αντιμετώπιση της οποίας και μόνο είναι αναγκαία η παρακολούθηση του θεραπευτικού προγράμματος. β) Αυξάνεται η βαρύτητα του πλημμελήματος που μπορεί να δικαιολογήσει την επιβολή των μέτρων, και ορίζεται ότι το πλημμέλημα πρέπει να απειλείται με ποινή τουλάχιστον ενός(1) έτους και όχι τουλάχιστον έξι(6) μηνών, όπως προβλέπεται σήμερα. Παράλληλα όμως προβλέπεται ότι τα μέτρα επιβάλλονται για όλα τα εγκλήματα κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας που απειλούνται με ποινή στερητική της ελευθερίας τουλάχιστον τριών μηνών, ώστε να είναι δυνατή η επιβολή τους και σε μια περίπτωση επικίνδυνης σωματικής βλάβης, κάτι που σήμερα δεν είναι εφικτό. Τέλος, ορίζεται ότι σε καμία περίπτωση τα μέτρα δεν μπορούν να επιβληθούν για εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας και της περιουσίας που δεν εμπεριέχουν χρήση βίας ή απειλή βίας, μια ρύθμιση που έχει τεθεί και σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές νομοθεσίες. γ) Καταργείται η γενική και στιγματιστική αναφορά στον «επικίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια» δράστη και διευκρινίζεται ότι τα μέτρα επιβάλλονται από το δικαστήριο όταν κρίνει ότι, «εξαιτίας της κατάστασης του υπαιτίου, υπάρχει κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης κίνδυνος, αν αφεθεί ελεύθερος, να τελέσει και άλλα τουλάχιστον ανάλογης βαρύτητας εγκλήματα». δ) Με τη ρητή αναφορά σε «εγκλήματα» στην παράγραφο 2, καθίσταται σαφές ότι για την επιβολή των μέτρων δεν αρκεί η διαπίστωση της τέλεσης μιας άδικης πράξης, αλλά πρέπει να βεβαιώνεται και η πλήρωση της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος για το οποίο έχει ασκηθεί ποινική δίωξη, εφόσον σε διαφορετική περίπτωση τα μέτρα θα επιβάλλονταν σε ένα άτομο που, αν δε συνέτρεχαν στο πρόσωπό του οι όροι του άρθρου 69 του Ποινικού Κώδικα, δε θα μπορούσε να τιμωρηθεί. ε) Ορίζεται ρητά ότι οι προϋποθέσεις επιβολής των μέτρων βεβαιώνονται με μία τουλάχιστον πραγματογνωμοσύνη που διενεργείται αμέσως μετά τη σύλληψη και με άλλη μία τουλάχιστον πραγματογνωμοσύνη που διενεργείται όσο το δυνατό πλησιέστερα προς τη δικάσιμο. Στις πραγματογνωμοσύνες προτείνεται και το τυχόν κατάλληλο μέτρο θεραπείας. στ) Καταργείται η ανελαστική αναφορά στη «φύλαξη σε δημόσιο θεραπευτικό κατάστημα» που προβλέπεται σήμερα και αντικαθίσταται με την καταγραφή περισσότερων «κατάλληλων» θεραπευτικών μέτρων, μεταξύ των οποίων μπορεί να επιλέξει το δικαστήριο εκείνο που είναι το πλέον κατάλληλο για το συγκεκριμένο άτομο, ύστερα από εισήγηση των αρμόδιων ιατρών. Ως κατάλληλα θεραπευτικά μέτρα ορίζονται: α) η νοσηλεία σε ειδικό τμήμα δημόσιου ψυχιατρικού ή γενικού νοσοκομείου, β) η νοσηλεία σε ψυχιατρικό τμήμα δημόσιου ψυχιατρικού ή γενικού νοσοκομείου και γ) η υποχρεωτική θεραπεία και ψυχιατρική παρακολούθηση κατά τακτά χρονικά διαστήματα σε κατάλληλη εξωνοσοκομειακή Μονάδα Ψυχικής Υγείας ή εξωτερικά ιατρεία δημόσιου ψυχιατρικού ή γενικού νοσοκομείου. Η δυνατότητα αυτή προσφέρεται στο δικαστήριο αφενός γιατί είναι πιθανό ? ειδικά όταν το έγκλημα που έχει τελεστεί είναι πλημμέλημα ? οι αρμόδιοι ιατροί να μη θεωρούν αναγκαία την τοποθέτηση σε ειδικό ή κοινό ψυχιατρικό τμήμα δημόσιου νοσοκομείου, και αφετέρου γιατί ακόμα και σε περιπτώσεις κακουργημάτων, η παρακολούθηση του κατηγορουμένου στο πλαίσιο του περιοριστικού όρου που επιβάλλει υποχρεωτικά το δικαστικό συμβούλιο μπορεί με μεγαλύτερη ασφάλεια να επιτρέψει στο δικαστήριο να επιλέξει το αρμόζον για τον συγκεκριμένο κατηγορούμενο μέτρο.
Με το άρθρο 2 τροποποιείται το άρθρο 70 του Ποινικού Κώδικα. Οι βασικές αλλαγές στο άρθρο αυτό είναι οι ακόλουθες:
α) Τροποποιείται ο τίτλος του άρθρου, ο οποίος από «διάρκεια της φύλαξης» γίνεται «διάρκεια του θεραπευτικού μέτρου».
β) Αλλάζει ο τρόπος επιβολής του μέτρου. Ενώ σήμερα το δικαστήριο δεν ορίζει τη μέγιστη διάρκεια του μέτρου, στο σχέδιο νόμου προβλέπεται ότι στην απόφαση ορίζεται ο μέγιστος χρόνος της διάρκειάς του, ο οποίος δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο(2) έτη για τα πλημμελήματα και τα πέντε έτη για τα κακουργήματα. Ένα(1) μήνα τουλάχιστον πριν τη συμπλήρωση του χρόνου αυτού το Τριμελές Πλημμελειοδικείο αποφασίζει για την παράταση του μέτρου για τον ίδιο κατά ανώτατο όριο χρόνο, εφόσον τούτο επιβάλλεται για τις ανάγκες της θεραπείας και εξακολουθούν να υπάρχουν οι προϋποθέσεις επιβολής του μέτρου. Σε κάθε περίπτωση, καλείται ο θεραπευόμενος και ο συνήγορός του, καθώς και η διεύθυνση της μονάδας, όπου εκτελείται το μέτρο, να διατυπώσουν τις απόψεις τους.
γ) Τροποποιείται σημαντικά ο τρόπος ελέγχου της πορείας του μέτρου. Ενώ σήμερα το δικαστήριο ελέγχει κάθε τρία(3) έτη αν θα πρέπει να συνεχιστεί η εκτέλεση του μέτρου, στο σχέδιο προβλέπεται ότι ο έλεγχος γίνεται αυτεπαγγέλτως κάθε έτος, ενώ διευκρινίζεται επιπλέον ότι θα πρέπει να καλείται ο θεραπευόμενος και ο συνήγορός του, καθώς και η διεύθυνση της μονάδας όπου εκτελείται το μέτρο, να διατυπώσουν τις θέσεις τους.
δ) Προβλέπεται ότι το ίδιο δικαστήριο μπορεί οποτεδήποτε, όχι μόνο με αίτηση του εισαγγελέα ή της διεύθυνσης της μονάδας όπου εκτελείται το μέτρο ? όπως ισχύει σήμερα - αλλά και με αίτηση του ίδιου του θεραπευομένου, να διατάξει την άρση ή αντικατάσταση του μέτρου.
