Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2023

Μοντέλα θεώρησης της αναπηρίας

Μοντέλα θεώρησης της αναπηρίας

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, η αναπηρία «…είναι ένα σύνθετο και μεταβαλλόμενο φαινόμενο, που οφείλεται στην αλληλεπίδραση των προσωπικών χαρακτηριστικών ενός ατόμου και των χαρακτηριστικών του περιβάλλοντος, μέσα στο οποίο το άτομο αυτό ζει.». Η προσέγγιση του ζητήματος της αναπηρίας τα τελευταία χρόνια ήταν υπό εξέλιξη. Ο ορισμός και ο διαχωρισμός βασικών εννοιών για την αναπηρία απαιτούνται τόσο για την καταγραφή της κατάστασης όσο και για το σχεδιασμό νέων πολιτικών για την αναπηρία. Ο σκοπός της οριοθέτησης είναι κρίσιμος διότι θεωρητικές προσεγγίσεις οδηγούν σε διαφορετικά συμπεράσματα τόσο για την πολιτική όσο και για την καθημερινή ζωή των ατόμων με αναπηρία.

Για να εξετάσουμε τις διακρίσεις που υφίστανται τα άτομα με αναπηρία θα πρέπει να αναφερθούμε στα τρία μοντέλα προσέγγισης της αναπηρίας:

-Το Ιατρικό Μοντέλο κυριάρχησε στο χώρο της αναπηρίας στις αρχές του 20ου αιώνα μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980, επιδρώντας στην διαμόρφωση των κοινωνικών αντιλήψεων, των πολιτικών και εκπαιδευτικών πρακτικών που υιοθετούνταν τα προηγούμενα χρόνια. Σύμφωνα με το ιατρικό μοντέλο, η αναπηρία θεωρείται προσωπικό πρόβλημα σωματικής ή νοητικής φύσης.

Η αναπηρία εκλαμβάνεται αρνητικά, εστιάζοντας στην εξάλειψη των καταστάσεων που αξιολογούνται ως προβληματικές και κοινωνικά ανεπιθύμητες. Η προσέγγιση αυτή συνδέει αιτιοκρατικά την αναπηρία με την ανεπάρκεια, αγνοώντας τον συσχετισμό με βασικούς κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες όπως η εθνικότητα, η κοινωνική τάξη κτλ.

Καθώς η αναπηρία αποτελεί προσωπικό πρόβλημα, η ιατρική παρέμβαση είναι η μόνη ενδεδειγμένη λύση. Υπό αυτό το σκεπτικό και σε συνδυασμό με την προοπτική του οίκτου και της φιλανθρωπίας, δημιουργήθηκαν ιδρύματα με στόχο την φύλαξη και την περίθαλψη των ατόμων με αναπηρίες, οδηγώντας τους ουσιαστικά στην κοινωνική απομόνωση. Η αναπηρία οφείλεται στις ανεπάρκειες του ατόμου, οι οποίες θα διορθωθούν με όρους φυσιολογίας. Στοιχεία που καθιστούν το άτομο ανίκανο να ενεργήσει, όπως οι υπόλοιποι άνθρωποι.

Η θεώρηση αυτή της αναπηρίας επέτρεψε τη νομιμοποίηση της κοινωνικής μειονεξίας των ανάπηρων. Το συγκεκριμένο μοντέλο επέδρασε και στην εκπαιδευτική διαδικασία, όπου υιοθετήθηκαν ατομικιστικές προσεγγίσεις, εντοπίζοντας την εκάστοτε παθολογία στον ίδιο τον μαθητή, παραβλέποντας τα ενδιαφέροντα και τις κλίσεις του και ετικετοποιώντας τον.

-Το ιατρικό μοντέλο οδήγησε στην ανάπτυξη πολύπλοκων διαγνωστικών διεργασιών και στην κατηγοριοποίηση των μαθητών βάση συνδρόμων, διαταραχών και άλλων κλινικών χαρακτηριστικών. Σε αυτή τη κατεύθυνση, κυρίαρχο ρόλο έπαιξε η λεγόμενη αυθεντία των ιατρικών και παραϊατρικών επαγγελματιών που διεξήγαν μονοδιάστατα την παραπάνω διαδικασία ως εμπειρογνώμονες υψηλής εγκυρότητας. Μάλιστα, συνέβαλε στον διαχωρισμό της εκπαίδευσης σε γενική και ειδική, αντιμετωπίζοντας τη διαφορετικότητα ως βλάβη. Έτσι, η ειδική εκπαίδευση λειτούργησε ως μέσο απόκρυψης του ανελαστικού εκπαιδευτικού συστήματος να παρέχει ισότιμη εκπαίδευση σε όλους τους μαθητές. Συνολικά, το ιατρικό μοντέλο συνέβαλε στην θεσμοθέτηση των διακρίσεων, των αποκλεισμών και της περιθωριοποίησης των ατόμων με αναπηρία.

 

Το κοινωνικό μοντέλο συγκροτήθηκε στη βάση των ανεπαρκειών του ιατρικού μοντέλου, κατά τις αρχές του 1970.

