Τρίτη 18 Μαΐου 2021

e-ΕΦΚΑ ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΑΡ.: 30 ΘΕΜΑ:«Προσωρινήσύνταξη.Κοινοποίησητωνδιατάξεωντωνάρθρων 115 και116 του Ν. 4714/2020.»

e-ΕΦΚΑ

ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΑΡ.: 30

ΘΕΜΑ:«Προσωρινήσύνταξη.Κοινοποίησητωνδιατάξεωντωνάρθρων 115 και116 του Ν. 4714/2020.»

 

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ & ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΥΠΟΘΕΣΕΩΝ

e-ΕΦΚΑ

ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΟΣ ΦΟΡΕΑΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΙΣΗΣ

ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΓΕΝΙΚΗ Δ/ΝΣΗ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ ΔΙΕΥΘΥΝΣH ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ & ΣΥΝΤΟΝΙΣΜΟΥ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ

Ταχ. Δ/νση: Πατησίων 12 Ταχ. Κώδικας: 10677 ΑΘΗΝΑ Πληροφορίες: Μ. Κουτσοπούλου, Ε. Φάγκρα, Μ. Πολυχρονοπούλου Τηλέφωνα: 21038910833, 117, 074 Email: d.sintaxeon@efka.gov.gr

ΑΝΑΡΤΗΣΗ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ Βαθμός Ασφαλείας: Βαθμός προτεραιότητας: ΕΠΕΙΓΟΥΣΑ ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΑΡ.: 30

ΑΡ.ΠΡΩΤ. Σ 40/34

ΠΡΟΣ :

Τους αποδέκτες του επικαιροποιημένου Πίνακα Α΄ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ:

1 . Ομάδα Έργου Συντάξεων e-ΕΦΚΑ Πατησίων 12, Τ.Κ. 10677 Αθήνα

2.

« Ίριδα», Κολοκοτρώνη 4, Τ. Κ. 10561 Αθήνα

ΘΕΜΑ:«Προσωρινήσύνταξη.Κοινοποίησητωνδιατάξεωντωνάρθρων 115 και116 του Ν. 4714/2020.»

Σας ενημερώνουμε ότι στο ΦΕΚ Α΄ 148/31.7.2020 δημοσιεύτηκαν οι διατάξεις των άρθρων 115 και 116 του Ν. 4714/2020, με τις οποίες τροποποιήθηκαν διατάξεις των άρθρων 29 και 29Α του Ν. 4387/2016 (Α΄85) περί χορήγησης προσωρινής σύνταξης, για την εφαρμογή των οποίων διευκρινίζονται τα ακόλουθα:

Α. Άρθρο 115 (αύξηση του ποσοστού προσωρινής σύνταξης για τις αιτήσεις που έχουν υποβληθεί χειρόγραφα)

Με τις διατάξεις αυτές επέρχονται οι ακόλουθες αλλαγές για τους ασφαλισμένους που έχουν καταθέσει έντυπη αίτηση συνταξιοδότησης:

Ι. Σύνταξη λόγω γήρατος

α) Για τους μισθωτούς, ο υπολογισμός του ποσού της προσωρινής σύνταξης καθορίζεται πλέον στο 80% του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου κατά τους 12 μήνες ασφάλισης που προηγούνται της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης.

β) Για τους μη μισθωτούς, (αυτοτελώς απασχολούμενους, ελεύθερους επαγγελματίες και ασφαλισμένους στον Ο.Γ.Α., όπως αυτοί ορίζονται στα άρθρα 39 και 40 του Ν. 4387/2016), ο υπολογισμός του ποσού της προσωρινής σύνταξης καθορίζεται πλέον στο 70% του μέσου

μηνιαίου εισοδήματος των δώδεκα (12) τελευταίων μηνών ασφάλισης που προηγούνται της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης.

Τα ανωτέρω ποσά προσωρινής σύνταξης καταβάλλονται μειωμένα κατά ποσοστό

30% για όσο χρονικό διάστημα οι υποψήφιοι συνταξιούχοι απασχολούνται ή διατηρούν την ιδιότητα ή τη δραστηριότητά τους. Διευκρινίζεται ότι η διάταξη αυτή ισχύει πλέον σε συνδυασμό με το γεγονός ότι έχει απαλειφθεί η περ. στ’ της παρ. 7 του άρθρου 29 του Ν. 4387/2016, η οποία έθετε ως αρνητική προϋπόθεση για τη χορήγηση της προσωρινής σύνταξης τη συνέχιση της εργασίας κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης. Επίσης, συνδυάζεται με τις διατάξεις του άρθρου 20 του Ν. 4387/2016 περί εργασίας συνταξιούχων, όπως έχουν τροποποιηθεί με το άρθρο 27 του Ν. 4670/2020 (εγκ. 34/2020), οι οποίες καθορίζουν πλέον το ποσοστό μείωσης του ποσού της σύνταξης σε 30%.