ε) Ορίζεται ότι σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης, στην απόφαση απαιτείται να υπάρχει ειδική αιτιολογία ως προς την ανάγκη διατήρησης του θεραπευτικού μέτρου. στ) Διευκρινίζεται ότι στη διαδικασία ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, καθώς και του εφετείου, σε περίπτωση άσκησης έφεσης, εάν ο θεραπευόμενος δεν έχει συνήγορο, διορίζεται συνήγορος αυτεπαγγέλτως, κατά τις διατάξεις του άρθρου 340 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
Με το άρθρο 3 προστίθεται άρθρο 70Α στον Ποινικό Κώδικα, το οποίο επεκτείνει τις ρυθμίσεις των άρθρων 69 και 70 του Ποινικού Κώδικα σε άτομα μειωμένου καταλογισμού λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής, όταν το δικαστήριο κρίνει ότι υπάρχει κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης κίνδυνος να τελέσουν και άλλα τουλάχιστον ανάλογης βαρύτητας εγκλήματα. Τα άτομα αυτά αντιμετωπίζονται σήμερα με τις παρωχημένες και κατά βάση αγνοούμενες από τη νομολογία διατάξεις των άρθρων 38 έως 41 του Ποινικού Κώδικα, οι οποίες εισάγουν στο ποινικό δίκαιο την ιδιάζουσα ποινή του εγκλεισμού των μειωμένου καταλογισμού επικίνδυνων για τη δημόσια ασφάλεια δραστών σε ψυχιατρικό κατάστημα ή παράρτημα φυλακών.
Με την προτεινόμενη ρύθμιση διευκρινίζεται ότι το προτεινόμενο μέτρο έχει κατ? εξοχήν θεραπευτικό χαρακτήρα και δε συνιστά ιδιάζουσα ποινή. Κατά τα λοιπά ισχύουν αναλογικά οι διατάξεις των άρθρων 69 και 70 του Ποινικού Κώδικα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
Το προτεινόμενο Β Κεφάλαιο (άρθρα 4 έως 8) περιλαμβάνει τροποποιήσεις διατάξεων του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, που στοχεύουν στην εναρμόνιση αυτών με τις αλλαγές που πραγματοποιούνται στις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα, όπως περιγράφονται στο Α Κεφάλαιο του σχεδίου νόμου.
Πιο συγκεκριμένα: Με το άρθρο 4 εντάσσονται στους ενδεικτικά μνημονευόμενους περιοριστικούς όρους του άρθρου 282 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας τα μέτρα θεραπείας του (αναμορφωμένου) άρθρου 69 παράγραφος 3 του Ποινικού Κώδικα.
Με το άρθρο 5 συμπληρώνεται το ισχύον άρθρο 313 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, ώστε να αποσαφηνίζεται η δικαιοδοσία του δικαστικού συμβουλίου να εκδίδει παραπεμπτικό βούλευμα ακόμα κι όταν κρίνει ότι ο κατηγορούμενος θα πρέπει να απαλλαχθεί από την ποινή λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής και θα πρέπει να του επιβληθεί μέτρο θεραπείας κατά το άρθρο 69 του Ποινικού Κώδικα.
Με το άρθρο 6, που συμπληρώνει το ισχύον άρθρο 315 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, λαμβάνεται πρόνοια για τη μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης εφαρμογή των μέτρων του (αναμορφωμένου) άρθρου 69 παράγραφος 3 του Ποινικού Κώδικα, ως περιοριστικών όρων, ώστε να μη μεσολαβεί «κενό θεραπείας» του υπόδικου κατηγορουμένου. Η επιβολή του περιοριστικού όρου είναι υποχρεωτική για το δικαστικό συμβούλιο, το οποίο μάλιστα, σε περίπτωση που ο κατηγορούμενος κρατείται προσωρινά, αντικαθιστά υποχρεωτικά την προσωρινή κράτηση με τα συγκεκριμένα μέτρα. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται η παρακολούθηση του κατηγορουμένου από ειδικούς ιατρούς μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης στο ακροατήριο, προκειμένου να επιβεβαιωθεί η ένταση της ψυχικής ή διανοητικής του διαταραχής και να προσδιοριστούν τα κατάλληλα για τη θεραπευτική της αντιμετώπιση μέτρα. Η διαδικασία αυτή θα επιτρέπει στο δικαστήριο που θα εκδικάζει την υπόθεση αφενός να έχει περισσότερα στοιχεία σχετικά με τον καταλογισμό του κατηγορουμένου και την πιθανότητα να τελέσει άλλα αντίστοιχης βαρύτητας εγκλήματα στο μέλλον, και αφετέρου να επιλέγει τα πλέον κατάλληλα για τη θεραπεία του μέτρα.
Με το άρθρο 7 επιλύεται το πρόβλημα του «ανεκκλήτου» της (αθωωτικής) δικαστικής απόφασης που επιβάλλει το μέτρο ασφαλείας του άρθρου 69 Ποινικού Κώδικα (βλ. Ν. Παρασκευόπουλου, Τα ασφαλιστικά μέτρα του ποινικού δικαίου: ιδιομορφίες και περιπλοκές, Δίκαιο και Πολιτική, 1982, τ.2, 253-254, και Λ. Μαργαρίτη, Έφεση κατά βουλεύματος από αδύναμα πρόσωπα (:ανήλικοι-ψυχικά πάσχοντες), Ποιν.Δικ. 2015, 1083 επ.).
Με το άρθρο αυτό, προστίθεται νέο άρθρο 486Α στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας και παρέχεται στον κατηγορούμενο δικαίωμα άσκησης έφεσης τόσο κατά της απόφασης που επιβάλλει το μέτρο του άρθρου 69 του Ποινικού Κώδικα, όσο και κατά εκείνης που διατάσσει την παράτασή του.
Τέλος, με το άρθρο 8 τροποποιούνται τα άρθρα 500 και 555 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.
Με την πρώτη παράγραφο του άρθρου αυτού, ειδικότερα, προστίθεται τελευταίο εδάφιο στο άρθρο 500 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, με το οποίο επιδιώκεται η επιτάχυνση της διαδικασίας σε περίπτωση άσκησης έφεσης, με τον σύντομο ορισμό δικασίμου, ώστε η δικαστική κρίση για την επιβολή ή την παράταση του θεραπευτικού μέτρου να καθίσταται τελεσίδικη το ταχύτερο.
Με τη δεύτερη παράγραφο του άρθρου 8 προστίθενται εδάφιο γ και εδάφιο δ στο άρθρο 555 Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, όπου διευκρινίζεται ότι το άρθρο 70 του Ποινικού Κώδικα έχει ανάλογη εφαρμογή και στην περίπτωση που η ψυχική ή διανοητική διαταραχή έχει εμφανιστεί μετά την επιβολή της ποινής, ενώ διευκρινίζεται ότι μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας ο καταδικασθείς εκτίει την ποινή του, από την οποία αφαιρείται ο χρόνος νοσηλείας του.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ
ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 69 ΚΑΙ 70 Α ΤΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ
Με το προτεινόμενο Γ Κεφάλαιο του σχεδίου νόμου (άρθρα 9 έως 20) επιχειρείται η απαιτούμενη παρέμβαση η οποία θα καλύψει το υπάρχον νομοθετικό και θεσμικό κενό ως προς τον τρόπο εκτέλεσης των μέτρων που προβλέπονται στα άρθρα 69 και 70 Α του Ποινικού Κώδικα. Υλοποιείται έτσι με το παρόν κεφάλαιο του σχεδίου νόμου η επιταγή του άρθρου 56 του Ποινικού Κώδικα. Ειδικότερα: Με το άρθρο 9 καθορίζονται οι βασικές αρχές εκτέλεσης των μέτρων που προβλέπονται στα άρθρα 69 και 70Α Ποινικού Κώδικα. Στη διάταξη διευκρινίζεται ότι τα μέτρα υπηρετούν θεραπευτικούς σκοπούς και τονίζεται ότι κατά την εφαρμογή τους λαμβάνονται υπόψη οι διεθνώς αναγνωρισμένοι κανόνες προάσπισης των ατομικών ελευθεριών. Τέλος, σημειώνεται ότι όσα θέματα δε ρυθμίζονται από το σχέδιο νόμου πρέπει να αντιμετωπίζονται με βάση τον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας, τον Κώδικα Νοσηλευτικής Δεοντολογίας, τα πρωτόκολλα ψυχιατρικής φροντίδας καθώς και με αναλογική εφαρμογή των διατάξεων του Σωφρονιστικού Κώδικα, εφόσον αυτή δεν προσκρούει στους επιδιωκόμενους θεραπευτικούς σκοπούς.
