Ray Charles – Μια μουσική ιδιοφυΐα
Η ιστορία της μουσικής ιδιοφυΐας, του Ray Charles Robinson
Ο Ray Charles Robinson γεννήθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου του
1930 στο Albany της Georgia. O φτωχός μεροκαματιάρης πατέρας του ήταν μηχανικός
και η μητέρα του αγρότισσα. Η οικογένεια Robinson έφτασε στο Greenville της
Florida αναζητώντας μια καλύτερη τύχη όταν ήταν ακόμα βρέφος, ενώ τα βουτηγμένα
στη φτώχεια και στην ανέχεια παιδικά του χρόνια θα τα σημάδευε η απώλεια. Ο Ray
μεγάλωσε χωρίς τον πατέρα του, τον οποίο είδε ελάχιστες φορές.
Η απώλεια
Ο κατά έναν χρόνο μικρότερος αδελφός του ήταν ένα παιδί
έξυπνο, με ταλέντο στα μαθηματικά. Του άρεσε πολύ να φτιάχνει παιχνίδια και να
ασχολείται με μηχανές. Ο Ray και ο George έκαναν συχνά βόλτες στο δάσος, μέχρι
τη στιγμή που η μάνα τούς φώναζε από μακριά ότι το φαγητό ήταν έτοιμο. Η μητέρα
έπλενε τα ρούχα των πλούσιων γειτόνων τους σε μια μεγάλη σκάφη, μόνιμα γεμάτη,
στην αυλή. Τα παιδιά έπαιζαν με τα νερά τις ζεστές μέρες του καλοκαιριού. Μία
μέρα ο μικρός George βούτηξε χωρίς τον Ray, που από τις κραυγές του κατάλαβε
ότι πνιγόταν. Φώναξε, μα κανείς δεν τον άκουσε. Όταν τον έβγαλαν από τη σκάφη,
ήταν πια αργά. Οι τύψεις, οι ενοχές δεν άφησαν ποτέ τον Ray, όσα χρόνια κι αν
πέρασαν. Λίγο μετά τον θάνατο του μικρού αδελφού του άρχισε να χάνει σταδιακά
την όρασή του εξαιτίας ενός γλαυκώματος που έκανε τα μάτια του να δακρύζουν. Ως
τα επτά ο Ray θα ήταν ολότελα τυφλός. Είχε, όμως, προλάβει να μάθει να
προσανατολίζεται χωρίς τα μάτια του. Αντί να χρησιμοποιεί μπαστούνι, είχε οδηγό
τον ήχο των παπουτσιών του.
Στο πολιτειακό σχολείο για τυφλά παιδιά ο Ray επικεντρώθηκε
στις μουσικές σπουδές του, καθώς είχε δείξει από νωρίς το ταλέντο του
συμμετέχοντας στην εκκλησιαστική χορωδία της γειτονιάς του και παίζοντας πιάνο
στα καφέ της περιοχής. Εκεί μαθαίνει να γράφει και να διαβάζει παρτιτούρες στο
σύστημα Μπράιγ, αλλά και πιάνο, σαξόφωνο, κλαρινέτο και τρομπέτα.
Η περιπέτεια με τα ναρκωτικά
Το 1946, όταν ήταν 15 ετών, η μητέρα του πέθανε από καρκίνο.
Τότε ο Ray παράτησε το σχολείο και άρχισε να ταξιδεύει στην Αμερική, ζώντας από
τη μουσική, περιοδεύοντας στον Νότο με την ορχήστρα Chitlin’ Circuit. Όμως μαζί
με την αγάπη του για τη μουσική ήρθε και ο εθισμός του στα ναρκωτικά. Ξεκίνησε
να κάνει χρήση ηρωίνης στα 16 και το 1961 τον έπιασε πρώτη φορά η αστυνομία.
Ήταν πια 34 ετών, όταν πέρασε έναν χρόνο σε μια κλινική αποτοξίνωσης για να αποφύγει
τη φυλακή και αποφάσισε να ξεκόψει οριστικά με τις εξαρτήσεις, χωρίς όμως να
έχει πάντα επιτυχία. «Πιστεύω ότι κάθε άνθρωπος πρέπει να έχει τον απόλυτο
έλεγχο του εαυτού του. Κάθε φορά που παίρνεις οτιδήποτε που θα ελέγχει το σώμα
σου, όπως το αλκοόλ και η ηρωίνη, πας γυρεύοντας. Γιατί δεν είσαι εσύ πια το
αφεντικό του εαυτού σου» έλεγε χρόνια μετά την πιο δυσάρεστη περίοδο της ζωής
του.