Επομένως, έχοντας υπόψη και την παρ. 4 του άρθρου 27 του Ν. 4670/2020, όταν συντρέχουν οι κατωτέρω περιπτώσεις α-η δεν μειώνεται το ποσό της προσωρινής σύνταξης λόγω γήρατος κατά 30%, ήτοι:

α. Των συνταξιούχων του ΟΓΑ εφόσον ασκούν απασχόληση υπακτέα στην ασφάλιση του πρώην ΟΓΑ.

β. Των ψυχικά ασθενών του άρθρου 23 του ν. 4488/2017 (Α’ 176).

γ. Των συνταξιούχων με βάση τον ν. 612/1977 (Α’ 164) και τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτόν.

δ. Των συνταξιούχων του τετάρτου εδαφίου της περίπτωσης α’ της παραγράφου 1 των άρθρων 1 και 26 του π.δ. 169/2007 (Α’ 210).

ε. Όσων λαμβάνουν το εξωιδρυματικό επίδομα ή το αντίστοιχο επίδομα του άρθρου 54 του π.δ. 169/2007 (Α’ 210).

στ. Των πολύτεκνων, των οποίων το ένα τουλάχιστον των τέκνων είναι ανήλικο ή σπουδάζει σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές και έως τη συμπλήρωση του εικοστού τετάρτου έτους της ηλικίας του ή είναι ανίκανο για κάθε βιοποριστική εργασία.

ζ. Των προσώπων που αναφέρονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 4 του ν. 4387/2016.

η. Των συνταξιούχων άλλων φορέων και του Δημοσίου, εφόσον το ετήσιο εισόδημά τους από απασχόληση στον αγροτικό τομέα ως αγροτών, μελισσοκόμων, κτηνοτρόφων, πτηνοτρόφων και αλιέων δεν υπερβαίνει το ποσό των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ.

Αντίθετα, δεν χορηγείται καθόλου προσωρινή σύνταξη λόγω γήρατος όταν παρέχεται εργασία για την οποία προβλέπεται αναστολή καταβολής της σύνταξης σύμφωνα με το άρθρο 20 του ν. 4387/2016 (περ. η της παρ. 7 του άρθρου 115). Όμως, αν μεταγενέστερα εκλείψει ο λόγος αυτός, η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται από την πρώτη του επόμενου μήνα της υποβολής της σχετικής νέας αίτησης του ενδιαφερομένου.

Υπενθυμίζεται ότι με το δεύτερο εδάφιο της παρ. 1α του άρθρου 27 του Ν.4670/2020, που αναφέρεται στους συνταξιούχους οι οποίοι έχουν ήδη αναλάβει ή αναλαμβάνουν από της δημοσιεύσεως του νόμου αυτού εργασία ή αποκτούν ιδιότητα ή δραστηριότητα σε φορείς της Γενικής Κυβέρνησης υποχρεωτικώς υπακτέα στην ασφάλιση του e-Ε.Φ.Κ.Α., θεσπίζεται μεταβατικό στάδιο ενός έτους για την αναστολή καταβολής της σύνταξης με κριτήριο το χρονικό σημείο κατά το οποίο συμπληρώνουν το 61ο ή το 62ο έτος. Συγκεκριμένα, για τους συνταξιούχους οι οποίοι συμπληρώνουν το 61ο έτος της ηλικίας τους έως και την 28.2.2021, αφενός, αίρεται η αναστολή καταβολής της σύνταξής τους από την επομένη της συμπλήρωσης του 61ου έτους της ηλικίας τους και, αφετέρου, εφόσον συνεχίζουν εργαζόμενοι και μετά τη συμπλήρωση αυτής της ηλικίας, το μεικτό ποσό της σύνταξής τους μειώνεται κατά 30%. Από 1.3.2021 και εφεξής η άρση της αναστολής καταβολής της σύνταξης γίνεται πλέον μετά τη συμπλήρωση του 62ου έτους (εγκ. 34/2020).

Όσον αφορά το ποσό της προσωρινής σύνταξης λόγω γήρατος, για τους μεν μισθωτούς και τους ασφαλισμένους στον τ. Ο.Γ.Α. η προσωρινή σύνταξη δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού της εθνικής σύνταξης που αντιστοιχεί σε είκοσι (20) έτη ασφάλισης (384,00€) ούτε να υπερβαίνει το ποσό που ισούται με το διπλάσιο αυτής (768,00€), στο ύψος που διαμορφώνεται κάθε φορά. Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους και τους ελεύθερους επαγγελματίες, η προσωρινή σύνταξη δεν μπορεί να είναι μικρότερη από την εκάστοτε εθνική σύνταξη που αντιστοιχεί σε είκοσι (20) έτη ασφάλισης (384,00€) ούτε μεγαλύτερη από το ποσό που ισούται με το ύψος της εθνικής σύνταξης πολλαπλασιαζόμενο επί δυόμισι φορές (960,00€), στο ύψος που διαμορφώνεται κάθε φορά.