Το άρθρο 10 ορίζει ότι η θεραπευτική αντιμετώπιση των ατόμων στα οποία έχουν επιβληθεί τα προβλεπόμενα στο άρθρο 69 παράγραφος 3 μέτρα πρέπει να είναι εξατομικευμένη και να περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα σύγχρονων θεραπευτικών παρεμβάσεων, που εξασφαλίζουν συνεχή ψυχιατρική παρακολούθηση.
Στο επόμενο άρθρο 11 προσδιορίζονται αναλυτικά οι Μονάδες Ψυχικής Υγείας στις οποίες δύναται να εκτελείται καθένα από τα προβλεπόμενα στο άρθρο 69 παράγραφος 3 (στοιχεία α΄, β΄ και γ΄) θεραπευτικά μέτρα.
Το άρθρο 12 αναφέρεται στην έναρξη εκτέλεσης των μέτρων, η οποία, όπως ορίζεται, γίνεται με έγγραφη παραγγελία του αρμόδιου εισαγγελέα πρωτοδικών προς τον διευθυντή της μονάδας όπου θα εκτελεστεί το μέτρο, ο οποίος και οφείλει σε κάθε περίπτωση να εκτελέσει την παραγγελία. Ο προσδιορισμός της μονάδας όπου θα εκτελεστεί το μέτρο γίνεται από κατάλογο μονάδων κατάλληλων για την εκτέλεσή του, ο οποίος καταρτίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Υγείας και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και αποστέλλεται στα πρωτοδικεία, εφετεία και εισαγγελίες της χώρας, καθώς και στους διευθυντές όλων των μονάδων του καταλόγου. Στη διάταξη διευκρινίζεται ότι αν υπάρχουν περισσότερες μονάδες που ανήκουν στην ίδια κατηγορία, ο εισαγγελέας επιλέγει εκείνη που είναι εγγύτερα στον τόπο κατοικίας του ατόμου ή της οικογένειάς του. Στο άρθρο 13 προσδιορίζεται με σαφήνεια ο τρόπος και η διαδικασία εισαγωγής σε ειδικό ή κοινό τμήμα δημοσίου νοσοκομείου. Προβλέπεται ότι η μονάδα υποχρεούται, αμέσως μετά την εισαγωγή, να παραδίδει στον θεραπευόμενο, σε γλώσσα που μπορεί να κατανοήσει, έντυπο με κατάλογο των βασικών του δικαιωμάτων, όπως προσδιορίζονται στον Ποινικό Κώδικα, τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, τον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας, τον Κώδικα Νοσηλευτικής Δεοντολογίας, τον Σωφρονιστικό Κώδικα και τα πρωτόκολλα ψυχιατρικής φροντίδας. Ορίζεται τέλος ότι, επιπλέον των προβλεπομένων αρχείων, πρέπει ακόμα σε κάθε μονάδα να τηρείται βιβλίο καταγραφής των επιβληθέντων μέσων αυξημένης φροντίδας και ασφάλειας, όπως περιορισμός, καθήλωση κ.ά..
Στο άρθρο 14 ρυθμίζεται ο νέος θεσμός της υποχρεωτικής θεραπείας και παρακολούθησης σε εξωνοσοκομειακή μονάδα ψυχικής υγείας (Κέντρα Ψυχικής Υγείας, Κινητές Μονάδες Ψυχικής Υγείας) ή σε εξωτερικό ιατρείο δημόσιου ψυχιατρικού ή γενικού νοσοκομείου. Ιδιαίτερα σημαντική καινοτομία είναι ότι ο θεράπων ψυχίατρος οφείλει να προτείνει εξατομικευμένο θεραπευτικό σχέδιο, που οφείλει να κοινοποιήσει αμελλητί στον αρμόδιο εισαγγελέα, τον οποίο και ενημερώνει για την ανταπόκριση και συμμόρφωση του θεραπευόμενου προς αυτό, αλλά και για την πιθανή ανάγκη τροποποίησής του.
Στο άρθρο 15 τίθενται κριτήρια που συνεκτιμά το αρμόδιο δικαστήριο κατά την εφαρμογή του άρθρου 70 του Ποινικού Κώδικα για την άρση ή την αντικατάσταση του μέτρου θεραπείας με ηπιότερο ή βαρύτερο κατά την εκτέλεσή του.
Με το άρθρο 16 ρυθμίζονται ειδικά οι συνθήκες νοσηλείας που εξυπηρετούν τις θεραπευτικές ανάγκες του ατόμου και ενισχύεται αποφασιστικά ο ρόλος του ψυχιάτρου και της θεραπευτικής ομάδας στη θεραπευτική διαδικασία. Ωστόσο τίθενται περιορισμοί στη χρήση μέσων αυξημένης φροντίδας και ασφάλειας (προφυλακτική απομόνωση και σωματικός περιορισμός). Η εφαρμογή τους γίνεται μόνο εφόσον χρησιμοποιηθούν τεχνικές αποκλιμάκωσης και αποτύχουν βάσει των ψυχιατρικών Οδηγιών (βλ. Οδηγίες Ειδικής Επιτροπής Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές, Υπουργείο Υγείας και Κατευθυντήριες αρχές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων και της Απάνθρωπης ή Ταπεινωτικής Μεταχείρισης ή Τιμωρίας). Παράλληλα απαγορεύεται απολύτως η χρήση ορισμένων μέσων που προξενούν μη αναστρέψιμες καταστάσεις στην υγεία του ατόμου.
Στο άρθρο 17 προβλέπεται ο τρόπος σύστασης των ειδικών τμημάτων δημόσιων ψυχιατρικών ή γενικών νοσοκομείων και η στελέχωσή τους από επαγγελματίες που αποτελούν τη διεπιστημονική θεραπευτική ομάδα. Ιδιαίτερα σημαντική είναι η πρόβλεψη ότι το διοικητικό προσωπικό και το προσωπικό φύλαξης των τμημάτων αυτών λαμβάνει κατάλληλη εκπαίδευση σχετικά με το περιεχόμενο των υποχρεώσεών του και τον τρόπο της λειτουργίας του πριν από την ανάληψη των καθηκόντων του.
Με το άρθρο 18 καθιερώνεται ο θεσμός του εισαγγελέα επόπτη των μέτρων θεραπείας των άρθρων 69 και 70Α Ποινικού Κώδικα, ένας θεσμός που είναι κρίσιμος προκειμένου να διασφαλισθεί ο σεβασμός των ατομικών ελευθεριών των θεραπευομένων, αλλά και η τήρηση των περιορισμών που επιβάλλουν οι δικαστικές αρχές.
Στο άρθρο 19 ορίζονται οι Αρχές που ελέγχουν την εκτέλεση των μέτρων θεραπείας είτε γενικά, όπως ο Συνήγορος του Πολίτη και η Ειδική Επιτροπή Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές, είτε ειδικά για συγκεκριμένες μονάδες, όπως το Σώμα Επιθεώρησης και Ελέγχου Καταστημάτων Κράτησης του Υπουργείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για τα ψυχιατρικά τμήματα των καταστημάτων κράτησης και το Σώμα Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας Πρόνοιας του ν. 2920/2001 για τις μονάδες που υπάγονται στο Υπουργείο Υγείας.
