Πέμπτη 14 Σεπτεμβρίου 2017

Απόφαση του Συμβουλίου της επικρατείας 2207 του 2014 Σύνταξη γήρατος - Δεύτερη σύνταξη γήρατος - Τυφλοί


Απόφαση του Συμβουλίου της επικρατείας 2207 Σύνταξη γήρατος - Δεύτερη σύνταξη γήρατος - Τυφλοί




Δικαστήριο:
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
Τόπος:
ΑΘΗΝΑ
Αριθ. Απόφασης:
2207
Ετος:
2014

Όροι θησαυρού:
ΣΥΝΤΑΞΗ ΓΗΡΑΤΟΣ (ΙΚΑ)
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ
Περίληψη
ΙΚΑ-ΕΤΑΜ - ΟΑΕΕ - Σύνταξη γήρατος - Δεύτερη σύνταξη γήρατος - Τυφλοί -. Οι διατάξεις του άρθρου 47 του ν. 2084/1992, με τις οποίες ρυθμίζονται οι χρονικές προϋποθέσεις για την απονομή συντάξεως γήρατος αναλόγως αν πρόκειται για πρώτη ή δεύτερη σύνταξη και, ειδικότερα, οι διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου αυτού, οι οποίες προβλέπουν ότι συνταξιούχοι γήρατος από άλλο φορέα κύριας ασφάλισης μπορούν να πάρουν και από το ΙΚΑ πλήρη σύνταξη γήρατος, μόνον εφόσον συγκεντρώνουν τις κατά τη διάταξη αυτή αυξημένες προϋποθέσεις ορίου ηλικίας και ημερών εργασίας, δεν έχουν εφαρμογή για τη συνταξιοδότηση λόγω γήρατος των τυφλών ή πασχόντων από αιμορροφιλία τύπου Α΄ ή Β΄ εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 του ν. 612/1977 ή του άρθρου 5 παρ. 1 του ν. 3232/2004.

Κείμενο Απόφασης
<webtop:message key= Αριθμός 2207/2014
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 7 Απριλίου 2014, με την εξής σύνθεση: Ν. Σακελλαρίου, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Α΄ Τμήματος, Σ. Μαρκάτης, Α. Καλογεροπούλου, Σύμβουλοι, Δ. Εμμανουηλίδης, Αικ. Ρωξάνα, Πάρεδροι, Γραμματέας η Β. Ραφαηλάκη, Γραμματέας του Α΄ Τμήματος.
Για να δικάσει την από 18 Μαΐου 2011 αίτηση, που επανεισάγεται σύμφωνα με τη διάταξη του ν. 2479/97 μετά την από 4 Ιουνίου 2013 αίτηση επανασυζητήσεως:
Του…, κατοίκου Αθηνών ,ο οποίος παρέστη με τη δικηγόρο …που τη διόρισε με πληρεξούσιο,
κατά του Οργανισμού Ασφαλίσεως Ελευθέρων Επαγγελματιών (Ο.Α.Ε.Ε.), που εδρεύει στην Αθήνα (Ακαδημίας 22), ο οποίος παρέστη με τον δικηγόρο …που τον διόρισε με πληρεξούσιο.
Με την αίτηση αυτή ο αιτών επιδιώκει να επανασυζητηθεί η με αριθμό καταθέσεως 4709/30.5.2011 αίτηση αναιρέσεως κατά της υπ' αριθμ. 2102/2010 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του εισηγητή, Παρέδρου Δ. Εμμανουηλίδη.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την πληρεξούσια του αιτούντος, η οποία ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους της αιτήσεως επανασυζητήσεως και της αιτήσεως αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τον πληρεξούσιο του Οργανισμού, ο οποίος ζήτησε την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Α φ ο ύ μ ε λ έ τ η σ ε τ α σ χ ε τ ι κ ά έ γ γ ρ α φ α
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τ ά τ ο Ν ό μ ο
1. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, για την οποία έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (1301548-9, 3631279/2013 ειδικά γραμμάτια παραβόλου), ζητείται η επανασυζήτηση της από 18.5.2011 αιτήσεως αναιρέσεως κατά της 2102/2010 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, η οποία συζητήθηκε στις 27.5.2013 και, ακολούθως, απορρίφθηκε με την 2166/2013 απόφαση του Α΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας λόγω ελλείψεως νομιμοποιήσεως του δικηγόρου που υπέγραψε το αναιρετήριο. Με την απόφαση του δευτεροβαθμίου δικαστηρίου έγινε δεκτή έφεση του αναιρεσιβλήτου Οργανισμού, εξαφανίσθηκε η 14135/2009 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών και, στη συνέχεια, απορρίφθηκε η πρωτοδίκως γενόμενη δεκτή προσφυγή του αναιρεσείοντος κατά της 201/36/13/11/2007 αποφάσεως της Τοπικής Διοικητικής Επιτροπής (Τ.Δ.Ε.) Ανατολικής Αττικής του Ο.Α.Ε.Ε., με την οποία, κατ' απόρριψη ενστάσεως του αναιρεσείοντος, επικυρώθηκε η 50120/16.11.2006 απόφαση του Διευθυντή Συντάξεων του Ο.Α.Ε.Ε. Με την τελευταία αυτή απόφαση είχε απορριφθεί η από 28.7.2006 αίτηση του αναιρεσείοντος να του χορηγηθεί σύνταξη γήρατος, κατ' εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 1 του ν. 612/1977<webtop:message key= και του άρθρου 5 του ν. 3232/2004.