ΙΙ. Σύνταξη λόγω θανάτου

Σε περίπτωση υποβολής αίτησης συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, η προσωρινή σύνταξη, όπως διαμορφώνεται με τις ανωτέρω διατάξεις, χορηγείται στους δικαιούχους σε ποσοστό 70% (παρ. 4). Το ποσοστό αυτό επιμερίζεται μεταξύ των δικαιοδόχων, σύμφωνα με τα ποσοστά επιμερισμού της σύνταξης λόγω θανάτου (άρθρο 12 Ν. 4387/2016, όπως ισχύει). Και στην περίπτωση αυτή ισχύει ότι δεν απαιτείται πλέον η διακοπή της εργασίας κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης προκειμένου να χορηγηθεί στον δικαιούχο προσωρινή σύνταξη λόγω θανάτου.

ΙΙΙ. Έκδοση απόφασης

Για την έγκριση ή την απόρριψη του αιτήματος χορήγησης προσωρινής σύνταξης εκδίδεται απόφαση του αρμόδιου ασφαλιστικού οργάνου, εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης των δικαιολογητικών (και όχι από την ημερομηνία κατάθεσης της αίτησης συνταξιοδότησης) ή από την ημερομηνία οριστικοποίησης της κρίσης των

υγειονομικών επιτροπών, αν η χορήγηση της σύνταξης συναρτάται με την εκτίμηση του βαθμού αναπηρίας του ασφαλισμένου (παρ. 8).

Β. Άρθρο 116 (Ρυθμίσεις για την προσωρινή σύνταξη σε περίπτωση ηλεκτρονικής υποβολής) Με τις διατάξεις αυτές επέρχονται οι ακόλουθες αλλαγές για τους ασφαλισμένους που έχουν υποβάλει ηλεκτρονική αίτηση συνταξιοδότησης:

Ι. Κατ’ αρχήν, το άρθρο αυτό δεν καταλαμβάνει τους ασφαλισμένους οι οποίοι συνταξιοδοτούνται σύμφωνα με το ειδικό καθεστώς του Ν. 3163/1955 (Α΄71).

ΙΙ. Σε περίπτωση υποβολής αίτησης συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, η προσωρινή σύνταξη χορηγείται σε ποσοστό 80% του ποσού που υπολογίζεται ως προσωρινή στις συντάξεις λόγω γήρατος ή λόγω αναπηρίας εφόσον συμμετέχουν στην απονομή και τα τέκνα και χορηγείται στους δικαιοδόχους σύμφωνα με το άρθρο 12 του ν. 4387/2016 (όπως ισχύει). Το ποσοστό αυτό επιμερίζεται μεταξύ των δικαιοδόχων, σύμφωνα με τα ποσοστά επιμερισμού της σύνταξης. Όταν δεν συμμετέχουν στη σύνταξη και τα τέκνα, η προσωρινή σύνταξη ανέρχεται σε ποσοστό 70%. Το ποσό που θα προκύψει σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί στην εθνική σύνταξη που χορηγείται για δεκαπέντε (15) έτη ασφάλισης, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 7 του ν. 4387/2016.

ΙΙΙ. Δεν απαιτείται πλέον η διακοπή της εργασίας κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης προκειμένου να χορηγηθεί στον δικαιούχο προσωρινή σύνταξη.

Γ. Λοιπές διατάξεις

Σύμφωνα με την παρ. 12 του άρθρου 115, παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων να καθορίσει τη διαδικασία, τον τρόπο και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την καταβολή της διαφοράς στις ήδη χορηγηθείσες προσωρινές συντάξεις για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση συνταξιοδότησης, για την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 115 στις εκκρεμείς αιτήσεις χορήγησης προσωρινής σύνταξης κατά την ημερομηνία δημοσίευσής του, καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο ζήτημα.

Ομοίως, με τη διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 116 παρέχεται εξουσιοδότηση στον Υπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων να καθορίσει τη διαδικασία χορήγησης προσωρινής σύνταξης στους ασφαλισμένους που δεν δικαιούνταν προσωρινή σύνταξη λόγω εργασίας, την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 116 στις εκκρεμείς κατά την ημερομηνία δημοσίευσής του αιτήσεις χορήγησης προσωρινής σύνταξης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.

