Δευτέρα 12 Αυγούστου 2019

Έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη για την εφαρμογή της Σύμβασης του ΟΗΕ για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία (ΜΕΡΟΣ Γ)


 

Έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη για την εφαρμογή της Σύμβασης του ΟΗΕ για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία (ΜΕΡΟΣ Γ)

Έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη

(αρ.72 ν. 4488/2017) για την εφαρμογή της Σύμβασης του ΟΗΕ για τα δικαιώματα των ατόμων με αναπηρία-Ιούλιος 2019 (ΜΕΡΟΣ Γ)

▌ Άρθρο 11

Καταστάσεις κινδύνου και ανθρωπιστικών κρίσεων

Κατά τη διάρκεια της προσφυγικής κρίσης του 2015, ένα εκατομμύριο άνθρωποι διέσχισαν τα ελληνικά σύνορα, δημιουργώντας έκτακτες ανθρωπιστικές ανάγκες, μεταξύ αυτών και άτομα με αναπηρία, κυρίως στα νησιά του Αιγαίου που δέχτηκαν μαζικές εισροές πληθυσμών. Η Κοινή Δήλωση ΕΕ-Τουρκίας της 18.3.2016 και η δημιουργία hotspots, σε πέντε

(5) νησιά (Λέσβο, Χίο, Σάμο, Κω και Λέρο) το πρώτο εξάμηνο του 2016, οδήγησε σε έναν σταθερό πληθυσμό αιτούντων άσυλο (περίπου 15.000 άτομα σήμερα) που τελούν σε γεωγραφικό περιορισμό στα νησιά αυτά μέχρι την εξέταση της αίτησής τους.

Η νομοθεσία περιέχει ειδική μέριμνα για τον εντοπισμό και την προστασία των ατόμων με αναπηρία κατά την είσοδο και την εξέταση του αιτήματος ασύλου τους, ως εξής:

► Το άρθρ.14 παρ.8 Ν.4375/2016 περίπτωση (β) περιλαμβάνει στις ευάλωτες

ομάδες «τα άτομα που έχουν αναπηρία ή πάσχουν από ανίατη ή σοβαρή

ασθένεια».

► Το ίδιο άρθρο προβλέπει ότι ο Διοικητής του Κέντρου, ύστερα από σχετική

εισήγηση του κλιμακίου ιατρικού ελέγχου και ψυχοκοινωνικής στήριξης

παραπέμπει τα πρόσωπα που ανήκουν σε ευάλωτες ομάδες στον αρμόδιο

φορέα κοινωνικής στήριξης ή προστασίας.

► Το άρθρ.60 παρ.4 περ.στ΄ του Ν.4375/2016 εξαιρεί τα ευάλωτα άτομα από τις ειδικές διαδικασίες εξέτασης ασύλου στα σύνορα. Κατά την εφαρμογή, ωστόσο, της νομοθεσίας αυτής, από τις αναφορές που δέχεται ο Συνήγορος του Πολίτη προκύπτει ότι υφίστανται διάφορα προβλήματα στην πράξη, που

αφορούν, ιδίως:

► την ανεπάρκεια ή και πλήρη έλλειψη κατάλληλων προνοιακών δομών για την κοινωνική στήριξη των ατόμων αυτών,

► τις καθυστερήσεις των γνωματεύσεων περί ευαλωτότητας του κλιμακίου ιατρικού ελέγχου και ψυχοκοινωνικής στήριξης, καθυστερήσεις οι οποίες έχουν ως συνέπεια τη μη παραπομπή ευάλωτων ατόμων στην κανονική διαδικασία του ασύλου στην ενδοχώρα,

► τη διαβίωση σε συχνά ακατάλληλες συνθήκες υποδοχής στα νησιά ατόμων με σοβαρά προβλήματα υγείας που η παραμονή τους στο νησί όχι απλώς δεν

εγγυάται την κατάλληλη μεταχείριση και παρακολούθησή τους, αλλά αντιθέτως την αποκλείει, λόγω μη ύπαρξης κατάλληλων δομών ή και λόγω των

βεβαρημένων συνθηκών διαβίωσης στα ΚΥΤ. Στις περιπτώσεις αυτές ο

Συνήγορος ζητά από τη διοίκηση, εφόσον θεωρεί μη ενδεδειγμένη την άρση του γεωγραφικού περιορισμού, να αιτιολογήσει σε ποιόν ακριβώς κατάλληλο φορέα κοινωνικής ή ιατρικής στήριξης και προστασίας στο νησί θα μπορούσε να ενταχθεί ο αιτών. Το νομοθετικό πλαίσιο για τις απαιτήσεις υποδοχής αιτούντων διεθνή προστασία (ν. 4540/2018) αποτελεί την καθυστερημένη προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας προς τις διατάξεις της Οδηγίας 2013/33/ΕΕ (αναδιατύπωση 29.6.13). Ο Συνήγορος υπέβαλε αναλυτικές παρατηρήσεις για το σχέδιο νόμου στο αρμόδιο Υπουργείο και στη Βουλή των

Ελλήνων. Ο νόμος προβλέπει ειδικές συνθήκες υποδοχής, χωρίς να τις εξειδικεύει, για ευάλωτα πρόσωπα όπως «τα άτομα με αναπηρία, διανοητική

διαταραχή, ανίατη ή σοβαρή ασθένεια» και τα θύματα βασανιστηρίων. Αναμένεται η εφαρμογή του στην πράξη.