2. Επειδή, στην παρ. 5 του άρθρου 27 του π.δ. 18/1989 (Α' 8), η οποία προστέθηκε με το άρθρο 4 παρ. 2 περ. β' του ν. 2479/1997 (Α' 67), ορίζονται τα εξής: «Αν από λόγους ανωτέρας βίας εμποδίσθηκε η νομιμοποίηση του πληρεξουσίου δικηγόρου, δύναται να υποβληθεί αίτηση επανασυζητήσεως της υποθέσεως που κατατίθεται στον αρμόδιο γραμματέα πριν από την έκδοση της αποφάσεως και μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δέκα (10) ημερών από τη συζήτηση της υποθέσεως. Η αίτηση, η οποία πρέπει να περιέχει με σαφήνεια τους προβαλλόμενους λόγους, δικάζεται από το οικείο Τμήμα, καλουμένων αμφοτέρων των διαδίκων προ είκοσι (20) ημερών. Σε περίπτωση παραδοχής της αιτήσεως η υπόθεση εκδικάζεται εν συνεχεία επί της ουσίας από το ίδιο Τμήμα». Κατά την έννοια των ανωτέρω διατάξεων, οι λόγοι ανωτέρας βίας που δικαιολογούν την επανασυζήτηση της υποθέσεως μπορεί να συντρέχουν τόσο στο πρόσωπο του πληρεξουσίου δικηγόρου όσο και στο πρόσωπο του ίδιου του διαδίκου (βλ. ΣτΕ 4110/1999 Ολομ., 1913/2001 Ολομ., 879/2005, 3164/2006, 2738/2008, 622, 883/2012). Περαιτέρω, κατά την έννοια των ίδιων ως άνω διατάξεων, σε περίπτωση που ναι μεν υποβληθεί εντός της προβλεπόμενης από τις διατάξεις αυτές δεκαήμερης προθεσμίας αίτηση επανασυζητήσεως, αλλά ήδη όμως έχει εκδοθεί οριστική απόφαση από τον δικαστικό σχηματισμό απορριπτική της εν λόγω αρχικής αιτήσεως, λόγω μη νομιμοποιήσεως του υπογράφοντος αυτήν δικηγόρου, ο σχηματισμός που επιλαμβάνεται της αιτήσεως επανασυζητήσεως, αν μεν κρίνει βάσιμο τον προβαλλόμενο με αυτήν λόγο ανωτέρας βίας, δέχεται την αίτηση αυτή, εξαφανίζει την εκδοθείσα απόφαση και δικάζει στη συνέχεια την αρχική αίτηση, η οποία θεωρείται, στην περίπτωση αυτή, ότι επανυπεβλήθη με την αίτηση επανασυζητήσεως, αν δε τον κρίνει αβάσιμο, απορρίπτει την αίτηση επανασυζητήσεως (βλ. Σ.τ.Ε. 775/2008, 174/2010, 4017/2011, 622, 883/2012).
3. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, ο αναιρεσείων …άσκησε στις 18.5.2011 αίτηση αναιρέσεως κατά της 2102/2010 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Η αίτηση αναιρέσεως συζητήθηκε κατά τη δικάσιμο της 27.5.2013, κατ' αυτήν όμως ουδείς νομιμοποιήθηκε προσηκόντως. Ύστερα από τη συζήτηση της υποθέσεως, ο δικηγόρος που υπογράφει το δικόγραφο της αιτήσεως αναιρέσεως…, κατέθεσε στις 5.6.2013, δηλαδή εντός της προβλεπόμενης από τις προπαρατεθείσες διατάξεις δεκαήμερης προθεσμίας, αίτηση προς το Δικαστήριο, με την οποία ζητείται επανασυζήτηση της υποθέσεως. Το δικόγραφο της αιτήσεως αυτής υπογράφεται από τον ίδιο δικηγόρο που υπέγραψε και το δικόγραφο της αιτήσεως αναιρέσεως. Δημοσιεύθηκε όμως η 2166/2013 απόφαση του Α' Τμήματος του Δικαστηρίου, με την οποία η ανωτέρω αίτηση αναιρέσεως απορρίφθηκε ως απαράδεκτη, σύμφωνα με το άρθρο 27 του π.δ. 18/1989, όπως το άρθρο αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 4 παρ. 2 του ν. 2479/1997. Ενόψει πάντως των εκτεθέντων στην δεύτερη σκέψη, παραδεκτώς εισάγεται προς συζήτηση η κρινόμενη αίτηση επανασυζητήσεως παρά τη δημοσίευση της ως άνω απορριπτικής αποφάσεως (ΣτΕ 622/2013). Εφόσον δε η αίτηση αυτή έχει ασκηθεί εμπροθέσμως και κατά τα λοιπά παραδεκτώς, είναι περαιτέρω εξεταστέα.
4. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση επανασυζητήσεως προβάλλεται ότι ο δικηγόρος που υπέγραφε το αναιρετήριο και την κρινομένη αίτηση επανασυζητήσεως, μεταβαίνοντας με ΤΑΞΙ κατά την ημέρα της δικασίμου (27.5.2013) στο Δικαστήριο, αισθάνθηκε έντονες ενοχλήσεις στην κοιλιακή χώρα, οι οποίες εξελίχθηκαν σε σφοδρότατους πόνους. Κάθιδρος και με τάση προς εμετό περί ώρα 8.30 το πρωί κατευθύνθηκε στο Νοσοκομείο Υγεία στο γραφείο του χειρουργού ιατρού,,,, Διευθυντή της ΣΤ΄ Χειρουργικής Κλινικής, ο οποίος, αφού τον εξέτασε, διαπίστωσε κρίση αποφρακτικού ειλεού. Ο ίδιος δε είχε υποβληθεί και στο παρελθόν σε χειρουργική επέμβαση κολεκτομής λόγω εγκολπομάτων και πολύποδα στο Ιπποκράτειο Νοσοκομείο και, στη συνέχεια, είχε επανειλημμένα νοσηλευθεί σε διάφορα Νοσοκομεία για υποτροπιάζοντες ειλεούς συμφυτικής αιτιολογίας (βλ. εκθέσεις νοσηλείας του ασθενούς από τα νοσοκομεία Ιπποκράτειο, Αρεταίειο, Ερρίκος Ντυνάν για το χρονικό διάστημα από 2001-2011, τα οποία κατατέθηκαν στο Δικαστήριο με το από 25.10.2013 υπόμνημα). Περαιτέρω, προβάλλεται ότι ο εν λόγω δικηγόρος επί τρίωρο τουλάχιστον βρισκόταν σε κατάσταση πανικού από τους αφόρητους πόνους και τον εμετό δίχως να καταφέρει να ειδοποιήσει ούτε άλλο συνάδελφό του για το κώλυμα που αντιμετώπιζε, ούτε τον ίδιο τον αναιρεσείοντα, ο οποίος ισχυρίζεται ότι, όπως προκύπτει από το βιβλιάριο υγείας του, αντιμετωπίζει σοβαρότατο πρόβλημα υγείας, διότι κάθε δύο ημέρες υποβάλλεται σε ενδοφλέβιες ενέσεις, οι οποίες αποτελούν συμπλήρωμα των παραγόντων αίματος πήξεως που του ελλείπουν. Όπως δε προκύπτει από την με ημερομηνία 27.5.2013 ιατρική βεβαίωση του ανωτέρω ιατρού του εν λόγω Νοσοκομείου, η οποία προσκομίσθηκε με το ανωτέρω κατατεθέν στο Δικαστήριο υπόμνημα, ο δικηγόρος …παρουσίασε κατά την ημέρα της δικασίμου (27.5.2013) κρίση αποφρακτικού ειλεού, πάσχει δε από υποτροπιάζοντες ειλεούς συμφυτικής αιτιολογίας, αντιμετωπίστηκε δε ιατρικώς η περίπτωσή του (προοδευτική αποβολή αερίων) και του συνεστήθη να παραμείνει στο σπίτι του μέχρι πλήρους υφέσεως των συμπτωμάτων.
5. Επειδή, τα εκτιθέμενα ως άνω πραγματικά περιστατικά συνιστούν πράγματι, κατά την κρίση του Δικαστηρίου λόγους ανωτέρας βίας στο πρόσωπο του πληρεξουσίου δικηγόρου του αιτούντος, οι οποίοι αποδεικνύονται από τη βεβαίωση του προαναφερόμενου ιατρού και δικαιολογούν την επανασυζήτηση της υποθέσεως. Συνεπώς, πρέπει να γίνει δεκτή η κρινόμενη αίτηση επανασυζητήσεως, να αποδοθεί στον αιτούντα το παράβολο που έχει καταβάλει για την άσκηση αυτής και το Δικαστήριο να προβεί στην περαιτέρω εκδίκαση της αιτήσεως αναιρέσεως (ΣτΕ 3029/2010).
