72ΧΡΟΝΟΣ ΔΡΟΜΕΑΣ ΜΕ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΟΡΑΣΗΣ
«Τρέχω για την ψυχή μου»
Λίγο πριν τρέξει τον 45ο μαραθώνιο της ζωής του, ο Νίκος
Τσατσακλάς, δρομέας με πρόβλημα όρασης, αφηγείται στην «Κ» τη διαδρομή του από
την Κω στη Νομική της Αθήνας και τον «άθλο» των Παραολυμπιακών Αγώνων
Μαριάννα Χιονά
Το παλιό μικρό κινητό που έχει στην τσέπη του δονείται
αρκετές φορές. Μόλις το πιάσει, το βάζει κοντά στο αυτί του και αρχίζει να
ακούει ό,τι του έχουν στείλει. Κάθε γραπτό μήνυμα που λαμβάνει μετατρέπεται σε
ηχητικό. Έτσι καταφέρνει να επικοινωνεί με τους δικούς του ανθρώπους. Το
τελευταίο μήνυμα είναι από τον συνοδό του. «Ραντεβού στον σταθμό Εθνικής Άμυνας
στις 7.30», λέει. Εκεί συναντιούνται και ανεβαίνουν στον Υμηττό –τις Κυριακές
συνήθως– για να κάνουν μαζί την προπόνησή τους.
Ο Νίκος Τσατσακλάς έχει συνηθίσει να παίρνει το λευκό μπαστούνι
του και να μετακινείται προς το κέντρο με τρόλεϊ. Άλλες φορές χρησιμοποιεί και
τον ηλεκτρικό. Το μετρό, όμως, δεν μπορεί να το μάθει. «Είναι δύσκολο και το
φοβάμαι», λέει. Ξυπνά καθημερινά στις έξι, χωρίς ξυπνητήρι. Θα ξυριστεί, θα
ετοιμάσει το πρωινό του –καφέ και μούσλι– και θα ετοιμαστεί για την πρωινή του
προπόνηση. Δεν βρίσκει πάντα συνοδό. Αυτό όμως δεν τον σταματά.
Αυτές τις ημέρες ο 72χρονος δρομέας ετοιμάζεται να τρέξει
τον 45ο μαραθώνιο της ζωής του και τον 23ο στην αυθεντική διαδρομή της Αθήνας.
Η προετοιμασία του συνήθως διαρκούσε δώδεκα εβδομάδες. Έτρεχε ακόμη και 150
χλμ. την εβδομάδα. Τώρα όμως βγάζει σχεδόν 70 τον μήνα. Δεν κάνει πλέον την
ίδια προπόνηση. Οι αντοχές του έχουν πέσει. Άλλωστε, από τότε που σταμάτησε τον
πρωταθλητισμό δεν κυνηγάει τον χρόνο. «Τρέχω για την ψυχή μου και το απολαμβάνω
πολύ περισσότερο», σχολιάζει.
Ο μαραθώνιος της ζωής του
Γεννημένος στην Κω σε μια φτωχή οικογένεια με δέκα αδέλφια,
αντιμετώπισε από νωρίς δυσκολίες, όταν οι γιατροί διέγνωσαν πρόβλημα στην όρασή
του. Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του το πέρασε βλέποντας μόνο σκιές. «Είχα
εικόνα, μπορούσα να δω ανθρώπους, αναγνώριζα αν είναι άνδρας ή γυναίκα,
λεπτομέρειες και χαρακτηριστικά δεν έβλεπα», εξηγεί. Στο νησί παρακολούθησε τις
δύο πρώτες τάξεις του δημοτικού. «Στην ουσία ακροατής ήμουν, δυσκολευόμουν πάρα
πολύ, δεν μπορούσα να διαβάσω, μόνο τα μεγάλα γράμματα έβλεπα στον πίνακα.