Τέλος, στο άρθρο 20 ορίζεται ότι τα μέτρα λήγουν όταν εκλείψει ο λόγος για τον οποίο επιβλήθηκαν, όταν, δηλαδή, δεν θεωρείται πλέον πιθανό ότι το άτομο θα τελέσει νέα εξίσου σοβαρά εγκλήματα στο μέλλον. Στο άρθρο προσδιορίζεται η διαδικασία που πρέπει να ακολουθηθεί και θεσμοθετείται υποχρέωση του επιστημονικού διευθυντή της μονάδας όπου εκτελούνταν κάθε μέτρο να ενημερώνει τον Τομέα Ψυχικής Υγείας του τόπου διαμονής του ατόμου, ο οποίος μεριμνά για τη συνέχεια της φροντίδας, καθώς και για την ομαλή επάνοδο και προσαρμογή του στο κοινωνικό, επαγγελματικό και οικογενειακό του περιβάλλον.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ
ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Το άρθρο 21 καταργεί τα άρθρα 38 έως 41 του Ποινικού Κώδικα, όπως και κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις του προτεινόμενου σχεδίου νόμου και προβλέπει ότι για όσα άτομα εκτίουν την προβλεπόμενη στα παραπάνω άρθρα ποινή. Τριμελές Πλημμελειοδικείο στην περιφέρεια του οποίου εκτελείται η προβλεπόμενη στα καταργούμενα άρθρα 38 έως 41 του Ποινικού Κώδικα ποινή, αποφασίζει αυτεπαγγέλτως ή μετά από αίτηση του κρατουμένου σχετικά με την αντικατάσταση της ποινής από το προβλεπόμενο στο άρθρο 70Α του Ποινικού Κώδικα μέτρο. Στην ίδια διάταξη ρυθμίζεται και ο τρόπος εκτέλεσης του αναπληρωματικού της ποινής μέτρου θεραπείας του άρθρου 69 του Ποινικού Κώδικα, σύμφωνα με τις νέες ρυθμίσεις. Ο Εισαγγελέας όμως εντός τριών(3) μηνών εξετάζει όλους του υφιστάμενους φακέλους και προβαίνει στις κατάλληλες ενέργειες. Παράλληλα, μέχρι την έκδοση του προβλεπόμενου προεδρικού διατάγματος στο άρθρο 17, ορίζεται ρητά ότι το Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής «Δαφνί», το Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής «Δρομοκαΐτειο» και το Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης συνεχίζουν κανονικά τη λειτουργία τους ως προς τη θεραπεία των τελούντων υπό το καθεστώς του άρθρου 69 ΠΚ προσώπων.
ΝΟΜΟΣ 4509/ΦΕΚ Α 201/22.12.2017
Μέτρα θεραπείας ατόμων που απαλλάσσονται από την ποινή λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής και άλλες διατάξεις.
Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εκδίδομε τον ακόλουθο νόμο που ψήφισε η Βουλή:
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
ΜΕΤΡΑ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΑΤΟΜΩΝ ΠΟΥ ΑΠΑΛΛΑΣΣΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΙΝΗ ΛΟΓΩ ΨΥΧΙΚΗΣ Ή ΔΙΑΝΟΗΤΙΚΗΣ ΔΙΑΤΑΡΑΧΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α'
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ
Άρθρο 1
   Το άρθρο 69 του Ποινικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρθρο 69
Μέτρα θεραπείας ατόμων που απαλλάσσονται από την ποινή λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής
   1. Αν κάποιος που τέλεσε αξιόποινη πράξη, η οποία απειλείται με ποινή στερητική της ελευθερίας τουλάχιστον ενός (1) έτους, απαλλάχθηκε από την ποινή λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής (άρθρο 34), το δικαστήριο διατάσσει κατάλληλο για τη θεραπεία του μέτρο, εφόσον κρίνει ότι, εξαιτίας της κατάστασής του, υπάρχει κατά το χρόνο έκδοσης της απόφασης κίνδυνος, αν αφεθεί ελεύθερος, να τελέσει και άλλα τουλάχιστον ανάλογης βαρύτητας εγκλήματα. Η διάταξη της απόφασης που αφορά το θεραπευτικό μέτρο εκτελείται με φροντίδα της εισαγγελικής αρχής.
   2. Η παράγραφος 1 ισχύει για όλα τα εγκλήματα κατά της ζωής ή της σωματικής ακεραιότητας που απειλούνται με ποινή στερητική της ελευθερίας τουλάχιστον τριών (3) μηνών. Δεν ισχύει για τα εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας και της περιουσίας που δεν εμπεριέχουν χρήση βίας ή απειλή βίας.
   3. Κατάλληλα θεραπευτικά μέτρα είναι: (α) η νοσηλεία σε ειδικό τμήμα δημόσιου ψυχιατρικού ή γενικού νοσοκομείου, (β) η νοσηλεία σε ψυχιατρικό τμήμα δημόσιου ψυχιατρικού ή γενικού νοσοκομείου και (γ) η υποχρεωτική θεραπεία και ψυχιατρική παρακολούθηση κατά τακτά χρονικά διαστήματα σε κατάλληλη εξωνοσοκομειακή Μονάδα Ψυχικής Υγείας ή εξωτερικά ιατρεία δημόσιου ψυχιατρικού ή γενικού νοσοκομείου.
   4. Οι προϋποθέσεις επιβολής του μέτρου βεβαιώνονται με μία τουλάχιστον πραγματογνωμοσύνη που διενεργείται αμέσως μετά τη σύλληψη και με άλλη μία τουλάχιστον πραγματογνωμοσύνη που διενεργείται όσο το δυνατό πλησιέστερα προς τη δικάσιμο, με μέριμνα του εισαγγελέα του δικαστηρίου στο οποίο εισάγεται προς εκδίκαση η υπόθεση. Οι πραγματογνωμοσύνες διενεργούνται από πραγματογνώμονα που επιλέγεται, κατά προτίμηση, από τον κατάλογο που τηρείται στο οικείο Πρωτοδικείο. Στις πραγματογνωμοσύνες προτείνεται και το τυχόν κατάλληλο μέτρο θεραπείας.».
Άρθρο 2
   Το άρθρο 70 του Ποινικού Κώδικα αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρθρο 70
Διάρκεια του θεραπευτικού μέτρου
   1. Στην απόφαση που διατάσσει το θεραπευτικό μέτρο ορίζεται ο μέγιστος χρόνος της διάρκειάς του, ο οποίος δεν μπορεί να υπερβαίνει τα δύο (2) έτη για τα πλημμελήματα και τα πέντε (5) έτη για τα κακουργήματα. Ένα (1) μήνα τουλάχιστον πριν από τη συμπλήρωση του χρόνου αυτού, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο στην περιφέρεια του οποίου εκτελείται το θεραπευτικό μέτρο, μπορεί, με ειδικά αιτιολογημένη απόφαση, να διατάξει την παράταση του μέτρου ή την αντικατάστασή του με άλλο για τον ίδιο κατά ανώτατο όριο χρόνο, εφόσον τούτο επιβάλλεται για τις ανάγκες της θεραπείας και εξακολουθούν να υπάρχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 1 του άρθρου 69. Πριν από την έκδοση της απόφασης, το δικαστήριο καλεί τον θεραπευόμενο και τον συνήγορό του, καθώς και τη διεύθυνση της μονάδας όπου εκτελείται το μέτρο, να διατυπώσουν τις απόψεις τους. Κατ' εξαίρεση είναι δυνατή η παράταση του χρόνου διάρκειας του θεραπευτικού μέτρου πέραν των ανωτάτων χρονικών ορίων, με τη διαδικασία και για τους λόγους που προβλέπονται στο δεύτερο και τρίτο εδάφιο, εφόσον για την ύπαρξη των λόγων αυτών και την ανάγκη παράτασης του χρόνου διάρκειας του μέτρου υφίσταται η σύμφωνη γνώμη του θεράποντος ψυχιάτρου του θεραπευόμενου και του επιστημονικού διευθυντή της μονάδας θεραπείας. Ο συνολικός χρόνος διάρκειας του θεραπευτικού μέτρου δεν μπορεί να υπερβαίνει τη χρονική διάρκεια του ανώτατου ορίου της ποινής που προβλέπεται στο νόμο για την πράξη που τέλεσε ο θεραπευόμενος.
   2. Το ίδιο δικαστήριο, κάθε έτος, τηρώντας την ίδια διαδικασία, αποφασίζει αν το θεραπευτικό μέτρο που έχει επιβληθεί πρέπει να εξακολουθήσει ή να αντικατασταθεί με άλλο. Μπορεί όμως και οποτεδήποτε, με αίτηση του εισαγγελέα, του θεραπευομένου ή της διεύθυνσης της μονάδας όπου εκτελείται το μέτρο, μετά από εισήγηση του θεράποντος ιατρού, να διατάξει την άρση ή την αντικατάστασή του. Σε περίπτωση απόρριψης της αίτησης, απαιτείται να υπάρχει στην απόφαση ειδική αιτιολογία ως προς την ανάγκη διατήρησης του θεραπευτικού μέτρου. Νέα αίτηση μπορεί να υποβληθεί μετά την πάροδο τεσσάρων (4) μηνών από την απόρριψη της προηγούμενης.