6. Επειδή, με το άρθρο 12 παρ. 1 του ν. 3900/2010 «Εξορθολογισμός διαδικασιών και επιτάχυνση της διοικητικής δίκης και άλλες διατάξεις» (Α΄213/17.12.2010, έναρξη ισχύος κατ' άρθρ. 70 από 1.1.2011) αντικαταστάθηκαν οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 53 του π.δ/τος 18/1989 (Α' 8) ως εξής: «3. Η αίτηση αναιρέσεως επιτρέπεται μόνον όταν προβάλλεται από τον διάδικο με συγκεκριμένους ισχυρισμούς που περιέχονται στο εισαγωγικό δικόγραφο ότι δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή ότι υπάρχει αντίθεση της προσβαλλομένης αποφάσεως προς τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας ή άλλου ανωτάτου δικαστηρίου είτε προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου. 4. Δεν επιτρέπεται η άσκηση αίτησης αναιρέσεως όταν το ποσό της διαφοράς που άγεται ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι κατώτερο από σαράντα χιλιάδες ευρώ…». Κατά τα ήδη κριθέντα (ΣτΕ 2177/2011 επταμ.), οι ανωτέρω ρυθμίσεις του ν.3900/2010 εφαρμόζονται στις αιτήσεις αναιρέσεως που κατατίθενται μετά την έναρξη ισχύος του, ήτοι μετά την 1.1.2011, ανεξαρτήτως του χρόνου δημοσιεύσεως της προσβαλλομένης αποφάσεως. Περαιτέρω, κατά τα ομοίως ήδη κριθέντα (ΣτΕ 2301/2011 επταμ.), η αίτηση αναιρέσεως ασκείται πλέον παραδεκτώς, μόνον όταν προβάλλεται από το διάδικο με συγκεκριμένους ισχυρισμούς που περιέχονται στο εισαγωγικό δικόγραφο, είτε ότι δεν υπάρχει νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας επί συγκεκριμένου νομικού ζητήματος, ήτοι επί ζητήματος ερμηνείας διατάξεως νόμου ή γενικής αρχής του ουσιαστικού ή δικονομικού δικαίου, η οποία (ερμηνεία) είναι κρίσιμη για την επίλυση της ενώπιον του Δικαστηρίου αγομένης διαφοράς, είτε ότι η κρίση της αναιρεσιβαλλομένης επί συγκεκριμένου νομικού ζητήματος, η επίλυση του οποίου ήταν αναγκαία για τη διάγνωση της οικείας υποθέσεως, έρχεται σε αντίθεση προς παγιωμένη ή πάντως μη ανατραπείσα νομολογία επί του αυτού νομικού ζητήματος και υπό τους αυτούς όρους αναγκαιότητας για τη διάγνωση των σχετικών υποθέσεων ενός τουλάχιστον εκ των τριών ανωτάτων δικαστηρίων (Σ.τ.Ε., Α.Π., Ελ.Σ.) ή του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου ή προς ανέκκλητη απόφαση διοικητικού δικαστηρίου. Επομένως, για το παραδεκτό αιτήσεως αναιρέσεως υπό το καθεστώς του άρθρου 12 του ν.3900/2010 απαιτείται η συνδρομή και του ελαχίστου ποσού της διαφοράς και των αναφερομένων στο άρθρο 53 παρ.3 του π.δ. 18/1989 προϋποθέσεων (ΣτΕ 1699/2012 κ.ά).
7. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, η κρινόμενη αίτηση κατατέθηκε στη Γραμματεία του εκδόντος την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση διοικητικού εφετείου στις 20.5.2011. Επομένως, κατά τα εκτεθέντα στην σκέψη 6, υπάγεται στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 12 του ν. 3900/2010, ανεξαρτήτως του χρόνου δημοσιεύσεως της αναιρεσιβαλλομενης αποφάσεως (15.9.2010). Εξάλλου, στο δικόγραφο της αιτήσεως αναιρέσεως ο αναιρεσείων προβάλλει ότι, παρά ταύτα, η αίτηση ασκείται παραδεκτώς, διότι υφίσταται αντίθεση της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως προς τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας και συγκεκριμένα με τις 1333/2010 και 1334/2010 αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, με τις οποίες, ειδικότερα, κρίθηκε ότι «κατά την έννοια της παρ.1 του άρθρου 1 του ν. <webtop:message key=612/1977<webtop:message key=, οι ευνοϊκές προϋποθέσεις συνταξιοδότησης λόγω γήρατος των <webtop:message key=τυφλών<webtop:message key= ασφαλισμένων τυγχάνουν, ως ειδικότερες, αποκλειστικής εφαρμογής σε κάθε περίπτωση, ακόμη δηλαδή και επί απονομής δεύτερης σύνταξης λόγω γήρατος. Επομένως, οι διατάξεις του άρθρου 47 του ν. 2085/1992, με τις οποίες ρυθμίζονται οι χρονικές προϋποθέσεις για την απονομή συντάξεως γήρατος αναλόγως αν πρόκειται για πρώτη ή δεύτερη σύνταξη και, ειδικότερα, οι διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου αυτού, οι οποίες προβλέπουν ότι συνταξιούχοι γήρατος από φορέα κύριας ασφάλισης μπορούν να πάρουν και από άλλο ασφαλιστικό οργανισμό πλήρη σύνταξη γήρατος, μόνον εφόσον συγκεντρώνουν τις κατά τη διάταξη αυτή αυξημένες προϋποθέσεις ορίου ηλικίας και ημερών εργασίας, δεν έχουν εφαρμογή για τη συνταξιοδότηση λόγω γήρατος των <webtop:message key=τυφλών<webtop:message key= ή των κατηγοριών που εξομοιώνονται με αυτούς, δεδομένου άλλωστε ότι, κατά ρητή πρόβλεψη της παρ. 8 του ίδιου άρθρου, οι ευεργετικές για τη συνταξιοδότηση λόγω γήρατος των <webtop:message key=τυφλών<webtop:message key= διατάξεις του άρθρου 1 του ν. <webtop:message key=612/1977<webtop:message key= εξακολουθούν να ισχύουν». Στις ανωτέρω αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, το κριθέν ζήτημα ήταν ότι η εκεί αναφερόμενη αναιρεσίβλητη, ήδη συνταξιούχος γήρατος της Δ.Ε.Η., ως <webtop:message key=τυφλή<webtop:message key=, κατ' εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 1 του ν. <webtop:message key=612/1977<webtop:message key=, εδικαιούτο να λάβει δεύτερη σύνταξη γήρατος από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, επικαλούμενη για δεύτερη φορά τις αυτές διατάξεις, εξάλλου, στην προκειμένη περίπτωση, ο αναιρεσείων είναι ήδη συνταξιούχος λόγω γήρατος από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, κατ' εφαρμογήν των γενικών διατάξεων του α.ν. 1846/1951, επιδιώκει δε να λάβει πλήρη δεύτερη σύνταξη γήρατος από τον ΟΑΕΕ, κατ' εφαρμογήν, για πρώτη φορά, των διατάξεων του άρθρου 1 του ν. <webtop:message key=612/1977<webtop:message key= σε συνδυασμό με τις διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 1 του ν. 3232/2004, ως πάσχων από αιμορροφιλία. Επομένως, κατά την κρίση του Δικαστηρίου υπάρχει αντίθεση της αναιρεσιβαλλόμενης αποφάσεως προς τις 1333-4/2010 αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας.