Η απογείωση
Ήταν μόνο δεκάξι όταν ο Ray μετακόμισε στο τότε βιομηχανικά
ανερxόμενο Seattle. Συμμετείχε ως πιανίστας, παίζοντας country music, στο
συγκρότημα The Florida Playboys και αργότερα στο τζαζ σχήμα McSon Trio, προτού
ο Ray Charles Robinson χαράξει τον ολόδικό του δρόμο στα τέλη των 40s. Εκεί, σε
μια ευτυχή συγκυρία της μοίρας, γνωρίζει τον -μόλις 14χρονο τότε- Quincy Jones.
Θα γίνουν πολύ στενοί φίλοι και συνεργάτες για το υπόλοιπο της ζωής του. Εκείνη
την εποχή το στιλ του Charles θυμίζει τον ήχο των δύο κύριων αναφορών του: του
bluesman Charles Brown και του λατρεμένου του παγκόσμιου κοινού Nat King Cole.
Συνδυάζοντας, όμως, τα gospels, το rhythm & blues και
την jazz, o Ray Charles προτίμησε, από το να ακολουθήσει την πεπατημένη, ν’
ανοίξει νέους δρόμους και δίκαια αναγνωρίστηκε ως βασική επιρροή όχι μόνο για
τους τραγουδιστές της μαύρης μουσικής, αλλά και για λευκούς μουσικούς, όπως ο
Van Morrison και ο Joe Cocker. Σύντομα προκάλεσε αίσθηση με το «Confession
blues», το πρώτο του σινγκλ που κυκλοφόρησε το 1949. Το 1951 ήρθε η πρώτη του
μεγάλη επιτυχία με το «Baby let me hold your hand». Όσα ακολούθησαν, όπως τα
«Mess around» (1953), «Things i used to do» (1953), «I’ve got a woman» (1954),
«A fool for you» (1955), «Drown in my own tears» (1956) και ειδικά το «What’d i
say» του 1959, έκαναν γνωστά τα gospels και το R&B σ’ ένα ευρύ, λευκό ή
έγχρωμο, ακροατήριο. Οι επιτυχίες αυτές βοήθησαν τη νεοσύστατη Atlantic Records
να σταθεί στα πόδια της.
The Genius
Το κλασικό «I got a woman», που αντιπροσωπεύει την εξέλιξη
του μουσικού του στιλ, φτάνει ως το No1 των R&B charts. Τα gospel ακούσματα
και οι hot ρυθμοί μαζί συντέλεσαν στη δημιουργία της πολύ δημοφιλούς στα
έγχρωμα ακροατήρια soul music. Τον αποκαλούσαν πλέον Genius -«η ιδιοφυΐα»- και
father of soul γιατί ο «brother» Ray ανεμείγνυε ήχους από διαφορετικές
παραδόσεις, σκαρώνοντας μουσικές με την κατάδική του σφραγίδα.
Το 1960 θα φέρει το πρώτο του Grammy για το hit «Georgia on
my mind». Το ακολουθεί ακόμα ένα για το θρυλικό πια «Hit the road Jack», που
υπερέβη κάθε σύνορο και φραγμό στα μουσικά είδη. Το 1972 ο Ray Charles
παρουσίαζε με το «Modern sounds in country and western music» άλμπουμ του τις
δικές του soul εκδοχές πάνω στα πιο εμπορικά κομμάτια της country music. Της
μουσικής των λευκών του Νότου -πρωτοφανές για έναν μαύρο μουσικό!-,
ηχογραφώντας τις μεγάλες επιτυχίες του Hank Williams και του Eddy Arnold.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1960 και μέχρι το 1973 ο Ray
Charles ηχογραφούσε για την ABC-Paramount, διευρύνοντας τον μουσικό ορίζοντά
του, με αναφορές στην jazz, στην ποπ και στην country music. Μεγάλες του
επιτυχίες εκείνης της περιόδου, τα «Hit the road Jack» (1961), «I can’t stop
loving you» (1962), «Busted» (1963) και το σήμα-κατατεθέν του, το «Georgia on
my mind» του 1960, ο επίσημος ύμνος της πολιτείας της Georgia. Λίγα χρόνια μετά
υπήρξε ένας από τους πρώτους μαύρους μουσικούς που περιλήφθηκαν ποτέ στο Rock
& Roll Hall of Fame. Αυτό γιατί ο Ray Charles αναγνωρίζεται ως ένας
πρωτοπόρος δημιουργός δίπλα στα ονόματα των Elvis Presley, James Brown, Sam
Cooke και Buddy Holly.