   3. Στη διαδικασία ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου του παρόντος άρθρου, καθώς και ενώπιον του Εφετείου σε περίπτωση άσκησης έφεσης, αν ο θεραπευόμενος δεν έχει συνήγορο, διορίζεται συνήγορος αυτεπαγγέλτως, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 340 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.».
Άρθρο 3
   Μετά το άρθρο 70 του Ποινικού Κώδικα προστίθεται άρθρο 70Α ως εξής:
«Αρθρο 70Α
Μέτρα θεραπείας ατόμων μειωμένου καταλογισμού λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής
   1. Αν κάποιος τέλεσε αξιόποινη πράξη λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής που μειώνει σημαντικά τον καταλογισμό του (άρθρο 36 παράγραφος 1) και η πράξη του απειλείται με ποινή στερητική της ελευθερίας τουλάχιστον ενός (1) έτους, το δικαστήριο, εκτός από την επιβολή μειωμένης ποινής (άρθρο 83), διατάσσει την εισαγωγή του σε ψυχιατρικό παράρτημα καταστήματος κράτησης ή, σε περίπτωση αναστολής εκτέλεσης της ποινής του, τα θεραπευτικά μέτρα της παραγράφου 3 του άρθρου 69, εφόσον κρίνει ότι συντρέχει ο κίνδυνος της παραγράφου 1 του άρθρου 69. Οι παράγραφοι 2 και 4 του άρθρου 69 έχουν και στην περίπτωση αυτή εφαρμογή.
   2. Η εκτέλεση του μέτρου γίνεται αμέσως μετά από την έκδοση της απόφασης, με φροντίδα της εισαγγελικής αρχής.
   3. Το άρθρο 70 εφαρμόζεται αναλόγως. Μετά την ολοκλήρωση του θεραπευτικού μέτρου, ο καταδικασθείς εκτίει την ποινή του, εφόσον δεν έχει ανασταλεί η εκτέλεσή της. Από την ποινή αφαιρείται ο χρόνος νοσηλείας στο ψυχιατρικό παράρτημα καταστήματος κράτησης ή στις μονάδες των περιπτώσεων α' και β' της παραγράφου 3 του άρθρου 69. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο του τόπου εκτέλεσης του μέτρου μπορεί όμως να διατάξει τη μη έκτιση της ποινής, αν το έγκλημα για το οποίο επιβλήθηκε είναι πλημμέλημα.».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β'
ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΤΟΥ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ
Άρθρο 4
   Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 282 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται εδάφιο ως εξής:
   «Για τους κατηγορουμένους που εμφανίζουν ψυχική ή διανοητική διαταραχή ως περιοριστικός όρος είναι δυνατόν να διατάσσεται ένα από τα μέτρα της παραγράφου 3 του άρθρου 69 του Ποινικού Κώδικα.».
Άρθρο 5
   Στο άρθρο 313 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας μετά το πρώτο εδάφιο προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής:
   «Ομοίως, κατ' εξαίρεση των οριζομένων στο πρώτο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 310, το δικαστικό συμβούλιο διατάσσει την εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο του αρμόδιου δικαστηρίου και όταν κρίνει ότι συντρέχει περίπτωση απαλλαγής από την ποινή λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής και επιβολής μέτρου θεραπείας κατά το άρθρο 69 του Ποινικού Κώδικα.».
Άρθρο 6
   Στο άρθρο 315 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται παράγραφος 5 ως εξής:
   «5. Όταν η δικογραφία εισάγεται στο αρμόδιο δικαστήριο λόγω συνδρομής των προϋποθέσεων της παραγράφου 1 του άρθρου 69 του Ποινικού Κώδικα, το δικαστικό συμβούλιο επιβάλλει υποχρεωτικά ως περιοριστικό όρο ένα από τα μέτρα της παραγράφου 3 του άρθρου 69 του Ποινικού Κώδικα, αν δε ο κατηγορούμενος κρατείται προσωρινά, αντικαθιστά υποχρεωτικά την προσωρινή κράτηση με το ίδιο μέτρο.».
Άρθρο 7
   Μετά το άρθρο 486 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται άρθρο 486Α ως εξής:
«Αρθρο 486Α
   1. Ο κατηγορούμενος μπορεί να ασκήσει έφεση κατά της απόφασης η οποία τον κηρύσσει αθώο λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής κατά το άρθρο 34 του Ποινικού Κώδικα και επιβάλλει σε αυτόν μέτρο θεραπείας, σύμφωνα με το άρθρο 69 του Ποινικού Κώδικα.
   2. Εκείνος στον οποίο έχει επιβληθεί το μέτρο θεραπείας μπορεί να ασκήσει έφεση κατά της απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου που διατάσσει την παράταση του μέτρου, σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 70 του Ποινικού Κώδικα.».
Άρθρο 8
   1. Στο τέλος του άρθρου 500 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας προστίθεται εδάφιο ως εξής:
   «Στην περίπτωση άσκησης έφεσης κατά αθωωτικής απόφασης που επιβάλλει μέτρο θεραπείας, σύμφωνα με το άρθρο 69 του Ποινικού Κώδικα (άρθρο 486Α παρ. 1), καθώς και κατά απόφασης του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου που διατάσσει την παράταση του μέτρου σύμφωνα με το δεύτερο εδάφιο της παραγράφου 1 του άρθρου 70 του Ποινικού Κώδικα (άρθρο 486Α παρ. 2), ο ορισμός δικασίμου από τον αρμόδιο εισαγγελέα γίνεται υποχρεωτικά σε ημέρα που δεν απέχει περισσότερο από τρεις (3) μήνες από τη διαβίβαση των εγγράφων σε αυτόν.».
   2. Το άρθρο 555 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Αρθρο 555
   Η εκτέλεση της στερητικής της ελευθερίας ποινής αναβάλλεται αν ο καταδικασθείς παρουσίασε μετά την καταδίκη του ψυχική ή διανοητική διαταραχή τέτοιας έντασης, ώστε να μην έχει συνείδηση της εκτελούμενης ποινής. Ταυτόχρονα διατάσσεται η νοσηλεία του σε δημόσιο ψυχιατρικό ή γενικό νοσοκομείο. Το άρθρο 70 του Ποινικού Κώδικα εφαρμόζεται αναλόγως. Μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας ο καταδικασθείς εκτίει την ποινή του, από την οποία αφαιρείται ο χρόνος νοσηλείας του.».
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ'
ΚΑΝΟΝΕΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΤΩΝ ΜΕΤΡΩΝ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 69 ΚΑΙ 70Α ΤΟΥ ΠΟΙΝΙΚΟΥ ΚΩΔΙΚΑ
Άρθρο 9
Βασικές αρχές εκτέλεσης των μέτρων
   1. Τα μέτρα που προβλέπονται στα άρθρα 69 και 70Α του Ποινικού Κώδικα υπηρετούν θεραπευτικούς σκοπούς.
   2. Κατά την εφαρμογή τους λαμβάνονται υπόψη οι διεθνώς αναγνωρισμένοι κανόνες προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Καμία επιμέρους πράξη δεν πρέπει να προσβάλει την αξιοπρέπεια του ατόμου ή να παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας.
   3. Θέματα που δεν ρυθμίζονται από τον παρόντα νόμο αντιμετωπίζονται με βάση τον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας, τον Κώδικα Νοσηλευτικής Δεοντολογίας, τα πρωτόκολλα ψυχιατρικής φροντίδας, καθώς και με αναλογική εφαρμογή των διατάξεων του Σωφρονιστικού Κώδικα, εφόσον αυτή δεν προσκρούει στους επιδιωκόμενους θεραπευτικούς σκοπούς.