8. Επειδή, στο άρθρο 1 του ν. <webtop:message key=612/1977<webtop:message key= «Περί συνταξιοδοτήσεως λόγω γήρατος των <webtop:message key=τυφλών<webtop:message key= των ησφαλισμένων εις ασφαλιστικούς οργανισμούς αρμοδιότητος του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών» (Α΄164) ορίζονται τα εξής: «Συνταξιοδότηση <webtop:message key=τυφλών<webtop:message key= 1. <webtop:message key=Τυφλοί<webtop:message key= εξ' αμφοτέρων των οφθαλμών ησφαλισμένοι εις ασφαλιστικούς οργανισμούς αρμοδιότητος του Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών, δικαιούνται συντάξεως λόγω γήρατος ανεξαρτήτως ορίου ηλικίας, εφ' όσον συνεπλήρωσαν χρόνον ασφαλίσεως δεκαπέντε (15) ετών, ή, προκειμένης ασφαλίσεως υπολογιζομένης κατά την νομοθεσίαν του οικείου φορέως εις ημέρας, 4.050 ημέρας ασφαλίσεως. 2. Επιφυλασσομένων των διατάξεων της διεπούσης έκαστον οργανισμόν νομοθεσίας περί των τυχόν λαμβανομένων υπ΄ όψιν δια τον υπολογισμόν της συντάξεως αποδοχών, το ποσόν της συντάξεως των κατά την προηγουμένην παράγραφον προσώπων καθορίζεται ίσον προς το αντιστοιχούν εις 35 έτη ασφαλίσεως ή εις 10.500 ημέρας ασφαλίσεως. 3. Η βάσει των διατάξεων της προηγουμένης παραγράφου παρεχομένη σύνταξις δεν προσαυξάνεται δια του επιδόματος απολύτου αναπηρίας. 4. Αι διατάξεις των παραγράφων 2 και 3 του παρόντος άρθρου δεν έχουν εφαρμογήν εις περίπτωσιν καθ' ην ο ησφαλισμένος ήθελεν επιλέξει την εφαρμογήν των διατάξεων της διεπούσης τον φορέα παρ' ου θα συνταξιοδοτηθεί νομοθεσίας, των προβλεπουσών τον τρόπον υπολογισμού της συντάξεως και τας προσαυξήσεις ταύτης δι' επιδομάτων (απολύτου αναπηρίας κλπ)». Εξάλλου, στο άρθρο 5 παρ. 1 του ν. 3232/2004 «Θέματα κοινωνικής ασφάλισης και άλλες διατάξεις» (Α΄ 48) ορίζονται τα εξής: «1. Οι διατάξεις του άρθρου 1 του Ν. <webtop:message key=612/1977<webtop:message key= (ΦΕΚ 164 Α΄) εφαρμόζονται και στους ασφαλισμένους των ασφαλιστικών οργανισμών αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, οι οποίοι πάσχουν από αιμορροφιλία τύπου Α΄ ή Β΄, καθώς και στους μεταμοσχευόμενους από συμπαγή όργανα (καρδιά – πνεύμονες – ήπαρ και πάγκρεας), που βρίσκονται σε συνεχή ανοσοκαταστολή, εφόσον για τις περιπτώσεις αυτές συντρέχει ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον 67%». Περαιτέρω, στο άρθρο 47 του ν. 2084/1992 «Αναμόρφωση της Κοινωνικής Ασφάλισης και άλλες διατάξεις» (Α΄ 165), το οποίο, σύμφωνα με το άρθρο 58 του ίδιου νόμου, έχει εφαρμογή για τους μέχρι 31.12.1992 ασφαλισμένους σε οποιοδήποτε φορέα κύριας ασφάλισης, ορίζονται τα εξής: «Συντάξιμος χρόνος. 1…8. Οι διατάξεις του άρθρου 1 του ν. <webtop:message key=612/1977<webtop:message key= και της παρ. 8 του άρθρου 40 του ν. 1902/1990 εξακολουθούν να ισχύουν. 9. Το πρώτο εδάφιο της παρ. 2 του άρθρου 28 του α.ν. 1846/1951, όπως προστέθηκε με την παρ.1 του άρθρου 27 του ν. 1902/1990, αντικαθίσταται από τότε που ίσχυε ως εξής: “Αν ο ασφαλισμένος λαμβάνει σύνταξη γήρατος ή αναπηρίας από άλλο ασφαλιστικό φορέα κύριας ασφάλισης (πλην Ο.Γ.Α.) ή το Δημόσιο , εκτός των αναπήρων και θυμάτων πολέμων και μητέρων, που συνταξιοδοτήθηκαν με το άρθρο 63 παρ. 4 του ν.1892/1990, δικαιούται από το Ι.Κ.