 

Κατόπιν των ανωτέρω, ως προς τα ζητήματα αυτά θα κοινοποιηθούν οδηγίες μεταγενέστερα.

Η Γενική Διεύθυνση Πληροφορικής και Επικοινωνιών θα πρέπει να μεριμνήσει για την ενσωμάτωση των κοινοποιούμενων διατάξεων στο μηχανογραφικό σύστημα.

Τέλος, υπενθυμίζεται ότι η χορήγηση προσωρινής σύνταξης αποτελεί προσωρινό μέτρο οικονομικής υποστήριξης των υποψήφιων συνταξιούχων κατά το μεταβατικό στάδιο μεταξύ της επαγγελματικής ζωής και της συνταξιοδότησης, αλλά σε καμμία περίπτωση δεν είναι επιτρεπτό να αποτελέσει αιτία καθυστέρησης στην απονομή της οριστικής σύνταξης.

Η ΠΡΟΪΣΤΑΜΕΝΗ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ

ΕΛΕΝΗ Σ. ΝΙΑΡΧΑΚΟΥ

Συνημμένα: α) ΦΕΚ Α΄148/31.7.2020 (σ. 9089, 9154,9155, 9156, 9157)

E 9089

17/5/2021 1:40:50 ìì

ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ

ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

31 Ιουλίου 2020

ΤΕΥΧΟΣ ΠΡΩΤΟ

Αρ. Φύλλου 148

NOMOΣ ΥΠ’ ΑΡΙΘΜ. 4714

ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β΄

Άρθρο 115 Αύξηση του ποσοστού της προσωρινής σύνταξης σε αιτήσεις που έχουν υποβληθεί χειρόγραφα

Οι παρ. 1, 2, 4, 7 και 8 του άρθρου 29 του ν. 4387/2016 (Α΄ 85) τροποποιούνται, προστίθενται παρ. 10,11 και 12

και το άρθρο 29 του ν. 4387/2016 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 29 Προσωρινή σύνταξη

1.

Οι ασφαλισμένοι οι οποίοι έχουν υποβάλει στον ε-Ε.Φ.Κ.Α. από τις 13.5.2016 έντυπη αίτηση συνταξιοδότησης λόγω γήρατος, δικαιούνται προσωρινή σύνταξη μέχρι την έκδοση της οριστικής απόφασης συνταξιοδότησης, το ύψος της οποίας υπολογίζεται ως εξής:

α) Για τους μισθωτούς το 80% του μέσου όρου των μηνιαίων αποδοχών του ασφαλισμένου κατά τους δώδεκα (12) μήνες ασφάλισης που προηγούνται της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης. Ο μέσος αυτός όρος υπολογίζεται ως το πηλίκο της διαίρεσης του συνόλου των μηνιαίων αποδοχών, οποτεδήποτε και αν καταβλήθηκαν, διά του δώδεκα (12).

β) Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους, τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους ασφαλισμένους στον Ο.Γ.Α., όπως αυτοί ορίζονται στα άρθρα 39 και 40, το 70% του μέσου μηνιαίου εισοδήματος των δώδεκα (12) τελευταίων μηνών ασφάλισης που προηγούνται της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης. Ως μέσο μηνιαίο εισόδημα νοείται αυτό το οποίο προκύπτει από το πηλίκο του συνόλου των τρεχουσών εισφορών κύριας ασφάλισης που καταβλήθηκαν κατά τους μήνες αυτούς, διαιρούμενου δια του 20% και διά του δώδεκα (12).

γ) Στην περίπτωση χορήγησης σύνταξης σε όσους έχουν υποβάλλει αίτηση συνταξιοδότησης και έχουν ήδη αναλάβει ή αναλαμβάνουν από τη δημοσίευση του νόμου εργασία και δικαιούνται σύνταξη, καταβάλλεται προσωρινή σύνταξη από τη δημοσίευση του παρόντος και εφεξής μειωμένη κατά ποσοστό 30% για όσο χρονικό διάστημα απασχολούνται ή διατηρούν την ιδιότητα ή τη δραστηριότητά τους αυτή.

δ) Η μείωση της περ. γ) εφαρμόζεται και επί των ποσών που προκύπτουν από τις παρ. 2 και 3.

2.

Για τους μισθωτούς και τους ασφαλισμένους στον τ. Ο.Γ.Α. η προσωρινή σύνταξη δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού της εθνικής σύνταξης που αντιστοιχεί σε είκοσι (20) έτη ασφάλισης και να υπερβαίνει το ποσό που ισούται με το διπλάσιο αυτής, στο ύψος που διαμορφώνεται κάθε φορά. Για τους αυτοτελώς απασχολούμενους και τους ελεύθερους επαγγελματίες, η προσωρινή σύνταξη δεν μπορεί να είναι μικρότερη από την εκάστοτε εθνική σύνταξη που αντιστοιχεί σε είκοσι

(20) έτη ασφάλισης και μεγαλύτερη από το ποσό που ισούται με το ύψος της εθνικής σύνταξης πολλαπλασιαζόμενο επί δυόμισι φορές, στο ύψος που διαμορφώνεται κάθε φορά.