Λεφτά δεν είχαμε, πηγαίναμε στο σχολείο τουλάχιστον για το φαγητό». Έτσι σε
ηλικία εννιά ετών στάλθηκε στον Οίκο Τυφλών στην Καλλιθέα. Εκεί έμαθε τη γραφή
Μπράιγ και ολοκλήρωσε δημοτικό και γυμνάσιο.
Μεγαλώνοντας δεν άργησε να βρει δουλειά. Είχε εκπαιδευτεί
πρώτα σε ΙΕΚ, όπου και γνώρισε τη γυναίκα του, που επίσης έχει πρόβλημα στην
όραση. Για 21 χρόνια εργάστηκε ως τηλεφωνητής στα Ελληνικά Ταχυδρομεία. «Στη
δουλειά δεν δυσκολεύτηκα καθόλου. Ήμουν και αριθμομνήμων. Μιλούσα σχεδόν με
1.500 άτομα κάθε μέρα, είχα 30 γραμμές και εξυπηρετούσα 4 κτίρια», περιγράφει
με περηφάνια. «Δυσκολεύτηκα όμως με την οικογένειά μου, να μεγαλώσω τα παιδιά
μου», συμπληρώνει. Παράλληλα με τη δουλειά του, κατάφερε να πάρει το πτυχίο του
από το Πολιτικό Τμήμα της Νομικής, όπου εθελοντές ηχογραφούσαν τα συγγράμματα
για φοιτητές με προβλήματα όρασης.
Από τη Νέα Υόρκη και το Σίδνεϊ, στο Καλλιμάρμαρο
Με το τρέξιμο ξεκίνησε να ασχολείται στα 45 του, ενώ είχε
ολοκληρώσει την επαγγελματική του διαδρομή. «Έψαχνα να βρω έναν τρόπο να
εκτονωθώ. Έτσι ξεκίνησα να τρέχω. Στην αρχή έκανα δύο γύρους και πήγα να
πεθάνω. Η προπονήτριά μου δεν με πίστευε. Μου έλεγε ότι είμαι βαρύς και ότι
“δεν το έχω” επειδή είχα χοντρά πόδια. Έβαλα τον εγωισμό μου κάτω και συνέχισα
την προσπάθειά μου. Επειδή είχα μια σχετική αυτονομία, πήγαινα κρυφά και έτρεχα
μόνος μου τα Σαββατοκύριακα. Το 1996 έτρεξα τον πρώτο μου αγώνα στα 5 και στα
10 χλμ. Εκεί γνώρισα τον συνοδό μου, Γιώργο Καραθανάση. Φρεσκοπαντρεμένος τότε,
άφηνε την οικογένεια του για να τρέχουμε μαζί», περιγράφει στην «Κ».
Δύο χρόνια αργότερα, το 1998, προσκλήθηκε από σωματείο
εθελοντών στη Νέα Υόρκη να τρέξει στον μαραθώνιο της πόλης μαζί με άλλα 400
άτομα με αναπηρία. «Στον πρώτο μου μαραθώνιο πήγα χωρίς προετοιμασία. Δεν είχα
ξανατρέξει τέτοια απόσταση. Μέχρι 15 χλμ. έβγαζα στην προπόνηση. Δυσκολεύτηκα,
αλλά τα κατάφερα. Φοβερή οργάνωση, μεγάλη εμπειρία ο τερματισμός στο Central Park»,
θυμάται.
Από τότε όλα πήραν τον δρόμο τους. Ο Νίκος Τσατσακλάς
μυήθηκε στον μαραθώνιο. Θεσσαλονίκη, Μεσσήνη, Κρήτη, Ναύπλιο, Σίδνεϊ και Νέα
Υόρκη είναι μόνο κάποιοι από τους σταθμούς του. «Με της Αθήνας όμως κανένας
αγώνας δεν συγκρίνεται», λέει ο έμπειρος μαραθωνοδρόμος, που από το 2001 τρέχει
ανελλιπώς την αυθεντική διαδρομή. «Κάθε φορά που μπαίνω στο Καλλιμάρμαρο,
τρέχουν δάκρυα από τα μάτια μου. Αυτό το δέος, αυτή η ηχώ, αυτή η συγκίνηση από
το αρχαίο πνεύμα που σε διακατέχει εκείνη τη στιγμή δεν μπορείς να τη νιώσεις
πουθενά αλλού».