Η συγκεκριμένη προσέγγιση αναπτύχθηκε από το ίδιο το αναπηρικό κίνημα που επιδίωξε σε παγκόσμιο επίπεδο το δικαίωμα των μελών του για ισότιμη συμμετοχή στην κοινωνία. Έτσι, αποτυπώθηκε μια μετατόπιση από την ιατρικοποιημένη οπτική της αναπηρίας, στην αντίληψή της ως κοινωνικής κατασκευής με ιστορικό, κοινωνικό και πολιτισμικό περιεχόμενο. Το μοντέλο αυτό επισήμανε την υπαιτιότητα της κοινωνίας και όχι την ενοχοποίηση των ατόμων με αναπηρίες για την περιορισμένη ανάμειξή τους στα κοινωνικά δρώμενα, απαιτώντας την αλλαγή του πλαισίου και την προσαρμογή του στα ιδιαίτερα γνωρίσματα των αναπήρων. Στο πλαίσιο αυτό, η βλάβη αποτελεί μια φυσιολογική περιγραφή, ενώ η αναπηρία αποτελεί μια σύνθετη μορφή κοινωνικού μειονεκτήματος και καταπίεσης. Η αναπηρία ορίζεται ως ένα κοινωνικό φαινόμενο προκαλούμενο από τις αρνητικές πεποιθήσεις, τις προκαταλήψεις, την άνιση μεταχείριση και την εξυπηρέτηση σκοπιμοτήτων, εξουσίας και χειραγώγησης του πληθυσμού κατά την κοινωνική αλληλεπίδραση. Η αποξένωση αποτελεί το ουσιαστικό πρόβλημα, εφόσον προκύπτει από την ταξινόμηση συγκεκριμένων λειτουργιών που ξεφεύγουν από το πρότυπο της κανονικότητας (όπως εκλαμβάνεται η αρτιμέλεια), παραβιάζοντας τα ανθρώπινα δικαιώματα των αναπήρων. Μέσα από αυτό το μοντέλο, δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στην έννοια της διαφορετικότητας, καθότι μετέφερε ήδη στερεότυπα περί κατωτερότητας. Επομένως, έγινε βασική διάκριση μεταξύ βλάβης και αναπηρίας, όπου η μεν πρώτη αναφέρθηκε στη σωματική, νοητική ή αισθητηριακή δυσλειτουργία η δε δεύτερη ορίστηκε ως ο επιπρόσθετος περιορισμός που επιφέρει η δυσλειτουργία στους φέροντές την, λόγω της απουσίας ή της ελάχιστης μέριμνας της κοινωνίας. Η αναπηρία, επομένως, θεωρήθηκε κοινωνική κατασκευή, χωρίς να γίνεται καμιά αναφορά στις εμπειρίες και τα βιώματα της ανεπάρκειας των ατόμων, εφόσον εκείνα παραπέμπουν στην προσωπική διάσταση της αναπηρίας.

Βάσει των προαναφερθέντων, συγκριτικά με το ιατρικό μοντέλο, το οποίο χρησιμοποίησε τους όρους ανικανότητα και αδυναμία, ενισχύοντας τη συντήρηση προκαταλήψεων και στιγματισμού, το κοινωνικό μοντέλο αξιοποίησε τους όρους ικανότητα, δικαιώματα και διαφορετικότητα. Με άλλα λόγια, το ιατρικό μοντέλο αντιμετώπισε τα ανάπηρα άτομα ως όντα των οποίων η προσωπικότητα διέπεται μόνο από την ανεπάρκειά τους, ενώ το κοινωνικό αναγνώρισε ότι τα σημαντικότερα προβλήματα σχετίζονται με τους κοινωνικούς θεσμούς.

-Τα τελευταία χρόνια η επιστημονική κοινότητα και οι φορείς των αναπήρων συγκλίνουν σε μια πολυδιάστατη προσέγγιση της αναπηρίας. Η αναπηρία δεν θεωρείται ούτε ως προσωπικό πρόβλημα, ούτε ως κοινωνική κατασκευή. Η καινοτομία αυτού του μοντέλου συνίσταται στο συγκερασμό του κοινωνικού και ιατρικού μοντέλου. Οι πολιτικές για την αναπηρία είναι αποτέλεσμα συνδυασμού μέτρων για το σχεδιασμό και τη λειτουργία της κοινωνίας προκειμένου να εξαλειφθούν φαινόμενα διακρίσεων και να υλοποιηθούν εξατομικευμένες δράσεις.

Συνοψίζοντας, διαπιστώνεται ότι η αντίληψη για την αναπηρία έχει μεγάλη σημασία, διότι συνιστά το υπόβαθρο το οποίο καταδεικνύει τα αυθαίρετα κριτήρια που συντηρούν λανθασμένες αντιλήψεις γύρω από την αναπηρία. Το Σύνταγμα της χώρας μας μετά την αναθεώρηση του 2001, έχοντας χαρακτηριστικά της πολυδιάστατης προσέγγισης, αναφέρει στο άρθρο 21, παράγραφος 6, ότι “τα άτομα με αναπηρία λαμβάνουν μέτρων στήριξης και συμμετέχουν ενεργά στην κοινωνική, οικονομική και πολιτική ζωή της χώρας”. Από την άλλη πλευρά, όμως, η νομοθεσία έχει υιοθετήσει στοιχεία του ιατρικού μοντέλου, προβλέποντας κάποιες υποτυπώδεις προνοιακές παροχές, οι οποίες σήμερα εξαιτίας της οικονομικής κρίσης συρρικνώνονται και ως εκ τούτου, ενισχύονται τα φαινόμενα διακρίσεων.

Μαριάνθη Σπουργίτη, Ψυχολόγος,

Πηγή: www.iator.gr