Άρθρο 10
Περιεχόμενο των μέτρων
   1. Η θεραπευτική αντιμετώπιση του ατόμου, στο οποίο έχει επιβληθεί κάποιο από τα μέτρα των άρθρων 69 και 70Α του Ποινικού Κώδικα, είναι εξατομικευμένη και περιλαμβάνει την κατάλληλη θεραπευτική προσέγγιση, όπως φαρμακευτική αγωγή, ψυχολογική υποστήριξη ή ψυχοθεραπεία του ίδιου και της οικογένειάς του, εφόσον υπάρχει σχετική συναίνεση, ψυχοκοινωνικές παρεμβάσεις, ιδίως εκπαίδευση και επαγγελματική κατάρτιση, ανάπτυξη δεξιοτήτων για αυτόνομη διαβίωση, διαβίωση με την οικογένεια ή διαβίωση σε μονάδες ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης, κυρίως οικοτροφεία, ξενώνες, προστατευμένα διαμερίσματα ή ανάδοχη οικογένεια, απασχόληση σε κοινωνικούς συνεταιρισμούς ή σε άλλους χώρους εργασίας.
   2. Η θεραπευτική αντιμετώπιση εξασφαλίζει συνεχή παρακολούθηση και ψυχιατρική φροντίδα κατά τη διάρκεια εκτέλεσης των μέτρων, με στόχο την επίτευξη της κοινωνικής επανένταξης.
Άρθρο 11
Μονάδες εκτέλεσης των μέτρων
   1. Το ειδικό τμήμα που προβλέπεται στην περίπτωση α' της παραγράφου 3 του άρθρου 69 του Ποινικού Κώδικα αποτελεί τμήμα δημόσιου ψυχιατρικού ή γενικού νοσοκομείου, με μικρό αριθμό κλινών και διαθέτει κατάλληλη υλικοτεχνική υποδομή και εξοπλισμό για την εξυπηρέτηση των αναγκών των ατόμων που νοσηλεύονται. Παρέχει εξειδικευμένες υπηρεσίες αυξημένης φροντίδας και ασφάλειας, για τις οποίες προβλέπεται αριθμητικά αυξημένο και κλινικά ειδικά εκπαιδευμένο προσωπικό.
   2. Το ψυχιατρικό τμήμα που προβλέπεται στην περίπτωση β' της παραγράφου 3 του άρθρου 69 του Ποινικού Κώδικα αποτελεί τμήμα δημόσιου ψυχιατρικού ή γενικού νοσοκομείου και παρέχει υπηρεσίες ψυχικής υγείας ανάλογες προς τις προσφερόμενες στους ακούσια νοσηλευόμενους ψυχικά ασθενείς.
   3. Η εξωνοσοκομειακή Μονάδα Ψυχικής Υγείας που προβλέπεται στην περίπτωση γ' της παραγράφου 3 του άρθρου 69 του Ποινικού Κώδικα περιλαμβάνει: (α) τα δημόσια Κέντρα Ψυχικής Υγείας του άρθρου 5 του ν. 2716/1999 (Α' 96), τα οποία παρέχουν υπηρεσίες θεραπείας και παρακολούθησης ατόμων που χρειάζονται ψυχιατρική φροντίδα και (β) τις δημόσιες κινητές μονάδες ψυχικής υγείας, που παρέχουν υπηρεσίες θεραπείας ή ειδικής φροντίδας στις μονάδες πρωτοβάθμιας φροντίδας ψυχικής υγείας ή και κατ' οίκον σε άτομα που διαβιούν σε απομακρυσμένες περιοχές και είτε δεν έχουν εύκολη πρόσβαση σε εξωτερικό ιατρείο δημόσιου ψυχιατρικού ή γενικού νοσοκομείου ή Κέντρου Ψυχικής Υγείας είτε δεν υπάρχουν υπηρεσίες στον τομέα ψυχικής υγείας, σύμφωνα με τα άρθρα 7 και 11 παρ. 1 του ν. 2716/1999.
   4. Το εξωτερικό ιατρείο που προβλέπεται στην περίπτωση γ' της παραγράφου 3 του άρθρου 69 του Ποινικού Κώδικα αποτελεί τμήμα δημόσιου ψυχιατρικού ή γενικού νοσοκομείου που παρέχει υπηρεσίες ψυχικής υγείας σε εξωτερικούς ασθενείς.
Άρθρο 12
Έναρξη εκτέλεσης των μέτρων
   1. Η έναρξη εκτέλεσης των μέτρων γίνεται με έγγραφη παραγγελία του αρμόδιου Εισαγγελέα Πρωτοδικών προς τον Διευθυντή των μονάδων που αναφέρονται στο άρθρο 11, ο οποίος και οφείλει να εκτελέσει την παραγγελία.
   2. Ο προσδιορισμός της μονάδας όπου θα εκτελεστούν τα μέτρα, γίνεται από κατάλογο μονάδων κατάλληλων για την εκτέλεσή τους, ο οποίος καταρτίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Υγείας και αποστέλλεται στα πρωτοδικεία και εφετεία της χώρας και στις αντίστοιχες εισαγγελίες, καθώς και στους Διευθυντές όλων των μονάδων του καταλόγου.
   3. Μεταξύ περισσότερων μονάδων που ανήκουν στην ίδια κατηγορία, ο αρμόδιος Εισαγγελέας Πρωτοδικών, αρχικώς ή στη συνέχεια, επιλέγει εκείνη που είναι εγγύτερα στον τόπο κατοικίας του ατόμου ή της οικογένειάς του ή κρίνεται καταλληλότερη για αυτό.
Άρθρο 13
Εισαγωγή σε ειδικό ή κοινό τμήμα νοσοκομείου
   1. Η εισαγγελική παραγγελία προς τον Διευθυντή του ειδικού ή κοινού ψυχιατρικού τμήματος δημόσιου ψυχιατρικού ή γενικού νοσοκομείου (άρθρο 69 παράγραφος 3 περιπτώσεις α' και β' του Ποινικού Κώδικα) συνοδεύεται από πλήρες αντίγραφο δικαστικής απόφασης ή βουλεύματος ή διάταξης του ανακριτή ή απόφασης αλλοδαπής δικαστικής αρχής. Αν δεν έχει καθαρογραφεί η απόφαση ή το βούλευμα, επισυνάπτεται απόσπασμα και στη συνέχεια διαβιβάζεται υποχρεωτικά και πλήρες αντίγραφο.
   2. Κατά την εισαγωγή συντάσσεται έκθεση και διενεργούνται τα εξής: α) έκδοση εισιτηρίου, β) καταγραφή ατομικών στοιχείων (στοιχεία ταυτότητας, τόπος τελευταίας διαμονής, νόμιμος αντιπρόσωπος ή πρόσωπα επικοινωνίας, θρήσκευμα κ.ά.), γ) καταγραφή χρημάτων και εγγράφων (δελτίου ταυτότητας, βιβλιαρίου υγείας και ΑΜΚΑ ή βιβλιαρίου πρόνοιας / απορίας ή πιστοποιητικού κοινωνικής προστασίας για ανθρωπιστικούς λόγους ή δελτίου υποβολής αίτησης για πολιτικό άσυλο ή το σχετικό έγγραφο αναγνώρισης της ιδιότητας του πρόσφυγα, διαβατηρίου και ευρωπαϊκής κάρτας υγείας (Ε111) κ.ά.) και φύλαξη αυτών αν συντρέχει λόγος, δ) εξέταση ιατρική και ψυχιατρική, ε) τήρηση ηλεκτρονικού ή έγγραφου ιατρικού φακέλου, στ) συνέντευξη με κοινωνικό λειτουργό, ζ) τήρηση φακέλου από την κοινωνική υπηρεσία.
   3. Η δαπάνη θεραπείας καλύπτεται από τον ασφαλιστικό φορέα του ατόμου και, εφόσον δεν υπάρχει, από το κράτος.