3.

Τα ανωτέρω ισχύουν στις περιπτώσεις αίτησης για πλήρη σύνταξη λόγω γήρατος. Σε περιπτώσεις αίτησης για μειωμένη σύνταξη λόγω γήρατος το ποσό της προσωρινής σύνταξης μειώνεται κατά ποσοστό 1/200 για κάθε μήνα που υπολείπεται από τη συμπλήρωση του ορίου ηλικίας που προβλέπεται για την πλήρη σύνταξη.

4.

Σε περίπτωση υποβολής αίτησης σύνταξης λόγω αναπηρίας, το ποσό της προσωρινής σύνταξης, στο ύψος που διαμορφώνεται κατά τα ανωτέρω, μειώνεται αντίστοιχα κατά τα ποσοστά που προβλέπονται στην παρ. 2 του άρθρου 27. Σε περίπτωση υποβολής αίτησης συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, η προσωρινή σύνταξη, όπως διαμορφώνεται με τις ανωτέρω διατάξεις, χορηγείται στους δικαιούχους σε ποσοστό 70%. Το ποσοστό αυτό επιμερίζεται μεταξύ των δικαιοδόχων, σύμφωνα με τα ποσοστά επιμερισμού της σύνταξης.

5.

Το ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται στον ασφαλισμένο με την προσωρινή σύνταξη συμψηφίζεται με το ποσό της σύνταξης που προκύπτει μετά την έκδοση της οριστικής πράξης απονομής της σύνταξης.

6.

Στην περίπτωση ασφαλισμένου με διαδοχικό χρόνο ασφάλισης στους εντασσόμενους στον Ε.Φ.Κ.Α. φορείς, τομείς, κλάδους και λογαριασμούς, η αίτηση για προσωρινή σύνταξη υποβάλλεται και εξετάζεται από τον Ε.Φ.Κ.Α., σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον παρόντα νόμο για την επαγγελματική δραστηριότητα στην οποία υπαγόταν ο ασφαλισμένος κατά την τελευταία χρονική περίοδο πριν από την αίτησή του. Αν για τον υπολογισμό του ποσού της προσωρινής σύνταξης, ο απαιτούμενος χρόνος ασφάλισης της παρ. 1 δεν επαρκεί, λόγω αλλαγής επαγγελματικής δραστηριότητας του ασφαλισμένου, λαμβάνεται υπόψη και διαδοχικά διανυθείς χρόνος ασφάλισης και καταβάλλεται ποσό προσωρινής σύνταξης, όπως προβλέπεται στο παρόν.

Το ανωτέρω ισχύει και στις περιπτώσεις διαδοχικά ασφαλισμένων που έχουν οφειλή μέχρι του ποσού που προβλέπεται από τις σχετικές διατάξεις.

7.

Η διάταξη για την έκδοση της προσωρινής σύνταξης δεν εφαρμόζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις: α) Όταν ο ασφαλισμένος με δήλωσή του δεν επιθυμεί την έκδοση προσωρινής σύνταξης.

β) Όταν δεν πληρούνται οι νόμιμες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης.

γ) Όταν για τη συνταξιοδότηση πρέπει να εφαρμοστούν οι Κανονισμοί 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας και 987/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΚ) αριθμ. 883/2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας, καθώς και οι διμερείς συμβάσεις κοινωνικής ασφάλειας, εκτός των περιπτώσεων που θεμελιώνεται αυτοτελές συνταξιοδοτικό δικαίωμα μόνο με τον χρόνο ασφάλισης σε ελληνικό ασφαλιστικό φορέα.

δ) Όταν δεν έχουν κατατεθεί τα απαραίτητα δικαιολογητικά.

ε) Όταν λαμβάνεται ταυτόχρονα και άλλη κύρια σύνταξη για την ίδια αιτία.

στ) Όταν είναι απαραίτητη η προηγούμενη αναγνώριση χρόνων ασφάλισης για θεμελίωση συνταξιοδοτικών προϋποθέσεων. Στην περίπτωση αυτή, ο λόγος θεωρείται ότι εκλείπει εφόσον, μετά από την υποβολή σχετικής αίτησης εκ μέρους του ενδιαφερομένου, εκδοθεί η απόφαση αναγνώρισης χρόνου ασφάλισης, ακόμα και αν η εξαγορά του χρόνου αυτού γίνει τμηματικά με παρακράτηση του σχετικού ποσού από τη σύνταξη του δικαιούχου.