 

▌Άρθρο 12

Ισότητα ενώπιον του νόμου

Η απαίτηση ίσης μεταχείρισης διατρέχει το σύνολο των δικαιωμάτων των ΑμεΑ. Στο πλαίσιο αυτό, η ισότητα ενώπιον του νόμου προσλαμβάνει ειδικό βάρος για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων και των έννομων συμφερόντων τους. Ωστόσο, σοβαρά ζητήματα έχουν διαπιστωθεί από τον Συνήγορο και σχετίζονται με την αμφισβήτηση της δικαιοπρακτικής ικανότητας των ΑμεΑ. Έτσι, απλές διαδικαστικές ενέργειες, όπως η κατάθεση μιας αίτησης ή η είσπραξη χρηματικού ποσού, μέσω τρίτων, εξουσιοδοτημένων προσώπων, συχνά δημιουργούν ανυπέρβλητα προβλήματα. Έχει διαπιστωθεί ότι οι αρμόδιες υπηρεσίες ενίοτε, είτε αμφισβητούν τη δικαιοπρακτική ικανότητα των ατόμων με αναπηρία ή δεν παρέχουν την οφειλόμενη υποστήριξη για τη διευκόλυνση άσκησης των δικαιωμάτων τους, καθώς λείπουν σαφείς διοικητικές οδηγίες και ειδική ενημέρωση. Έτσι, η διάρκεια ισχύος των πληρεξουσίων εγγράφων, η έλλειψη άλλων τυπικών στοιχείων στα έγγραφα εξουσιοδότησης ή πληρεξουσιότητας καταλήγουν να αποκλείουν την πρόσβαση στα δικαιούμενα ωφελήματα, ενώ η αντιμετώπιση των ενδιαφερομένων δεν γίνεται με ενιαίο τρόπο από όλες τις υπηρεσίες. Ειδικά στο πεδίο των ψυχικών παθήσεων, η συχνά διαπιστούμενη τάση αμφισβήτησης της δικαιοπρακτικής ικανότητας ή η παραπομπή σε διαδικασίες άρσης της από ένα διοικητικό όργανο με μόνη τη διάγνωση νόσου ή ψυχιατρικής διαταραχής, αντιβαίνει στον σεβασμό από την έννομη τάξη, της ικανότητας του ατόμου να είναι υποκείμενο δικαίου, της ίδιας της ανθρώπινης αξίας και της συνταγματικά κατοχυρωμένης αρχής της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας. Επίσης, παραβιάζει το άρθρο 12 της Σύμβασης, καθώς έρχεται σε αντίθεση με την πρόβλεψη του για ενέργειες εξασφάλισης της ισότιμης άσκησης των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρίες (ν.4074/2012), και της ενίσχυσης της αυτονομίας τους με την εισαγωγή βοηθητικών μηχανισμών και διεργασιών. Λόγω της σοβαρής οικονομικής κρίσης, έρχονται συχνά σε γνώση του Συνηγόρου του Πολίτη περιπτώσεις ατόμων με αναπηρίες, τα οποία δεν έχουν πρόσβαση σε κοινωνικές παροχές και στερούνται δικαιώματα, διότι οι συγγενείς τους αδυνατούν να προβούν στο κόστος των δικαστικών ενεργειών που απαιτούνται ώστε να εξασφαλιστεί η νομότυπη εκπροσώπησή τους. Στο παρελθόν, οι αρμόδιες προνοιακές υπηρεσίες όριζαν έναν υπεύθυνο είσπραξης κοινωνικών παροχών και είχαν την ευχέρεια να ελέγξουν και να παρακολουθήσουν τις πραγματικές συνθήκες διαβίωσης των ενδιαφερομένων. Το σύστημα αυτό δεν εφαρμόζεται πλέον, με την επίκληση περιστατικών εκμετάλλευσης ατόμων με αναπηρία από τρίτους,

αλλά και την έλλειψη επαρκούς προσωπικού. Με το άρθρο 40 του Α.Ν. 1846/1951, παρ. 9, όπως συμπληρώθηκε με τον Ν. 4476/1965 (άρθρο 15 παρ. 3), προβλέπεται ορισμός προσωρινού διαχειριστή ασφαλιστικών δικαιωμάτων για εκείνους τους δικαιούχους παροχών που αδυνατούν ή κωλύονται να