Α πλήρη σύνταξη γήρατος εφόσον κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης έχει συμπληρώσει το όριο ηλικίας, που απαιτείται σε κάθε περίπτωση από τη νομοθεσία για την απονομή πλήρους σύνταξης και πάντως όχι κάτω του 60ου έτους για τους άνδρες και του 55ου για τις γυναίκες και έχει πραγματοποιήσει τις απαιτούμενες σε κάθε περίπτωση ελάχιστες ημέρες εργασίας, οι οποίες δεν μπορεί να είναι λιγότερες από 5.100 . Για τους ασφαλισμένους που μέχρι 31-12-91 έχουν συμπληρώσει το 63ο έτος της ηλικίας τους οι άνδρες και το 58ο οι γυναίκες απαιτούνται οι κατά περίπτωση αναφερόμενες στην παρ.1 εδ' α' ημέρες εργασίας, οι οποίες από 1-1-1994 ανέρχονται σε 5.100. Αν ο ασφαλισμένος έχει πραγματοποιήσει 4.500 ημέρες εργασίας τουλάχιστον και έχει συμπληρώσει το 65ο έτος της ηλικίας του ο άνδρας και το 60ο έτος η γυναίκα δικαιούται σύνταξη γήρατος μειωμένη κατά 50%. Οι διατάξεις της νομοθεσίας που προβλέπουν την απονομή μειωμένης σύνταξης γήρατος δεν εφαρμόζονται για την απονομή δεύτερης σύνταξης. 10. Στο τέλος της παρ. 2 του άρθρου 28 του α.ν. 1846/1951, όπως αντικαταστάθηκε από την παρ. 1 του άρθρου 27 του ν. 1902/1990 και την προηγούμενη παράγραφο, προστίθεται διάταξη που έχει ως εξής: «Οι προβλεπόμενες από το πρώτο εδάφιο 5.100 και 4.500 ημέρες εργασίας και από το δεύτερο εδάφιο 3.000 ημέρες εργασίας αυξάνονται προοδευτικά σε 6.000, 4.800 και 3.600 ημέρες εργασίας αντίστοιχα με την προσθήκη στις 5.100, 4.500 και 3.000 ημέρες ανά 150 ημερών κατά μέσο όρο για κάθε επόμενο ημερολογιακό έτος, αρχής γενομένης από 1ης Ιανουαρίου 1998». Οι διατάξεις της παραγράφου αυτής και της προηγούμενης παραγράφου έχουν εφαρμογή και στους λοιπούς φορείς κύριας ασφάλισης, προκειμένου για τις περιπτώσεις συνταξιοδότησης λόγω γήρατος και αναπηρίας. Ειδικά για τη συνταξιοδότηση λόγω γήρατος απαιτείται η συμπλήρωση του 65ου έτους της ηλικίας. …” .
9. Επειδή, όπως αναφέρεται στην εισηγητική έκθεση του ν. <webtop:message key=612/1977<webtop:message key=, δια των διατάξεων αυτού επιδιώκεται πρωτίστως η ενιαία ρύθμιση του ζητήματος της συνταξιοδοτήσεως λόγω γήρατος των <webtop:message key=τυφλών<webtop:message key= ασφαλισμένων όλων των ασφαλιστικών οργανισμών αρμοδιότητας του τότε Υπουργείου Κοινωνικών Υπηρεσιών , δεδομένου ότι μέχρι τότε σχετική πρόβλεψη υπήρχε μόνον στη νομοθεσία του Ι.Κ.Α. Συνεπώς, κατά την έννοια της παρ. 1 του άρθρου 1 του Ν. <webtop:message key=612/1977<webtop:message key=, οι κατά τα ανωτέρω ευνοϊκές προϋποθέσεις συνταξιοδοτήσεως λόγω γήρατος των <webtop:message key=τυφλών<webtop:message key= ασφαλισμένων τυγχάνουν, ως ειδικότερες ως προς αυτούς, αποκλειστικής εφαρμογής σε κάθε περίπτωση, ακόμη δηλαδή και επί απονομής δεύτερης σύνταξης λόγω γήρατος. Επομένως, οι διατάξεις του άρθρου 47 του ν. 2085/1992, με τις οποίες ρυθμίζονται οι χρονικές προϋποθέσεις για την απονομή συντάξεως γήρατος αναλόγως αν πρόκειται για πρώτη ή δεύτερη σύνταξη και, ειδικότερα, οι διατάξεις της παρ. 9 του άρθρου αυτού, οι οποίες προβλέπουν ότι συνταξιούχοι γήρατος από άλλο φορέα κύριας ασφάλισης μπορούν να πάρουν και από το ΙΚΑ πλήρη σύνταξη γήρατος, μόνον εφόσον συγκεντρώνουν τις κατά τη διάταξη αυτή αυξημένες προϋποθέσεις ορίου ηλικίας και ημερών εργασίας, δεν έχουν εφαρμογή για τη συνταξιοδότηση λόγω γήρατος των <webtop:message key=τυφλών<webtop:message key=, δεδομένου άλλωστε ότι, κατά ρητή πρόβλεψη της παρ. 8 του ίδιου άρθρου, οι ευεργετικές για τη συνταξιοδότηση λόγω γήρατος των <webtop:message key=τυφλών<webtop:message key= διατάξεις του άρθρου 1 του ν. <webtop:message key=612/1977<webtop:message key= εξακολουθούν να ισχύουν (ΣτΕ 1333-4/2010). Τα αυτά ισχύουν και για τους ασφαλισμένους που πάσχουν, μεταξύ άλλων, και από αιμορροφιλία τύπου Α΄ ή Β΄. Συνεπώς, <webtop:message key=τυφλοί<webtop:message key= ή πάσχοντες από αιμορροφιλία τύπου Α΄ ή Β΄ συνταξιούχοι λόγω γήρατος μπορούν, για μεταγενέστερο της συνταξιοδοτήσεώς τους νέο χρόνο ασφαλίσεως, να πάρουν σύνταξη γήρατος από το ΙΚΑ ή άλλο ασφαλιστικό οργανισμό, εφόσον πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 του ν. <webtop:message key=612/1977<webtop:message key= ή του άρθρου 5 παρ. 1 του ν. 3232/2004.
10. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από την αναιρεσιβαλλομένη απόφαση προκύπτουν τα εξής: Ο αναιρεσείων, ο οποίος γεννήθηκε το έτος 1937, είναι συνταξιούχος του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ από τις 20.1.1997 και πραγματοποίησε στην ασφάλιση του ΟΑΕΕ 7.125 ημέρες εργασίας ή 17 έτη και 1 μήνα από 1.7.1963 έως 31.8.1976 και από 18.2.1998 έως 31.12.2001 αντιστοίχως. Ακολούθως, υπέβαλε την 29417/29.11.2005 αίτησή του και ζήτησε να λάβει σύνταξη γήρατος από τον ΟΑΕΕ με υπολογισμό μόνο του χρόνου ασφαλίσεώς του στο Ταμείο αυτό. Με την 1/03408/19.4.2006 απόφαση του Διευθυντή Συντάξεων του Ταμείου χορηγήθηκε στον αναιρεσείοντα από 1.12.2005 σύνταξη γήρατος, μειωμένη κατά 50%, κατ' εφαρμογήν των διατάξεων του άρθρου 47 παρ. 9 και 10 του ν. 2084/1992. Ο αναιρεσείων, με την 45962/28.7.2006 αίτησή του ζήτησε να επανεξετασθεί η υπόθεσή του για να υπαχθεί στο ευεργετικό καθεστώς του ν. <webtop:message key=612/1977<webtop:message key= για τους <webtop:message key=τυφλούς<webtop:message key= και τους εξομοιούμενους με αυτούς ασφαλισμένους, κατ' εφαρμογήν του άρθρου 5 παρ. 1 του ν. 3232/2004. Η αίτηση αυτή απορρίφθηκε με την 50120/10.11.2006 απόφαση του Διευθυντή Συντάξεων του Ταμείου, με την αιτιολογία ότι ο αναιρεσείων δεν ενέπιπτε στις διατάξεις του ν. <webtop:message key=612/1977<webtop:message key=, γιατί ήταν διπλοσυνταξιούχος και ελάμβάνε σύνταξη και από το ΙΚΑ-ΕΤΑΜ από την 21.1.1997. Ένσταση του αναιρεσείοντος κατά της ανωτέρω αποφάσεως απορρίφθηκε με την 201/36/13.11.2007 απόφαση της Τ.Δ.Ε. του ΟΑΕΕ, με την αιτιολογία ότι τα πρόσωπα που υπάγονται στις διατάξεις του ν. <webtop:message key=612/1977<webtop:message key= και του άρθρου 5 παρ. 1 του ν. 3232/2004 δεν εξαιρούνται από τις διατάξεις των παρ. 9 και 10 του άρθρου 47 του ν. 2084/1992. Προσφυγή του αναιρεσείοντος κατά της αποφάσεως της Τ.Δ.Ε. έγινε δεκτή με την 14135/2009 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Το πρωτόδικο δικαστήριο, αφού ακύρωσε την απόφαση της Τ.Δ.Ε., στη συνέχεια, αναγνώρισε ότι ο αναιρεσείων εδικαιούτο πλήρη σύνταξη γήρατος από τον Ο.Α.Ε.Ε. Κατά της αποφάσεως του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου ο ΟΑΕΕ άσκησε έφεση. Το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών με την ήδη αναιρεσιβαλλομένη απόφασή του έκρινε ότι τόσο οι υπαγόμενοι στις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. <webtop:message key=612/1977<webtop:message key= <webtop:message key=τυφλοί<webtop:message key=, όσο και υπαγόμενοι στις διατάξεις του άρθρου 5 του ν. 3232/2004 αιμορροφιλικοί, που έχουν ήδη συνταξιοδοτηθεί από ασφαλιστικό οργανισμό με βάση τις διατάξεις αυτές, δεν εξαιρούνται από την εφαρμογή των παραγράφων 9 και 10 του άρθρου 47 του ν. 2084/1992 και, επομένως, ο αναιρεσείων, ο οποίος είναι ήδη συνταξιούχος λόγω γήρατος του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ δεν εδικαιούτο δεύτερη πλήρη σύνταξη από τον ΟΑΕΕ, κατ' εφαρμογήν των ανωτέρω διατάξεων του ν. <webtop:message key=612/1977<webtop:message key= και του ν. 3232/2004, αλλά εδικαιούτο σύνταξη, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 47 του ν. 2084/1992, η οποία του είχε ήδη χορηγηθεί από το Ταμείο αυτό και με τις σκέψεις αυτές έκανε δεκτή την έφεση του ΟΑΕΕ, εξαφάνισε την πρωτόδικη απόφαση, και, στη συνέχεια, απέρριψε την προσφυγή του αναιρεσείοντος.