   4. Η μονάδα, αμέσως μετά την εισαγωγή, παραδίδει στον θεραπευόμενο, σε γλώσσα που κατανοεί, έντυπο με κατάλογο των βασικών του δικαιωμάτων, όπως προσδιορίζονται στον Ποινικό Κώδικα, τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, τον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας, τον Κώδικα Νοσηλευτικής Δεοντολογίας, το Σωφρονιστικό Κώδικα και τα πρωτόκολλα ψυχιατρικής φροντίδας.
   5. Κατά την παραμονή του ατόμου για θεραπεία τηρούνται τα προβλεπόμενα αρχεία και βιβλία κατά τις κείμενες διατάξεις και επιπλέον βιβλίο καταγραφής των χρησιμοποιηθέντων μέσων αυξημένης ψυχιατρικής φροντίδας και ασφάλειας του παρόντος νόμου.
Άρθρο 14
Έναρξη της υποχρεωτικής θεραπείας και παρακολούθησης
   1. Για την έναρξη της υποχρεωτικής θεραπείας και παρακολούθησης σε τακτά χρονικά διαστήματα σε εξωνοσοκομειακή Μονάδα Ψυχικής Υγείας ή σε εξωτερικό ιατρείο δημόσιου ψυχιατρικού ή γενικού νοσοκομείου (άρθρο 69 παράγραφος 3 περίπτωση γ' του Ποινικού Κώδικα) εφαρμόζονται αναλόγως οι παράγραφοι 1 και 2 του άρθρου 13.
   2. Ο θεράπων ψυχίατρος εκπροσωπεί τη θεραπευτική ομάδα και προτείνει εξατομικευμένο θεραπευτικό σχέδιο που περιλαμβάνει ένα ή περισσότερα από τα μέτρα του άρθρου 10, καθώς και την εποπτεία των συνθηκών εκτέλεσής τους. Το σχέδιο αυτό οφείλει να κοινοποιήσει αμελλητί στον αρμόδιο εισαγγελέα, τον οποίο και ενημερώνει για την ανταπόκριση και συμμόρφωση του θεραπευομένου προς αυτό, αλλά και για την πιθανή ανάγκη τροποποίησής του.
   3. Τυχόν δαπάνη εισιτηρίου καλύπτεται από τον ασφαλιστικό φορέα του ατόμου και, εφόσον δεν υπάρχει, από το κράτος.
Άρθρο 15
Αντικατάσταση ή άρση θεραπευτικών μέτρων
   Κατά την αντικατάσταση ή την άρση των θεραπευτικών μέτρων, σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 70 του Ποινικού Κώδικα, συνεκτιμάται η κατάσταση της ψυχικής υγείας του ατόμου, το στάδιο βελτίωσής της και η ύπαρξη κατάλληλου υποστηρικτικού συγγενικού ή άλλου περιβάλλοντος. Πιο συγκεκριμένα συνεκτιμάται αν το άτομο: α) ευρίσκεται σε στάσιμη κατάσταση ή υποτροπή, β) ευρίσκεται σε στάδιο βελτίωσης ή αποθεραπείας, γ) συμμετέχει σε αναγνωρισμένα προγράμματα ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης και κοινωνικής επανένταξης, δ) λαμβάνει άδειες και τηρεί τους όρους τους και ε) διαβιοί σε μονάδες ψυχοκοινωνικής αποκατάστασης στην κοινότητα ή σε ανάδοχη οικογένεια ή με την οικογένειά του.
Άρθρο 16
Εκτέλεση θεραπευτικών μέτρων
   1. Οι συνθήκες νοσηλείας πρέπει να εξυπηρετούν τις ανάγκες της θεραπείας. Τα αναγκαία περιοριστικά μέτρα δεν επιτρέπεται να αποκλείουν απαραίτητα για τη θεραπεία μέσα, όπως οι άδειες, οι οργανωμένες έξοδοι ή η διαμονή σε εποπτευόμενους εξωτερικούς χώρους, εφόσον δεν τίθεται σε κίνδυνο η ζωή ή η σωματική ακεραιότητα άλλων ή και του ίδιου του θεραπευομένου.
   2. Τη χορήγηση άδειας αποφασίζει ο (Επιστημονικός) Διευθυντής της μονάδας όπου εκτελείται το μέτρο, ύστερα από εισήγηση του θεράποντος ψυχιάτρου. Η χορήγηση της άδειας υπογράφεται από αυτόν και τον Διοικητή της μονάδας και τίθεται υπόψη του αρμόδιου εισαγγελέα. Ο θεραπευόμενος δηλώνει την ακριβή διεύθυνση διαμονής του και η κοινωνική υπηρεσία εξετάζει αν είναι εξασφαλισμένη η διαβίωσή του κατά τη διάρκεια της άδειας. Η άδεια μπορεί να εξαρτηθεί και από τον όρο ότι κατά την έξοδό του από το τμήμα και την επιστροφή του θα συνοδεύεται από συγγενικό του πρόσωπο ή τον δικαστικό συμπαραστάτη του.
   3. Σε περίπτωση παραβίασης της άδειας ή φυγής ενημερώνονται αμέσως οι αστυνομικές αρχές και ο αρμόδιος εισαγγελέας. Ο θεραπευόμενος δεν θεωρείται κρατούμενος σύμφωνα με την έννοια των άρθρων 172 και 173 του Ποινικού Κώδικα. Το προηγούμενο εδάφιο δεν ισχύει σε περίπτωση θεραπείας σε ψυχιατρικό παράρτημα καταστήματος κράτησης.
   4. Μέσα αυξημένης ψυχιατρικής φροντίδας και ασφάλειας, όπως η προστατευτική απομόνωση και ο σωματικός περιορισμός, μπορούν να ληφθούν μόνο για όσους εκδηλώνουν αυτοκαταστροφική ή βίαιη συμπεριφορά, εναντίον του προσωπικού ή τρίτων. Τα μέσα του προηγούμενου εδαφίου αποφασίζονται και εφαρμόζονται, σύμφωνα με τις ψυχιατρικές οδηγίες και τις κατευθυντήριες αρχές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πρόληψη των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας (CPT) και της Ειδικής Επιτροπής Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές, αφού προηγηθούν και αποτύχουν τεχνικές αποκλιμάκωσης της βίαιης συμπεριφοράς.
   5. Απαγορεύεται απολύτως η λήψη μέσων, όπως η στείρωση, λοβοτομή και άλλες ανάλογες επεμβάσεις ή θεραπείες οι οποίες προξενούν μη αναστρέψιμες καταστάσεις στην υγεία του ατόμου.
Άρθρο 17
Σύσταση και στελέχωση ειδικών τμημάτων νοσοκομείων
   1. Η σύσταση, κατάργηση ή συγχώνευση των ειδικών τμημάτων δημόσιων ψυχιατρικών ή γενικών νοσοκομείων της παραγράφου 1 του άρθρου 11 γίνεται με προεδρικό διάταγμα, ύστερα από πρόταση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Υγείας. Ο τρόπος οργάνωσης, στελέχωσης και λειτουργίας των ανωτέρω τμημάτων καθορίζεται με κοινή απόφαση των ίδιων Υπουργών.
   2. Τα τμήματα του παρόντος άρθρου στελεχώνονται από διεπιστημονική θεραπευτική ομάδα που αποτελείται από ψυχιάτρους, νοσηλευτές, ψυχολόγους, κοινωνικούς λειτουργούς, εργοθεραπευτές, επισκέπτες υγείας και άλλους επαγγελματίες ψυχικής υγείας, οι οποίοι διαθέτουν ειδικές γνώσεις και εμπειρία για την εκπλήρωση των καθηκόντων τους.
   3. Το διοικητικό προσωπικό και το προσωπικό φύλαξης που υπηρετεί στα τμήματα του παρόντος άρθρου, λαμβάνει κατάλληλη εκπαίδευση σχετικά με το περιεχόμενο των υποχρεώσεών του και τον τρόπο άσκησης των καθηκόντων του πριν από την ανάληψη των καθηκόντων αυτών.