διεκπεραιώσουν τις ασφαλιστικές τους υποθέσεις από ειδική επιτροπή του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, μέτρο που έχει υιοθετήσει επιτυχημένα ο πρώην ΟΓΑ. Ο Συνήγορος έχει προτείνει να επικαιροποιηθεί η ρύθμιση αυτή και να προκριθεί, έναντι της δικαστικής συμπαράστασης σε όλους τους τομείς του Ενιαίου Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) και ενδεχομένως στην Κοινωνική Πρόνοια, καθώς είναι πολύ πιο ευέλικτη και ευχερέστερα προσαρμόσιμη διαδικασία. Επιπλέον, τελεί σε αρμονία με τη Σύμβαση και το άρθρο 12, καθώς επιφέρει μικρότερο πλήγμα στην αυτονομία των ατόμων με αναπηρία από τη θέση τους σε δικαστική συμπαράσταση, που συχνά είναι πλήρως στερητική, και απαιτεί τη διενέργεια μιας δυσχερούς και ενίοτε προσβλητικής για την αξιοπρέπεια του ατόμου διαδικασίας.

 

▌ Άρθρο 13

Πρόσβαση στη δικαιοσύνη

Η ειδική μέριμνα για την πρόσβαση των ΑμεΑ στην παροχή νομικών πληροφοριών και υπηρεσιών, είναι απολύτως αναγκαία για τη διασφάλιση του δικαιώματος πραγματικής πρόσβασης στη δικαιοσύνη. Πέρα από την ως άνω αναγκαία προϋπόθεση, εκείνο που επίσης πρέπει να διασφαλίζεται είναι η ελεύθερη και ευχερής πρόσβαση στον φυσικό χώρο των δικαστηρίων. Ωστόσο, σε ενδεικτικές αυτοψίες που πραγματοποίησε ο Συνήγορος του Πολίτη, διαπίστωσε ότι πολλά δικαστικά κτίρια δεν παρέχουν πλήρη ή ευχερή πρόσβαση στις κτιριακές τους εγκαταστάσεις ή στο περιβάλλοντα χώρο, λόγω ελλιπούς σήμανσης, κακού αρχικού σχεδιασμού, ή ελλιπούς προσαρμογής παλαιών κτιρίων, η παράνομης στάθμευσης αυτοκινήτων σε σημεία διέλευσης ΑμεΑ. Αντιστοίχως, η εσωτερική «σκηνική» διαρρύθμιση και διάταξη στις δικαστικές αίθουσες καθιστούν δυσχερή ή ακόμη και απαγορευτική την πρόσβαση, ιδίως σε άτομα με κινητικά προβλήματα ή προβλήματα όρασης. Η δυσχέρεια αυτή, αφορά όλους τους συμμετέχοντες στις δικαστικές διαδικασίες,

συμπεριλαμβανομένων και των ίδιων των δικαστών και των δικαστικών υπαλλήλων με αναπηρία.

 

▌ Άρθρο 14

Ελευθερία και ασφάλεια του ατόμου

Με δεδομένη την πρόβλεψη της Σύμβασης ότι τα άτομα με αναπηρία δεν στερούνται παράνομα, αυθαίρετα ή επί τη βάσει της αναπηρίας την ελευθερία τους, καθώς και ότι τα άτομα που στερούνται την ελευθερία τους δικαιούνται εγγυήσεις σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο ανθρωπίνων δικαιωμάτων, παραμένουν επίκαιρες οι εξής επισημάνσεις του Συνηγόρου σχετικά με την εφαρμογή της νομοθεσίας για την ακούσια νοσηλεία των ψυχικά ασθενών (ν. 2071/1992)19:

i. Η απαίτηση του νόμου για αιτιολογημένες γνωματεύσεις από τους ψυχιάτρους πρέπει να τηρείται και να προκύπτει εξατομικευμένη εκτίμηση περί της ικανότητας του ασθενούς να κρίνει για την κατάσταση της υγείας του.

ii. Στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, ο ασθενής δεν παρίσταται στη δίκη, ενώ το διατακτικό των δικαστικών αποφάσεων στηρίζεται στις αρχικές συνοπτικές γνωματεύσεις που έγιναν κατά την εισαγωγή του ασθενούς και όχι σε νεώτερη εκτίμηση της κατάστασης της υγείας του.

iii. Δεν προκύπτει με βεβαιότητα ότι οι ασθενείς ενημερώνονται επαρκώς για τα δικαιώματά τους κατά την παραμονή τους στη μονάδα ψυχικής υγείας και, ειδικότερα, για το δικαίωμά τους να ασκήσουν ένδικο μέσο. Επιπλέον, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, οι φάκελοι των ασθενών δεν ενημερώνονται με την κλήση για δίκη και τη δικαστική απόφαση περί εγκλεισμού.