11. Επειδή, η κρίση αυτή του δικάσαντος διοικητικού εφετείου δεν είναι ορθή, σύμφωνα με όσα έγιναν δεκτά στην σκέψη 9, και, επομένως, ο μοναδικός λόγος αναιρέσεως, με τον οποίον προβάλλεται ότι, στην προκείμενη περίπτωση, τυγχάνουν εφαρμογής οι διατάξεις του άρθρου 1 του ν. <webtop:message key=612/1977 και του άρθρου 5 παρ. 1 του ν. 3232/2004 που είναι ειδικότερες, εκείνων των παρ. 9 και 10 του άρθρου 47 του ν. 2084/1992, είναι βάσιμος. Συνεπώς, η κρινομένη αίτηση επανασυζητήσεως πρέπει να γίνει δεκτή, να εξαφανισθεί η 2166/2013 απόφαση του Δικαστηρίου, να γίνει δεκτή η αίτηση αναιρέσεως, να αναιρεθεί η προσβαλλόμενη απόφαση και, η υπόθεση, που χρειάζεται διευκρίνιση κατά το πραγματικό, να παραπεμφθεί στο ίδιο δικαστήριο για νέα κρίση.
Δ ι ά τ α ύ τ α
Δέχεται την αίτηση επανασυζητήσεως της υποθέσεως κατά τα εις το αιτιολογικό.
Διατάζει την απόδοση του παραβόλου που έχει καταβληθεί για την αίτηση αυτή.
Εξαφανίζει την 2166/2013 απόφαση του Δικαστηρίου κατά τα εις το αιτιολογικό.
Δικάζει την αίτηση αναιρέσεως, δέχεται αυτήν κατά τα εις το αιτιολογικό.
Αναιρεί την 2102/2010 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, στο οποίο και παραπέμπει την υπόθεση, κατά τα εις το αιτιολογικό.
Διατάζει την απόδοση του παραβόλου, και
Επιβάλλει σε βάρος του αναιρεσιβλήτου Οργανισμού Ασφαλίσεως Ελευθέρων Επαγγελματιών (Ο.Α.Ε.Ε.) τη δικαστική δαπάνη του αναιρεσείοντος, η οποία ανέρχεται στο ποσό των εννιακοσίων είκοσι (920) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 5 Μαΐου 2014.
Ο Πρόεδρος του Α' Τμήματος Η Γραμματέας του Α' Τμήματος
Ν. Σακελλαρίου Β. Ραφαηλάκη
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 16ης Ιουνίου 2014.
Ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος Η Γραμματέας
Α. Γκότσης Μ. Βλασερού
<webtop:message key=

Πρόεδρος:
Ν. Σακελλαρίου, Αντιπρόεδρος
Εισηγητές:
Δ. Εμμανουηλίδης
Μέλη:
Σ. Μαρκάτης, Α. Καλογεροπούλου, Σύμβουλοι, Δ. Εμμανουηλίδης, Αικ. Ρωξάνα, Πάρεδροι
Λήμματα:
ΙΚΑ-ΕΤΑΜ ,ΟΑΕΕ ,Σύνταξη γήρατος ,Δεύτερη σύνταξη γήρατος ,Τυφλοί

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΕΙΣ

Δημοσίευση:
ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΔΣΑ
  

ΣΧΕΤΙΚΟΙ ΝΟΜΟΙ  
Α/Α
Νόμος
Αριθμός
Έτος
Αρθρο
Παράγραφος
1
«  ΝΟΜΟΣ  »
2084
1992
47

2
«  ΝΟΜΟΣ  »
2084
1992
58

3
«  ΝΟΜΟΣ  »
3232
2004
5
1
4
«  ΝΟΜΟΣ  »
3900
2010
12
1
5
«  ΝΟΜΟΣ  »
612
1977
1

6
«  ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ  »
18
1989
27
5
7
«  ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ  »
18
1989
53
3, 4