Άρθρο 18
Αρμοδιότητες εισαγγελικού λειτουργού
   1. Στις Εισαγγελίες Πρωτοδικών Αθηνών και Θεσσαλονίκης, καθώς και στις Εισαγγελίες στην περιφέρεια των οποίων λειτουργεί ειδικό τμήμα δημόσιου ψυχιατρικού ή γενικού νοσοκομείου ή ψυχιατρικό τμήμα τέτοιου νοσοκομείου ή στις οποίες εκτελούνται τα μέτρα της περίπτωσης γ' της παραγράφου 3 του άρθρου 69 του Ποινικού Κώδικα, στην αρχή κάθε δικαστικού έτους, με απόφαση του διευθύνοντος την Εισαγγελία, ορίζεται ένας Εισαγγελέας ή Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών με τον αναπληρωτή του, ως αρμόδιος:
   α) για την εκτέλεση των δικαστικών αποφάσεων που επιβάλλουν μέτρο των άρθρων 69 και 70Α του Ποινικού Κώδικα,
   β) για την εποπτεία της λειτουργίας του ειδικού τμήματος του δημόσιου ψυχιατρικού ή γενικού νοσοκομείου και
   γ) για το συντονισμό και τη συνεργασία της Εισαγγελίας με τη Διεύθυνση της μονάδας όπου εκτελείται το μέτρο που προβλέπεται στα άρθρα 69 και 70Α του Ποινικού Κώδικα αναφορικά με τον αυτεπάγγελτο δικαστικό έλεγχο της διάρκειας του μέτρου (ανά έτος εξακολούθηση, παράταση του μέγιστου χρόνου διάρκειας) και την εισαγωγή στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο των αιτήσεων για άρση ή αντικατάστασή του.
   2. Οι αρμοδιότητες της παραγράφου 1 ασκούνται με προσωπική παρουσία του εισαγγελικού λειτουργού στη μονάδα, την οποία επισκέπτεται τουλάχιστον μία (1) φορά τον μήνα για να διαπιστώσει τη νόμιμη εκτέλεση του επιβληθέντος μέτρου, να ενημερωθεί από το προσωπικό, να συνεργασθεί με τον επιστημονικά υπεύθυνο ιατρό και να δεχθεί σε ακρόαση τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα.
   3. Κατά την άσκηση των καθηκόντων του ο εισαγγελέας μπορεί να ζητήσει τη διατύπωση γνώμης του Επιστημονικού Συμβουλίου της μονάδας όπου εκτελείται το μέτρο σχετικά με την εφαρμοζόμενη θεραπευτική αγωγή και ιδίως σχετικά με την αναγκαιότητα μέσων αυξημένης ψυχιατρικής φροντίδας και ασφάλειας.
Άρθρο 19
Έλεγχος της εκτέλεσης των μέτρων
   1. Η είσοδος στις μονάδες εκτέλεσης των μέτρων της παραγράφου 3 του άρθρου 69 και της παραγράφου 1 του άρθρου 70Α του Ποινικού Κώδικα για την πραγματοποίηση ελέγχου σχετικά με πιθανή παραβίαση δικαιωμάτων των θεραπευομένων επιτρέπεται: α) στο Συνήγορο του Πολίτη, β) στο Σώμα Επιθεώρησης και Ελέγχου καταστημάτων κράτησης, ειδικά για τα ψυχιατρικά τμήματα των καταστημάτων κράτησης, γ) στο Σώμα Επιθεωρητών Υπηρεσιών Υγείας Πρόνοιας, ειδικά για τις μονάδες που λειτουργούν εντός ψυχιατρικών ή γενικών νοσοκομείων, τα Κέντρα ψυχικής υγείας και τις κινητές μονάδες ψυχικής υγείας, δ) στην Ειδική Επιτροπή Ελέγχου Προστασίας των Δικαιωμάτων των Ατόμων με Ψυχικές Διαταραχές του Υπουργείου Υγείας και ε) σε κάθε άλλη αρχή που της παραχωρείται δικαίωμα ελέγχου με ειδική διάταξη νόμου.
   2. Όσοι έχουν ελεγκτική αρμοδιότητα σύμφωνα με την παράγραφο 1 μπορούν να διενεργούν τη σχετική έρευνα και χωρίς προειδοποίηση, με επισκέψεις στις μονάδες εκτέλεσης του μέτρου, να ζητούν έγγραφες ή προφορικές πληροφορίες από τον Διευθυντή και το προσωπικό της μονάδας και να καλούν σε ακρόαση τους θεραπευομένους. Ο Διευθυντής υποχρεούται να διευκολύνει την έρευνα και δεν μπορεί να αντιτάξει το ιατρικό απόρρητο, το οποίο, σε κάθε περίπτωση, οι ελέγχοντες διαφυλάσσουν έναντι τρίτων.
   3. Μετά τον έλεγχο συντάσσεται έκθεση, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει συστάσεις προς τη διεύθυνση της μονάδας και αποστέλλεται προς αυτήν, τα συναρμόδια Υπουργεία Υγείας και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και τον επόπτη Εισαγγελέα.
Άρθρο 20
Λήξη των μέτρων
   1. Τα μέτρα λήγουν όταν εκλείψει ο θεραπευτικός λόγος για τον οποίο επιβλήθηκαν.
   2. Η άρση των μέτρων αποφασίζεται από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο στην περιφέρεια του οποίου εκτελούνται, σύμφωνα με τα άρθρα 70 και 70Α του Ποινικού Κώδικα και παραγγέλλεται από τον αρμόδιο Εισαγγελέα, ο οποίος διαβιβάζει και αντίγραφο της σχετικής απόφασης στον Διευθυντή της μονάδας όπου εκτελούνται τα μέτρα για να τεθεί στον φάκελο του θεραπευομένου.
   3. Ο επιστημονικός Διευθυντής της μονάδας ενημερώνει τον Τομέα Ψυχικής Υγείας του τόπου διαμονής του ατόμου στο οποίο είχε επιβληθεί κάποιο από τα μέτρα των άρθρων 69 και 70Α του Ποινικού Κώδικα, ο οποίος μεριμνά για τη συνέχεια της φροντίδας, καθώς και για την ομαλή επάνοδο και προσαρμογή του στο κοινωνικό, επαγγελματικό και οικογενειακό του περιβάλλον, εφόσον κρίνεται απαραίτητο.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ'
ΚΑΤΑΡΓΟΥΜΕΝΕΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άρθρο 21
Καταργούμενες και μεταβατικές διατάξεις
   1. Από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου καταργούνται τα άρθρα 38 έως 41 του Ποινικού Κώδικα και κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη που αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος νόμου.
   2. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου εκτελείται η ποινή που προβλέπεται στα καταργούμενα άρθρα 38 έως 41 του Ποινικού Κώδικα, αποφασίζει αυτεπαγγέλτως ή μετά από αίτηση του κρατουμένου σχετικά με την αντικατάσταση της ποινής από το μέτρο του άρθρου 70Α του Ποινικού Κώδικα. Η ποινή της φυλάκισης ή της κάθειρξης που έχει επιβάλλει το δικαστήριο κατ' εφαρμογή του καταργούμενου άρθρου 40 του Ποινικού Κώδικα, εκτελείται σύμφωνα με όσα ορίζει το άρθρο 70Α του Ποινικού Κώδικα, μετά την ολοκλήρωση του μέτρου θεραπείας.
   3. Μέτρο που έχει επιβληθεί σύμφωνα με το άρθρο 69 του Ποινικού Κώδικα και δεν έχει ολοκληρωθεί, εκτελείται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος νόμου. Εντός τριών (3) μηνών, από την έναρξη ισχύος του παρόντος, ο Εισαγγελέας που ορίζεται στο άρθρο 18, εξετάζει όλους του φακέλους των προσώπων που τελούν υπό το καθεστώς του άρθρου 69 του Ποινικού Κώδικα.
   4. Μέχρι την έκδοση του προεδρικού διατάγματος του άρθρου 17, ως ειδικό τμήμα δημόσιου ψυχιατρικού ή γενικού νοσοκομείου ή ψυχιατρικό τμήμα δημόσιου ψυχιατρικού ή γενικού νοσοκομείου νοείται το ανήκον στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής «Δαφνί», το Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Αττικής «Δρομοκαΐτειο» και το Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης.
@@@