iv. Διαπιστώνεται, τουλάχιστον στα μεγάλα αστικά κέντρα, υπέρβαση των προθεσμιών που θέτει ο νόμος τόσο για τον ορισμό δικασίμου όσο και για τη δημοσίευση της απόφασης, γεγονός που σημαίνει ότι στην πράξη αναιρείται η βασική επιδίωξη του νόμου, δηλαδή ο δικαστικός έλεγχος του ακούσιου εγκλεισμού των ψυχικά ασθενών. Με δεδομένο ότι δεν νομιμοποιείται η περαιτέρω παραμονή στη μονάδα ψυχικής υγείας του φερόμενου ως ασθενούς με μόνη την εισαγγελική παραγγελία, χωρίς την έκδοση, δικαστικής απόφασης εντός των προθεσμιών που θέτει ο νόμος, καθώς και τη συχνότητα ακούσιων εγκλεισμών στη χώρα, αλλά και τη μεγάλη διάρκεια αυτών, ο Συνήγορος συνεχίζει να παρακολουθεί το ζήτημα, υπό το πρίσμα πλέον και του άρθρου 14 της Σύμβασης για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες. Με το ν.4509/2017 «Μέτρα θεραπείας ατόμων που απαλλάσσονται από την ποινή λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής και άλλες διατάξεις»τροποποιήθηκαν τα άρθρα 69 και 70 του Ποινικού Κώδικα σχετικά με την επιβολή και διάρκεια του μέτρου ασφαλείας του θεραπευτικού εγκλεισμού σε ακαταλόγιστους δράστες, το οποίο είχε επικριθεί δριμύτατα ως αντίθετο με το Σύνταγμα, με αποφάσεις οργάνων του ΟΗΕ, του Συμβουλίου της Ευρώπης και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου. Με τον ίδιο νόμο,

καταργήθηκαν τα παρωχημένα άρθρα 38-41 ΠΚ, που προέβλεπαν την επιβολή της ποινής του εγκλεισμού σε ψυχιατρικό κατάστημα για δράστες μειωμένου καταλογισμού που κρίνονταν επικίνδυνοι για τη δημόσια ασφάλεια, ενώ επήλθαν και οι αναγκαίες τροποποιήσεις στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Στο νέο νόμο ελήφθησαν υπόψη οι παρατηρήσεις του Συνηγόρου του Πολίτη σχετικά με την αντίφαση μεταξύ φυλακτικής και θεραπευτικής αντιμετώπισης των αδικοπραγούντων ψυχικά πασχόντων και υιοθετήθηκαν μέτρα που υπηρετούν τους θεραπευτικούς σκοπούς.

 

▌ Άρθρο 15

Απαλλαγή από βασανιστήρια ή σκληρή, απάνθρωπη, ή ταπεινωτική μεταχείριση ή τιμωρία

Το 2018, ο Συνήγορος, αξιοποιώντας και την ειδική του αρμοδιότητα ως εθνικός μηχανισμός πρόληψης βασανιστηρίων και της κακομεταχείρισης, πέραν αυτής για την προαγωγή και προστασία των δικαιωμάτων των παιδιών, διενήργησε αυτοψία στο Παράρτημα ΑμεΑ Λεχαινών του Κέντρου Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας. Ο Συνήγορος, παρακολουθεί ήδη από το 2011 το θέμα και στο παρελθόν είχε επισημάνει παραβιάσεις δικαιωμάτων των περιθαλπόμενων και σοβαρές ελλείψεις στους τομείς της φροντίδας και περίθαλψης. Στην τελευταία επίσκεψη του, δόθηκε εικόνα σημαντικής βελτίωσης στο Ίδρυμα. Συγκεκριμένα, δεν παρατηρούνται μηχανικές καθηλώσεις (με ιμάντες), έχει ελαχιστοποιηθεί η χρήση κουβουκλίων, αλλά και η φαρμακευτική καταστολή. Οι αλλαγές οφείλονται ιδίως σε εφαρμογή πιλοτικού προγράμματος παρέμβασης προς την κατεύθυνση της αποϊδρυματοποίησης, από το ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού (ΙΥΠ) με την τεχνική υποστήριξη του διεθνούς μη κερδοσκοπικού βρετανικού οργανισμού Lumos, κατόπιν πρότασης του Κέντρου Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας, με την υποστήριξη του Υπουργείου Εργασίας (2016). Ήδη απασχολείται συντονίστρια θεραπευτικής ομάδας παρέμβασης ΙΥΠ/Lumos υπό την ευθύνη του ΙΥΠ που παρακολουθεί το πρόγραμμα, καθώς και εθελοντές, οι οποίοι παρέχουν δραστηριότητες. Σε συνέχεια αυτής της προσπάθειας, εκδόθηκε η ΚΥΑ 60135/1579/27.12.2017 για το Πρόγραμμα «Αποϊδρυματοποίηση ατόμων με αναπηρία», στην οποία προβλέπεται η μεταστέγαση των φιλοξενούμενων και η διαβίωσή τους σε ασφαλή και υποστηρικτική δομή ή σε δομή οικογενειακού τύπου ή επιστροφή στην οικογένεια με ταυτόχρονη οικονομική υποστήριξη. Σημειώνεται ότι το πιλοτικό πρόγραμμα έχει περιορισμένη χρονική διάρκεια, ενώ εκκρεμεί η εφαρμογή της υπουργικής απόφασης, με συνέπεια να δημιουργείται ανησυχία για πιθανή επαναφορά των φιλοξενούμενων στην προγενέστερη κατάσταση.