ζ ) Όταν υπάρχουν οφειλές από ασφαλιστικές εισφορές ποσού που υπερβαίνει τα προβλεπόμενα από τις σχετικές διατάξεις ποσά.

η) Όταν παρέχεται εργασία για την οποία προβλέπεται αναστολή καταβολής της σύνταξης σύμφωνα με το άρθρο 20 του ν. 4387/2016.

Εάν μεταγενέστερα εκλείψουν οι λόγοι των περ. ζ ) και η), η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται από την πρώτη του επόμενου μήνα της υποβολής της σχετικής νέας αίτησης του ενδιαφερομένου.

8.

Για την έγκριση ή την απόρριψη του αιτήματος χορήγησης προσωρινής σύνταξης εκδίδεται απόφαση του αρμόδιου ασφαλιστικού οργάνου, εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης των δικαιολογητικών ή από την ημερομηνία οριστικοποίησης της κρίσης των υγειονομικών επιτροπών, αν η χορήγηση της σύνταξης συναρτάται με την εκτίμηση του βαθμού αναπηρίας του ασφαλισμένου.

Η απόφαση του προηγούμενου εδαφίου δεν υπόκειται σε προσφυγή.

9.

Η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται κατ’ απόλυτη προτεραιότητα στους δικαιούχους που είναι άτομα με αναπηρία, με χρόνιες παθήσεις και στους γονείς και νόμιμους κηδεμόνες που προστατεύουν άτομα με αναπηρία ή για όσους συνταξιοδοτούνται με βάση τις διατάξεις του ν. 612/1977 είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές και ισχύουν κάθε φορά, ή με βάση τις διατάξεις που αναφέρονται στα πρόσωπα του τετάρτου εδαφίου της περ. α΄ της παρ. 1 των άρθρων 1 και 26 του π.δ. 169/2007 (Α΄ 210) είτε με βάση τις διατάξεις που παραπέμπουν σε αυτές, όπως ισχύουν κάθε φορά.

10.

Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται και σε περιπτώσεις ασφαλισμένων που έχουν υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης από τη 13η.5.2016 και εφεξής και τους έχει ήδη χορηγηθεί προσωρινή σύνταξη, εφόσον δεν έχει χορηγηθεί οριστική, καθώς και σε απασχολούμενους συνταξιούχους που δεν δικαιούνταν προσωρινή σύνταξη πριν από την έναρξη εφαρμογής του παρόντος.

Η καταβολή της διαφοράς από την εφαρμογή των διατάξεων των περ. α) και β) της παρ. 1, καθώς και των παρ. 3 και παρ. 4, καταβάλλεται αναδρομικά στους δικαιούχους.

11.

Εάν, μετά από τον έλεγχο των δικαιολογητικών για την έκδοση της οριστικής απόφασης απονομής της σύνταξης, διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης ή ότι τα στοιχεία που αναφέρονται στην αίτηση και στην υπεύθυνη δήλωση του ασφαλισμένου είναι ανακριβή, τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά συντάξεων αναζητούνται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις περί επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών.

12.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζονται η διαδικασία, ο τρόπος και κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την καταβολή της διαφοράς στις ήδη χορηγηθείσες προσωρινές συντάξεις για τις οποίες δεν έχει εκδοθεί οριστική απόφαση συνταξιοδότησης, η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος στις εκκρεμείς κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος αιτήσεις χορήγησης προσωρινής σύνταξης, καθώς και κάθε άλλο ειδικότερο ζήτημα για την εφαρμογή του παρόντος.».

Άρθρο 116 Ρυθμίσεις για την προσωρινή σύνταξη σε περίπτωση ηλεκτρονικής υποβολής

Οι παρ. 1, 2α, 7 και 8 του άρθρου 29Α του ν. 4387/2016 (Α΄ 85) τροποποιούνται και προστίθεται παρ. 9. Το άρθρο 29Α του ν. 4387/2016 διαμορφώνεται ως εξής:

«Άρθρο 29Α Προσωρινή σύνταξη για αιτήσεις που υποβάλλονται ηλεκτρονικά

1.

Οι ασφαλισμένοι οι οποίοι υποβάλλουν ηλεκτρονικά στον Ε.Φ.Κ.Α. αίτηση συνταξιοδότησης, δικαιούνται προσωρινή σύνταξη από την πρώτη του επόμενου της ημερομηνίας κατάθεσης της αίτησης συνταξιοδότησης μήνα, μέχρι το τέλος του μήνα έκδοσης της οριστικής απόφασης, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις επόμενες παραγράφους.