«Το τρέξιμο μου έδωσε ζωή»
Σε ηλικία 53 ετών έβαλε στόχο να συμμετάσχει στους
Παραολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας το 2004. Και αυτά τα 42 χλμ. που έτρεξε είναι
ένας ακόμη άθλος που ολοκλήρωσε. Για την πρόκρισή του χρειαζόταν να σπάσει το
όριο των 3 ωρών και 40 λεπτών. Είχε πια πεισμώσει. Σε ένα χρόνο έτρεξε τρεις
φορές τα 42 χλμ., μέχρι που «έπιασε» το όριο και όχι μόνο. Τερμάτισε πρώτος
Έλληνας και 11ος στη γενική κατάταξη. Ήταν 26 Σεπτεμβρίου 2004. Και αυτή την
ημερομηνία δεν θα τη ξεχάσει ποτέ.
Προσπαθώ να βρίσκω άλλα ερεθίσματα. Μυρίζω, ακούω,
χαμογελάω, μιλάω με τον κόσμο που στέκεται και μας χειροκροτά. Η ζωή μου έχει
γεμίσει με το τρέξιμο.
Δίπλα του και σε αυτή τη διαδρομή ήταν ο συνοδός του.
Τρέχουν μαζί, πιασμένοι, συγχρονισμένοι. Όχι μόνο σωματικά αλλά και ψυχικά. Ένα
σχοινάκι –σχεδόν 30 εκατοστών– τους ενώνει και τους σπρώχνει προς τον στόχο.
Φέτος θα διανύσουν τον 27ο κοινό τους μαραθώνιο. «Όταν τρέχουμε μαζί, δεν
καταλαβαίνουμε ότι είμαστε δύο διαφορετικοί δρομείς. Είναι συνήθεια πολλών
δεκαετιών πλέον. Έχουμε δεθεί και οικογενειακά και προσωπικά. Είμαστε σαν
αδέλφια», λέει στην «Κ» ο Γιώργος Καραθανάσης, ενώ παράλληλα εξηγεί πώς
καθοδηγεί τον τυφλό δρομέα. «Ειδικά όταν έχει ανηφόρες, χρειάζεται μια
ψυχολογική υποστήριξη και μία περιγραφή του τι θα αντιμετωπίσεις μπροστά, αν θα
είναι μία ανηφόρα ενός χιλιομέτρου ή 100 μέτρων, για να προετοιμαστεί
κατάλληλα. Εξάλλου η επαφή με τον έξω κόσμο είναι με τα μάτια του συνοδού».
Αυτή την περιγραφή τα τελευταία χρόνια ο Νίκος Τσατσακλάς
την έχει περισσότερο ανάγκη, καθώς μετά από ένα γλαύκωμα έχασε πλήρως την όραση
του. «Με έχει ρίξει ψυχολογικά. Όσο είχα εικόνα, μετρούσα αυτούς που
προσπερνούσαμε και το χαιρόμουν. Τώρα τους αντιλαμβάνομαι, αλλά δεν τους βλέπω.
Μου λείπει πια αυτό. Προσπαθώ να βρίσκω άλλα ερεθίσματα. Μυρίζω, ακούω,
χαμογελάω, μιλάω με τον κόσμο που στέκεται και μας χειροκροτά. Η ζωή μου έχει
γεμίσει με το τρέξιμο». Γι’ αυτό και συνεχίζει. Θέλει να διασκεδάζει τη
διαδρομή, να είναι υγιής για να τερματίζει και να απολαμβάνει τις αγκαλιές του
κόσμου. Γιατί για εκείνον η αποδοχή είναι η μεγαλύτερη καταξίωση. Γιατί για
εκείνον η αναπηρία τελικά δεν είναι εμπόδιο για αυτό που κάνει.
Πηγή: www.kathimerini.gr