Όσον αφορά τη μεταχείριση των προσώπων που στερούνται την ελευθερία τους, ο Σωφρονιστικός Κώδικας προβλέπει ότι η μεταχείριση των κρατουμένων πρέπει να διασφαλίζει τον σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και να ενισχύει τον αυτοσεβασμό τους (άρθρο 2 του ν. 2776/1999). Επιτάσσει δε, ειδική μεταχείριση κρατουμένων όταν αυτή δικαιολογείται από τη νομική ή πραγματική κατάστασή τους, όπως για τα άτομα με αναπηρία, εφόσον γίνεται υπέρ του κρατουμένου και προς εξυπηρέτηση των ειδικών αναγκών της κατάστασης τους. Επίσης, σύμφωνα με το άρθρο 4 του ίδιου Κώδικα (Δικαιώματα των κρατουμένων) κατά την εκτέλεση της ποινής δεν περιορίζεται κανένα άλλο ατομικό δικαίωμα των κρατουμένων εκτός από το δικαίωμα στην προσωπική ελευθερία (παρ. 1) και αυτοί δεν εμποδίζονται, λόγω της κράτησής τους, στην ελεύθερη ανάπτυξη της

προσωπικότητάς τους και την άσκηση των δικαιωμάτων που τους αναγνωρίζει ο νόμος, αυτοπροσώπως ή με αντιπρόσωπο (παρ. 2). Σε Πόρισμα του σχετικά με τις «Συνθήκες Κράτησης Ατόμων με Αναπηρία» (2011) ο Συνήγορος διαπίστωσε απουσία κρατικής μέριμνας για την ειδική μεταχείριση των κρατουμένων στα σωφρονιστικά καταστήματα που παρουσιάζουν αδυναμία αυτοεξυπηρέτησης, οι οποίοι απλώς παρακολουθούνται τακτικά από το ιατρείο του καταστήματος και βασίζονται στην εθελοντική παροχή βοήθειας από συγκρατούμενους τους για τη διεκπεραίωση των καθημερινών τους αναγκών. Ζητήματα προκύπτουν επίσης και σε σχέση με την φαρμακευτική περίθαλψη και τη διεξαγωγή κλινικών και παρακλινικών εξετάσεων που απαιτεί η κατάσταση της υγείας τους. Η υποχρέωση λήψης ειδικών μέτρων για τους κρατούμενους με αναπηρία και οι νομικές συνέπειες της παραβίασής της, καταγράφονται αναλυτικά στη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (Ε66Α)24.Ο Συνήγορος από την πλευρά του τονίζει ότι επιβάλλεται η λήψη μέτρων εντός του σωφρονιστικού καταστήματος για τους κρατούμενους με σωματική αναπηρία, ανάλογα με τον βαθμό αυτής, με διαμόρφωση των κατάλληλων συνθηκών στο σωφρονιστικό κατάστημα για την κάλυψη βασικών αναγκών διαβίωσης και περίθαλψης (ειδικές τουαλέτες στα κελιά, ειδικοί όροι επισκεπτηρίου, ευχερής πρόσβαση στο ιατρείο). Επιπλέον, σε περίπτωση που η αναπηρία συνεπάγεται αδυναμία