2.

α) Η προσωρινή σύνταξη λόγω γήρατος υπολογίζεται στο 80% του ποσού της οριστικής σύνταξης, όπως διαμορφώνεται σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4387/2016 (Α΄ 85). Στην περίπτωση χορήγησης μειωμένης σύνταξης λόγω γήρατος, το ποσό που υπολογίζεται κατά το προηγούμενο εδάφιο μειώνεται αντίστοιχα προς το ποσοστό μείωσης που προβλέπεται από τις οικείες διατάξεις για κάθε μήνα που υπολείπεται της συμπλήρωσης του ορίου ηλικίας για τη χορήγηση πλήρους σύνταξης. Στην περίπτωση χορήγησης σύνταξης σε όσους έχουν υποβάλει αίτηση συνταξιοδότησης και οποίοι έχουν ήδη αναλάβει ή αναλαμβάνουν από της δημοσιεύσεως του νόμου εργασία και δικαιούνται σύνταξη, καταβάλλεται προσωρινή σύνταξη από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και εφεξής μειωμένη κατά ποσοστό 30% για όσο χρονικό διάστημα απασχολούνται ή διατηρούν την ιδιότητα ή τη δραστηριότητά τους αυτή.

β) Οι ασφαλισμένοι που υποβάλλουν αίτηση συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας δικαιούνται προσωρινή σύνταξη, η οποία διαμορφώνεται σύμφωνα με την περ. α΄ της παρούσας παραγράφου σε συνδυασμό με το πρώτο εδάφιο της περ. α) της παρ. 2 του άρθρου 27 και την παρ. 2 του άρθρου 31 του ν. 4387/2016.

γ) Σε περίπτωση υποβολής αίτησης συνταξιοδότησης λόγω θανάτου, η προσωρινή σύνταξη, όπως διαμορφώνεται με τις ανωτέρω διατάξεις, χορηγείται σε ποσοστό 80% εφόσον συμμετέχουν στην απονομή και τα τέκνα και χορηγείται στους δικαιοδόχους σύμφωνα με το άρθρο 12 του ν. 4387/2016. Το ποσοστό αυτό επιμερίζεται μεταξύ των δικαιοδόχων, σύμφωνα με τα ποσοστά επιμερισμού της σύνταξης. Σε διαφορετική περίπτωση, η προσωρινή σύνταξη ανέρχεται σε ποσοστό 70%. Το ποσό που θα προκύψει σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο δεν μπορεί να υπολείπεται του ποσού που αντιστοιχεί στην εθνική σύνταξη που χορηγείται για δεκαπέντε (15) έτη ασφάλισης, σύμφωνα με την παρ. 6 του άρθρου 7 του ν. 4387/2016.

3.

Για την έγκριση ή την απόρριψη του αιτήματος χορήγησης προσωρινής σύνταξης εκδίδεται απόφαση του αρμόδιου ασφαλιστικού οργάνου, εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία κατάθεσης των δικαιολογητικών της παραγράφου 4 ή και από την ημερομηνία οριστικοποίησης της κρίσης των υγειονομικών επιτροπών, αν η χορήγηση της σύνταξης συναρτάται με την εκτίμηση του βαθμού αναπηρίας του ασφαλισμένου. Η απόφαση του προηγούμενου εδαφίου δεν υπόκειται σε προσφυγή,

4.

Η προσωρινή σύνταξη χορηγείται εφόσον ο αιτών:

α) έχει συμπληρώσει στην ηλεκτρονική αίτηση συνταξιοδότησης όλα τα πεδία που είναι απαραίτητα για τον υπολογισμό της σύνταξης σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4387/2016,

β) έχει συνυποβάλει υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν. 1599/1986 (Α΄ 75) ειδικά ως προς την ακρίβεια του χρόνου ασφάλισης και των αποδοχών ή του εισοδήματος που δηλώνει στην αίτηση συνταξιοδότησης, καθώς και ότι πληροί τόσο τις προϋποθέσεις χορήγησης της προσωρινής σύνταξης του άρθρου αυτού όσο και τις προϋποθέσεις χορήγησης της οριστικής σύνταξης.

Ασφαλισμένος με διαδοχικό χρόνο ασφάλισης, πλέον των ανωτέρω, οφείλει να δηλώσει αναλυτικά τα Ταμεία, στα οποία ασφαλίστηκε διαδοχικά, τον χρόνο ασφάλισης ανά ενταχθέν Ταμείο και συνολικά, τις αντίστοιχες αποδοχές/εισόδημα, τον τυχόν χρόνο παράλληλης ασφάλισής του, το Ταμείο στο οποίο έχει τυχόν οφειλές, καθώς και το αντίστοιχο ποσό, σύμφωνα με την υπουργική απόφαση Φ.1500/οικ.9696/195/8.8.2014 (Β΄ 2441).