O Ray Charles Robinson ταξίδεψε και μας ταξιδεύει σε όλον
τον κόσμο με τη μεγάλη του ορχήστρα – και τις τρεις μαύρες γυναικείες φωνές των
Raelettes. Αξέχαστες θα μου μείνουν η ανεπιτήδευτη παρουσία του στους
ξεκαρδιστικούς κινηματογραφικούς «Blues Brothers» του 1980, στο πλευρό των Τζον
Μπελούσι και Νταν Ακρόιντ, και η συμμετοχή του στο συλλογικό -για έναν
φιλανθρωπικό σκοπό- «We are the world» της διοργάνωσης USA for Africa, για την
πείνα και την καταρράκωση της αξίας της ζωής στη Μαύρη Ήπειρο.
Ο Ray ανέβηκε δύο φορές τα σκαλιά της εκκλησίας (ο πρώτος
του γάμος με την Eileen Williams το 1951 έληξε άδοξα την επόμενη χρονιά) και
απέκτησε συνολικά 13 παιδιά. Τρία με τη δεύτερη σύζυγό του Della Beatrice
Howard Robinson και άλλα δέκα από τις διάφορες ερωμένες του. Το 2003 πρώτη φορά
έπειτα από 53 χρόνια αναγκάστηκε να ακυρώσει μία περιοδεία του. Υποβλήθηκε σε
επέμβαση αντικατάστασης ισχίου και ενώ η εγχείρηση πέτυχε, ήταν τότε που έμαθε
ότι πάσχει από μια πολύ σοβαρή νόσο του συκωτιού.
«Genius loves company»
Ο Genius Ray πέθανε στο σπίτι του στο Beverly Hills στις 10
Ιουνίου 2004, έχοντας προλάβει να ηχογραφήσει περισσότερα από 60 άλμπουμ και να
δώσει περισσότερες από 10.000 συναυλίες. «Δεν θα υπάρξει άλλος που να κάνει
τόσο πολλά για να σπάσει τα τείχη των μουσικών ειδών» ψέλλισε στην κηδεία του ο
αιώνιος φίλος του και συνεργάτης του Quincy Jones, θρηνώντας.
Λίγο μετά τον θάνατό του προβλήθηκε στους κινηματογράφους το
φιλμ «Ray», η βιογραφική ταινία σε σκηνοθεσία -και παραγωγή- του Taylor
Hackford, με πρωταγωνιστή την προσωπική επιλογή του Ray, Jamie Foxx, που
βραβεύτηκε με το Όσκαρ Πρώτου Ανδρικού Ρόλου για την ερμηνεία του το 2005.
Το τελευταίο του άλμπουμ «Genius loves company» κυκλοφόρησε
και πούλησε πολλά εκατομμύρια αντίτυπα, χαρίζοντάς του ακόμα ένα Grammy δύο
μήνες μετά τον θάνατό του από καρκίνο στις 10 Ιουνίου 2004, σε ηλικία 73 ετών.
Στον δίσκο ο Ray έκανε ντουέτα με ονόματα, όπως οι Van Morrison, Michael
McDonald, James Taylor, Willie Nelson, Norah Jones, Elton John, Β.Β. King,
Gladys Knight κ.ά.
Καλοκαίρι στην Αθήνα
Την Τετάρτη 6 Ιουλίου του 1994 στην Αθήνα το κατάμεστο από
ενθουσιώδεις φίλους της μουσικής του Θέατρο του Λυκαβηττού υποδεχόταν τα βαριά,
ασταθή βήματα του 64χρονου τότε Ray Charles. Τον συνόδευε ένας από τους γιους
του -νόθος ή νόμιμος, άγνωστο-, μελαψός, με κατακόκκινα μαλλιά. Προϊόν ακόμα
μιας «μπερμπαντιάς» του; Κάθισε στο πιάνο, στράφηκε προς το κοινό και μας
χάρισε ακόμα μια υπέροχη νύχτα απολαυστικής μουσικής. Γιατί, όπως και να ’χει,
Genius loves company!
Καλή αντάμωση, soul brother Ray!
Επιμέλεια κειμένου: Μαρώ Καβαλιέρου
Πηγή: https://www.avgi.gr