αυτοεξυπηρέτησης, είναι επιτακτική η λήψη επιπλέον μέτρων για την κάλυψη των εξατομικευμένων καθημερινών αναγκών που απορρέουν από την αδυναμία αυτή και δεν μπορούν να ικανοποιηθούν με άλλο τρόπο. Τα παραπάνω έχουν επιβεβαιωθεί και στις εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Πρόληψης Βασανιστηρίων (CPT), έπειτα από επαναληπτικές επισκέψεις της (2005, 2007, 2009) στις ελληνικές φυλακές και ειδικότερα στο Κατάστημα Κράτησης Κορυδαλλού. Κάποιες από τις προτάσεις της Αρχής για τους κρατούμενους που είναι άτομα με αναπηρία έχουν γίνει δεκτές (π.χ. ν. 4274/2014 για την επιβολή προσωρινής κράτησης, για τα άτομα με αναπηρία άνω του 67%, μόνο ως έσχατο μέσο, με απολύτως εξατομικευμένη αιτιολογία, ν. 4322/2015 με τον οποίο ρυθμίσθηκαν θέματα που αφορούν, την επιεικέστερη μεταχείριση μεταξύ άλλων, ΑμεΑ κρατουμένων, δυνατότητα υφ’ όρον απόλυσης σε όλες τις κατηγορίες ΑμεΑ και κατ’ οίκον έκτιση της ποινής υπό προϋποθέσεις). Οι κρατούμενοι με αναπηρία, αν και αντιμετωπίζουν σημαντικές δυσκολίες στη συμμετοχή τους στην εργασιακή και κοινωνική ζωή της φυλακής, λόγω και του μάλλον περιορισμένου αριθμού τους (δεν υπάρχει ακριβής αριθμός), δεν έχουν καταγραφεί ως ειδική κατηγορία και δεν φαίνεται να λαμβάνονται ιδιαίτερα υπόψη στην οργάνωση και δομή των σωφρονιστικών καταστημάτων και τη διαμόρφωση της μεταχείρισης των κρατουμένων. Η Αρχή προτείνει τη δημιουργία, στο πλαίσιο των λειτουργούντων σωφρονιστικών καταστημάτων, ειδικής δομής με εκπαιδευμένο προσωπικό για την εξυπηρέτηση των καθημερινών αναγκών κρατουμένων με αδυναμία αυτοεξυπηρέτησης. Επίσης, την κατοχύρωσή τους στον Σωφρονιστικό Κώδικα ως ειδική κατηγορία, όπως οι γυναίκες και οι ανήλικοι, και τη θεσμοθέτηση ρητής υποχρέωσης ειδικής μέριμνας γι’ αυτούς. Στο πλαίσιο της ακούσιας νοσηλείας, η μεταφορά των ψυχικά ασθενών προς τη μονάδα ψυχικής υγείας από ένστολους αστυνομικούς, με περιπολικό όχημα αντί για ασθενοφόρο, ορισμένες φορές δε, με δέσμευσή τους με χειροπέδες, παραμένει ένα σημαντικό πρόβλημα. Στη διαπίστωση αυτή προέβη εκ νέου και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων και της Απάνθρωπης Μεταχείρισης (CPT/Inf (2019) 4, paragraph 56), σύμφωνα με την οποία, η αστυνομία δεν είναι η κατάλληλη υπηρεσία για τη μεταφορά ασθενούς σε ψυχιατρικό κατάστημα, αντίθετα, αυτή, θα πρέπει να διεξάγεται από προσωπικό ειδικευμένο στον τομέα της φροντίδας υγείας. Από τη διερεύνηση σχετικών αναφορών που υπεβλήθησαν στο Συνήγορο, προκύπτει ότι, κάποιες φορές, οι μεταφερόμενοι προς εξέταση ασθενείς κρατούνται επί ώρες ή και ολόκληρη τη νύχτα στο αστυνομικό τμήμα, σε χώρο άλλοτε διάφορο από τα κρατητήρια άλλοτε στα ίδια τα κρατητήρια, μέχρι τελικώς να λάβει χώρα η μεταφορά τους στο κατάλληλο νοσηλευτικό ίδρυμα, ή μέχρι να βρεθεί δεύτερος εφημερεύων ψυχίατρος.

Ο Συνήγορος του Πολίτη προτείνει:

α) τη θεσμοθέτηση της υποχρεωτικής μεταφοράς των ασθενών με ειδικά προς τούτο διαμορφωμένα οχήματα του ΕΚΑΒ

β) την εκπαίδευση των πληρωμάτων των ειδικών οχημάτων για την ασφαλή μεταφορά των φερομένων ως ψυχικά ασθενών με γνώμονα τον σεβασμό της αξιοπρέπειας και προσωπικότητάς τους και,

γ) σε εξαιρετικές περιπτώσεις, για την ασφάλεια του ασθενή ή τρίτων που εμπλέκονται στη μεταφορά, της συνδρομής της ΕΛ.ΑΣ. κατόπιν ειδικής εκπαίδευσης των αστυνομικών.