Ασφαλισμένος για τον οποίο είναι απαραίτητος ο έλεγχος καταβολής των εισφορών, θα πρέπει να καταθέσει επιπλέον υπηρεσιακό σημείωμα του αρμόδιου τμήματος εισφορών σχετικά με τις τυχόν οφειλόμενες εισφορές κατά τον μήνα κατάθεσης της αίτησης συνταξιοδότησης.

5.

Το ποσό της σύνταξης που καταβάλλεται στον ασφαλισμένο σύμφωνα με τις προηγούμενες παραγράφους συμψηφίζεται με το ποσό της σύνταξης που καθορίζεται στην οριστική απόφαση απονομής της σύνταξης.

6.

Εάν, μετά τον έλεγχο των δικαιολογητικών για την έκδοση της οριστικής απόφασης απονομής της σύνταξης, διαπιστωθεί ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης ή ότι τα στοιχεία που αναφέρονται στην αίτηση και στην υπεύθυνη δήλωση του ασφαλισμένου είναι ανακριβή, τα αχρεωστήτως καταβληθέντα ποσά συντάξεων αναζητούνται σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις περί επιστροφής αχρεωστήτως καταβληθεισών παροχών.

7.

Το παρόν άρθρο δεν εφαρμόζεται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

α) Όταν η αίτηση συνταξιοδότησης δεν υποβάλλεται ηλεκτρονικά.

β) Όταν για τη συνταξιοδότηση πρέπει να εφαρμοστούν οι Κανονισμοί 883/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 29ης Απριλίου 2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας και 987/2009 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 16ης Σεπτεμβρίου 2009, για καθορισμό της διαδικασίας εφαρμογής του Κανονισμού (ΕΚ) 883/2004 για τον συντονισμό των συστημάτων κοινωνικής ασφάλειας, καθώς και οι διμερείς συμβάσεις κοινωνικής ασφάλειας, εκτός των περιπτώσεων που θεμελιώνεται αυτοτελές συνταξιοδοτικό δικαίωμα μόνο με τον χρόνο ασφάλισης σε ελληνικό ασφαλιστικό φορέα.

γ) Όταν χορηγείται ήδη προσωρινή ή οριστική σύνταξη για την ίδια αιτία.

δ) Όταν είναι απαραίτητη η αναγνώριση χρόνων ασφάλισης για θεμελίωση του δικαιώματος συνταξιοδότησης. Εφόσον, όμως, μετά από την υποβολή σχετικής αίτησης εκ μέρους του ενδιαφερομένου, εκδοθεί η απόφαση αναγνώρισης χρόνου ασφάλισης, ακόμα και αν η εξαγορά του χρόνου αυτού γίνει τμηματικά με παρακράτηση του σχετικού ποσού από τη σύνταξη του δικαιούχου, είναι επιτρεπτό να χορηγηθεί προσωρινή σύνταξη από την αρχική αίτηση, όχι όμως πριν από την ημερομηνία που ορίζεται στην παρ. 1.

ε) Όταν υπάρχουν οφειλές από ασφαλιστικές εισφορές, το ποσό των οποίων υπερβαίνει τα προβλεπόμενα από τις σχετικές διατάξεις ποσά. Αν μεταγενέστερα εκλείψει ο λόγος αυτός, η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται από την ημερομηνία που ορίζεται στην παρ. 1.

στ) Όταν παρέχεται εργασία για την οποία προβλέπεται αναστολή καταβολής της σύνταξης σύμφωνα με το άρθρο 20 του ν. 4387/2016.

Εάν μεταγενέστερα εκλείψουν οι λόγοι των περ. ε) και στ), η προσωρινή σύνταξη καταβάλλεται από την πρώτη του επόμενου μήνα υποβολής σχετικής νέας αίτησης του ενδιαφερομένου.

8.

Για τους ασφαλισμένους οι οποίοι κατέθεσαν στον e-Ε.Φ.Κ.Α. έντυπη αίτηση συνταξιοδότησης ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 29 του ν. 4387/2016 όπως έχουν τροποποιηθεί.

9.

Με απόφαση του Υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων καθορίζονται η διαδικασία χορήγησης προσωρινής σύνταξης στους ασφαλισμένους που δεν δικαιούνταν προσωρινή σύνταξη πριν την εφαρμογή του τρίτου εδαφίου της περ. α) της παρ. 2, η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος στις εκκρεμείς κατά την ημερομηνία δημοσίευσης του παρόντος αιτήσεις χορήγησης προσωρινής σύνταξης και κάθε άλλη αναγκαία λεπτομέρεια.».