Όσον αφορά τα «Μέτρα θεραπείας ατόμων που απαλλάσσονται από την ποινή λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής και άλλες διατάξεις» (ν.4509/2017), με το άρθρο 16 οριοθετήθηκε η λήψη μέσων αυξημένης ψυχιατρικής φροντίδας και ασφάλειας (όπως η προστατευτική απομόνωση και ο σωματικός περιορισμός), με ευθεία παραπομπή στις κατευθυντήριες αρχές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την πρόληψη των βασανιστηρίων και της απάνθρωπης ή ταπεινωτικής μεταχείρισης ή τιμωρίας (CPT) και υπό τον όρο ότι έχουν αποτύχει τεχνικές αποκλιμάκωσης της βίαιης συμπεριφοράς. Η νέα αυτή ρύθμιση είναι σε συμφωνία με τις προτάσεις που έχει καταθέσει ο Συνήγορος, ο οποίος συγκαταλέγεται στις αρχές ελέγχου εκτέλεσης των μέτρων σχετικά με την παραβίαση δικαιωμάτων των θεραπευομένων. Επίσης, το πλαίσιο της διοικητικής κράτησης αλλοδαπών εν όψει αναγκαστικής επιστροφής στις χώρες καταγωγής τους (Ν.3907/11) έχει οδηγήσει στην κράτηση σε Προαναχωρησιακά Κέντρα Κράτησης και ατόμων με ασθένειες, ιδιαίτερα ψυχικές, χωρίς πάντα να διασφαλίζεται η κατάλληλη ψυχιατρική μέριμνα και παρακολούθηση. Ο Συνήγορος έχει κληθεί να διαμεσολαβήσει για την άρση της κράτησης αυτής όταν πραγματοποιείται σε κρατητήρια αστυνομικών τμημάτων, πολλώ δε μάλλον χωρίς ιατρικές υπηρεσίες, φυσικό φωτισμό, προαυλισμό και επαρκή καθαριότητα, σε συνθήκες δηλαδή που θα μπορούσαν να ελεγχθούν για απάνθρωπη ή ταπεινωτική μεταχείριση. Η ίδια η επιχείρηση της αναγκαστικής επιστροφής μπορεί κατά το νόμο να αναβληθεί «λόγω της διανοητικής ή φυσικής κατάστασης του υπηκόου τρίτης χώρας» (άρθρ.24παρ.2 Ν.3907/11, άρθρ.9 Οδηγίας 2008/115/ΕΚ περί Επιστροφών). Ωστόσο, η Διοίκηση πολλές φορές απέχει από την εφαρμογή του άρθρου αυτού. Ο Συνήγορος στις ετήσιες εκθέσεις του ως μηχανισμός εξωτερικού ελέγχου των αναγκαστικών επιστροφών επανειλημμένα έχει επισημάνει τις ελλείψεις ιατρικών φακέλων, αλλά και την παράλειψη ιατρικής βεβαίωσης

ικανότητας ταξιδίου (fit to travel) πριν την επιχείρηση επιστροφής ή επανεισδοχής στην Τουρκία.

 

▌Άρθρο 18

Ελευθερία μετακίνησης και ιθαγένεια

Με τον πρόσφατα ψηφισμένο ν. 4604/2019 αντιμετωπίζονται σημαντικά προσκόμματα στη διαδικασία κτήσης της Ελληνικής Ιθαγένειας για τα άτομα με αναπηρία και τους ηλικιωμένους. Μέχρι πρόσφατα δεν υπήρχε πρόβλεψη του δικαίου ιθαγένειας για τις περιπτώσεις ΑμεΑ με νοητική στέρηση ή με ψυχιατρικά προβλήματα, με αποτέλεσμα αυτά τα άτομα να αποκλείονται έμμεσα από τις διαδικασίες που προέβλεπε το σύστημα πολιτογράφησης με συνέντευξη καθώς και από τις διαδικασίες κτήσης της ελληνικής ιθαγένειας με γέννηση και σπουδές στην Ελλάδα. Οι ψηφισμένες διατάξεις ορίζουν πλέον τη δυνατότητα πρόσβασης στην απόκτηση της ελληνικής ιθαγένειας με ευνοϊκότερους όρους στις εξής κατηγορίες προσώπων με αναπηρία:

► Άτομα με Αναπηρία που είναι τέκνα νόμιμα διαμενόντων αλλοδαπών, έχουν γεννηθεί ή μεγαλώσει στην Ελλάδα και, έχοντας πιστοποιημένη αναπηρία από 80% και άνω, δεν κατέστη δυνατό να φοιτήσουν σε ελληνικό σχολείο, περιλαμβανομένων και των σχολείων ειδικής εκπαίδευσης.

► Ενήλικες αλλοδαπούς που έχουν πιστοποιημένη ψυχική ή σωματική αναπηρία, σε ποσοστό 67% και άνω, και λόγω αυτής δεν μπορούν να υποβληθούν στη διαδικασία εξέτασης για την πλήρωση των κριτηρίων ενσωμάτωσης στην ελληνική κοινωνία (τεστ γνώσης ελληνικής γλώσσας και πολιτογράφησης, αρ. 32 παρ. 4). Όσον αφορά τις μεταναστευτικές διαδικασίες, με την υπ’αριθμ. 47201/12.12.2017 ΚΥΑ (ΦΕΚ Β΄ 4503), προβλέφθηκε στο Υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής και στις Αποκεντρωμένες διοικήσεις της Χώρας η συγκρότηση και η επιχειρησιακή λειτουργία κινητών ομάδων λήψης βιομετρικών δεδομένων (φωτογραφίας, δείγματος υπογραφής, δακτυλικών αποτυπωμάτων) στις περιπτώσεις που ο πολίτης τρίτης χώρας αδυνατεί να προσέλθει ενώπιον της αρμόδιας υπηρεσίας για τη λήψη. Ο Συνήγορος έχει ενημερωθεί από ορισμένες Διευθύνσεις Αλλοδαπών και Μετανάστευσης της Ελλάδος ότι έχουν ήδη προβεί σε αυτή τη διαδικασία, γεγονός το οποίο οπωσδήποτε συμβάλει θετικά στην διευκόλυνση άσκησης των δικαιωμάτων ευάλωτων ομάδων του πληθυσμού.

 

▌Άρθρο 19

Ανεξάρτητη διαβίωση και ένταξη στην κοινωνία

Σχετικά με τις επισημάνσεις της έκθεσης της Ελλάδας στο άρθρο 19 για την ανάληψη του κόστους νοσηλείας και φροντίδας των διαβιούντων σε στέγες υποστηριζόμενης διαβίωσης από τους ασφαλιστικούς φορείς, σημειώνουμε τα εξής:

Ο Κανονισμός του ΕΟΠΥΥ (ΕΜΠ5/ΦΕΚ 3054/18.11.2012), προβλέπει την κάλυψη των εξόδων φροντίδας και παραμονής σε κέντρα ημερήσιας φροντίδας για άτομα με αναπηρία. Στο άρθρου 10 του Κανονισμού ΕΟΠΥΥ συμπεριλαμβάνονται ρητά οι Μονάδες Ψυχικές Υγείας, αλλά φαίνεται να εντάσσονται -όπως και τα Κέντρα Αποκατάστασης ημερήσιας φροντίδας

(μάλλον εσφαλμένα) στη νοσοκομειακή περίθαλψη. Ωστόσο, στο άρθρο 2 του ίδιου Κανονισμού οι ίδιοι φορείς εντάσσονται στους φορείς Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται συχνά προβλήματα για την κάλυψη των πραγματοποιούμενων δαπανών. Επίσης, στον Κανονισμό γίνεται ρητή αναφορά στις Μονάδες Ψυχικής Υγείας, αλλά όχι στις Στέγες Αυτόνομης ή Ημιαυτόνομης Διαβίωσης ΑμεΑ.

Παρά το διαφορετικό θεσμικό πλαίσιο ίδρυσης και λειτουργίας των φορέων (άρθρο 9 Ν. 2716/1999, άρθρο 30 Ν.2072/1992), στρατηγικός στόχος είναι η αποφυγή της ασυλοποίησης των ατόμων με αναπηρίες με την υποστήριξη της αυτόνομης διαβίωσης και της ένταξής τους στον κοινωνικό ιστό. Πλέον ο ΕΟΠΠΥ έχει υπογράψει σχετική σύμβαση και καλύπτει τις Στέγες  Υποστηριζόμενης Διαβίωσης, άλλες όμως δομές ανεξάρτητης, διαβίωσης, μένουν εκτός κάλυψης. Η παροχή διευκολύνσεων για την απόκτηση κατοικίας, είναι πολύ σημαντική για τη διασφάλιση αυτόνομης κι αξιοπρεπούς διαβίωσης των ατόμων με αναπηρία, γεγονός που αναγνωρίζονταν από την ελληνική πολιτεία κατά το παρελθόν και υλοποιούνταν μέσα από προγράμματα στέγασης του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας (που έχει πλέον καταργηθεί)

για τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα και του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων (Τ.Π.&Δ ) για τους εργαζόμενους στο δημόσιο τομέα. Το Ταμείο προβαίνει σε μείωση επιτοκίου σε στεγαστικά δάνεια πρώτης κατοικίας (Ν. 4202/29 και Ν. 289/76) και μέχρι του 5% για δανειολήπτες που εντάσσονται σε ειδικές κατηγορίες ΑμεΑ:

Πλέον, νέα δάνεια κοινωνικής στεγαστικής πολιτικής δεν παρέχονται από κανένα φορέα, παρά μόνο διευκολύνσεις στη ρύθμιση των οφειλόμενων δόσεων των παλαιότερων δανείων, καθώς λόγω της οικονομικής κρίσης τα τελευταία χρόνια, έχει καταστεί ιδιαίτερα δύσκολη η εξυπηρέτησή τους.

Η εξασφάλιση πρόσβασης σε ασφαλή και επαρκή κατοικία για τα άτομα με αναπηρία αποτελεί πρωταρχική προϋπόθεση για την άσκηση και άλλων δικαιωμάτων. Ειδικά προγράμματα κοινωνικής στέγασης θα πρέπει να αναπτυχθούν σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, προκειμένου τα άτομα με αναπηρία να έχουν ίση πρόσβαση σε αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης.